ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Kυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 ΑΑΔ 345
Βασιλείου Αντρούλλα και Άλλη ν. Kυπριακής Δημοκρατίαςκαι Άλλων (2002) 3 ΑΑΔ 485
Σχίζα Χλόη ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2004) 3 ΑΑΔ 339
Νικόλα Κυπρούλα Μ. και Άλλοι ν. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 ΑΑΔ 47
K. Kallis Estates Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 724
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1293/2011)
25 Σεπτεμβρίου 2013
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MICHAEL HEWIIT,
Αιτητή
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΗΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΧΟΡΗΓΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση
----------------------------------
Α. Κακογιάννη (κα), για τον Αιτητή.
Ν. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Προσβάλλεται η υπό ημερομηνία 4.8.2011 κοινοποιηθείσα στον αιτητή απόφαση όπως μη εγκριθεί η παραχώρηση σ΄ αυτόν της ειδικής χορηγίας που προβλέπεται από τον περί Ειδικής Χορηγίας (Αγορά ή Ανέγερση Κατοικίας) Νόμο αρ. 91(Ι)/2006, (εφεξής «ο Νόμος»), για αγορά ή ανέγερση κατοικίας.
Τα γεγονότα έχουν ως εξής: ο αιτητής είναι από τις 21.7.2005 ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του υπ΄ αρ. 688 τεμαχίου στο χωριό Πολέμι στην Πάφο. Η προηγούμενη ιδιοκτήτρια του τεμαχίου είχε υποβάλει στις 20.10.2003, την υπ΄ αρ. ΠΑΦ/2564/02 αίτηση στο Επαρχιακό Τμήμα Πολεοδομίας στην Πάφο, για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας. Σύμφωνα με το επισυναφθέν Παράρτημα 2 στην ένσταση των καθ΄ ων χορηγήθηκε η αιτηθείσα πολεοδομική άδεια με σκοπό την οικοδόμηση κατοικίας στις 20.4.2005 στην τότε ιδιοκτήτρια Ανδρούλλα Λεωνίδα Δημητρίου. Όπως αναφέρεται στην άδεια, η Πολεοδομική Αρχή ενέκρινε την πιο πάνω ανάπτυξη «με βάση τα σχέδια που έχουν εγκριθεί» και με τους όρους που επισυνάφθηκαν στην Γνωστοποίηση Χορήγησης της Πολεοδομικής Άδειας. Η ισχύς της άδειας ήταν, συμφώνως του όρου 1, για τρία χρόνια από την ημερομηνία γνωστοποίησης.
Ο αιτητής, ως νέος ιδιοκτήτης, συνήψε συμβόλαιο με εργολαβική εταιρεία στις 16.6.2005 για την ανέγερση ισόγειας κατοικίας, και στις 31.7.2006 εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 56330 άδεια οικοδομής, (Παράρτημα 5), με περιγραφόμενη οικοδομική εργασία τη «νέα κατοικία συμφώνως των εγκριθέντων σχεδίων». Στις 25.7.2007 φαίνεται να έγινε σύνδεση της κατοικίας με ηλεκτρικό ρεύμα από την Α.Η.Κ., σύμφωνα με αντίγραφο λογαριασμού που εκδόθηκε, (Παράρτημα 6 στην ένσταση), που καλύπτει την περίοδο 25.2.2009-29.4.2009 και επί του οποίου αναγράφεται ιδιοχείρως η ένδειξη: «connection 25.7.2007». Αργότερα, ο αιτητής με επιστολή του ημερ. 28.6.2009, προς τους καθ΄ ων, (Παράρτημα 7), πληροφόρησε τους καθ΄ ων ότι πρώτα αγόρασε τη γη, ύστερα κτίστηκε η κατοικία και ήταν στο στάδιο υποβολής καλυπτικής άδειας («application for covering planning approval»), για την κατοχύρωση των διαφορών που προέκυψαν («variations»), μεταξύ της αρχικής πολεοδομικής αίτησης και της οικίας όπως αυτή οικοδομήθηκε σύμφωνα με το συμβόλαιο που ο ίδιος υπέγραψε με την εργολαβική εταιρεία.
Στις 25.6.2009, (Παράρτημα 1 στην ένσταση), ο αιτητής υπέβαλε στο νενομισμένο έντυπο, αίτηση για χορηγία για την ανέγερση ή αγορά καινούργιας κατοικίας. Οι καθ΄ ων απέρριψαν το αίτημα στις 25.8.2009, (Παράρτημα 8), με το δικαιολογητικό ότι συμφώνως των προνοιών του Νόμου, η αίτηση για χορηγία αφορά αιτήσεις για πολεοδομική άδεια για τις οικίες που έχουν υποβληθεί μετά την 1.5.2004. Στην περίπτωση του αιτητή είχε ήδη υποβληθεί η υπ΄ αρ. ΠΑΦ/2564/03 αίτηση στις 20.10.2003. Σχεδόν δύο χρόνια μετά, ο αιτητής στις 3.5.2011, (Παράρτημα 9), απηύθυνε επιστολή στους καθ΄ ων, εξηγώντας ότι η εργολαβική εταιρεία τον είχε διαβεβαιώσει κατά την υπογραφή της συμφωνίας τους ότι είχε τόσο πολεοδομική άδεια, όσο και άδεια οικοδομής. Όμως οι άδειες αφορούσαν την ανέγερση διόροφης κατοικίας από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια και σε διαφορετικό σημείο του τεμαχίου, ενώ το δικό του συμβόλαιο αφορούσε την ανέγερση ισογείου κατοικίας. Ανακάλυψε ότι η εργολαβική εταιρεία τον είχε παραπλανήσει και έτσι υπέβαλε στις 3.7.2009 αίτηση για πολεοδομική άδεια, η οποία εκδόθηκε, ακολουθούμενη από την άδεια οικοδομής. Ζήτησε επομένως την επανεξέταση της αιτήσεως του για χορηγία («refund of VAT»), εσωκλείοντας τον τίτλο ιδιοκτησίας, την πολεοδομική άδεια και την άδεια οικοδομής.
Οι καθ΄ ων απέρριψαν το αίτημα στις 14.6.2011, (Παράρτημα 10), θεωρώντας ότι δεν είχαν δοθεί από τον αιτητή οποιαδήποτε νέα στοιχεία που διαφοροποιούσαν την κατάσταση, και την απόφαση τους ημερ. 25.8.2009. Επιπρόσθετα, ως εξήγησαν, η ανέγερση της οικίας είχε αρχίσει τον Μάϊο του 2008, τα δε τιμολόγια και οι αποδείξεις πληρωμής προς τον εργολήπτη έδειχναν ότι αυτά εκδόθηκαν από το Νοέμβριο του 2006 μέχρι το Νοέμβριο του 2008. Επομένως, η ανέγερση της οικίας άρχισε μετά τη χορήγηση της υπ΄ αρ. ΠΑΦ/2564/2003 πολεοδομικής άδειας στις 20.4.2005, η δε υποβληθείσα νέα αίτηση για άδεια οικοδομής στις 31.10.2005, έγινε χωρίς τη διαφοροποίηση από την εν λόγω πολεοδομική άδεια. Η μετέπειτα χορηγηθείσα πολεοδομική άδεια αρ. ΠΑΦ/00737/2009 υπεβλήθη μετά την ανέγερση της οικίας και την εγκατάσταση του αιτητή σ΄ αυτή και αποτελούσε καλυπτική άδεια για τη μονώροφη κατοικία. Ακολούθησε στις 14.6.2011, η επιστολή των καθ΄ ων που είναι η προσβαλλόμενη πράξη στην Ελληνική γλώσσα, μετά από παράκληση του αιτητή όπως του δοθεί η απάντηση σε γλώσσα κατανοητή σ΄ αυτόν.
Επί των πιο πάνω δεδομένων, ο αιτητής εισηγείται ότι η απορριπτική απόφαση παραβιάζει τις πρόνοιες του Νόμου εφόσον η Πολεοδομική αίτηση με αρ. ΠΑΦ/00737/2009, υποβλήθηκε μετά την 1.5.2004, μετά τη μεταβίβαση σ΄ αυτόν του ακινήτου και αποτελεί νέα αυτοτελή άδεια που δεν έχει καμία σχέση με την άδεια υπ΄ αρ. ΠΑΦ/2563/2003, η οποία και είχε λήξει. Η νέα άδεια δεν μπορεί να είναι καλυπτική της πρώτης. Ο αιτητής εισηγείται εδώ ότι ισχύει κατ΄ αναλογία η απόφαση στη Λάμπρου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 92/94, ημερ. 2.11.1995. Περαιτέρω, ο Νόμος πρέπει να ερμηνεύεται προς όφελος του πολίτη εφόσον σκοπός του είναι να βοηθήσει στην απόκτηση πρώτης στέγης. Με βάση την απόφαση στη Δεσπότης ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1140/2007, ημερ. 3.2.2010, «πρώτη εγκατάσταση» θεωρείται εκείνη που ακολουθεί την ανέγερση του κτιρίου και σημαίνει τη συστηματική χρησιμοποίηση του κτιρίου είτε με ιδιοκατοίκηση, ιδιόχρηση, μίσθωση ή άλλη συναφή χρήση. Τα δεδομένα της υπόθεσης και τα στοιχεία των φακέλων δεν φανερώνουν πότε έγινε η ανέγερση του κτιρίου και η σύνδεση με ηλεκτρικό ρεύμα δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη και εγκατάσταση στο κτίριο. Επομένως, είναι αυθαίρετο το συμπέρασμα των καθ΄ ων ότι υπήρξε πρώτη εγκατάσταση ή χρησιμοποίηση του κτιρίου μετά την ανέγερση του, ούτε ο Νόμος ορίζει ότι η σχετική αίτηση για χορηγία πρέπει να υποβληθεί πριν την αποπεράτωση και εγκατάσταση. Επομένως, είναι παράλογο να θεωρεί κάποιος ότι είναι δυνατόν να εγκαθίσταται στο κτίριο χωρίς να υπάρχει φωτισμός. Ερμηνεία του Νόμου που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει εγκατάσταση και διαμονή χωρίς φωτισμό είναι παράλογη. Εν τέλει, «κατοικία» κατά τον ορισμό του Νόμου, σημαίνει ειδικά σχεδιασμένο και διαμορφωμένο κτίριο, το οποίο χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής. Ο αιτητής απέκτησε τέτοιο κτίριο μετά τη έκδοση της νέας άδειας και τότε ήταν που διαμορφώθηκε το κτίριο ως τέτοιο.
Οι καθ΄ ων απορρίπτουν τις πιο πάνω θέσεις. Είναι η δική τους θεώρηση ότι μια και μόνο πολεοδομική άδεια υπήρχε όταν ο αιτητής υπέβαλε την αίτηση για χορηγία και ότι η νέα χορηγηθείσα πολεοδομική άδεια δεν ήταν αυτοτελής, αλλά για να καλύψει τις διαφορές μεταξύ της αρχικής άδειας και της οικίας ως είχε οικοδομηθεί. Μετέπειτα, εναπόκειτο στον αιτητή να αιτηθεί την εξασφάλιση «πιστοποιητικού έναρξης εργασιών», όπως προνοείτο στην αρχική πολεοδομική άδεια, αν είχαν αρχίσει οι εργασίες, αλλά δεν είχαν περατωθεί κατά τη λήξη της πολεοδομικής άδειας με την παρέλευση των τριών ετών ισχύος της και ο αιτητής δεν μπορεί να ωφεληθεί από δικές του παραλείψεις. Εν πάση περιπτώσει ο αιτητής υπέβαλε την αίτηση για επανεξέταση, δύο χρόνια μετά την απορριπτική απόφαση και χωρίς να έχουν αλλοιωθεί τα όλα δεδομένα.
Κρίνεται ότι ο αιτητής δεν έχει δίκαιο στις θέσεις του. Ο Νόμος καθορίζει με σαφήνεια ότι η οποιαδήποτε απαιτούμενη άδεια είτε πολεοδομική, είτε άδεια οικοδομής, πρέπει να έχει υποβληθεί μετά την 1.5.2004. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για τη χορηγία. Συγκεκριμένα, το σχετικό άρθρο 3(1) προνοεί ως ακολούθως:
«3.-(1) Χορηγία παραχωρείται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου για -
(α) την αγορά κτιρίου ή τμήματός του, περιλαμβανομένου του οικοπέδου που αγοράζεται μαζί μ΄ αυτό ή η εξ΄ αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ΄ αυτού, εφόσον η αγορά πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ΄ αυτό, το οποίο χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής•
(β) τη μεταβίβαση της κατοχής κτιρίου ή τμήματός του, περιλαμβανομένου του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί μ΄ αυτό ή εξ αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ΄ αυτού, δυνάμει σύμβασης πώλησής του ή δυνάμει συμφωνίας που ρητά προβλέπει ότι θα μεταβιβαστεί και το κτίριο μαζί με το οικόπεδο που μεταβιβάζεται μαζί με αυτό σε κάποιο χρόνο στο μέλλον ή δυνάμει της μίσθωσής του με δικαίωμα εξαγοράς, εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ΄ αυτό και που χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής•
(γ) την ανέγερση κτιρίου ή τμήματός του σε οικοδομήσιμη γη, ειδικά σχεδιασμένου για να χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής, εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ΄ αυτό:
Νοείται ότι για τα κτίρια αυτά, πρέπει να έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας μετά την 1η Μαΐου 2004 στην "αρμόδια αρχή" και στην περίπτωση κτιρίων, για τα οποία δεν απαιτείται η κατάθεση πολεοδομικής άδειας δυνάμει γενικού ή ειδικού διατάγματος βάσει του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου να έχει κατατεθεί στην "αρμόδια αρχή" δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής μετά την 1η Μαΐου 2004.»
Παρατηρείται γενικώς ότι το άρθρο 3 και οι προϋποθέσεις αυτού, συναρτώνται προς την αγορά ή μεταβίβαση ή ανέγερση κτιρίου επί της γης και όχι προς την ιδιοκτησία της γης ή του κτιρίου. Φαίνεται λοιπόν να είναι άσχετη η αλλαγή ιδιοκτησίας και επομένως όπου, όπως εδώ, είχε γίνει αίτηση για την πολεοδομική άδεια πριν την καθοριστική ημερομηνία 1.5.2004, τότε το ζήτημα θεωρείται λήξαν. Η προηγούμενη ιδιοκτήτρια είχε υποβάλει εδώ αίτηση για πολεοδομική άδεια στις 20.10.2003, η οποία μάλιστα ενεκρίθη. Η επιφύλαξη στο άρθρο 3, ρητά καθορίζει ότι το δικαίωμα στη χορηγία υπάρχει όταν «για τα κτίρια αυτά», (δηλαδή τα όσα κτίρια αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του άρθρου 3, «πρέπει να έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδεια μετά την 1η Μαΐου 2004 στην 'αρμόδια αρχή' ...». Με δεδομένο ότι η αίτηση για πολεοδομική άδεια με αριθμό ΠΑΦ/2564/02 είχε γίνει στις 20.10.2003, ο Νόμος απλώς δεν καλύπτει την περίπτωση. Επομένως, έστω και αν η αγορά κτιρίου ή τμήματος του περιλαμβανομένου του οικοπέδου πραγματοποιήθηκε πριν την πρώτη εγκατάσταση σ΄ αυτό (εδάφιο 1(α) του άρθρου 3), ή, η μεταβίβαση της κατοχής κτιρίου ή τμήματος μαζί με το οικόπεδο πραγματοποιείται πριν την πρώτη εγκατάσταση στο κτίριο (εδάφιο 1(β)), ή, η ανέγερση κτιρίου ή τμήματος σε οικοδομήσιμη γη, πραγματοποιείται πριν την πρώτη εγκατάσταση σ΄ αυτό (εδάφιο 1(γ)), η ουσία παραμένει ότι για όλες τις περιπτώσεις, η αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας έδει να καταχωρηθεί μετά την 1.5.2004. Η επιφύλαξη διέρχεται και διέπει όλες τις περιπτώσεις.
Η υπόθεση Λάμπρος Λάμπρου ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω - που επικαλείται ο αιτητής είναι ασύνδετη με τα εδώ γεγονότα. Πρόκειται για υπόθεση που αφορούσε καλυπτική οικοδομική άδεια σε ρυμοτομικό σχέδιο. Η αρχική οικοδομική άδεια είχε λήξει και η αρμόδια αρχή μπορούσε με την υποβολή νέας αίτησης για οικοδομική άδεια να επιβάλει νέους όρους, πλην όμως αυτοί οι όροι δεν ήσαν έγκυροι στην απουσία ύπαρξης δημοσιευμένου ρυμοτομικού σχεδίου, με αποτέλεσμα η διοικητική πράξη να ακυρωθεί. Στην υπό κρίση υπόθεση, υπήρξε αρχικά η αίτηση για πολεοδομική άδεια από την αρχική ιδιοκτήτρια αφορούσα στο ίδιο ακριβώς τεμάχιο γης. Χορηγήθηκε στις 20.4.2005 και ίσχυε για τρία χρόνια μέχρι 20.4.2008. Πριν τη λήξη της, ο νέος ιδιοκτήτης, ο αιτητής, αλλά με αναφορά και σε συνάρτηση με το ίδιο τεμάχιο γης, υπέβαλε και εκδόθηκε προς όφελος του στις 31.7.2006, άδεια οικοδομής, χωρίς οποιαδήποτε διαφοροποίηση από τους όρους της προηγηθείσας και χορηγηθείσας στις 20.4.2005 πολεοδομικής άδειας.
Είναι νομολογημένο ότι οι δύο άδειες, πολεοδομική και άδεια οικοδομής, όπως λέχθηκε στη Νικόλα κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 47,:
«είναι μεν συναφείς ως προς το ευρύτερο αντικείμενο της επιδιωκόμενης ανάπτυξης, διατηρούν όμως την αυτοτέλεια τους ως χωριστές διοικητικές πράξεις και έχουν χωριστά κριτήρια για την έκδοση έκαστης εξ αυτών, είτε με βάση τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο του 1972, είτε με βάση το Κεφ. 96, (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 485).»
Περαιτέρω, ότι οι όροι μιας πολεοδομικής άδειας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής και επομένως είναι ιδιαίτεροι ώστε να μην προσβάλλονται ή να ακυρώνονται αυτοτελώς, (Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345 και Λειβαδιώτου ν. Δήμου Αγίου Δομετίου (2010) 3 Α.Α.Δ. 456). Μη αμφισβητούμενων των όρων της πολεοδομικής άδειας, δεν προσβάλλεται εκ των υστέρων η άδεια οικοδομής ή οι όροι της. Η πολεοδομική άδεια, κατά τη νομολογία (Νικόλα κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας - ανωτέρω -), αποτελεί το θεμέλιο για την προτεινόμενη ανάπτυξη και η μεταγενέστερη άδεια οικοδομής μπορεί να επιβάλει όρους όχι προς υποκατάσταση ή αντίκρουση τους, αλλά μόνο προορισμένους για τις ανάγκες πραγμάτωσης της συγκεκριμένης ανάπτυξης, η οποία ήδη έχει ικανοποιήσει τους ευρύτερους πολεοδομικούς σχεδιασμούς.
Έπεται ότι η προταθείσα από την πρώην ιδιοκτήτρια ανάπτυξη στο τεμάχιο, έτυχε και της αναγκαίας, χωρίς διαφοροποίηση, οικοδομικής άδειας για την ανέγερση διώροφης κατοικίας στις 3.7.2009. Η μεταγενέστερη υποβληθείσα και εκδοθείσα νέα πολεοδομική άδεια ΠΑΦ 00737/2009, με την οποία εγκρίθηκε ανάπτυξη ισόγειας μόνο κατοικίας, δεν ήταν η πρώτη που υποβλήθηκε και χορηγήθηκε, έγινε δε μετά την αποπεράτωση και εγκατάσταση του αιτητή στην οικία, (εφόσον ήδη από τον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος φανερώνεται ότι το σπίτι ήταν λειτουργήσιμο και κατοικημένο (Παράρτημα 6 στην ένσταση), ενώ έγινε κατά παράβαση των εγκριμένων τότε σχεδίων αφού δεν προηγήθηκε νέα αίτηση για έγκριση των αλλαγών. Ο αιτητής δεν αμφισβητεί στην ουσία οποιαδήποτε από τα πιο πάνω δεδομένα και παραμένει θεωρητική η θέση του ότι δεν είχε εγκατασταθεί στην οικία, ενώ πλήρωνε ηλεκτρικό ρεύμα.
Και πάλι η υπόθεση Δεσπότη ν. Δημοκρατίας - πιο πάνω - που αναφέρει ο αιτητής δεν έχει σχέση με τα υπό κρίση δεδομένα. Στο επίκεντρο ήταν η έννοια της «πρώτης εγκατάστασης» στον ορισμό του άρθρου 2 του Νόμου και όχι πότε υπεβλήθη η πολεοδομική άδεια που θεωρήθηκε εκεί δεδομένο ότι είχε υποβληθεί μαζί με την αίτηση για αλλαγή χρήσης μετά την 1.5.2004. Εκεί δεν υπήρχαν επίσης στοιχεία ως προς το πότε είχε ανεγερθεί η οικία, ενώ εδώ υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η οικία είχε ανεγερθεί και χρησιμοποιείτο. Αλλά εν πάση περιπτώσει δεν εγείρεται τέτοιο ζήτημα με τους λόγους ακύρωσης, ενώ το ζητούμενο εδώ είναι πότε υπεβλήθη η πολεοδομική άδεια.
Κατά το Δικαστήριο, ορθά οι καθ΄ ων απέρριψαν την αίτηση. Η έρευνα που έγινε ήταν πλήρης στη βάση της γνωστής νομολογίας ότι η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της ποικίλει ανάλογα με τα υπό εξέταση δεδομένα. Εδώ διαπιστώνεται να είχε γίνει διερεύνηση κάθε ουσιώδους και σχετικού γεγονότος, (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 44), ενώπιον δε των καθ΄ ων υπήρχαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και το ιστορικό, (Σχίζα ν. ΑΤΗΚ (2004) 3 Α.Α.Δ. 339). Αν ο αιτητής ήθελε να προσθέσει γεγονότα ή να φέρει σε γνώση της διοίκησης θέματα που ήταν στη δική του καλύτερη ή ακόμη και αποκλειστική σφαίρα γνώσης, όπως το πότε εγκαταστάθηκε στην οικία, όφειλε ο ίδιος να παρείχε αυτόβουλα και απλόχερα τα στοιχεία αυτά, (K. Kallis Estates Ltd v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 724, σελ. 732). Τα όσα λοιπόν συναφώς αναφέρει ο αιτητής σχετικά με την έννοια της «κατοικίας» και πότε χρησιμοποιήθηκε η οικία από αυτόν ήταν ζητήματα ιδιαιτέρως εντός της γνώσης του και όφειλε να προμήθευε τη διοίκηση με συγκεκριμένα στοιχεία.
Η προσφυγή συνεπώς αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ