ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 986/2012)
4 Ιουλίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΞΥΨΙΤΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Η Αιτήτρια παρουσιάζεται προσωπικά.
Τζ. Καρακάννα (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-
Η θεραπεία που ζητείται
Η αιτήτρια εξαιτείται την πιο κάτω θεραπεία:-
«Ζητώ τα αναδρομικά μου δικαιώματα από το Γρ. Ευημερίας. Από τις 27.4.2012 το γραφείο αρνείται να απαντήσει. Βάσει του Άρθρου 29 του Συντάγματος προσφεύγω στο σεβαστό σας Δικαστήριο. Ζητώ έγκριση της προσφυγής».
Τα γεγονότα
Τα γεγονότα, όπως καταγράφονται στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση, δεν αμφισβητούνται από την αιτήτρια και ως εκ τούτου υιοθετούνται και εν προκειμένω.
Η αιτήτρια είναι 49 ετών, διαζευγμένη και διαμένει μαζί με το ενήλικο παιδί της σε ιδιόκτητη κατοικία στο Παλαιχώρι. Στις 23.7.2009 υπέβαλε αίτηση για παροχή δημόσιου βοηθήματος, το οποίο ως μονογονέας άρχισε να λαμβάνει από την 1.12.2009.
Τον Δεκέμβριο του 2010 η αιτήτρια επικοινώνησε τηλεφωνικά με την αρμόδια λειτουργό των καθ' ων η αίτηση και ανέφερε ότι η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης αρνείτο να την εγγράψει στους καταλόγους ως άνεργη. Μετά από διερεύνηση του πιο πάνω ισχυρισμού επιβεβαιώθηκε ότι η Υπηρεσία Απασχόλησης δεν ενέγραψε την αιτήτρια ως άνεργη και το γεγονός αυτό οφείλετο στο ότι η αιτήτρια ζητούσε να εργαστεί μόνο συγκεκριμένες ώρες κατά τις οποίες δεν υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Σε συνάντηση που ακολούθησε μαζί με την αιτήτρια, η αρμόδια λειτουργός συζήτησε το θέμα εξεύρεσης εργασίας και ενεθάρρυνε την αιτήτρια όπως αναζητήσει εργασία ως κομμώτρια με πλήρες ωράριο αφού σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της είναι ένα επάγγελμα το οποίο γνωρίζει καλά και επιθυμεί να το εξασκήσει. Η αιτήτρια εργαζόταν με μερική απασχόληση στο σπίτι της ως κομμώτρια παραλείποντας να ενημερώσει τους καθ' ων η αίτηση κατά παράβαση του άρθρου 13(1) των περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων 2006 και 2012 με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί υπερπληρωμή για τη χρονική περίοδο από τον 12/2010 μέχρι και τον 4/2011, ύψους €750 και η οποία μετά από διευθέτηση μηνιαίας χρηματικής αποκοπής από το παρεχόμενο δημόσιο βοήθημα έχει σταδιακά εξοφληθεί.
Στις 19.4.2011 έγινε επίσκεψη στην οικία της αιτήτριας με σκοπό την ενημέρωση της ως προς την υποχρέωση της να προσκομίσει στους καθ' ων η αίτηση ένορκη δήλωση στην οποία να αναφέρεται το ποσό των εισοδημάτων της από την εργασία της στο σπίτι ως κομμώτρια. Η αιτήτρια αρνήθηκε να συνεργαστεί με την αρμόδια λειτουργό και δεν της επέτρεψε την είσοδο στην οικία της επικαλούμενη ότι τη συγκεκριμένη στιγμή υπήρχε πελάτιδα της στο σπίτι και δεν ήθελε να μάθουν στο χωριό ότι ήταν λήπτρια δημόσιου βοηθήματος. Στις 26.4.2011σε τηλεφωνική επικοινωνία της αρμόδιας λειτουργού με την αιτήτρια, της ζητήθηκε και πάλι όπως προσκομίσει τη σχετική ένορκη δήλωση. Η αιτήτρια αρνήθηκε να συνεργαστεί.
Η υπόθεση της αιτήτριας αναθεωρήθηκε και μειώθηκε το ποσό παροχής δημοσίου βοηθήματος αφού υπολογίστηκε το ποσό εισοδήματος από εργασία ύψους €300. Η αιτήτρια ανέφερε το ποσό των €300 χωρίς να παρουσιάσει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο στους καθ' ων η αίτηση, και ενώ αρνήθηκε να εγγραφεί στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως αυτοτελώς εργαζόμενη, επικαλούμενη ότι δεν έχει τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για να εγγραφεί ως επαγγελματίας κομμώτρια. Οι καθ' ων η αίτηση με βάση το άρθρο 9(1)(ζ) των περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων 2006 και 2012 προχώρησαν σε μείωση του ποσού δημόσιου βοηθήματος που παρεχόταν στην αιτήτρια.
Στις 18.1.2012 το δημόσιο βοήθημα διακόπηκε σε μηνιαία βάση λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η αιτήτρια δεν μπορούσε πλέον να θεωρείται μόνος γονέας αφού ο γιος της είχε ενηλικιωθεί και δεν ήταν πλέον εθνοφρουρός αλλά ούτε και φοιτητής σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Επιπρόσθετα, την ίδια χρονική περίοδο δεν είχαν προσκομιστεί στους καθ' ων η αίτηση ανανεωμένες ανεργιακές κάρτες της αιτήτριας και του γιου της. Η αιτήτρια είχε αποστείλει στις 12.12.2011 με τηλεομοιότυπο, ένορκη δήλωση ότι εργάζεται στο σπίτι της με μερική απασχόληση ως κομμώτρια μερικής απασχόλησης και με απολαβές ύψους €150 με €300 μηνιαίως.
Στις 8.2.2012 η αρμόδια λειτουργός ενημέρωσε τηλεφωνικώς την αιτήτρια αναφορικά με τη διακοπή του δημόσιου βοηθήματος. Η δε αιτήτρια ανέφερε ότι είναι άνεργη και υπογράφει στο Γραφείο Εργασίας με σκοπό την εξεύρεση εργασίας ως κομμώτρια. Στις 2.2.2012 η αιτήτρια απέστειλε επιστολή στην Επίτροπο Διοικήσεως με την οποία ισχυριζόταν ότι αδικαιολόγητα και χωρίς προειδοποίηση οι καθ' ων η αίτηση προχώρησαν στην αποκοπή μέρους του δημόσιου βοηθήματος που λάμβανε, λόγω υπερπληρωμής και εισοδήματος από εργασία ενώ η ίδια ισχυριζόταν ότι ήταν άνεργη.
Σε απαντητική επιστολή προς την Επίτροπο Διοικήσεως ημερ. 14.5.2012, οι καθ' ων η αίτηση επεξηγούσαν τους λόγους που δημιουργήθηκε η υπερπληρωμή και ενημέρωναν ότι η αιτήτρια θα λαμβάνει δημόσιο βοήθημα σε έκτακτη βάση σύμφωνα με την ανεργιακή κάρτα τόσο της ίδιας αλλά και του γιού της.
Κατ' οίκον επίσκεψη πραγματοποιήθηκε από την αρμόδια λειτουργό και στις 8.3.2012 με σκοπό να συζητηθεί το θέμα μείωσης του δημόσιου βοηθήματος και μετέπειτα διακοπής, ενώ παράλληλα η αιτήτρια ενημερώθηκε ότι θα της παρείχετο δημόσιο βοήθημα σε έκτακτη βάση. Κατά την επίσκεψή της η αρμόδια λειτουργός διαπίστωσε ότι η αιτήτρια είχε διαμορφώσει ένα δωμάτιο στην οικία της σε χώρο όπου μπορούσε να εξασκεί το επάγγελμα της κομμώτριας. Ερωτούμενη για τα ποσά χρέωσης προς τις πελάτισσες της, η αιτήτρια περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι λαμβάνει μηνιαίο εισόδημα €100 με €300. Στις 13.3.2012 η αρμόδια λειτουργός ενημερώθηκε ότι η αιτήτρια απέρριψε θέσεις εργασίας οι δύο τελευταίες από τις οποίες ήταν μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2011 και αφορούσαν το χώρο της κομμωτικής.
Στις 14.3.2012 πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ της αρμόδιας λειτουργού και της αιτήτριας και του γιου της κατά την οποία έγινε η σχετική ενημέρωση για παροχή του δημόσιου βοηθήματος σε έκτακτη βάση μετά από προσκόμιση ανεργιακής κάρτας και η αιτήτρια ενημερώθηκε ότι το ποσό κάλυψης δόσεων του οικιστικού δανείου θα της παρεχόταν μετά από προσκόμιση σχετικής απόδειξης. Συμφωνήθηκε δε ότι από το συνολικό ποσό παροχών θα αποκόπτεται το ποσό των €200 αφού θα θεωρείται το μηνιαίο εισόδημα της αιτήτριας από την εργασία της στο σπίτι.
Στις 29.3.2012 υπολογίστηκε έκτακτο βοήθημα το οποίο συμπεριλάμβανε αναδρομικά δικαιώματα καθώς επίσης και πασχαλινό επίδομα. Το ποσό για κάλυψη των δόσεων του οικιστικού δανείου δεν παραχωρήθηκε αφού από το έγγραφο που δείχνει την κίνηση του δανείου φαίνεται ότι η δόση δεν είχε καλυφθεί.
Στις 11.7.2012 η αιτήτρια απέστειλε στους καθ' ων η αίτηση επιστολή ημερ. 27.4.2012 ζητώντας τα αναδρομικά της δικαιώματα από την 1.5.2012 που μειώθηκε το δημόσιο βοήθημα. Για το σχετικό αίτημα η αιτήτρια ενημερώθηκε πρώτα τηλεφωνικώς και μετέπειτα στην κατ' οίκον επίσκεψη της λειτουργού στις 8.3.2012. Επιπρόσθετα σχετικής ενημέρωσης έτυχε και στη συνάντηση που είχε η αιτήτρια στις 14.3.2012 με την Αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λακατάμειας στην οποία παρίστατο και η αρμόδια λειτουργός, και ιδίως ως προς το ότι αναδρομικά δικαιώματα δεν προέκυπταν από την 1.5.2012, περίοδο κατά την οποία έγινε η πρώτη μείωση, αφού η ίδια είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με τους καθ' ων η αίτηση σε σχέση με την προσκόμιση της ένορκης δήλωσης εισοδήματος που της είχε ζητηθεί. Επιπρόσθετα, η αιτήτρια ενημερώθηκε ότι όλα τα αναδρομικά της δικαιώματα τα έλαβε με το έκτακτο βοήθημα που της παραχωρήθηκε από την ημερομηνία διακοπής του δημόσιου βοηθήματος.
Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 27.6.2012.
Στις 8.8.2012 η Αν. Προϊσταμένη Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λακατάμειας απέστειλε στην αιτήτρια την ακόλουθη επιστολή:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 27/4/2012, η οποία μας αποστάληκε μέσω τηλ/τυπου στις 11/7/2012 και σας ενημερώνω ότι τα αναδρομικά δικαιώματα σας από την ημέρα διακοπής της παροχής Δημοσίου Βοηθήματος μέχρι και την επανέναρξη της, σας έχουν ήδη παραχωρηθεί μέσω της επιταγής που λάβατε τον Απρίλιο του 2012, ύψους €1957.80.
Όσον αφορά τη μείωση του Δημοσίου Βοηθήματος που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2011, όπως σας εξηγήθηκε και κατά την κατ' οίκον επίσκεψη (8/3/2012) της Λειτουργού των Υπηρεσιών μας, κας Ιωάννας Ηρακλέους, αλλά και κατά, την κοινή συνάντηση με την Αναπληρώτρια Προϊσταμένη, του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λακατάμειας στις 14/3/2012, αυτή πραγματοποιήθηκε γιατί δεν συνεργαστήκατε με την Λειτουργό των Υπηρεσιών μας, κα Μαρία Μουτάφη και δεν προσκομίσατε, αποδεικτικά στοιχεία για τα εισοδήματα που λαμβάνατε από την εργασία σας στο σπίτι, σύμφωνα με το άρθρο 3(10)θ των Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο 2006 και 2012. Ως εκ τούτου δεν εκκρεμούν οποιαδήποτε αναδρομικά δικαιώματα από την ημερομηνία μείωσης του Δημοσίου Βοηθήματος μέχρι και την ημερομηνία της διακοπής του».
Η κατάληξη
Έχω εξετάσει τα ενώπιον μου στοιχεία και κατά την άποψή μου η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει.
Τα όσα η αιτήτρια προβάλλει στη γραπτή της αγόρευση σχετίζονται με την ουσία του αιτήματός της. Όμως είναι καίριο το ότι η αιτούμενη θεραπεία στηρίζεται νομικώς στο Άρθρο 29 του Συντάγματος και στο δικαίωμα του διοικουμένου προς απάντηση σε αίτημά του προς τη διοίκηση. Συναφώς, το παράπονο της αιτήτριας περιστρέφεται γύρω από την παράλειψη απάντησης των καθ' ων η αίτηση σε επιστολή της ημερ. 27.4.2012.
Κατ' αρχάς, η επιστολή της αιτήτριας ημερ. 27.4.2012 δεν είχε σταλεί στους καθ' ων η αίτηση παρά μόνο στις 11.7.2012 με τηλεομοιότυπο. Οπότε, είναι αδύνατο η αιτήτρια να παραπονείται για παράβαση του Άρθρου 29 και παράλειψη απάντησης της διοίκησης σε αίτημα το οποίο τέθηκε ενώπιόν της μετά την καταχώρηση της προσφυγής (27.6.2012).
Περαιτέρω, δικαίως η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίζεται πως η προσφυγή έχει απωλέσει το αντικείμενό της ενόψει της πιο πάνω απάντησης. Δεν χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε πέραν αυτού και βεβαίως, εν προκειμένω, δεν χωρεί ενασχόληση με την ουσία των ισχυρισμών.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €600 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.