ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1645/2009)
16 Οκτωβρίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SOBOH PETROLEUM (CYPRUS) LTD.,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ'ων η αίτηση.
Κ. Ευσταθίου, για τους Αιτητές.
Θ. Πιπερή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, είναι δραστηριοποιημένοι στον τομέα εισαγωγής καυσίμων και/ή πετρελαιοειδών στην Κύπρο και το εξωτερικό.
Με την παρούσα προσφυγή τους επιδιώκουν τις πιο κάτω θεραπείες:
"Α. Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση η οποία έλαβε την τελική της μορφή κατά ή περί την 24/9/2009 και με την οποία επέβαλαν και/ή καθόρισαν ως ποσό επιβολής εισαγωγικού δασμού και/ή τέλους το ποσό των €189.023,34.- επί των καυσίμων μαζούτ τα οποία εισήγαγαν οι αιτητές για λογαριασμό της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου με το πλοίο M/T IRON POINT είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη παντός εννόμου αποτελέσματος, παν δε το παραλειφθέν δεν θα έπρεπε να ελάμβανε χώρα.
Β. Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση να επιστρέψουν ποσό εκ €268.053,66.- εκ του συνολικού ποσού των €457.077.- τα οποία αρχικώς είχαν επιβάλει ως εισαγωγικό δασμό και/ή τέλος για την εισαγωγή στην Κύπρο των υγρών καυσίμων τα οποία εισήγαγαν για λογαριασμό της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου με το πλοίο M/T IRON POINT είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη παντός εννόμου αποτελέσματος και/ή η παράλειψη να επιστρέψουν το συνολικό ποσό των €457.077.- το οποίο αρχικά επέβαλαν ως εισαγωγικό δασμό και/ή τέλος δεν θα έπρεπε να ελάμβαναν χώρα."
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την προσφυγή, όπως αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης, είναι περιληπτικά τα πιο κάτω.
Την πρώτη βδομάδα του Ιουλίου 2009, εισήχθηκαν στην Κύπρο για λογαριασμό της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Α.Η.Κ.) 40.552,296 μετρικοί τόνοι μαζούτ, ποσότητα η οποία, ως εκ των υστέρων διεφάνη, ήταν κατά 291,469 μετρικούς τόνους λιγότερη από την ποσότητα των 40.843,765 μετρικών τόνων που είχε αρχικά δηλωθεί ότι θα εισαγόταν στα δύο ηλεκτρονικά δηλωτικά φορτίου - cargo manifest - που είχαν καταχωρηθεί στο λογαριασμό του Τμήματος Τελωνείων από τους αντιπροσώπους του πλοίου "IRON POINT", που μετέφερε το μαζούτ.
Από τη δηλωθείσα αρχικά προς εκφόρτωση στη Δημοκρατία συνολική ποσότητα, οι 25.007,500 μετρικοί τόνοι είχαν φορτωθεί στην Αίγυπτο και σε σχέση με αυτή την ποσότητα παραχωρείται προτιμησιακή δασμολογική μεταχείριση σε χώρες δικαιούχους του Συστήματος Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ).
Καθοδόν προς την Κύπρο το πλοίο "IRON POINT", στα πλαίσια μιας καθόλα νόμιμης διαδικασίας, παρέλαβε από το πλοίο "DATTILO-M", το οποίο προερχόταν από τη Ρουμανία μεταφέροντας μαζούτ, υπό την κάλυψη δύο Συνοδευτικών Διοικητικών Εγγράφων (ΣΔΕ), 18.853,460 τόνους μαζούτ, ανεβάζοντας έτσι το συνολικό φορτίο μαζούτ που μετέφερε σε 40.843,765 μετρικούς τόνους. Από την εν λόγω ποσότητα, 40.552,296 τόνοι εκφορτώθηκαν στην Κύπρο για λογαριασμό της Α.Η.Κ., ενώ η υπόλοιπη ποσότητα (3.017,200 τόνοι) επεστράφη στο πλοίο "DATTILO-M". Αναφορικά με τη διαδικασία φορτοεκφόρτωσης μαζούτ που έλαβε χώρα μεταξύ των δύο πλοίων, ενημερώθηκαν οι Αρχές Τελωνείων της Δημοκρατίας από τους αντιπροσώπους του πλοίου "IRON POINT", οι οποίοι και αιτήθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές όπως αποδεχθούν τα δύο ΣΔΕ, πράγμα το οποίο θα συνεπαγόταν τη μη επιβολή δασμών στην ποσότητα που τα ΣΔΕ αφορούσαν. Το αίτημα απορρίφθηκε από το Τελωνείο, το οποίο κοινοποίησε την απορριπτική απόφαση του στους αντιπροσώπους του πλοίου με επιστολή ημερομηνίας 6/7/2009.
Αναφορικά με την εισαγωγή του μαζούτ στην Κύπρο, η Α.Η.Κ. κατέθεσε στο λογισμικό τμήμα του Τελωνείου τρεις διασαφήσεις, οι οποίες όμως ήταν ελλιπείς, με την έννοια ότι η ακριβής ποσότητα μαζούτ που εισήχθη, όπως και η αξία της, υπόκειντο σε αναπροσαρμογή ανάλογα με το αποτέλεσμα της τελικής μέτρησης του φορτίου. Επειδή δε, η αξία, όπως και η ποσότητα των καυσίμων δεν ήταν γνωστές κατά το χρόνο υποβολής των διασαφήσεων για σκοπούς υπολογισμού των τελωνειακών δασμών, υιοθετήθηκε από το Τελωνείο η απλουστευμένη, όπως είναι γνωστή, διαδικασία υπολογισμού δασμών. Παράλληλα με τις τρεις διασαφήσεις η Α.Η.Κ. κατέθεσε στις Τελωνειακές Αρχές χρηματική παρακαταθήκη συνολικού ύψους €2.484,541. Σημειώνεται ότι στο πεδίο 2 "Exporter" των τριών διασαφήσεων, είχαν δηλωθεί από την Α.Η.Κ. οι αιτητές, ενώ τα σχετικά τιμολόγια είχαν εκδοθεί, επίσης από τους αιτητές.
Στην πορεία, η Α.Η.Κ. καταχώρισε στο λογισμικό του Τελωνείου τις ορθές ποσότητες μαζούτ που παρέλαβε, όπως και το ακριβές ύψος της αξίας τους, στοιχεία που έγιναν αποδεκτά από το Τελωνείο. Στη βάση των εν λόγω στοιχείων οι Τελωνειακές Αρχές υπολόγισαν τους αναλογούντες εισαγωγικούς δασμούς τους οποίους και καθόρισαν, ομού με το αναλογούν Φ.Π.Α., στο συνολικό ποσό των €1.987,315. Ως αποτέλεσμα, από το ποσό της χρηματικής παρακαταθήκης επεστράφη στην Α.Η.Κ. το ποσό των €497.226, ενώ το υπόλοιπο χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς εξόφλησης των δασμών.
Κατ' αρχάς θα πρέπει να λεχθεί πως η θέση των αιτητών ότι οι δασμοί που επιβλήθηκαν αρχικά ήταν της τάξης των €457.077, τελικά όμως ήταν της τάξης των €189.023,24, με αποτέλεσμα να επιστραφεί στην Α.Η.Κ. ποσό €268.053, δεν είναι ορθή. Τα ορθά ποσά, όπως αυτά προκύπτουν από τα έγγραφα του φακέλου, κάποια από τα οποία επικαλούνται και οι αιτητές και μάλιστα επισυνάπτουν και στις γραπτές αγορεύσεις τους, είναι αυτά στα οποία έχω αναφερθεί πιο πάνω. Συνεπώς, αυτά τα ποσά θεωρώ ως ορθά και αυτά θα έχω υπόψη μου.
Έχοντας προβεί στις πιο πάνω επισημάνσεις, στρέφομαι στα παράπονα των αιτητών, τα οποία εστιάζονται στην πιο κάτω θέση.
Με βάση το υφιστάμενο νομικό καθεστώς, το κοινοτικής προέλευσης ρουμανικό φορτίο, αλλά και το αιγυπτιακής προέλευσης φορτίο καυσίμων, εισάγονται στην Κύπρο στη βάση του ίδιου δασμολογίου. Με άλλα λόγια, είναι δασμολογικά αδιάφορο αν τα καύσιμα προέρχονται από την Αίγυπτο ή έχουν κοινοτική προέλευση, στη συγκεκριμένη περίπτωση τη Ρουμανία. Εφόσον στην ουσία δεν έχει επέλθει συμφωνία με τους αιτητές, αλλαγή τέτοια που να δικαιολογεί διαφορετική μεταχείριση, η επιβολή του συγκεκριμένου δασμού επειδή και μόνο το αρχικά εκδοθέν Συνοδευτικό Διοικητικό Έγγραφο αναφερόταν στο πλοίο "DATTILO-M" ως το μεταφορικό μέσο, είναι εσφαλμένη. Οι αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές ήταν ενήμερες για την επικείμενη ανάμειξη των δύο φορτίων, καθότι είχαν, έστω και μεταγενέστερα της ανάμειξης, ειδοποιηθεί σχετικά από τους αντιπροσώπους του πλοίου.
Τις εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις υιοθετούν οι καθ'ων η αίτηση, οι οποίοι πέραν των ενστάσεων τους επί της ουσίας του παραπόνου των αιτητών, προβάλλουν και τις πιο κάτω τρεις προδικαστικές ενστάσεις, από τις οποίες οι δύο πρώτες συμπίπτουν και αλληλοκαλύπτονται.
(α) Οι αιτητές δεν καθορίζουν με σαφήνεια στο αιτητικό της προσφυγής την προσβαλλόμενη με αυτήν διοικητική πράξη, ούτε και την ακριβή ημερομηνία έκδοσής της.
(β) Η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και συνεπώς απαράδεκτη, και
(γ) Οι αιτητές στερούνται του αναγκαίου έννομου συμφέροντος για καταχώριση της παρούσας προσφυγής.
Επειδή επιτυχία οποιασδήποτε από τις πιο πάνω τρεις προδικαστικές ενστάσεις θα αποβεί μοιραία για την παρούσα προσφυγή, θεωρώ σκόπιμο, προτού στρέψω την προσοχή μου στην ουσία του παραπόνου των αιτητών, να ασχοληθώ με τις εν λόγω προδικαστικές ενστάσεις, αρχίζοντας από τις πρώτες δύο, οι οποίες, όπως έχω ήδη αναφέρει, αλληλοσυναρτώνται.
Αφορμή για την έγερση των πρώτων δύο από τις πιο πάνω τρεις προδικαστικές ενστάσεις των καθ'ων η αίτηση, έδωσε η παράλειψη των τελευταίων να προσδιορίσουν την επίδικη απόφαση με αναφορά σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Επισημαίνεται ότι με την αιτούμενη υπό στοιχείο (α) θεραπεία τους, οι αιτητές αναφέρονται σε απόφαση «η οποία έλαβε την τελική της μορφή κατά ή περί την 24/9/2009».
Είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι ο μη προσδιορισμός της επίδικης απόφασης χρονικά, καθιστά την επίδικη απόφαση ασαφή και αόριστη, γεγονός που τη μεταθέτει εκτός εμβέλειας του άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η ανίχνευση του παραπόνου και ο προσδιορισμός του επίδικου θέματος, υποστήριξε η ευπαίδευτη συνήγορος. Προς επίρρωση της συγκεκριμένης θέσης της, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση παρέπεμψε στο σύγγραμμα «Η Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης», υπό Ν. Χαραλάμπους, σελ. 33 και σε νομολογία και συγκεκριμένα στις υποθέσεις Τάσος Μιχαηλίδης κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Παλαιχωρίου, Υπόθεση Αρ. 17/1997, ημερομηνίας 10/9/1998 και Ανδρέας Οικονόμου ν. Δημοκρατίας, μέσω Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 530.
Πέραν των πιο πάνω, στην κρινόμενη περίπτωση ο μη προσδιορισμός της προσβαλλόμενης πράξης χρονικά αποκτά, σύμφωνα με τη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση, ιδιαίτερη σημασία καθότι το θέμα είναι συνυφασμένο με το εμπρόθεσμο της προσφυγής. Αν η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 24/9/2009, τότε η προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 8/12/2009, είναι, όπως υπέδειξε η κα Πιπερή, εμπρόθεσμη. Αν όμως λήφθηκε στις 21/8/2009, που είναι και η ορθή ημερομηνία λήψης της απόφασης, τότε η προσφυγή καθίσταται απαράδεκτη ως εκπρόθεσμη.
Οι πιο πάνω θέσεις των καθ'ων η αίτηση δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Είναι αλήθεια ότι οι περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Κανονισμοί του 1962, απαιτούν όπως στο δικόγραφο της προσφυγής καθορίζεται ειδικά η ζητούμενη θεραπεία και δεν είναι επιτρεπτό αυτή να αφήνεται να διακριβωθεί από το ίδιο το Δικαστήριο. Είναι επίσης αλήθεια πως ο προσδιορισμός της θεραπείας είναι άρρηκτα συνυφασμένος με τον καθορισμό της πράξης που προσβάλλεται και συνεπώς η προσβαλλόμενη πράξη θα πρέπει να καθορίζεται επακριβώς και με σαφήνεια στο αιτητικό. Όμως, στην κρινόμενη περίπτωση αν και στο δικόγραφο και ειδικότερα στην υπό στοιχείο (α) θεραπεία δεν προσδιορίζεται με αναφορά σε συγκεκριμένη ημερομηνία η επίδικη απόφαση, αυτή κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά στους αιτητές με τηλεομοιότυπο των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 24/9/2009. Συνεπώς, ο κρίσιμος χρόνος για σκοπούς υπολογισμού της προβλεπόμενης από το άρθρο 146 προθεσμίας των 75 ημερών, είναι η 24/9/2009, ημερομηνία κατά την οποία οι αιτητές έλαβαν γνώση για πρώτη φορά της επίδικης απόφασης, και όχι η 21/8/2009, ημερομηνία λήψης της απόφασης. Στο εν λόγω τηλεομοιότυπο ναι μεν δεν γίνεται αναφορά στην ημερομηνία λήψης της απόφασης, γίνεται όμως αναφορά στο περιεχόμενο της ληφθείσας κατά την εν λόγω ημερομηνία απόφασης. Ανάγνωση του εν λόγω τηλεομοιοτύπου είναι αρκετή για να καταδείξει ότι πρόκειται για την επίδικη απόφαση.
Κατά συνέπεια, οι πρώτες δύο προδικαστικές ενστάσεις απορρίπτονται.
Στρέφομαι τώρα στην υπό στοιχείο (γ) προδικαστική ένσταση.
Κατ' αρχήν θα πρέπει να λεχθεί ότι η ύπαρξη έννομου συμφέροντος είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου. Ανυπαρξία έννομου συμφέροντος στερεί από το δικαστήριο την εξουσία να ασχοληθεί με την προσφυγή (Loukis Kritiotis v. The Municipality of Paphos and another (1986) 3 C.L.R. 322), ενώ το βάρος απόδειξης της ύπαρξης έννομου συμφέροντος βρίσκεται στους ώμους του αιτητή (Makrides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147). Για τη θεμελίωση όμως της ύπαρξης έννομου συμφέροντος αρκεί «ο εύλογος (δηλαδή όχι προφανώς ασύστατος)», όπως λέχθηκε στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73, από την Ολομέλεια με αναφορά στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Δεύτερη Έκδοση, «ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος. Δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη αλλ' αρκεί η πιθανολόγηση». (Δαγτόγλου (πιο πάνω) παρα. 549).
Η ύπαρξη ή μη έννομου συμφέροντος, συνιστά θέμα πραγματικό και ως τέτοιο συναρτάται με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, αποφασίζεται δε στη βάση των ιδιαίτερων περιστατικών της κάθε περίπτωσης. Έχει νομολογηθεί πως ο αιτητής νομιμοποιείται στην προσβολή μιας διοικητικής πράξης εφόσον, με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της περίπτωσης, είτε έχει ηθικό έννομο συμφέρον είτε αποκαλύπτεται κάποιας μορφής δυσμενής επηρεασμός του από την απόφαση της διοίκησης. Κοντολογίς, το συμφέρον του αιτητή το οποίο επηρεάζεται από μια πράξη της διοίκησης μπορεί να είναι είτε υλικό είτε ηθικό. Και στις δύο όμως περιπτώσεις πρέπει να διακρίνεται από το γενικό συμφέρον και να συσχετίζεται με την ιδιαιτερότητα της θέσης του προσφεύγοντος (βλ., μεταξύ άλλων, Χαράλαμπος Μορίτσης ν. Φίλιππας Καρσερά, Α.Ε. 117/2006, 12/2/2009).
Στην υπόθεση Λουκία Σεργίδου ν. Δήμου Λευκωσίας και άλλου (1998) 3 Α.Α.Δ. 189, στη σελίδα 193 λέχθηκαν τα πιο κάτω σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα:
"Για να δικαιούται να ασκήσει διοικητική προσφυγή ο αιτητής θα πρέπει να έχει υποστεί βλάβη από την προσβαλλόμενη πράξη υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από τους κανόνες του δικαίου. Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει μια ειδική έννομη σχέση μεταξύ του και της προσβαλλόμενης πράξης. Το συμφέρον δεν είναι ταυτόσημο με δικαίωμα.
Η έννοια του συμφέροντος στην περίπτωση της άσκησης της αίτησης ακύρωσης είναι ευρύτερη από την έννοια του νομικού δικαιώματος. Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτητής βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια που θίγεται από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή που μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν (Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 ΑΑΔ 2498)."
Έχει επίσης νομολογηθεί ότι το έννομο συμφέρον πρέπει να υφίσταται τόσο κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης και προσβολής της (Elias Christofis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 97), όσο και κατά το χρόνο ακρόασης της προσφυγής (Demetrios Papadopoulos v. The Municipality of Nicosia and another (1974) 3 C.L.R. 352). Όμως, αυτές οι προϋποθέσεις ικανοποιούνται αν κατά τους εν λόγω κρίσιμους χρόνους είναι σαφές ότι το ενεστώς έννομο συμφέρον ενός αιτητή, παρόλο ότι δεν επηρεάζεται ευθέως, πρόκειται αναποφεύκτως να επηρεαστεί στο μέλλον. (Papasavvas v. Republic (1967) 3 C.L.R. 111).
Στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Δεύτερη Έκδοση, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη, παρ. 551-555, αναφέρονται και τα εξής:
"4. Έννομο είναι, τέλος, το συμφέρον που έχει ανάγκη έννομης προστασίας. Η ανάγκη αυτή δεν υπάρχει στις περιπτώσεις που τα επίδικα ζητήματα έχουν θεωρητική μόνο σημασία, γιατί αναφέρονται σε καταργημένες πια ή μη ψηφισμένες ακόμη νομοθετικές διατάξεις ή σε μη ισχύουσες πια διοικητικές πράξεις, ή όταν η προσβαλλόμενη πράξη είναι ευνοϊκή για τον προσφεύγοντα ή είναι «αλυσιτελές» το ένδικο βοήθημα, δηλαδή και σε περίπτωση αποδοχής του δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το συμφέρον που επικαλείται ο προσφεύγων, ή η επιδιωκόμενη έννομη προστασία δεν μπορεί να βελτιώσει ή μπορεί μάλιστα να χειροτερεύσει την θέση του προσφεύγοντος.
.............................................................................................................
Δυσμενείς για τον αποδέκτη τους πράξεις θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον του αποδέκτη για την προσβολή τους. Έννομο συμφέρον μπορεί όμως, να έχουν και τρίτοι, στους οποίους επεκτείνεται ή επιρρίπτεται το δυσμενές αποτέλεσμα της προσβαλλόμενης πράξεως. Ο νόμος δεν προβλέπει μεν «πλαγιαστική» αίτηση ακυρώσεως και επομένως η ιδιότητα του δανειστή του αποδέκτη της προσβαλλόμενης πράξεως δεν αρκεί κατ' αρχήν για τη θεμελίωση έννομου συμφέροντος του δανειστή. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχθηκε όμως σε διάφορες αποφάσεις του ότι αρκεί σχέση ιδιωτικού δικαίου μεταξύ του αποδέκτη και του τρίτου για να θεμελιωθεί το έννομο συμφέρον του τελευταίου.
Έτσι π.χ. δέχθηκε η νομολογία ότι η εταιρεία που κατέβαλε τέλη κομίστρων για λογαριασμό των πελατών της, έχει έννομο συμφέρον αν προσβάλει την πράξη περί της σχετικής υποχρεώσεως ..."
Χρήσιμη αναφορά μπορεί επίσης να γίνει στην Υπόθεση Αρ. 295/2001, Στέλιου ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 15/3/2002.
Στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73, η Ολομέλεια προβαίνοντας σε μια εκτεταμένη ανασκόπηση της ελληνικής αλλά και της κυπριακής μέχρι τότε νομολογίας, με ιδιαίτερη αναφορά στο σύγγραμμα Δαγτόγλου, αναφέρει και τα εξής αναφορικά με περιπτώσεις όπου η επίδικη πράξη δεν αφορά άμεσα την παραπονουμένη:
"Η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορά άμεσα την εφεσείουσα. Προκύπτει επομένως το ερώτημα κατά πόσο έχει πιθανολογήσει έννομο συμφέρον με το να ισχυρισθεί ευλόγως ότι θίγονται δικά της συμφέροντα. (Δαγτόγλου, πιο πάνω, παρα. 551, 553). Θεωρούμε ότι για την επίλυση του επίδικου ερωτήματος πρέπει να προσφύγουμε στους ισχυρισμούς που περιέχονται στο δικόγραφο της εφεσείουσας ........................
Η αρχή αυτή εφαρμόζεται και για τη στοιχειοθέτηση δικαιοδοσίας σε υποθέσεις αστικού δικαίου. Έχει νομολογηθεί ότι τα γεγονότα που στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου είναι εκείνα που συνθέτουν την απαίτηση αποκλειστική πηγή αναζήτησης της οποίας είναι η έκθεση απαίτησης (Μουρτζινού ν. Global Cruises (1992) 1 Α.Α.Δ. 1160 και Σαφαρίνο Λτδ ν. Σταυρινού Λτδ (1991) 1 Α.Α.Δ. 1059). Πρέπει να τονιστεί ότι για τη θεμελίωση της ύπαρξης έννομου συμφέροντος αρκεί ο εύλογος (δηλαδή όχι προφανώς ασύστατος) ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος. Δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη, αλλ' αρκεί η πιθανολόγηση (Δαγτόγλου, πιο πάνω, παρα. 549)."
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που περιέχονται στο δικόγραφο της εδώ αιτήτριας:
"Μεταξύ των πελατών των αιτητών είναι και η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου η οποία εισάγει μέσω των και/ή δια λογαριασμό της οποίας οι αιτητές εισάγουν υγρά καύσιμα για τις ανάγκες των Ηλεκτροπαραγωγικών Σταθμών Δεκέλειας και Μονής.
4. Οι αιτητές κατά τον ουσιώδη χρόνο εισήγαγαν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με το πλοίο M/T IRON POINT 25,007,505 μετρικούς τόνους μαζούτ. Παράλληλα αγόρασαν και εισήγαγαν μέσω του πλοίου M/T DATILLO M ποσότητα μαζούτ από την Ρουμανία. Τα δύο πλοία προχώρησαν εκτός των χωρικών υδάτων της Κύπρου σε καθαρά νόμιμη διαδικασία φόρτωσης εκφόρτωσης του πλοίου M/T DATILLO M προς το πλοίο M/T IRON POINT το οποίο και τοιουτοτρόπως εισήγαγε ολόκληρη την ποσότητα στην Κύπρο.
5. Οι καθ'ων η αίτηση επέβαλαν συνολικό δασμό επί του συνόλου του ως άνω φορτίου εκ €457.077.- και ακολούθως στις 24.9.2009 περιόρισαν τον εισαγωγικό δασμό στο ποσό των €189.023,34.- ενώ όφειλαν να επιστρέψουν όλο το ποσό στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου η οποία με την σειρά της θα διοχέτευε στους αιτητές, οι οποίοι είναι τα πρόσωπα τα οποία είναι υπόλογα και είναι υποκείμενα προς πάντα εισαγωγικό δασμό ή τέλος το οποίο κατά καιρούς επιβάλλουν οι καθ'ων η αίτηση κατά την εισαγωγή των καυσίμων."
Οι επί του προκειμένου ισχυρισμοί των αιτητών, όπως αυτοί προωθούνται στα πλαίσια των γραπτών αγορεύσεων τους, έχουν ως κεντρικό άξονα τη θέση ότι τελικός αποδέκτης της επιβολής των συγκεκριμένων δασμών ήταν ουσιαστικά οι ίδιοι, αφού θα καλούντο με βάση το συμβόλαιο που ίσχυε μεταξύ τους και της Α.Η.Κ. να καταβάλουν προς τους καθ'ων η αίτηση τους εν λόγω δασμούς. Αναφέρουν συγκεκριμένα οι αιτητές στη γραπτή αγόρευση τους:
"1(α) Οι αιτητές κατά πάντα χρόνο ήταν συμβεβλημένοι με την ΑΗΚ ως εισαγωγείς για λογαριασμό αυτής υγρών καυσίμων για τις ανάγκες των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών Δεκελείας και Μονής. Συμφώνως της πρακτικής τα καύσιμα εισήγοντο από τους αιτητές για λογαριασμό της ΑΗΚ, η οποία για σκοπούς τελωνείου ήταν ο εισαγωγέας, δεχόμενοι τοιουτοτρόπως επιβολές δασμών ή διασαφήσεις εισαγωγών κ.ο.κ.
(β) Η αγορά όμως και τα έξοδα της μεταφοράς μέχρι την παράδοση των στην ΑΗΚ καταβάλλονταν από τους αιτητές. Στην ουσία δηλαδή οποιαδήποτε απόφαση αφορούσε το Τελωνείο και οποιαδήποτε σχέση υφίστατο μεταξύ αιτητών και των Τελωνειακών Αρχών της Κύπρου αυτή ελάμβανε χώρα μέσω της ΑΗΚ.
(γ) Τοιουτοτρόπως η επιβολή του εισαγωγικού δασμού ή η έκπτωση ή η επιβολή επιπροσθέτων τελών προς την ΑΗΚ εν σχέσει προς τα φορτία των υγρών καυσίμων είναι πράξεις οι οποίες παρουσιάζουν δεσμό ικανό τέτοιου χαρακτήρα ώστε να παρουσιάζεται άμεσο, ενεστώς έννομο συμφέρον των αιτητών σε παρομοίου είδους πράξεις. Η οποιαδήποτε επιβολή εγένετο, υπενθυμίζουμε, για τα συγκεκριμένα φορτία με αποδέκτη την ΑΗΚ αυτή αφορούσε στην ουσία επιβαρύνοντας ή απαλλάσσοντας τους αιτητές.
(δ) Υπό αυτή την έννοια η προσβαλλόμενη απόφαση η οποία περιγράφεται στο αιτητικό και με την οποία οι καθ'ων η αίτηση εκαθόρισαν ποσόν εκ €189,023.34.- ως ποσόν επιβολής εισαγωγικού δασμού και/ή του τέλους το οποίο θα έπρεπε να καταβληθεί επί των καυσίμων μαζούτ τα οποία εισήγαγαν οι αιτητές για λογαριασμό της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου με το πλοίο M/T IRON POINT αφορά άμεσα τους αιτητές και γι' αυτό η προδικαστική ένσταση περί του αντιθέτου θα πρέπει να απορριφθεί."
΄Οπως και οι ίδιοι οι αιτητές δέχονται, για σκοπούς Τελωνείου, εισαγωγείς του μαζούτ ήταν η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, η οποία ήταν και υπόλογη για την καταβολή των σχετικών δασμών. Η θέση τους ότι «οποιαδήποτε απόφαση αφορούσε το Τελωνείο και οποιαδήποτε σχέση υφίστατο μεταξύ αιτητών και των Τελωνειακών Αρχών της Κύπρου αυτή ελάμβανε χώρα μέσω της ΑΗΚ», έχει ως βάση αποκλειστικά τους όρους της μεταξύ αυτών και της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, υφιστάμενης σύμβασης, στην οποία οι Τελωνειακές Αρχές και κατ' επέκταση η Δημοκρατία, δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος. Η Αρχή ήταν και το πρόσωπο στο οποίο οι καθ'ων η αίτηση υπείχαν υποχρέωση να επιστρέψουν οποιαδήποτε διαφορά ήθελε προκύψει προς όφελος του εισαγωγέα μετά από τον υπολογισμό των δασμών και του αναλογούντος φόρου με βάση τις τελικές διασαφήσεις. Εξ' ου και το έγγραφο με το οποίο κοινοποιείται η επίδικη απόφαση στους αιτητές και το οποίο οι τελευταίοι επισυνάπτουν στη γραπτή αγόρευση τους και επικαλούνται για σκοπούς επίρρωσης των θέσεων τους, είναι έγγραφο της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου. Με το εν λόγω έγγραφο η Αρχή ενημερώνει τους αιτητές για το γεγονός της επιστροφής από τους καθ'ων η αίτηση πλέον ποσού που προέκυψε προς όφελος της Αρχής μετά τον τελικό υπολογισμό των δασμών και του φόρου, ενώ παράλληλα τους πληροφορεί ότι η Αρχή συμμορφούμενη με τη σύμβαση της υποχρέωσης έδωσε οδηγίες στην τράπεζα της για να καταβάλει το εν λόγω ποσό στους αιτητές. Η Αρχή ήταν και το όργανο το οποίο κατέθεσε στο Τελωνείο τη χρηματική παρακαταθήκη των €2.484,541 και ήταν γι' αυτό το λόγο που οι καθ'ων η αίτηση της επέστρεψαν το υπόλοιπο. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει θίξει οποιοδήποτε έννομο συμφέρον των αιτητών. Ως εκ τούτου, οι αιτητές στερούνται κατά τη γνώμη μου έννομου συμφέροντος να προσβάλουν την επίδικη πράξη. Οποιαδήποτε θεραπεία ενδεχομένως να δικαιούνται, αυτή θα πρέπει να αναζητηθεί στα πλαίσια των συμβατικών τους σχέσεων με την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου.
Συνακόλουθα, το συγκεκριμένο προδικαστικό θέμα επιλύεται προς όφελος των καθ'ων η αίτηση. Η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα €1.250 υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ