ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 609/2012)
4 Σεπτεμβρίου, 2013
[ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Αρ. Κορακίδου, για τους Αιτητές.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για τους Καθ΄ ων η
Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που είχαν προηγηθεί της καταχώρησης της παρούσας προσφυγής, παρατίθενται με επάρκεια στην Ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση και τα μεταφέρω εδώ αυτούσια, ως εισαγωγή:
Τα κτήματα με αρ. τεμαχίων 74 383 του Φ/Σχ. 51/31 και αριθμούς εγγραφής 5675 και 6581 στο χωριό Αναρίτα της Επαρχίας Πάφου πωλήθηκαν ανά ½ μερίδιο στους αιτητές στις 16.7.2008 και μεταβιβάστηκαν στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου με τη δήλωση πώλησης Π1519/16-07-2008.
Στη σχετική δήλωση πώλησης είχαν δηλωθεί τιμήματα πώλησης τα ποσά των €529.000.00 και €530.000.00 αντίστοιχα για το όλο μερίδιο.
Ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Πάφου δεν ικανοποιήθηκε ότι τα τιμήματα πώλησης που δηλώθηκαν αντιπροσώπευαν την αγοραία αξία των ακινήτων και αφού άσκησε τη διακριτική εξουσία που του παρέχεται με τις πρόνοιες της παραγράφου 3(β)(IV) του Νόμου, Κεφ. 219 και Νόμου 81/780, απαίτησε από τους αγοραστές να καταβάλουν δικαιώματα επί των ποσών των €725.000.00 και €610.000.00 αντίστοιχα που αντιπροσώπευαν την προκαταρκτική εκτίμηση μέχρι τη συμπλήρωση του υπολογισμού της αγοραίας αξίας των ακινήτων.
Οι αγοραστές δεν αποδέχτηκαν την προκαταρκτική εκτίμηση για τα πιο πάνω ποσά και κατέθεσαν με διαμαρτυρία / ένσταση το ποσό των €79.462,36 που αντιπροσώπευε τα μεταβιβαστικά δικαιώματα που προνοούνται από το Νόμο και για τα δυο ακίνητα.
Για σκοπούς επανυπολογισμού της αγοραίας αξίας των ακινήτων έγινε επιτόπια έρευνα στις 16.9.2008 και στις 17.9.2008 ετοιμάστηκε έκθεση εκτίμησης. Κατά την επιτόπια έρευνα και εκτίμηση, η αγοραία αξία των ακινήτων υπολογίστηκε στις €725.000,00 και €610,000.00 όπως αρχικά είχε εκτιμηθεί από το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου. Για την απόφαση αυτή οι αγοραστές ενημερώθηκαν από τον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Πάφου με επιστολές ημερομηνίας 10.10.2008. Οι αγοραστές δεν αποδέχθηκαν την εκτίμηση του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Πάφου που έγινε μετά από επιτόπια έρευνα και κατέθεσαν την προσφυγή αρ. 1946/08.
Μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου στην προσφυγή αρ. 1946/08 ρωτήθηκε ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας «κατά πόσο θα πρέπει ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Πάφου να εκδώσει νέα απόφαση αναφορικά με τα μεταβιβαστικά δικαιώματα και να την κοινοποιήσει στους δικαιοδόχους» καθώς επίσης και «κατά πόσο με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 1946/08 θα πρέπει να επιστραφούν τα επιπλέον μεταβιβαστικά τέλη που έχουν εισπραχθεί κατά την μεταβίβαση των εν λόγω ακινήτων».
Ο Γενικός Εισαγγελέας με την επιστολή του ημερομηνίας 10.5.2011 πληροφόρησε το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου ότι πρέπει να επανεξετάσει την υπόθεση και να ενημερώσει τους αιτητές για τη νέα του απόφαση. Το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου επανεξέτασε την υπόθεση με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά την ημερομηνία λήψης της ακυρωθείσας απόφασης και κοινοποίησε τη νέα του απόφαση στους αιτητές με τις επιστολές ημερομηνίας 24.1.2012.
Με την παρούσα προσφυγή τους, οι αιτητές προσβάλλουν τη νομιμότητα δύο συναφών και αλληλοεξαρτώμενων πράξεων / παραλείψεων των καθ΄ ων η αίτηση ήτοι:
1. Της νέας απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση με την οποία επανακαθορίσθηκε η τιμή των ακινήτων στο ίδιο ύψος.
2. Της άρνησης/παράλειψης των καθ΄ ων η αίτηση όπως επιστρέψουν στους αιτητές τα επιπλέον μεταβιβαστικά δικαιώματα που πλήρωσαν, μετά την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος. Το Ανώτατο Δικαστήριο με την απόφασή του στην προηγούμενη προσφυγή των αιτητών, έκρινε ότι «οι καθ΄ ων η αίτηση όταν καθόριζαν την αγοραία αξία των ακινήτων των αιτητών, τελούσαν υπό πλάνη καθότι η εκτίμηση στην οποία βασίστηκαν δεν ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας.» Φθάνοντας σ΄ αυτό το συμπέρασμα, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι «Στην εκτίμηση των καθ΄ ων η αίτηση φαίνονται συγκριτικές πωλήσεις ακινήτων τα οποία όμως ανήκαν στις Ζώνες Η3 και Η5α. Μόνο ένα μικρό μέρος από μια συγκριτική πώληση ανήκει στη Ζώνη Η2. Δεν φαίνεται όμως πουθενά γιατί ο εκτιμητής δεν επέλεξε ακίνητα τα οποία να έχουν τα ίδια νομικά χαρακτηριστικά όπως τα υπό εκτίμηση, δηλαδή να ανήκουν στη Ζώνη Η2. Αντιθέτως, όλες οι εκτιμήσεις που έλαβε υπόψη, πλην μιας, όπως αναφέρω πιο πάνω αφορούν ακίνητα με άλλα χαρακτηριστικά.» (Βλ. Renos Pitros Homes Ltd κ. άλλος ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 1946/2008, ημερ. 3.8.2010.). Γι΄ αυτό το λόγο, το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση.
Όπως διαπιστώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ως αποτέλεσμα της επανεξέτασης, οι καθ΄ ων η αίτηση κατέληξαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Απαντώντας στις παρατηρήσεις ουσιαστικά του Δικαστηρίου, οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι τις έλαβαν υπόψη, ότι προέβηκαν σε επανεξέταση, χωρίς όμως να προκύψουν ουσιαστικά νέα στοιχεία, που θα διαφοροποιούσαν την αρχική εκτίμησή τους. Όπως δε προσθέτουν, σχολιάζοντας την παρατήρηση του Δικαστηρίου ότι δεν εξήγησαν οι καθ΄ ων η αίτηση το γιατί δεν έλαβαν σχεδόν καθόλου υπόψη ακίνητα τα οποία να έχουν τα ίδια νομικά χαρακτηριστικά όπως τα υπό εκτίμηση, οι καθ΄ ων η αίτηση επεξηγούν ότι παρόμοια κτήματα δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη ότι αυτά θα πρέπει να έχουν τα ίδια φυσικά και νομικά χαρακτηριστικά, φτάνει να γίνουν και έγιναν, οι αναγκαίες αναπροσαρμογές.
Απαντώντας σ΄αυτές τις εξηγήσεις, οι αιτητές προβάλλουν διάφορα σημεία της εκτίμησης των καθ΄ων η αίτηση στα οποία όπως ισχυρίζονται, οι καθ΄ ων η αίτηση έσφαλαν, όπως για παράδειγμα, ότι έλαβαν υπόψη τους συγκριτικά την ακριβότερη ζώνη την οποία θεωρούν ότι μειονεκτεί από τη Ζώνη Η2 για να εκτιμήσουν τα επίδικα ακίνητα που βρίσκονται σε φθηνότερη Ζώνη, τη Ζώνη Η2. Ότι ακόμα, οι καθ΄ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη τους κατά την επανεξέταση, συγκριτικά που βρίσκονται στην ίδια ζώνη με τα επίδικα, ως το δεδικασμένο στην προσφυγή 1946/2008.
Σε σχέση όμως με τις ανωτέρω θέσεις των αιτητών θα πρέπει να παρατηρήσω ότι το Δικαστήριο με την απόφασή του στην προηγούμενη προσφυγή, δεν δημιούργησε δεδικασμένο αποφασίζοντας ότι ο εκτιμητής των καθ΄ ων η αίτηση θα έπρεπε να λάβει υπόψη κάποια συγκεκριμένα συγκριτικά, ούτε και ασφαλώς ο ρόλος του Δικαστηρίου θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Εκείνο το οποίο παρατήρησε το Δικαστήριο, ήταν ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν είχαν εξηγήσει γιατί δεν έλαβαν υπόψη τους κάποια άλλα συγκριτικά ενώ έλαβαν υπόψη τους εκείνα που έλαβαν. Ως προς αυτό το θέμα, και ως προς το θέμα ότι οι καθ΄ ων η αίτηση έλαβαν υπόψη συγκριτικά τα οποία εμπίπτουν σε άλλη ζώνη, οι καθ΄ ων η αίτηση έδωσαν τις εξηγήσεις τους, ως προς το τι θεωρούν παρόμοια ακίνητα και ως προς τις αναγκαίες αναπροσαρμογές στις τιμές, λόγω διαφορετικής ζώνης.
Αυτά, πιστεύω, συνιστούν συμμόρφωση με το δεδικασμένο στον περιορισμένο τομέα στον οποίο αυτό εκτείνεται, ενώ οι οποιεσδήποτε άλλες αμφισβητήσεις της ορθότητας της εκτίμησης των καθ΄ ων η αίτηση και/ή της μεθοδολογίας που αυτή ακολούθησε, εκβαίνουν του ορίου ελέγχου του αναθεωρητικού ρόλου του Ανωτάτου Δικαστηρίου και εισέρχονται στη σφαίρα της άσκησης πρωτογενούς εξουσίας.
Όπως είχε επεξηγηθεί στην παλαιότερη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R 656 και επικροτηθεί στην Γ.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 56 το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της φορολογικής απόφασης (και κατ΄ αναλογία εδώ, της εκτίμησης προς το σκοπό φορολόγησης) και ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται, όπως σε κάθε άλλο τομέα της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, στη διερεύνηση της νομιμότητας της πράξης.
Επομένως, δεν ευσταθεί ο προβληθείς λόγος ακύρωσης περί μη συμμόρφωσης προς το δεδικασμένο και περί συνέχισης διενέργειας της διαδικασίας κάτω από την ίδια πλάνη.
Ως προς το άλλο παράπονο και λόγο ακύρωσης που προβάλλουν οι αιτητές εναντίον της παράλειψης/άρνησης των καθ΄ ων η αίτηση όπως επιστρέψουν τα καταβληθέντα επιπλέον τέλη μεταβιβαστικά, παρατηρώ τα ακόλουθα:
Κατ΄ αρχάς δεν ετίθετο θέμα επιστροφής οποιωνδήποτε «επιπλέον» καταβληθέντων τελών λόγω της δικαστικής απόφασης, καθότι με τη δικαστική απόφαση δεν καθορίστηκε, ούτε και μπορούσε βέβαια να καθορισθεί, οποιοδήποτε ποσό τελών, ως το νομίμως οφειλόμενο. Απλά, μετά τη νέα ακυρωτική απόφαση, το θέμα θα έπρεπε να επανεξετασθεί και οι καθ΄ ων η αίτηση να λάβουν νέα απόφαση.
Με δεδομένο δε ότι οι μεταβιβάσεις των ακινήτων είχαν ήδη διενεργηθεί, δεν ετίθετο θέμα επιστροφής οποιουδήποτε ποσού στους αιτητές, το ύψος του οποίου άλλωστε δεν θα μπορούσε να διακριβωθεί αφού δεν είχε επισφραγιστεί η ορθότητα της εκτίμησης των αιτητών. Εκκρεμούσας της επανεξέτασης και της λήψης νέας απόφασης δεν ετίθετο θέμα επιστροφής οποιουδήποτε ποσού. Επιστροφή διαφοράς ύψους ποσού τελών, θα ετίθετο μετά από ενδεχόμενη απόφαση επί της επανεξέτασης ή επί νέας δικαστικής απόφασης, η οποία θα εδικαίωνε τη θέση των αιτητών επί της ουσίας της διαφοράς.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Κ. Κληρίδης,
ΣΦ. Δ.