ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1053/2010,

1054/2010 και 1124/2010)

 

4 Σεπτεμβρίου, 2013

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 1053/2010)

 

ΚΩΣΤΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ,

 

Αιτητής,

 

-ΚΑΙ-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Aίτηση.

- - - - - -

(Υπόθεση Αρ. 1054/2010)

 

ΚΩΣΤΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ,

 

Αιτητής,

 

-ΚΑΙ-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Aίτηση.

- - - - - -

(Υπόθεση Αρ. 1124/2010)

 

ΕΛΕΝΗ ΚΟΥΖΟΥΛΗ,

 

Αιτήτρια,

 

-ΚΑΙ-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ΄ης η Aίτηση.

- - - - - -

 

Α. Ευσταθίου, για τον Αιτητή στις Προσφυγές 1053/2010 και 1054/2010.

Δ. Στεφανίδης, για την Αιτήτρια στην Προσφυγή 1124/2010.

Ζ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος στην Προσφυγή

 1053/2010.

Μ. Τσιανή, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος στις Προσφυγές 1054/2010 και

 1124/2010.

 

- - - - - -                                         

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                  

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή της ημερομηνίας 10.5.2010, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ημερομηνίας 18.6.2010, η ΕΔΥ προήγαγε στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, την Ελένη Ελευθερίου και το Γεώργιο Καρροτσάκη.

 

Προσβάλλοντας τη νομιμότητα της απόφασης με την οποία προήχθηκαν τα πιο πάνω πρόσωπα στις θέσεις εκείνες, αντί του ιδίου, ο Κ. Εμμανουήλ καταχώρησε την Υπόθεση Αρ. 1053/2010, με την οποία προσβάλλει την προαγωγή της Ε. Ελευθερίου και την Υπόθεση Αρ. 1054/2010, με την οποία προσβάλλει την προαγωγή του Γ. Καρροτσάκη, αντί του ιδίου. Περαιτέρω, η Ελένη Κουζουλή καταχώρησε την Υπόθεση Αρ. 1124/2010, με την οποία προσβάλλει τη νομιμότητα της ίδιας απόφασης ως προς την προαγωγή μόνο του Γ. Καρροτσάκη.

 

Για ευνόητους λόγους, οι τρεις αυτές προσφυγές συνεκδικάστηκαν.

 

Θα παραθέσω αρχικά μια σύνοψη των αδιαμφισβήτητων γεγονότων που προηγήθηκαν της καταχώρησης των προσφυγών, τα οποία γεγονότα είναι κοινά αναφορικά με όλες τις προσφυγές.

 

Για να επιληφθεί του θέματος πλήρωσης των δύο κενών μόνιμων θέσεων και να υποβάλει σχετική Έκθεση προς την ΕΔΥ, συστάθηκε ειδική Συμβουλευτική Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 32(1)(β) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων. Η Επιτροπή απαρτίζετο από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ως Πρόεδρο και μέλη τον Έφορο Εταιρειών, και τρεις Διευθυντές Εμπορίου και Βιομηχανίας. Παρόλον ότι η προκήρυξη των θέσεων είχε γίνει στις 19.5.2006, η Συμβουλευτική Επιτροπή συστάθηκε πολύ καθυστερημένα και υπέβαλε την Έκθεσή της στις 6.11.2009, εξήμισυ δηλαδή χρόνια αργότερα. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε για προαγωγή οκτώ συνολικά υποψηφίους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα μέρη στις προσφυγές, καθώς επίσης και η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1124/2010, αλλ΄ όχι ο αιτητής στις Προσφυγές Αρ. 1053/2010 και 1054/2010. Η καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ κάλεσε σε προφορική εξέταση ενώπιόν της τους υποψηφίους που σύστησε η Συμβουλευτική  Επιτροπή. Η προφορική εξέταση έγινε κατά την 10.5.2010 και κατ΄ αυτήν, όπως είχε αποφασίσει προηγουμένως η καθ΄ης η αίτηση, εξετάστηκε και η απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης περί "Πολύ καλής γνώσης της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας", στοιχείο το οποίο δεν είχε εξετασθεί από τη Συμβουλευτική  Επιτροπή.

 

Κατά την ενώπιόν της καθ΄ης η αίτηση προφορική εξέταση στις 10.5.2010, παρέστη και ο Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης, ο οποίος προέβηκε σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην εξέταση, συστήνοντας για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος Ελ. Ελευθερίου και την Ελ. Κουζουλή, αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1124/2010. Μετά την αποχώρηση του Εφόρου, κατά τη συνεδρία η οποία ακολούθησε, η ΕΔΥ προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, καθώς και με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Έκρινε δε, ότι τα δύο εδώ ενδιαφερόμενα μέρη Ελένη Ελευθερίου και Γιώργος Καρροτσάκης υπερέχουν όλων των υποψηφίων και τους προσέφερε προαγωγή στην επίδικη θέση.

 

Όπως έχει προαναφερθεί, οι τρεις προσφυγές έχουν συνεκδικασθεί. Παρατηρώ ότι με τις Προσφυγές αρ. 1053/2010 και 1054/2010 εγείρονται τρεις συνολικά λόγοι ακύρωσης στην κάθε μια, εκ των οποίων οι δύο, ήτοι οι λόγοι ακύρωσης αρ. 1 και 3  είναι πανομοιότυποι. Λόγω τούτου, θα συνεξετάσω τις δύο προσφυγές, εξετάζοντας πρώτα τους δύο κοινούς λόγους ακύρωσης και, στη συνέχεια, τους άλλους δύο λόγους οι οποίοι είναι διαφορετικοί στην κάθε μια.

 

Υπόθεση Αρ. 1053/2010 και Υπόθεση Αρ. 1054/2010

 

Λόγος ακύρωσης αρ. 1 και στις δύο προσφυγές - Η κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη αιτιολογίας στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Όπως έχω προαναφέρει, τόσο η παράθεση όσο και η ανάπτυξη αυτού του λόγου ακύρωσης είναι πανομοιότυπη και στις δύο προσφυγές του ίδιου αιτητή Κ. Εμμανουήλ. Επικαλούμενος το άρθρο 34(6) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων, το οποίο αναφέρεται στις διεργασίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής σε πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, ο αιτητής υποδεικνύει ότι στο εν λόγω άρθρο ρητά αναφέρεται ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή αποστέλλει στην ΕΔΥ "αιτιολογημένη Έκθεση" για όλους τους υποψηφίους και κατάλογο που περιέχει με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των συστηνόμενων για επιλογή υποψηφίων. Παρόλον τούτου, όπως εισηγείται ο αιτητής, αυτή η υποχρέωση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για αιτιολογημένη έκθεση δεν τηρήθηκε. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση την οποία η Συμβουλευτική Επιτροπή απέστειλε στην καθ΄ης η αίτηση, η τελική αξιολόγηση των υποψηφίων φαινόταν αναλυτικά στον Πίνακα του Παραρτήματος 3 στην Έκθεση. Ο Πίνακας είναι χωρισμένος σε 5 στήλες με επικεφαλίδα "Προσόντα", "Πείρα που λήφθηκε υπόψη" "Μεταπτυχιακό", "Προφορική Εξέταση" και "Τελική Βαθμολογία". Σύμφωνα όμως με τον αιτητή, είναι προφανές ότι από την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ελλείπει ο συλλογισμός τον οποίο η Επιτροπή ακολούθησε για να καταλήξει στην επιλογή της. Χωρίς δε αυτή την αιτιολογία, η Έκθεση πάσχει και δεν μπορεί να λεχθεί ότι η αιτιολογία της συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, εφόσον εδώ η αιτιολογία προβλέπεται ρητά από το Νόμο.

 

Έχοντας εξετάσει το περιεχόμενο της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν μπορώ να συμφωνήσω με τη θέση αυτή του αιτητή. Είναι λάθος από την όλη Έκθεση να απομονώνεται ένα μόνο στοιχείο, αυτό δηλαδή του Πίνακα, ο οποίος δεν είναι παρά ένα από τα Παραρτήματα της Έκθεσης στο οποίο παρατίθενται με συνοπτικό τρόπο τα τελικά ευρήματα και αξιολογήσεις της Επιτροπής ως προς κάθε ένα από τους υποψηφίους και να μην εξετάζεται το υπόλοιπο περιεχόμενο της Έκθεσης. Αν πάρει κάποιος για παράδειγμα τη στήλη "Προφορική Εξέταση", στην οποία κάθε ένας υποψήφιος βαθμολογείται με "Πολύ Καλός", "Εξαίρετος" κλπ., το θέμα δεν εξικνείται εκεί. Στην ίδια την Έκθεση, σε άλλο Παράρτημα που επισυνάπτεται, υπάρχει επεξηγηματική ανάλυση της αξιολόγησης της Επιτροπής ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, ως προς τις γνώσεις του, τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, την ευφράδεια ή μη, προσωπικότητα κλπ. Αφού δε η Επιτροπή βαθμολόγησε τους υποψηφίους ως προς τα ουσιώδη στοιχεία που έλαβε υπόψη της, τα οποία και επεξηγεί στην Έκθεσή της, έδωσε στον κάθε υποψήφιο μια συνολική βαθμολογία. Επέλεξε δε να συστήσει τελικά τους οκτώ υποψηφίους οι οποίοι είχαν πετύχει τη ψηλότερη βαθμολογία. Δε νομίζω ότι από αυτή τη διαδικασία και την Έκθεση στην οποία αυτή οδηγήθηκε, ελλείπει η συλλογιστική ή η νόμιμη αιτιολογία.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

Λόγος ακύρωσης αρ. 3 και στις δύο προσφυγές- Η κατ΄ ισχυρισμό μη διερεύνηση του απαιτούμενου προσόντος της παραγράφου 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

Το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης προέβλεπε, μεταξύ άλλων, ως απαιτούμενο προσόν εκείνο το οποίο περιγράφεται στην παράγραφο 3(3) του Σχεδίου, ως ακολούθως:

 

«(3) Πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας."

 

Όπως προκύπτει από τη μελέτη του περιεχομένου της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και από τα τηρηθέντα πρακτικά συνεδριάσεών της, τα οποία επισυνάπτονται σ΄ αυτήν, η Συμβουλευτική  Επιτροπή δε διερεύνησε καθόλου κατά πόσο οι υποψήφιοι ή κάποιοι από αυτούς κατείχαν ή όχι αυτό το προσόν. Βασιζόμενη σ΄ αυτή τη διαπίστωση, η συνήγορος του αιτητή υποβάλλει ότι δε διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα από την Επιτροπή ως προς ένα ουσιώδους σημασίας προσόν, ενώ η διερεύνησή του θα μπορούσε να είχε διαφοροποιήσει άρδην τον κατάλογο των επιλεγέντων για σύσταση υποψηφίων.

 

Στην αγόρευση του ενδιαφερόμενου μέρους εγείρεται διαφωνία με τη θέση αυτή του αιτητή, ως προς την απόδοση σημασίας στο γεγονός της μη διερεύνησης του προσόντος τούτου από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Όπως υποστηρίζει, καμιά περαιτέρω διερεύνηση εχρειάζετο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για να διαπιστώσει εάν το ενδιαφερόμενο μέρος ή ο αιτητής κατείχαν το πιο πάνω προσόν, επειδή στην περίπτωση και των δύο υπήρχε αμάχητο τεκμήριο κατοχής του εν λόγω προσόντος από το γεγονός της κατοχής της θέσης στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, που απαιτούσε το ίδιο προσόν. Συγκεκριμένα, στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Εξεταστή 2ης Τάξης, στην οποία το ενδιαφερόμενο μέρος προάχθηκε από 1.2.1987, μεταξύ των απαιτουμένων προσόντων, ήταν και:

 

«(2) Πολύ καλή γνώση των υπό του Τμήματος Επισήμου Παραλήπτου και Εφόρου εφαρμοζομένων νομοθεσιών και κανονισμών.»

 

Αυτό άλλωστε, σύμφωνα πάντα με το ενδιαφερόμενο μέρος, διαπίστωσε και η καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ στο σχετικό πρακτικό συνεδρίας της οποίας και καταγράφηκε. Σύμφωνα δε με τη νομολογία, αφ΄ης στιγμής ένας υποψήφιος κατέχει αμάχητο τεκμήριο κατοχής ενός προσόντος λόγω κατάληψης προηγούμενης θέσης, οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα για διαπίστωση κατοχής αυτού του προσόντος είναι ανεπίτρεπτη γιατί θα απέληγε στην πράξη, σε αναψηλάφηση του διορισμού ή προαγωγής του στην προηγούμενη θέση. Περαιτέρω, όπως εισηγείται ο συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους εγείροντας αυτό το θέμα, ο αιτητής επιδοκιμάζει και ταυτόχρονα αποδοκιμάζει τον τρόπο με τον οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή διαπίστωσε την κατοχή προσόντων για όλους τους υποψηφίους, περιλαμβανομένου και του ίδιου του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Στη δική της αγόρευση, η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση εγείρει επίσης θέμα τεκμηρίου κατοχής του εν λόγω προσόντος τόσο από τον αιτητή, όσο και από το ενδιαφερόμενο μέρος λόγω κατοχής θέσης στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επισήμου Παραλήπτη, πράγμα που φαίνεται να δέχθηκε και η ίδια η καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ.

 

Εξετάζοντας το πιο πάνω θέμα, με δεδομένη τη διαπίστωση ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δε διερεύνησε την κατοχή του εν λόγω προσόντος, παρατηρώ τα ακόλουθα:

 

Η καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 15.3.2010, κατά την οποία μελέτησε και το περιεχόμενο της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, σημείωσε και τα ακόλουθα:

 

«Περαιτέρω, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παρατήρησε ότι η απαίτηση της παραγράφου 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης για «Πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας» δε φαίνεται να εξετάστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε στα πλαίσια της προφορικής εξέτασης, ούτε διαφορετικά. Η Επιτροπή σημείωσε, ωστόσο, ότι για ορισμένους υποψηφίους, που υπηρετούν ήδη στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, η προαναφερόμενη απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας φαίνεται να ικανοποιείται από το γεγονός ότι, προϋπόθεση για την προαγωγή τους στη θέση Εξεταστή, 2ης Τάξης, Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, ήταν η ικανοποίηση της απαίτησης του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας για «πολύ καλή γνώση των Νομοθεσιών και των Κανονισμών του Τμήματος επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου». Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν επισημάνθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία δεν φαίνεται να προέβηκε σε έρευνα κατά πόσον οι υποψήφιοι ικανοποιούν την εν λόγω απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

Όσον αφορά την προαναφερόμενη απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης για «Πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας» η Επιτροπή αποφασίζει να εξετάσει την εν λόγω απαίτηση κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση.

 

Τέλος, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, αποφάσισε να υιοθετήσει τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής και να καλέσει σε προφορική εξέταση, σε ημερομηνία που θα οριστεί αργότερα, τους υποψηφίους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Στη συνεδρία να κληθεί να παραστεί και ο Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης.»

 

Περαιτέρω, όπως φαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό της συνεδρίας της καθ΄ης η αίτηση ημερομηνίας 10.5.2010, κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, υποβλήθηκαν σε όλους τους υποψηφίους ερωτήσεις για να διαπιστωθεί κατά πόσο ικανοποιούν την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της παραγράφου 3(3). Συγκεκριμένα, στο πρακτικό αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Περαιτέρω, με βάση την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, που λήφθηκε στη συνεδρία της με ημερ. 15.3.10 (θέμα Β.(7)(2) των πρακτικών) κατά την προφορική εξέταση, υποβλήθηκαν στους υποψηφίους ερωτήσεις για να διαπιστωθεί κατά πόσον ικανοποιούν την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για «Πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσίας». Η Επιτροπή αποφάσισε όπως η πιο πάνω απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας εξεταστεί για όλους τους υποψήφιους, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι για ορισμένους υποψηφίους που υπηρετούν ήδη στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη η προαναφερόμενη απαίτηση φαίνεται να ικανοποιείται από το γεγονός ότι προϋπόθεση για την προαγωγή τους στη θέση Εξεταστή, 2ης Τάξης, Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, ήταν η ικανοποίηση της απαίτησης του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας για «πολύ καλή γνώση των Νομοθεσιών και των Κανονισμών του Τμήματος Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου.»

 

Όπως δε περαιτέρω διαφαίνεται από το πρακτικό της ίδιας συνεδρίας της καθ΄ης η αίτηση, μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ο Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης, προέβηκε στην αξιολόγηση ενώπιον της ΕΔΥ όλων των υποψηφίων και ακολούθως, η ΕΔΥ προέβηκε στη δική της αξιολόγηση για κάθε ένα από τους συστηθέντες υποψηφίους ξεχωριστά. Αναφορικά με το θέμα που εδώ ενδιαφέρει, διαπιστώνεται ότι η καθ΄ης η αίτηση, όχι μόνο υπέβαλε ερωτήσεις σε κάθε υποψήφιο για να κρίνει αν αυτός ικανοποιούσε το προσόν που απαιτείται στην παράγραφο 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, αλλά προέβηκε και σε ξεχωριστή διαπίστωση τούτου, αφού την αξιολόγηση κάθε ενός υποψηφίου, η καθ΄ης η αίτηση την συμπλήρωνε με το ακόλουθο, πανομοιότυπο λεκτικό:

 

«Μέσα από σχετικές ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στον υποψήφιο, διαπιστώθηκε «η πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος Νομοθεσίας» όπως προνοεί η παρ. 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας.»

 

Νομίζω ότι από τα πιο πάνω στοιχεία, καθίσταται προφανές ότι έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη κατά την ακολουθηθείσα διαδικασία. Στο σημείο δε τούτο διευκρινίζω ότι, αναλύοντας και εξετάζοντας τον τρόπο ενέργειας της καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ κατά τις προαναφερθείσες συνεδρίες, δεν στοχεύω στον έλεγχο της νομιμότητας αυτών των ενεργειών μεμονωμένα. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν επιτρεπτό, δεδομένης της νομολογίας σύμφωνα με την οποία, αφ΄ ης στιγμής ένας υποψήφιος δεν περιλαμβάνετο μεταξύ των συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δε νομιμοποιείται να εγείρει λόγους ακύρωσης οι οποίοι αφορούν σε ενέργειες μεταγενέστερες της υποβολής της Έκθεσης της Επιτροπής. (Βλ. π.χ. Παπαντρέου ν. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 509).

 

Ο μη συστηθείς υποψήφιος όμως, όπως εδώ ο αιτητής, δικαιούται ασφαλώς να προσβάλει τη νομιμότητα της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της διαδικασίας την οποία η Επιτροπή ακολούθησε για να οδηγηθεί στη σύστασή της. Είναι δε αυτή τη διαδικασία και σύσταση την οποία εξετάζω εδώ, κάτω από αυτό το λόγο ακύρωσης, χωρίς όμως να μπορεί να αποφευχθεί η ενασχόληση με τα όσα ακολούθησαν της Έκθεσης και σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ως ρίχνοντα φως ή προσθέτοντα στοιχεία στο έργο του ελέγχου της νομιμότητας της Έκθεσης και σύστασης.

 

Μετά την παρένθεση αυτή και επανερχόμενος στο θέμα της μη διερεύνησης από τη Συμβουλευτική Επιτροπή του θέματος ικανοποίησης του απαιτούμενου προσόντος από την παράγραφο 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, παρατηρώ τα εξής:

 

Είναι γεγονός ότι σε κάποιες περιπτώσεις στη νομολογία κρίθηκε ότι, αφ΄ ης στιγμής ένα απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν είναι το ίδιο με εκείνο το οποίο είχε διακριβωθεί προηγουμένως ότι κατείχε ένας υποψήφιος, διοριζόμενος σε άλλη θέση, τεκμαίρεται ότι κατέχει αυτό το προσόν και για σκοπούς πλήρωσης της άλλης θέσης, χωρίς να είναι αναγκαία περαιτέρω διερεύνηση του θέματος. (Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 ΑΑΔ 422).

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, το προσόν που απαιτείτο στην προηγούμενη θέση Εξεταστή ήταν:

 

«(2) Πολύ καλή γνώσις των υπό του Τμήματος Επισήμου Παραλήπτου και Εφόρου εφαρμοζομένων νομοθεσιών και κανονισμών.»

 

Στην υπό εξέταση επίδικη θέση το προσόν ήταν:

 

«Πολύ καλή γνώση της σχετικής με τις αρμοδιότητες του Τμήματος Νομοθεσίας.»

 

Αν εκληφθεί ότι το απαιτούμενο και στα δύο Σχέδια Υπηρεσίας προσόν είναι ακριβώς το ίδιο, παρά το μη πανομοιότυπο λεκτικό τους, εν τούτοις εγείρονται τα ακόλουθα θέματα και επισημάνσεις:

 

1.     Όπως ορθά παρατήρησε η καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ, το ενδεχόμενο υποψήφιοι να κατείχαν αυτό το προσόν, δεν αφορούσε όλους τους υποψηφίους αλλά "ορισμένους υποψηφίους, που υπηρετούν ήδη στο Τμήμα Εφόρου". Επομένως, η Συμβουλευτική Επιτροπή θα έπρεπε να είχε διερευνήσει εν πάση περιπτώσει αυτό το θέμα.

 

2.     Όπως η ίδια η καθ΄ης η αίτηση ανέφερε στο σχετικό πρακτικό, ορισμένοι υποψήφιοι που υπηρετούν στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών "φαίνεται να ικανοποιούν" το απαιτούμενο αυτό προσόν. Με αυτό τον όρο, η ΕΔΥ δεν παρουσιάζεται να χρησιμοποιεί με βεβαιότητα οποιοδήποτε τεκμήριο στην περίπτωση αυτών των υποψηφίων από την εφαρμογή του οποίου δε θα χρειαζόταν άλλη διερεύνηση.

 

3.     Το ότι η ίδια η καθ΄ης η αίτηση δε θεώρησε ότι εφαρμόζεται στην περίπτωση των λειτουργών του Τμήματος τεκμήριο κατοχής του εν λόγω προσόντος, αποδεικνύεται περίτρανα από το ότι, αντίθετα με την έννοια τεκμηρίου, η καθ΄ης η αίτηση αποφασίζει στη συνέχεια όπως διερευνήσει η ίδια το ζήτημα κατά πόσο όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν το προσόν, παρόλον ότι κάποιοι υπηρετούν στο Τμήμα.

 

4.     Όπως διαπιστώνεται στη συνέχεια, η διερεύνηση του θέματος κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, δεν περιορίστηκε στους μη υπηρετούντες στο Τμήμα Εφόρου υποψηφίους, αλλά κάλυψε όλους, υπηρετούντες και μη, με την υποβολή σχετικών ερωτήσεων.

 

5.     Κατά την αξιολόγηση της απόδοσης όλων των υποψηφίων από την ΕΔΥ αξιολογήθηκε, μεταξύ άλλων, και το θέμα κατά πόσο κάθε υποψήφιος ως αποτέλεσμα ερωταπαντήσεων, θεωρείτο ότι κατείχε ή όχι το εν λόγω προσόν.

 

Όλα τα πιο πάνω δείχνουν καθαρά ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν εφάρμοσε κανένα τεκμήριο κατοχής του προσόντος εκείνου, αλλ΄ αισθάνθηκε την ανάγκη να το διερευνήσει, το διερεύνησε, αξιολόγησε την απόδοση ενός εκάστου υποψηφίου και κατάληξε στο δικό της συμπέρασμα. Έπραξε όμως τούτο σε σχέση με τους οκτώ μόνο υποψηφίους, τους οποίους σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Τους οποίους σύστησε μεταξύ πολλών άλλων, χωρίς η ίδια η Συμβουλευτική Επιτροπή να διερευνήσει κατά πόσο ικανοποιούσαν και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, όπως όφειλε να πράξει.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή όφειλε να κατευθύνει την προσοχή της και στο προσόν που απαιτείτο από την παράγραφο 3(3) του Σχεδίου. Αν έκρινε ότι αυτό δεν χρειαζόταν σε σχέση με κάποιους υποψηφίους λόγω της υπηρεσίας τους σε άλλη θέση στο Τμήμα Εφόρου, όφειλε αυτό να το αρθρώσει. Αντ΄ αυτού, απέστειλε προς την καθ΄ης η αίτηση την Έκθεσή της και τη σύστασή της, χωρίς τη διερεύνηση η ενασχόληση με το θέμα εκείνο. Πρόκειται για ουσιώδη παράλειψη, η οποία δεν μπορεί να διορθωθεί από το γεγονός ότι η ίδια η ΕΔΥ σε μεταγενέστερο στάδιο διερεύνησε η ίδια αυτό το θέμα και υπέβαλε η ίδια τους οκτώ υποψηφίους σε δοκιμασία διαπίστωσης της κατοχής ή όχι του απαραίτητου εκείνου προσόντος.

 

Ως προς το θέμα του λεγόμενου δόγματος επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, δε συμφωνώ ότι αυτό εφαρμόζεται υπό αυτές τις περιστάσεις. Ο αιτητής δεν επιδοκιμάζει εδώ και ταυτόχρονα αποδοκιμάζει τον τρόπο ή τα κριτήρια με τα οποία κρίθηκε ότι οι υποψήφιοι, μεταξύ της οποίας και ο ίδιος και το ενδιαφερόμενο μέρος, πληρούσαν απαιτούμενα προσόντα. Εκείνο το οποίο πράττει εδώ ο αιτητής είναι να προσβάλλει τη νομιμότητα της παράλειψης της Συμβουλευτικής Επιτροπής να εξετάσει κατά πόσο οι υποψήφιοι ικανοποιούσαν ή όχι ένα προσόν απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας και να καταρτίσει κατάλογο συστηνομένων υποψηφίων μόνο μεταξύ υποψηφίων οι οποίοι κατείχαν και το προσόν εκείνο.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει.

 

Λόγος ακύρωσης αρ. 2 στην Υπόθεση Αρ. 1053/2010.

 

Προβάλλοντας αυτό το λόγο ακύρωσης, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι, ενώ στο οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας προνοείται μεταξύ των καθηκόντων και ευθυνών της επίδικης θέσης όπως ο κατέχων τη θέση εμφανίζεται σε όλα τα Δικαστήρια εκ μέρους του Εφόρου στα πλαίσια υποθέσεων του Τμήματος και όπως ετοιμάζει και καταχωρεί δικόγραφα σε όλα τα Δικαστήρια, εν τούτοις, το γεγονός ότι ο αιτητής είναι πτυχιούχος νομικής και, επιπρόσθετα, διαθέτει άδεια ασκήσεως της δικηγορίας, αυτό το στοιχείο ούτε καν αναφέρθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως προσόν του αιτητή. Αυτή  δε η παράλειψη συνιστά ουσιώδη πλάνη η οποία επηρέασε την τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και την τελική επιλογή της καθ΄ης η αίτηση.

 

Δε θα συμφωνήσω με αυτή τη θέση του αιτητή. Όπως ορθά υποδεικνύει και ο συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους στο σχετικό Πίνακα τον οποίο ετοίμασε η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέθεσε σε ξεχωριστή στήλη τα ακαδημαϊκά μόνο προσόντα του καθενός υποψηφίου, το δε γεγονός της εγγραφής κάποιου ως δικηγόρου και η άσκηση δικηγορίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ακαδημαϊκό προσόν. Περαιτέρω, δεν είναι ορθό ότι η άσκηση της δικηγορίας από τον αιτητή αγνοήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Όπως δεικνύεται στο σχετικό Πίνακα, η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέταξε αυτό το γεγονός, τόσο για τον αιτητή, όσο και για άλλους υποψηφίους κάτω από τη στήλη "Πείρα". Κάτω από αυτή τη στήλη καταγράφηκε για όλους τους υποψηφίους, εκεί ασφαλώς που κάτι τέτοιο εφαρμοζόταν, ότι διετέλεσαν δικηγόροι, για ποια περίοδο, σε ποιο δικηγορικό γραφείο κλπ. Ειδικότερα για τον αιτητή, στη στήλη "Πείρα" αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι μεταξύ 1982-1991 διετέλεσε συνεργάτης του δικηγορικού γραφείου X"Δημήτρη και Μαμαντόπουλου. Γεγονός το οποίο προϋποθέτει ασφαλώς εγγραφή του ως δικηγόρου και μεταφέρει και το στοιχείο της άσκησης της δικηγορίας για τον αντίστοιχο χρόνο.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

 

Λόγος ακύρωσης αρ. 2 στην Υπόθεση Αρ. 1054/2010 - Ισχυρισμός ότι το μεταπτυχιακό που πιστώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος ως πλεονέκτημα αποκτήθηκε εκτός ουσιώδους χρόνου.

 

Όπως επισημαίνει εδώ ο αιτητής, η τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεως για την επίδικη θέση ήταν η 13.6.2006. Διαπιστώνεται όμως από τα στοιχεία του διοικητικού και του προσωπικού φακέλου του ενδιαφερόμενου μέρους ότι το μεταπτυχιακό του δίπλωμα στη Δημόσια Διοίκηση από το C.I.I.M. το απέκτησε κατά το 2007, κατόπιν σπουδών μεταξύ 2005-2009. Επομένως, υποστηρίζει ο αιτητής, το μεταπτυχιακό τούτο δεν μπορούσε, σύμφωνα με νομολογία στην οποία παραπέμπει, να ληφθεί υπόψη και να προσμετρήσει ως πλεονέκτημα σύμφωνα με την παράγραφο (6) των απαιτούμενων προσόντων.

 

Απαντώντας σ΄ αυτή τη θέση, η καθ΄ης η αίτηση προβάλλει την εισήγηση ότι καμιά πλάνη δεν έχει εμφιλοχωρήσει και αυτό διότι το εν λόγω προσόν δεν ήταν απαιτούμενο.

 

Η θέση του ενδιαφερόμενου μέρους ως προς το ίδιο θέμα, είναι ότι η αιτήτρια παραβλέπει το γεγονός ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη έχει ημερομηνία ισχύος, όχι την 19.5.2006 που προκηρύχθηκαν οι θέσεις, αλλά την 15.6.2010, οπότε σημασία έχει ότι το προσόν εξασφαλίστηκε τρία χρόνια προηγουμένως.

 

Σε σχέση με το θέμα τούτο, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι η θέση του αιτητή πράγματι βρίσκει έρεισμα στη νομολογία. Κατ΄ αρχάς, το μεταπτυχιακό δίπλωμα, σύμφωνα με το οποίο Σχέδιο Υπηρεσίας, κατατάσσεται κάτω από την επικεφαλίδα "Απαιτούμενα Προσόντα", όπου παρατίθενται έξι συνολικά προσόντα με έκτο το εδώ υπό αναφορά το οποίο, εάν κατέχει κάποιος "θα αποτελεί πλεονέκτημα".

 

Σύμφωνα με πάγια αρχή της νομολογίας, όλα τα προσόντα τα οποία προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας μιας θέσης, είτε αυτά είναι απαιτούμενα, είτε πρόσθετα, ή πλεονεκτήματα, μπορούν μόνο να ληφθούν υπόψη εάν είχαν αποκτηθεί πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων. (Republic v. Pericleous & others (1984) 3 CLR 577). Όπως τονίστηκε για παράδειγμα στην υπόθεση Ευαγγέλου ν.  Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 570, αυτός ο περιορισμός ισχύει στην περίπτωση όλων των προσόντων για τα οποία γίνεται πρόβλεψη στο Σχέδιο Υπηρεσίας - απαιτούμενα, πρόσθετα ή πλεονεκτήματα. Οποιαδήποτε επιπρόσθετα, μη προβλεπόμενα στο Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, μπορούν νομίμως να εκτιμηθούν μέχρι και την ημέρα λήψης της διοικητικής απόφασης. (Δημοκρατία κ.ά. ν. Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 ΑΑΔ 153).

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει.

 

Και οι δύο αυτές προσφυγές επιτυγχάνουν λόγω της κατάληξής μου ως προς τον τρίτο λόγο ακύρωσης, του οποίου επιλήφθηκα προηγουμένως και στις δύο προσφυγές και λόγω της επιτυχίας στο δεύτερο λόγο στην Υπόθεση Αρ. 1054/2010.

 

Υπόθεση Αρ. 1124/2010.

 

Όπως έχει αναφερθεί προηγουμένως, η αιτήτρια στην παρούσα προσφυγή συγκαταλέγεται μεταξύ των οκτώ συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υποψηφίων, μη επιλεγείσα όμως για προαγωγή από την καθ΄ης η αίτηση. Προσβάλλει την απόφαση της καθ΄ης η αίτηση, μόνο ως προς την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους Γ. Καρροτσάκη και προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης:

 

1.             Έλλειψη ενδελεχούς, αιτιολογημένης ερμηνείας της πρόνοιας αρ. 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας και υπαγωγής των προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους σ΄ αυτήν.

 

Η δεύτερη πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας ως προς τα απαιτούμενα προσόντα, προνοεί τα ακόλουθα:

 

«(2) Οκταετής τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα σχετικά με τις νομοθεσίες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Τμήματος ή/και διοικητική πείρα.»

 

Εκείνο το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή φαίνεται να έλαβε υπόψη της ως προς την ικανοποίηση αυτής της πρόνοιας από το ενδιαφερόμενο μέρος φαίνεται στο ακόλουθο απόσπασμα από την Έκθεσή της:

 

«Με βάση τις βεβαιώσεις που παρουσίασε, τα καθήκοντα που ασκούσε ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, συγκεκριμένα με τα καθήκοντα του εξεταστή στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη και συγκεκριμένα στις εγγραφές εταιρειών ενώ ως Λειτουργός στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ασκούσε καθήκοντα διοικητικής υφής.»

 

Όπως υποστηρίζει ο αιτητής, στο διοικητικό φάκελο μόνο μια βεβαίωση υπάρχει από την Αρχή Ανταγωνισμού με τίτλο "Βεβαίωση εκτέλεσης διοικητικών καθηκόντων" στην οποία αναφέρεται ότι ".. Εν τούτοις του ανατίθεντο και άλλα καθήκοντα επιπρόσθετα προς τα καθήκοντα της θέσης, από τα οποία απέκτησε διοικητική πείρα." Παραμένει επομένως άγνωστο ποια ήταν αυτά τα καθήκοντα και με ποιο συλλογισμό κρίθηκε ότι αυτά ήσαν πράγματι διοικητικής υφής. Περαιτέρω, δε φαίνεται στο πιο πάνω απόσπασμα της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής κανένας συσχετισμός των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους στις εγγραφές εταιρειών ως Εξεταστή, με υπαγωγή στην οικεία πρόνοια αρ. 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

Δε θα συμφωνήσω με αυτή τη θέση της αιτήτριας. Όπως διαπιστώνεται, η Συμβουλευτική Επιτροπή και αργότερα η καθ΄ης η αίτηση είχαν την αρμοδιότητα να ερμηνεύσουν και εφαρμόσουν τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας. Το δε διοικητικό Δικαστήριο δε μπορεί να επεμβαίνει στον τρόπο με τον οποίο έχει ερμηνευθεί ένα σχέδιο υπηρεσίας από το διορίζον όργανο, εφόσον μια τέτοια ερμηνεία ή εφαρμογή ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Papapetrou v. Republic 2 R.S.C.C. 61.69, Josephides v. Republic 2 R.S.C.C. 72.77).

 

Με την υπό εξέταση πρόνοια του Σχεδίου απαιτείτο οκταετής είτε μεταπτυχιακή πείρα σχετικά με τις οικείες νομοθεσίες ή και διοικητική πείρα. Όπως φαίνεται από τα στοιχεία που παρατέθηκαν σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος, αυτός υπηρέτησε ως Εξεταστής στο Τμήμα Εφόρου μεταξύ 1993-2001 και μεταξύ 2002-2004, δηλαδή για περίοδο που υπερβαίνει χρονικά την οκταετία. Η ερμηνεία και εφαρμογή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή της σχετικής πρόνοιας στην παράγραφο 2 του Σχεδίου, σύμφωνα με την οποία η υπηρεσία προσώπου στη θέση Εξεταστή ασχολούμενου με εγγραφή εταιρειών στο Τμήμα Εφόρου δημιουργεί πείρα σχετικά με τις νομοθεσίες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Τμήματος, είναι κατά την άποψή μου, εύλογα επιτρεπτή και μπορούσε να θεωρηθεί ότι από μόνη της ικανοποιούσε τη σχετική πρόνοια. Πέραν τούτου, υπήρχε προς όφελος του ενδιαφερόμενου μέρους και η σχετική βεβαίωση ότι στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, όπου το ενδιαφερόμενο μέρος υπηρέτησε με απόσπαση αρχικά και ως λειτουργός αργότερα, σύμφωνα με την οποία αυτός εκτελούσε και διοικητικής φύσεως καθήκοντα. Αυτό το στοιχείο ήταν κάτι το πρόσθετο το οποίο το διορίζον όργανο δεν είχε λόγο να διευκρινίσει ή αγνοήσει.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

2.             Ισχυρισμός ότι το μεταπτυχιακό που πιστώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος ως πλεονέκτημα, αποκτήθηκε εκτός ουσιώδους χρόνου.

 

Τόσο τα γεγονότα που συνθέτουν αυτό το λόγο ακύρωσης, όσο και η νομική επιχειρηματολογία, είναι τα ίδια με εκείνα τα οποία εξετάστηκαν κάτω από το λόγο ακύρωσης στην Υπόθεση Αρ. 1054/2010.

 

Για τους ίδιους δε ακριβώς λόγους, καταλήγω ότι αυτός ο λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει.

 

3.             Η κατ΄ ισχυρισμό παραγνώριση από την καθ΄ης η αίτηση της υπέρτερης πείρας της αιτήτριας έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους σε συνδυασμό με την αξιολόγηση της πρώτης ως καθόλα εξαίρετης.

 

Όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία τα οποία ευρίσκοντο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αργότερα της καθ΄ης η αίτηση, η αιτήτρια, διορισθείσα αρχικά στη θέση Εξεταστή 3ης Τάξης στο Τμήμα Εφόρου κατά το 1982 και υπηρετήσασα ως Εξεταστής 2ης Τάξης από το 1987, 1ης Τάξης από το 1997 και ως Ανώτερος Εξεταστής από το 2002, έχει συνολική πείρα στο Τμήμα 24 ½ χρόνων. Αυτό σημαίνει, όπως η ίδια επισημαίνει, ότι διέθετε πείρα 16 ½ ετών πέραν της οκταετίας η οποία απαιτείτο από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Αντίθετα, προσθέτει, το ενδιαφερόμενο μέρος έχει μόνο την προαναφερθείσα πείρα στο Τμήμα και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αυτά, σε συνδυασμό με το καθόλα εξαίρετο της αιτήτριας στις ετήσιες αξιολογήσεις των ετών 1992-2006. Παραπέμπει δε ο συνήγορος σε σχετική επί του θέματος νομολογία, σύμφωνα με την οποία η σχετική με τα καθήκοντα της θέσης πείρα θεωρείται ότι επαυξάνει τις γνώσεις και την εν γένει απόδοση των υποψηφίων στον τομέα τους.

 

Απαντώντας σ΄ αυτές τις θέσεις της αιτήτριας, η καθ΄ης η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος υποστηρίζουν ότι όλα τα στοιχεία των υποψηφίων, περιλαμβανομένης και της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ, τεκμαίρεται ότι λήφθηκαν υπόψη, χωρίς την αναγκαιότητα ειδικής αναφοράς σε κάθε στοιχείο ξεχωριστά.

 

Η θέση αυτή της αιτήτριας, αν και ορθή ως προς τη βάση της, ότι δηλαδή η αυξημένη περίοδος συσσώρευσης πείρας πέραν της απαιτούμενης από το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι ένα στοιχείο το οποίο λαμβάνεται υπόψη, εν τούτοις, δεν μπορώ να συμφωνήσω ότι αυτό το στοιχείο στην περίπτωση της αιτήτριας αγνοήθηκε ή παραγνωρίστηκε. Όπως έχει προαναφερθεί, η Συμβουλευτική Επιτροπή με πλήρη διαφάνεια παρέθεσε στον Πίνακα που ετοίμασε, με κάθε διαφάνεια, τα στοιχεία που σχετίζονταν με την πείρα τόσο της αιτήτριας όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους κάτω από ξεχωριστή στήλη και αυτά θα πρέπει να προσμέτρησαν.

 

Απλά, η καθ΄ης η αίτηση έλαβε υπόψη της και άλλα στοιχεία τα οποία προσμέτρησαν υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους τα οποία, κατά την άποψή της βάρυναν την πλάστιγγα υπέρ της επιλογής αυτού του υποψηφίου αντί της αιτήτριας.

 

4.             Η κατ΄ ισχυρισμό πάσχουσα απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ως προς τη μη επιλογή της αιτήτριας.

 

Το σκεπτικό της προτίμησης από την καθ΄ης η αίτηση, του ενδιαφερόμενου μέρους αντί της αιτήτριας, εκφράστηκε το σχετικό πρακτικό, ως ακολούθως:

 

«Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη αναφορικά με την Κουζουλή Ελένη και αντ΄ αυτής επέλεξε τον Καρροτσάκη Γεώργιο. Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο επιλεγείς αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική αξιολόγηση.... και σε χαμηλότερο επίπεδο από την Κουζουλή Ελένη, που συστήθηκε από τον Έφορο... σημείωσε, ωστόσο, ότι ο επιλεγείς σξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλός από την ίδια κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, δηλαδή σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες και στο ίδιο επίπεδο με την Κουζουλή Ελένη. Συγκρίνοντας, περαιτέρω, τον Καρροτσάκη με την Κουζουλή, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός δεν υστερεί έναντί της σε αξία όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ΄ αυτές των τελευταίων δέκα χρόνων, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα λόγω της ισοπέδωσης που παρατηρείται κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, υπερέχει έναντί της σε αρχαιότητα κατά, περίπου, δύο χρόνια λόγω κατοχής διαφορετικών θέσεων με τους ίδιους μισθοδοτικούς όρους και, επιπλέον, σε αντίθεση με την Κουζουλή, διαθέτει το πλεονέκτημα που προνοείται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της Θέσης."

 

Διαπιστώνεται, επομένως, ότι εκείνα τα στοιχεία που βάρυναν στο συλλογισμό της καθ΄ης η αίτηση, υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι της αιτήτριας ήταν το ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε το πλεονέκτημα που προνοείτο στο Σχέδιο Υπηρεσίας και υπερείχε της αιτήτριας κατά περίπου 2 χρόνια λόγω κατοχής διαφορετικών θέσεων με τους ίδιους μισθοδοτικούς όρους.

 

Βέβαια, όπως έχω αποφανθεί προηγουμένως αποδεχόμενος τη βασιμότητα άλλου λόγου ακύρωσης, η καθ΄ης η αίτηση πεπλανημένα έλαβε υπόψη της υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους το στοιχείο της κατοχής μεταπτυχιακού και, επομένως, τούτο δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη κατά την τελική επιλογή της ως στοιχείο σύγκρισης έναντι της αιτήτριας. Περαιτέρω, το στοιχείο της υπεροχής σε αρχαιότητα κατά περίπου 2 χρόνια δεν μπορούσε να έχει αποφασιστική σημασία. (Χατζηχάννα ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 ΑΑΔ 19). Η αρχαιότητα συναρτάται βέβαια με το στοιχείο της συσσώρευσης πείρας. Όπως δε έχει αναφερθεί προηγουμένως, η αιτήτρια υπερτερούσε κατά πολλά χρόνια του ενδιαφερόμενου μέρους σε πείρα κτηθείσα στο Τμήμα Εφόρου. Περαιτέρω, ενώ στην προφορική εξέταση τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος όσο και η αιτήτρια αξιολογήθηκαν από την καθ΄ης η αίτηση στο ίδιο επίπεδο "Πάρα πολύ καλός", η αιτήτρια είχε αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως "Εξαίρετη".

 

Επομένως, τα στοιχεία τα οποία υπήρχαν ενώπιον της καθ΄ης η αίτηση απογεγυμνωμένα και από το στοιχείο της κατοχής μεταπτυχιακού από το ενδιαφερόμενο μέρος, δε δικαιολογούσαν την τελική επιλογή της υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Επομένως, και αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.

 

Συνοψίζοντας, και οι τρεις προσφυγές επιτυγχάνουν για τους συγκεκριμένους λόγους που έχει επεξηγηθεί ανωτέρω.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με σχετική διαταγή η οποία εκδίδεται στο πλαίσιο της κάθε μιας προσφυγής ξεχωριστά.

 

Τα έξοδα των προσφυγών επιδικάζονται υπέρ ενός εκάστου αιτητή και εναντίον της καθ΄ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                    Δ.

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο