ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1187/2010)
19 Ιουλίου, 2013
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΘΕΚΛΑ Α. ΙΩΑΚΕΙΜ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΩΝ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Φ. Κωμοδρόμος, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Κ. Λεοντίου, για το Ενδ. Μέρος 3.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια η οποία είχε διεκδικήσει διορισμό στη θέση Αστυφύλακα, αλλά αποκλείστηκε στο στάδιο αξιολόγησης της αίτησής της, ως μη πληρούσα το προβλεπόμενο στην προκήρυξη και τους περί Αστυνομίας (Γενικούς) Κανονισμούς, ύψος, αμφισβητεί τη νομιμότητα του διορισμού των 1. Λουϊζας Μιχαηλίδου, 2 Μελανής Πατσαλίδου, 3. Παντελίτσας Μάμα, 4. Μαρίας Εύζωνα, 5. Ειρήνης Παναγιώτου, 6. Ειρήνης Παύλου και 7. Χριστίνας Μιχαήλ (ενδιαφερόμενα μέρη).
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 4(1)(ε) των περί Αστυνομίας (Γενικοί) Κανονισμοί του 1989, (Κ.Δ.Π. 51/1989) όπως τροποπ.) «οι Κανονισμοί», ο υποψήφιος για εγγραφή ή διορισμό στην Αστυνομία πρέπει, εκτός ειδικών λόγων που εγκρίνονται από τον Υπουργό με εισήγηση του Αρχηγού, να είναι ύψους όχι μικρότερου του 1.65 μ. οι άνδρες και 1.60 μ. οι γυναίκες.
Το πιο πάνω απαιτούμενο προσόν συμπεριλήφθηκε σε σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 2.10.2009 υπό τον τίτλο «κενές θέσεις στην Αστυνομία». Η αιτήτρια, 24 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν πτυχιούχος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και εργαζόταν ως ειδικός αστυφύλακας. Υπέβαλε αίτηση στις 15.10.2009 και στη συνέχεια παρακάθησε επιτυχώς στη γραπτή εξέταση για πρόσληψη, που διεξήχθη από το Συμβούλιο Προσλήψεων στις 16.1.2010. Σημειώνεται ότι στην επιστολή της Βοηθού Αρχηγού (Εκπ) Αστυνομίας, ημερ. 18.12.2009 με την οποία εκαλείτο η αιτήτρια στην πιο πάνω γραπτή εξέταση, καθίστατο σαφές, ότι το διορίζον όργανο θα αποφάσιζε σε μεταγενέστερο στάδιο, κατά πόσο αυτή κατείχε όλα τα βασικά απαιτούμενα προσόντα για διορισμό και ότι μια εκ των προϋποθέσεων για πρόσληψη αφορούσε το ύψος της το οποίο θα έπρεπε να ήταν τουλάχιστον 1.60 μ.
Μετά τη δημοσίευση του καταλόγου επιτυχόντων το Συμβούλιο Προσλήψεων προχώρησε στην αξιολόγηση των υποψηφίων, η οποία συμπεριέλαβε και την μέτρηση του ύψους τους που έγινε στην Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου, από τον υπεύθυνο του Γραφείο Προσλήψεων, στην παρουσία δύο μελών του Συμβουλίου Προσλήψεων.
Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση που υποβλήθηκε στην Πρόεδρο του Συμβουλίου Προσλήψεων, κατά τη μέτρηση του ύψους, όλοι οι υποψήφιοι ενημερώθηκαν για το αποτέλεσμα και ταυτόχρονα έλεγξαν οι ίδιοι προσωπικά το αποτέλεσμα.
Η αιτήτρια που σύμφωνα με τη μέτρηση είχε ύψος 1.59 μ. συμπεριλήφθηκε σε κατάλογο πέντε υποψηφίων που δεν πληρούσαν το συγκεκριμένο κριτήριο, ο οποίος τέθηκε ενώπιον του Αρχηγού, από την Πρόεδρο του Συμβουλίου Προσλήψεων, με την εισήγηση να μελετηθεί το ενδεχόμενο καθορισμού ειδικών λόγων/προϋποθέσεων για εξαίρεση υποψηφίων από το απαιτούμενο ύψος, κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 4(1)(ε) των Κανονισμών.
Ο Αρχηγός με επιστολή του ημερομ. 11.6.2010 πληροφόρησε το Συμβούλιο Προσλήψεων, ότι δεν συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι για να προβεί σε εισήγηση προς τον Υπουργό για μείωση του καθορισμένου ύψους προς όφελος των πέντε υποψηφίων. Ως αποτέλεσμα, η Πρόεδρος του Συμβουλίου Προσλήψεων ενημέρωσε με επιστολή της ημερομ. 30.6.2010 την αιτήτρια ότι η αίτησή της δεν μπορούσε να τύχει περαιτέρω αξιολόγησης και στις 6.9.2010 καταχωρίστηκε η παρούσα προσφυγή.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η απόφαση του αποκλεισμού της είναι το αποτέλεσμα:
i. άνισης μεταχείρισης και παράβασης της αρχής της ισότητας άρθρο 28 του Συντάγματος, και
ii. στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν προδικαστικά ζήτημα έλλειψης εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας για το λόγο ότι αυτή δεν πληρούσε απαιτούμενο προσόν για διορισμό και συγκεκριμένα το ύψος που για τις γυναίκες υποψηφίους δεν πρέπει σύμφωνα με τον (Κανονισμό 4(1)(ε) της Κ.Δ.Π. 51/89) να είναι μικρότερο του 1.60 μ.
Η αιτήτρια απαντά ότι εφόσον με τους λόγους ακυρότητας της προσφυγής της αμφισβητείται η νομιμότητα της πρόνοιας του Κανονισμού 4(1)(ε) των Κανονισμών για το κατώτατο αποδεκτό ύψος, ως ultra vires του νόμου και αντισυνταγματικό, επειδή αφορά ένα στοιχείο ανεξάρτητο της θέλησης των υποψηφίων, το ζήτημα καθίσταται επίδικο και θεμελιώνει το έννομο συμφέρον της για προσβολή της τελικής πράξης του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στην οποία ενσωματώθηκε η προπαρασκευαστική και ενδιάμεση πράξη του αποκλεισμού της.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Εφόσον η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα της πρόνοιας του Κανονισμού 4(1)(ε) των Κανονισμών για την επιβολή κατώτατου ορίου στο ύψος των υποψηφίων για εγγραφή ή διορισμό στην Αστυνομία και ο αποκλεισμός της είχε ως έρεισμα το ύψος της, το θέμα κατέστη επίδικο με αποτέλεσμα να διατηρείται το έννομο συμφέρον της για την αναθεώρηση της επίδικης απόφασης. (Βλ. Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ.13, Δήμητρα Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1810/2008, ημερομ. 12.12.2011.
Είναι η θέση της αιτήτριας, ότι με τον αποκλεισμό της λόγω του ύψους της, έχει παραβιαστεί η συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 28.2 του Συντάγματος) και η ίδια στερήθηκε του δικαιώματος να κριθεί με βάση την επιτυχία της στη γραπτή εξέταση, την αξία της, όπως αυτή προέκυπτε από την υπηρεσία της ως ειδικού αστυφύλακα και με βάση τα προσόντα της που θα ήταν χρήσιμα για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης.
Είναι η θέση της ότι η μεταχείριση που έτυχε δεν βασιζόταν σε αντικειμενική και εύλογη διάκριση, αφού στερήθηκε τη δυνατότητα να διεκδικήσει τη θέση, με μόνο κριτήριο το γεγονός ότι υπολειπόταν μόνο ένα εκατοστό από το καθορισμένο όριο ύψους το οποίο δεν είναι συνυφασμένο με τα καθήκοντα της θέσης και δημιουργεί αυθαίρετη διάκριση που εκμηδενίζει ουσιαστικά και αντικειμενικά στοιχεία κρίσης, όπως τα προσόντα, η αξία και η πείρα των υποψηφίων.
Οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι στην παρούσα περίπτωση, δεν έχει τεκμηριωθεί άνιση μεταχείριση ή δυσμενής διάκριση σε βάρος της αιτήτριας, ότι και οι πέντε συνολικά γυναίκες υποψήφιοι, οι οποίες, όπως διαπιστώθηκε δεν πληρούσαν το απαιτούμενο ύψος, αποκλείστηκαν, αφού κρίθηκε πως δεν συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι για χαλάρωση του ορίου του Κανονισμού 4(1)(ε) των Κανονισμών και ότι ο όρος «ίσοι ενώπιον του Νόμου» του άρθρου 28.1 του Συντάγματος δεν έχει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας, αλλά διασφαλίζει μόνο εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων χωρίς να αποκλείει εύλογες διακρίσεις, οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσεως των πραγμάτων.
Ο καθορισμός από το νομοθέτη του ύψους για πρόσληψη στην Αστυνομία, συνεχίζουν στην εισήγησή τους οι καθ΄ ων η αίτηση, δεν είναι ασυμβίβαστος με το άρθρο 28 του Συντάγματος, αλλά συνιστά εύλογη διαφοροποίηση σχετιζόμενη με τα αστυνομικά καθήκοντα. (Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 4 Α.Α.Δ. 456). Προσθέτουν δε ότι οι πρόνοιες του Κανονισμού 4(1)(ε) της Κ.Δ.Π. 51/89 έχουν ως έρεισμα τα άρθρα 13 και 17 του εξουσιοδοτούντος περί Αστυνομίας Νόμου του 2004 (Ν. 73(Ι)/2004 όπως έχει τροποπ.) και ότι οι περί Ειδικών Αστυνομικών (Διαδικασία Διορισμού και Οροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 2004 (Κ.Δ.Π. 214/2004) με βάση τους οποίους είχε προσληφθεί ως Ειδικός Αστυφύλακας η αιτήτρια, συνιστούν διαφορετικό νομικό πλαίσιο που δεν σχετίζεται με την παρούσα.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας δεν ευσταθούν. Ο Κανονισμός 4(1)(ε) των Κανονισμών που καθιερώνει το κατώτατο όριο ύψους για εισδοχή στις τάξεις της Αστυνομίας, έχει ήδη κριθεί ως συνταγματικά αποδεκτός. Στη Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) όπου ο τότε ισχύων Κανονισμός προέβλεπε ύψος όχι μικρότερο του 1.67 μ., η αιτήτρια παρά την επιτυχία της στη γραπτή εξέταση, αποκλείστηκε γιατί «μειονεκτούσε» σε ύψος (1.60 μ. αντί 1.67 μ.). Τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη, είχαν διοριστεί παρόλο που δεν διέθεταν το απαιτούμενο ύψος, λόγω κατοχής πανεπιστημιακού διπλώματος, η οποία θεωρήθηκε ως ειδικός λόγος για απόκλιση από την παραπάνω διάταξη και αφού ο Αρχηγός με την έγκριση του Υπουργού μείωσε το όριο ύψους στο 1.62 μ. με το αιτιολογικό ότι δεν υπήρχαν άλλοι υποψήφιοι με το απαιτούμενο αυτό σωματικό προσόν για τη συμπλήρωση των κενών θέσεων. Το Δικαστήριο αφού επεσήμανε ότι η πανεπιστημιακή μόρφωση μπορεί να αποτελέσει ειδικό λόγο για απόκλιση από το όριο του ύψους, υπέδειξε τα ακόλουθα (σελ. 463):
«Η έλλειψη υποψηφίων με το προβλεπόμενο ύψος δεν μπορεί, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, να συνιστά ειδικό λόγο παραγνώρισης της βούλησης του νομοθέτη. Η σωματική διάπλαση δεν είναι άσχετη με την επιτυχή εκτέλεση αστυνομικών καθηκόντων. Ο νομοθέτης ενσυνείδητα έκαμε τις επιλογές του καθορίζοντας το ύψος χωρίς να παρέχει ευχέρεια είτε στον Αρχηγό Αστυνομίας είτε στον Υπουργό να διαμορφώνει κατά βούληση το ύψος. Μόνο για εξειδικευμένους λόγους επιτρέπει την παρέκκλιση. Η προτεινόμενη από τη Δημοκρατία ερμηνεία δεν έχει οποιοδήποτε έρεισμα νομικό, ηθικό ή λογικό. Διαφορετική ερμηνεία θα αχρήστευε ουσιαστικά την παραπάνω διάταξη.»
Στην Mikrommatis v. The Republic, 2 R.S.C.C. 125 αποφασίστηκε ότι ο όρος «ίσοι ενώπιον του Νόμου» στο Αρθρο 28.1 του Συντάγματος έχει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας αλλά διασφαλίζει μόνο εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσης των πραγμάτων. Επίσης στην Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63 αναφέρεται ότι αποκλείονται διακρίσεις οι οποίες δεν ανάγονται σε εγγενείς διαφορές μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου. Αν τα υποκείμενα ή αντικείμενα της ρύθμισης είναι ομοιογενή, δεν χωρεί διάκριση. Αν είναι ανομοιογενή χωρεί και παρέχεται ευχέρεια για τη θεσμοθέτηση διάφορου κανόνα ή την υιοθέτηση διάφορης ρύθμισης (βλ. επίσης Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441). Σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της ομοιογένειας βλέπε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2), (1989) 3 Α.Α.Δ. 1931).
Στην παρούσα υπόθεση δεν τίθεται θέμα ανισότητας μεταξύ της αιτήτριας και των άλλων υποψηφίων. Ολοι οι υποψήφιοι τελούσαν κάτω από τις ίδιες συνθήκες εφ΄ όσον εφαρμόστηκε σε όλους ανεξαιρέτως το ενιαίο κριτήριο του ύψους. Ούτε και ο καθορισμός του κριτηρίου του ύψους μπορεί να θεωρηθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση ότι είναι αντίθετος ή ασυμβίβαστος με το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος γιατί αποτελεί εύλογο καθορισμό κριτηρίου και διαφοροποίηση η οποία ήταν εύλογα επιτρεπτή λαμβανομένης υπόψη της φύσης των καθηκόντων των αστυνομικών, όπου η σωματική διάπλαση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Η αιτήτρια και άλλες τέσσερις υποψήφιες εκ των οποίων οι τρεις ήταν, όπως και η αιτήτρια, κάτοχοι πανεπιστημιακών προσόντων, δεν πληρούσαν το κριτήριο του ύψους και αποκλείστηκαν, εφόσον ο Αρχηγός της Αστυνομίας, θεώρησε, ασκώντας, κατά την κρίση του τη σχετική διακριτική ευχέρεια που του παρέχεται από τον Κανονισμό 4(1)(ε) των Κανονισμών, ότι δεν συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι εξαίρεσης τους από το προβλεπόμενο κριτήριο.
Ως εκ τούτου δεν έχει τεκμηριωθεί οποιαδήποτε δυσμενής διάκριση σε βάρος της αιτήτριας. Εφαρμόστηκε για όλους τους υποψήφιους, το ενιαίο κριτήριο του κατώτατου αποδεκτού ύψους, ο καθορισμός του οποίου, δεν αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας εφόσον η ιδιαιτερότητα των αστυνομικών καθηκόντων εύλογα διασυνδέεται και με τη σωματική διάπλαση.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας να μην εξαιρέσει τις πέντε υποψήφιες που δεν πληρούσαν το απαιτούμενο ύψος, από το σχετικό Κανονισμό, παρά την εισήγηση της Προέδρου του Συμβουλίου Προσλήψεων, ήταν αναιτιολόγητη και λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα. Εισηγείται ότι συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι για έγκριση της απόκλισης από το προβλεπόμενο ύψος, οι οποίοι αφορούσαν την ανάγκη πλήρωσης όλων των θέσεων, αφού οι επιτυχόντες προσοντούχοι υποψήφιοι ήταν ογδόντα (80) και οι κενές θέσεις στην Αστυνομία και την Πυροσβεστική, ανέρχονταν συνολικά στις εκατόν είκοσι τρεις (123), ενώ τυχόν νέα διαδικασία και καταρτισμός νέου πίνακα διοριστέων θα απαιτούσε μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης, θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη τα προσόντα και η πείρα των πέντε υποψηφίων με μειωμένο ύψος εκ των οποίων οι τρεις υπηρετούσαν ως ειδικοί αστυφύλακες. Τα πιο πάνω συνιστούσαν κατά την αιτήτρια, λόγους δημοσίου συμφέροντος που επέβαλλαν την απόκλιση από το προκαθορισμένο όριο ή τουλάχιστον την παραπομπή της εισήγησης του Συμβουλίου Προσλήψεων στον Υπουργό.
Οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν. Ο Κανονισμός 4(1)(ε) των Κανονισμών παρέχει στον Αρχηγό τη δυνατότητα να εισηγηθεί στον Υπουργό, παράκαμψη του απαιτούμενου ύψους, κατ΄ εξαίρεση και για «ειδικούς λόγους».
Στην παρούσα ο Αρχηγός είχε ενώπιόν του την εισήγηση του Συμβουλίου Προσλήψεων και τους λόγους για τους οποίους εζητείτο η εξαίρεση των πέντε υποψηφίων από το προβλεπόμενο ύψος. Όπως δε, σημείωσε στην επιστολή του ημερομ. 11.6.2010, μελέτησε ξεχωριστά την κάθε περίπτωση και αποφάσισε να μην προχωρήσει σε μείωση, γιατί, κατά την κρίση του, τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιόν του δεν συνιστούσαν «ειδικούς λόγους», δηλαδή λόγους πέραν των συνήθων, όπως αναφέρονται στο σχετικό Κανονισμό.
Τα ακαδημαϊκά προσόντα και η πείρα των πέντε υποψηφίων, όπως και η υπηρεσία τριών από αυτές στη θέση του ειδικού αστυφύλακα ήταν επίσης εν γνώσει του, και συνυπολογίστηκαν, όμως κρίθηκε ότι τα προσόντα ή η προηγούμενη υπηρεσία δεν ήταν δυνατό να θεωρούνταν ως «ειδικοί λόγοι» κατά τρόπο που θα εξουδετέρωναν ένα απαιτούμενο προσόν.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Αρ. 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
ΣΦ.