ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1233/2010)

 

26 Σεπτεμβρίου, 2013

 

[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1.  EMIL RWMANY GARAS BOULES

2.  MARIM SANY SOBHY REZK & DAUGHTER,

 

Αιτητές,

 

ν.

 

τησ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ τησ κυπρου, μεσω  τησ

αναθεωρητικησ αρχησ προσφυγων,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

 

_______________

 

Γ. Μυλωνάς για Λ. Κληρίδη και  Υιούς, για τον Αιτητή.

Δ. Παπαμιλτιάδου-Νεοκλέους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Στις 30.6.2009, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέδωσε απόφαση, με την οποία απέρριψε τη διοικητική προσφυγή την οποία είχαν ασκήσει οι αιτητές εναντίον της  απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 18.6.2009.  Πρόκειται, όπως προκύπτει από τα παραδεκτά γεγονότα περί συζύγων, Αιγυπτίων, ο μεν αιτητής χριστιανός κόπτης, όπως και η σύζυγός του οι οποίοι εγκατέλειψαν την Αίγυπτο.  Στις 20.10.2006 ο μεν πρώτος και η σύζυγός του στις 31.5.2007.  Εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο.  Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους απόκτησαν δύο κορίτσια, τη Σάρρα η οποία γεννήθηκε στη Λεμεσό στις 19.11.2008 και τον Κύριλλο ο οποίος γεννήθηκε επίσης στη Λεμεσό στις 18.6.2010.  Στις 15.2.2007 και 17.2.2009 υπέβαλαν αίτηση για παραχώρηση ασύλου.  Η αίτησή τους απορρίφθηκε, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, εφ΄ όσον κρίθηκε αβάσιμο το αίτημά τους για πολιτικό άσυλο στη βάση των ιδίων των δηλώσεων τους,  οι αιτητές δεν πληρούν, έκριναν οι καθ΄ων η αίτηση, τις προϋποθέσεις του πολιτικού πρόσφυγα όπως προνοούν τα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.  Αντιθέτως κρίθηκαν δικαιολογημένα ως οικονομικοί μετανάστες.  Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ιδίων των αιτητών, οι οποίοι κρίθηκαν αξιόπιστοι, αυτοί εγκατέλειψαν τη χώρα τους για εξεύρεση εργασίας και γενικότερα για οικονομικούς λόγους.  Παράλληλα, απορρίφθηκαν άλλοι ισχυρισμοί οι οποίοι κρίθηκαν αναξιόπιστοι και καταγράφονται με σαφήνεια στην απόφαση (συνεντεύξεις σελ. 5, 6 και 7 της προσβαλλόμενης απόφασης).

 

Όπως προκύπτει από το λακωνικό, θα έλεγα, περιεχόμενο της αγόρευσης των αιτητών, οι τελευταίοι εμμένουν στην απόρριψη της παραχώρησης του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19Α του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας προνοείται από το άρθρο 19, ενώ το άρθρο 19Α προνοεί για την παραχώρηση καθεστώτος προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.  Σε κάθε όμως περίπτωση, θα συμφωνήσω με τη θέση των  καθ΄ ων η αίτηση, πως ούτε το ένα καθεστώς, ούτε το άλλο, ήταν δυνατόν να παραχωρηθεί νομίμως και δικαιολογημένα στους αιτητές, για τους λόγους που με λεπτομέρεια καταγράφονται και επεξηγούνται στην προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά και προκύπτουν και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Ουσιαστικά ο αιτητής ισχυρίστηκε, γενικώς και αορίστως, ότι κάποιος μουσουλμάνος τον προσέγγισε  τρεις με τέσσερις φορές, τον Ιούλιο του 2005, και απείλησε ότι θα τον χωρίσει από τη σύζυγό του.  Ερωτηθείς αν του είχε συμβεί οτιδήποτε άλλο, απάντησε αρνητικά.  Παρατηρείται στην απόφαση ότι ορθά ο λειτουργός Ασύλου εισηγείται ότι, από τον Ιούλιο του 2005 μέχρι το Σεπτέμβριο του 2006, που ο προσφεύγων εγκατέλειψε τη χώρα του, δεν του είχε συμβεί οτιδήποτε, γεγονός που φανερώνει ουσιαστικά απουσία φόβου δίωξης.  Ερωτηθείς ο αιτητής γιατί δεν προσπάθησε να μετακομίσει σε άλλη περιοχή της χώρας του, ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να το κάνει γιατί δεν είχε χρήματα.  Ορθά λοιπόν κρίνεται με την απόφαση, ο λειτουργός Ασύλου εντοπίζει το πιο πάνω σημείο που δημιουργεί αμφιβολίες για το αληθές του ισχυρισμού του περί δίωξης.  Ακολουθεί στη συνέχεια ο ισχυρισμός του ότι ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα ήταν οικονομικός, χωρίς να κάνει οποιαδήποτε αναφορά σε όσα ισχυρίζεται στη συνέντευξή του.  Όταν του επισημάνθηκε η αντίφαση αυτή δεν έδωσε ικανοποιητική εξήγηση.  Οι αντιφάσεις του προσφεύγοντα, καθώς και το γεγονός ότι στην αίτησή του δεν έκανε αναφορά στις απειλές που στη συνέντευξή του ισχυρίστηκε ότι δεχόταν, πλήττουν αρνητικά την αξιοπιστία του στον πυρήνα του αιτήματός του. Αντιφάσεις οι οποίες προέκυψαν και μεταξύ του αιτητή και της αιτήτριας, σημειώθηκαν, για να κριθούν ότι έπλητταν επίσης την αξιοπιστία της αιτήτριας στον πυρήνα του αιτήματός της.  Με τα ελάχιστα και φτωχά στοιχεία τα οποία παρέθεσαν οι αιτητές φαίνεται ότι υπήρξε πραγματικό πρόβλημα στοιχειοθέτησης και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του ότι αντιμετώπιζε φόβο δίωξης στη χώρα του και έτσι πλήττεται καίρια η αξιοπιστία του.

 

Η κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και η έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή, είναι επιτρεπτή (Αμίρη ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α.              (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).

 

Κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι οι αιτητές δεν κατάφεραν να τεκμηριώσουν στα δύο διαδοχικά στάδια της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός τους για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19Α του Νόμου ή για προσωρινή διαμονή στη Δημοκρατία για ανθρωπιστικούς λόγους.  Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε την τελική απόφαση.  Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου.  Η άρνηση των καθ΄ων η αίτηση να χορηγήσουν στους αιτητές πολιτικό άσυλο, κρίθηκε στη δικαιολογημένη διαπίστωση των καθ΄ ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας των αιτητών και των στοιχείων που παρουσίασαν.  Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Οι αιτητές προβάλλουν επιπρόσθετα ως λόγο ακύρωσης ότι η άρνηση να τους χορηγηθεί το καθεστώς της προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, εν όψει του ότι διαμένουν στην Κύπρο με τα ανήλικα τέκνα τους, τα οποία γεννήθηκαν στην Κύπρο, παραβιάζουν το ΄Αρθρο 15 του Συντάγματος:

 

«15.1  ΄Εκαστος έχει το δικαίωμα όπως η ιδιωτική και οικογενειακή αυτού ζωή τυγχάνει σεβασμού.

    2.  Δεν χωρεί επέμβασις κατά την άσκησιν του δικαιώματος τούτου, ειμή τοιαύτη οία θα ήτο σύμφωνος προς τον νόμον και αναγκαία μόνον προς το συμφέρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως η της δημοσίας υγείας ή των δημοσίων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υπό του Συντάγματος ηγγυημένων εις παν πρόσωπον.».

 

Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είναι όργανο χορήγησης αδειών παραμονής για το μέλλον.  Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Gargik Arevshatyan κ.α. ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 1614/2007, ημερ. 7.9.2009, (Κωνσταντινίδης, Δ.) :

 

«Το καθεστώς του άρθρου 19Α αφορά σε προσωρινή και όχι σε μόνιμη διαμονή για την οποία, όπως προβλέπει το άρθρο 19Α(3), εκδίδεται άδεια προσωρινής διαμονής «η οποία ανανεώνεται για όσο χρονικό διάστημα υφίστανται οι λόγοι για τους οποίους του παραχωρήθηκε το καθεστώς διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους ............................... Οι ανθρωπιστικοί λόγοι που αναγνωρίστηκαν αφορούν στη διασφάλιση της μη διακοπής της φοίτησης κατά την τρέχουσα, εκάστοτε, σχολική χρονιά. ..................... η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων δεν είναι όργανο χορήγησης αδειών παραμονής για το μέλλον είναι σχετική.  Δεν νομίζω πως το άρθρο 19Α παρέχει εξουσία τέτοιας εμβέλειας, η συνάρτηση του καθεστώτος  που αναγνωρίστηκε στη βάση των δεδομένων κατά το χρόνο της παραχώρησής του ήταν εύλογα επιτρεπτή και δεν διαπιστώνω λόγο ακυρότητας.».

 

Η Υπηρεσία Ασύλου, είχε εξετάσει κατά πόσο συνέτρεχαν στο πρόσωπο του αιτητή οι προϋποθέσεις αναγνώρισής του ως πολιτικού πρόσφυγα δυνάμει του άρθρου 3 των περί Προσφύγων Νόμων, όπως ήταν, άλλωστε, και το αίτημά του.  Δεν είχε εξετάσει κατά πόσο συνέτρεχαν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις για να του αναγνωριστεί το καθεστώς προσωρινής διαμονής στην Κύπρο για ανθρωπιστικούς λόγους στη βάση του άρθρου 19(Α) των ίδιων νόμων.  Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επεκτάθηκε και εξέτασε, ορθά κατά την κρίση μου, και αυτό το ζήτημα.  Εύλογα δε έκρινε στη βάση, πάντοτε, των ενώπιόν της στοιχείων, ότι δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του αιτητή ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(Α) (βλ. Μehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

 

΄Αρθρο 19Α (2) Καθεστώς διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους (ο περί Προσφύγων Νόμος του 2001), (Ν.6(Ι)/2000):

 

Αναγνώριση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας

19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σημαίνει-

(α) ........................... (β) ............................

(γ) παραβίαση ανθρώπινου δικαιώματος τόσο κατάφωρη ώστε να ενεργοποιεί τις διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας· ή

(δ) απειλή κατά της ζωής, της ασφάλειας ή της ελευθερίας, ως αποτέλεσμα βίας που ασκείται αδιακρίτως υπό συνθήκες ένοπλης σύγκρουσης ή ως αποτέλεσμα συστηματικών ή γενικευμένων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των οικείων προσώπων.

«19Α.-(1)  Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του, παραχωρεί καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας και δεν του αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

(2) Καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους δύναται να παραχωρηθεί-

(α) Για οποιουσδήποτε ανθρωπιστικούς λόγους, νοουμένου ότι οι λόγοι αυτοί δεν συνιστούν λόγους για τους οποίους δύναται να αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας,

(β) όταν η απέλαση του αιτητή είναι εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων αδύνατη, ή

(γ) όταν ο αιτητής έχει εύλογες πιθανότητες να του δοθεί θεώρηση διαβατηρίου από άλλη ασφαλή χώρα, η οποία είναι διατεθειμένη να εξετάσει το αίτημά του για άσυλο.».

 

Και εδώ, όπως και στην υπόθεση Gargik Arevshatyan, ανωτέρω, εκείνο που επιχειρούν στην ουσία οι αιτητές είναι να συζητήσουν και να θέσουν το ζήτημα σε διαφορετική βάση από εκείνη, βάσει της οποίας τους είχε χορηγηθεί από την Υπηρεσία Ασύλου προσωρινή διαμονή.  Οι πρόνοιες του άρθρου 19Α δεν παρέχουν, όπως διαπιστώνεται στην Gargik Arevshatyan, ανωτέρω,  εξουσία χορήγησης άδειας παραμονής γενικώς και μάλιστα μόνιμης.

 

Το ζήτημα είχε την ευκαιρία να εξετάσει ο Πασχαλίδης, Δ. στην Selvarajah Kalai Celvan v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 1799/2008, ημερ. 23.4.2010, αλλά και στην Gamage v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 1771/2009, ημερ. 30.12.2011, όπου κρίθηκε ότι οι αιτήσεις δυνάμει του Νόμου 6(Ι)/2000 μέχρι 2007 αποφασίζονται στη βάση των κριτηρίων που έχουν τεθεί στον εν λόγω Νόμο.  Το κριτήριο της οικογενειακής ζωής δεν περιλαμβάνεται στον επίμαχο Νόμο και συνεπώς αποτελεί κριτήριο εξωγενές.  Εξέταση αίτησης στη βάση κριτηρίου που δεν περιλαμβάνεται στο Νόμο, θα ισοδυναμούσε με λήψη υπ΄ όψιν ενός εξωγενούς κριτηρίου ή παράγοντα.  Η υιοθέτηση τέτοιας πορείας συνιστά πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας (Δημοκρατία ν. Παπαχριστοδούλου (2002) 3 Α.Α.Δ. 329), θέση με την οποία συμφωνώ πλήρως.

 

Σημειώνω, επιπροσθέτως, ότι η εξέταση της αντισυνταγματικότητας γίνεται μόνο όταν προβάλλεται ρητώς και εξειδικευμένα (Constantinou v. Improvement Board of Eylendjia (1967) 1 C.L.R. 167, Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημητρίου (2003) 2 Α.Α.Δ. 45  και  Μαρκιτανή ν. Μουτζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923).  Στην περίπτωσή μας το δικόγραφο της προσφυγής περιλαμβάνει τέτοια εξειδίκευση.  Παρόλα ταύτα, γίνεται μόνο παραπομπή στα δύο παιδιά χωρίς άλλη λεπτομέρεια και αναζητείται νομική υποστήριξη στο Σύγγραμμα D. J. Harris και άλλων "The Law of the European Convention of Human Rights" σελ. 332-333, από όπου και το πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Where the state then seeks to remove a family member who has no right to stay, he, as well as the other members of the family, will be able to assert a right to respect for his family life.

 

If the deportation of the family member makes the maintenance of family life practically impossible, then the obligation to respect family life will exclude the removal of the applicant.  The right to respect family life for an alien in a Convention state embraces a right to remain dependent on the demonstration that he has a long and well established family life there.  This right it now appears to be the case, is independent of the conditions in the state to which removal is proposed.».

 

Παραμένει ως γεγονός που μπορούσε να συζητηθεί στα πλαίσια του εν λόγω άρθρου, ότι τα δύο παιδιά γεννήθηκαν στη Λεμεσό, κατά τη διάρκεια της παραμονής των γονιών τους στην Κύπρο.  Σε καμία όμως περίπτωση, κρίνω ότι το εν λόγω απόσπασμα υποβοηθεί την περίπτωση των αιτητών.  Εδώ δεν συντρέχει η περίπτωση όπου αποφασίστηκε η απομάκρυνση ενός μέλους της οικογένειας, ενώ το άλλο μέλος δικαιούται σε παραμονή ή σε αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα.  Εδώ πρόκειται για περίπτωση όπου αρνούνται οι καθ΄ων η αίτηση να παραχωρήσουν το καθεστώς ασύλου και στους δύο γονείς, των οποίων τα δύο παιδιά σε τέτοια ηλικία δεν μπορούν παρά να ακολουθήσουν.  Η ενότητα της οικογένειας σε αυτή την περίπτωση δεν μπορεί να παραβλαφθεί ή να πληγεί στον πυρήνα της.  Οι αιτητές δεν έχουν εισάγει άλλα στοιχεία ούτως ώστε το Δικαστήριο να υπεισέλθει να εξετάσει την παραβίαση του ΄Αρθρου 15 του Συντάγματος σε άλλη διάσταση.  ΄Αλλωστε, οι καθ΄ ων η αίτηση δεν είναι όργανο παραχώρησης μόνιμης άδειας παραμονής, ώστε να συζητηθεί ζήτημα παραμονής των ανηλίκων που γεννήθηκαν στην Κύπρο.

 

Η  Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων δεν έχει υποχρέωση να καλέσει τον αιτητή να εμφανιστεί και να ακουστεί κατά την εξέταση της διοικητικής του προσφυγής.  Η διαδικασία ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων διέπεται από το άρθρο 28E(4) των περί Προσφύγων Νόμων.  Το άρθρο αυτό παρέχει στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων διακριτική ευχέρεια να καλεί σε προσωπική συνέντευξη ή να διεξάγει ακροαματική διαδικασία σε περίπτωση που το κρίνει σκόπιμο (Μehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 578). 

 

Η επίκληση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου από πλευράς του αιτητή δεν ενισχύει τη θέση: οι γενικές αρχές έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και εφαρμόζονται όταν δεν υπάρχει σχετικός κανόνας που να διέπει ειδικά το θέμα (Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ. ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345).

 

Εν όψει των πιο πάνω οι λόγοι ακύρωσης απορρίπτονται.  Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στη βάση του ΄Αρθρου 146.4 (α) του Συντάγματος.

 

 

Δ. Μιχαηλίδου, Δ.

 

 

/ΜΔ          


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο