ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ.  96/2012)

 

12 Ιουνίου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

A. M. O.,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

1.     ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

2.     ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Δ. Κακουλλής, για τον Αιτητή.

Δ. Παπαμιλτιάδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:     Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά:  

 

(Α)  Δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ημερ. 28.12.11, η οποία επιδόθηκε στον αιτητή την 5.1.12, και με την οποία οι καθ΄  ων η αίτηση απέρριψαν τη διοικητική προσφυγή του, κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, είναι άκυρη και στερημένη νομίμου αποτελέσματος.

 

(Β)  Δήλωση και/ή διάταγμα του δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η παραμονή του αιτητή στην Κύπρο μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας.

 

(Γ)  Οποιανδήποτε άλλη θεραπεία. 

 

Μεταξύ των νομικών σημείων και των γεγονότων στα οποία βασίζεται η προσφυγή είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα αναφορικά με τους ισχυρισμούς του αιτητή.  

 

Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από τη Δυτική Σαχάρα, στις 11.6.2007 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία επειδή, κατά τον ισχυρισμό του, αντιμετώπιζε προβλήματα στη χώρα του λόγω των  πολιτικών του πεποιθήσεων και της δράσης του.   Η αίτηση του απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και στις 17.8.2010 αυτός υπέβαλε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.  Η διοικητική προσφυγή του απορρίφθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφαση η οποία, σύμφωνα με τον αιτητή, είναι παράνομη για διάφορους λόγους.

 

Ο αιτητής κλήθηκε σε συνέντευξη δύο φορές ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Πρόβαλε διάφορους ισχυρισμούς οι οποίοι κρίθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου ως αναξιόπιστοι, επειδή στην εκδοχή του υπήρχαν αντιφάσεις, αοριστίες και γενικότητες, οι οποίες καθιστούσαν τη μαρτυρία του αναξιόπιστη.  Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, στην προσβαλλόμενη απόφαση της, αναφέρθηκε στην εκδοχή και τους ισχυρισμούς του αιτητή και αφού σημείωσε τις αντιφάσεις, τις γενικότητες και τις αοριστολογίες που η Υπηρεσία Ασύλου είχε επισημάνει, συμφώνησε και επικύρωσε την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου καθότι έκρινε τον αιτητή ως αναξιόπιστο και επομένως τους ισχυρισμούς του ως ανυπόστατους.  Εφόσον η μαρτυρία του αιτητή κατέρρευσε ως αναξιόπιστη, το αίτημα του για αναγνώριση καθεστώτος πρόσφυγα και συμπληρωματικής προστασίας δεν μπορούσε να γίνει δεκτό και απορρίφθηκε. 

 

Το ουσιαστικό θέμα που εγείρεται στην παρούσα προσφυγή είναι το κατά πόσον οι καθ΄  ων η  αίτηση προέβησαν σε επαρκή έρευνα αναφορικά με τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο αιτητής και κατά πόσον για την απόρριψη των ισχυρισμών του, έδωσαν επαρκή αιτιολογία.  Εξέτασα με πολλή προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, τόσο αυτά που υπάρχουν στο φάκελο του δικαστηρίου, όσο και αυτά που υπάρχουν στον υπηρεσιακό φάκελο που κατατέθηκε ενώπιον μου ως τεκμήριο 1.  Το καθήκον του ακυρωτικού δικαστηρίου δεν είναι βέβαια να ενεργήσει ως διοικητικό όργανο, αλλά, στην προκείμενη περίπτωση, είναι να ελέγξει κατά πόσον έγινε δέουσα έρευνα και κατά πόσον δόθηκε επαρκής αιτιολογία για την απόφαση του διοικητικού οργάνου. Σημειώνω συναφώς τα εξής: 

 

Η βασική θέση του αιτητή (ο οποίος, για προφανείς λόγους, αναφέρεται μόνο με τα αρχικά του), όπως φαίνεται στην αίτηση και τις δύο προφορικές συνεντεύξεις του, είναι ότι αυτός κατάγεται από τη Δυτική Σαχάρα και ανήκει στο λαό της χώρας αυτής και συγκεκριμένα στους Sahrawis.  Η Δυτική Σαχάρα ήταν υπό την κυριαρχία της Ισπανίας και όταν η Ισπανία απεχώρησε κατά την δεκαετία του 70 μέρος της Δυτικής Σαχάρας περιήλθε στην κατοχή του Μαρόκου.   Ο ίδιος ο αιτητής γεννήθηκε το 1965 στην πόλη La Youn της Δυτικής Σαχάρας η περιοχή της οποίας περιήλθε στην κατοχή του Μαρόκου.  Ο πατέρας και ο παππούς του ήταν μαχητές για την ελευθερία της Δυτικής Σαχάρας και πέθαναν αγωνιζόμενοι γι΄  αυτή.  Ο ίδιος επίσης είναι αγωνιστής για την ελευθερία της πατρίδος του και ανήκει στην οργάνωση Polisario η οποία αγωνίζεται για την απελευθέρωση της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες.  Το 1977, όταν δηλαδή ο αιτητής ήταν ανήλικος, εκτοπίστηκε, ουσιαστικά δια της βίας, μαζί με τη θεία του, από τις Μαροκινές Δυνάμεις, και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την πόλη La Youn της Δυτικής Σαχάρας και να εγκατασταθεί στην πόλη Agadir του Μαρόκου.   Εκεί παρέμεινε μέχρι το έτος 2007 όταν κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα και να έλθει, μέσω άλλων χωρών, στην κατεχόμενη Κύπρο και στη συνέχεια στην ελεύθερη περιοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Καθόλη τη διάρκεια της παραμονής του στο Μαρόκο βρισκόταν ουσιαστικά υπό αυστηρή παρακολούθηση εκ μέρους των Μαροκινών Αρχών επειδή ανήκε σε οικογένεια της Δυτικής Σαχάρας και επειδή η οικογένεια του και ο ίδιος είναι υπέρ της απελευθέρωσης της χώρας του από το Μαρόκο και της δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους.  Μεταξύ των ετών 1985 και 1990 φυλακίστηκε από τις Μαροκινές Αρχές ακριβώς λόγω της εθνικότητας, της φυλής και των πεποιθήσεων του.  Μετά την απελευθέρωση του σκέφθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα (Μαρόκο) αλλά αυτό ήταν δύσκολο λόγω της στενής παρακολούθησης από τις Αρχές και των περιορισμών  που υφίστατο.  Τελικά, το 2006, συνελήφθη κάποιος συγγενής του, ο οποίος έδωσε και το δικό του όνομα στις Μαροκινές Αρχές ως μέλος του Polisario, οπόταν η περαιτέρω παραμονή του στο Μαρόκο έγινε πολύ επικίνδυνη και αυτό τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη χώρα, μόλις κατάφερε να οργανώσει τη διαφυγή του, δηλαδή το 2007.  Σε περίπτωση επιστροφής του στο Μαρόκο θα αντιμετωπίσει κίνδυνο φυλάκισης ή ακόμα και εκτέλεσής του λόγω της εθνικότητας και της φυλής του αλλά και των πολιτικών του πεποιθήσεων και της δράσης του. 

 

Η Υπηρεσία Ασύλου και στη συνέχεια η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επεσήμαναν διάφορα σημεία τα οποία κατά την άποψη τους κλόνισαν την αξιοπιστία του αιτητή και τον κατέστησαν αναξιόπιστο μάρτυρα.   Το πρώτο στοιχείο ήταν η κατ΄  ισχυρισμό αντίφαση του αιτητή αναφορικά με το αν είχε επίσημα έγγραφα.   Είναι η θέση των καθ΄  ων η αίτηση ότι ο αιτητής ανέφερε στη μια συνέντευξη ότι είχε έγγραφα ενώ στην άλλη ότι δεν είχε.  Από σύγκριση των δύο συνεντεύξεων φαίνεται ότι ο αιτητής είπε, βασικά, πως δεν είχε έγγραφα επειδή δεν του επιτρεπόταν να έχει.  Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση οι καθ΄  ων η αίτηση  παρατήρησαν ότι, στη πρώτη συνέντευξη είχε πει ότι ήταν νυμφευμένος, ενώ στη δεύτερη είπε ότι δεν ήταν.  Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει σαφής ερώτηση στην πρώτη συνέντευξη αν είναι νυμφευμένος, την οποία ο αιτητής απάντησε καταφατικά.  Απλά ρωτήθηκε πού διαμένει η σύζυγος του και ανέφερε το όνομα της πόλης La Youn.  Στη δεύτερη συνέντευξη, όταν ρωτήθηκε, είπε ότι δεν είναι νυμφευμένος.  Οι καθ΄  ων η αίτηση παρατηρούν, επίσης, ότι υπήρχαν αμφιβολίες ως προς την καταγωγή του αιτητή και το λόγο που τον ώθησε να εγκαταλείψει το Μαρόκο.  Στην πραγματικότητα ο αιτητής πρόβαλε, με σταθερότητα, τις θέσεις του αναφορικά με την καταγωγή του, τις πεποιθήσεις της οικογενείας του και του ιδίου και τους λόγους για τους οποίους καταδιώχθηκε στο Μαρόκο.  Είναι όμως ορθό ότι μόνο στην δεύτερη συνέντευξη αναφέρθηκε στο εξάδελφο του που συνελήφθη το 2006.   Άλλο σημείο που απασχόλησε τους καθ΄ ων η αίτηση ήταν το γιατί ο αιτητής δεν μετοίκησε στο μέρος της Δυτικής Σαχάρας που είναι υπό τον έλεγχο του μετώπου Polisario.   Ο αιτητής απάντησε, κατά την εκτίμηση μου, και πάλι σταθερά, ότι το μέρος αυτό είναι το 20% της χώρας, είναι έρημος και οι συνθήκες διαβίωσης δύσκολες, και ότι θα του ήταν πολύ δύσκολο να μεταβεί εκεί λόγω της στενής παρακολούθησης που γινόταν από τις Μαροκινές Αρχές.  

 

Στην προσβαλλόμενη απόφαση, στη σελ. 11, μετά από ευρεία αναφορά στην απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, οι καθ΄  ων η αίτηση καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί, και επομένως ότι αυτός δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης του και ότι «ο προσφεύγων προέβαλε αναξιόπιστους και αντιφατικούς ισχυρισμούς, μη ικανοποιητικές απαντήσεις, που προκάλεσαν αμφιβολίες ως προς την ουσία και τον πυρήνα του αιτήματος του».   Καταληκτικά, στην προσβαλλόμενη απόφαση, αναφέρονται και τα εξής (σελ. 11):  «Η προσεκτική μελέτη του πραγματικού υλικού που περισυνέλεξε και ορθά έλαβε υπόψη η Υπηρεσία Ασύλου, υπαγόμενη στο σχετικό νομικό θεσμικό πλαίσιο που ορθά αναφέρθηκε και καταγράφεται από την Υπηρεσία Ασύλου, ορθά την οδήγησε στην αιτιολογημένη απόφαση που κοινοποιήθηκε στον προσφεύγοντα». 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ ότι αν η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων προέβαινε σε επαρκή έρευνα των ενώπιον της στοιχείων θα διαπίστωνε ότι οι περισσότεροι από τους λόγους που επικαλέστηκε η Υπηρεσία Ασύλου για να απορρίψει την εκδοχή του αιτητή, δεν ευσταθούσαν ή δεν ευσταθούσαν στο σύνολό τους και/ή ότι δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένοι. Επίσης θα διαπίστωνε ότι δεν υπήρχαν ουσιαστικές αοριστίες και γενικολογίες στην εκδοχή του αιτητή, όπως ισχυρίστηκαν οι καθ΄  ων η αίτηση, χωρίς να το αιτιολογήσουν.

 

Ενόψει των προαναφερομένων, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 28.12.2011 είναι αποτέλεσμα μή επαρκούς έρευνας και στερείται επαρκούς αιτιολογίας.  Επομένως ο αιτητής δικαιούται σε απόφαση ως η παράγραφος Α του αιτητικού της προσφυγής.  Όσον αφορά όμως το διάταγμα της παραγράφου Β του αιτητικού της προσφυγής, με το οποίο ζητείται όπως επιτραπεί η παραμονή του στην Κύπρο μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας, θεωρώ ότι δεν είναι διάταγμα που ο αιτητής θα πρέπει να ζητήσει από το δικαστήριο αλλά από τις αρμόδιες Αρχές.  Αν το δικαστήριο ενέκρινε τέτοιο διάταγμα, και μάλιστα χωρίς να υποβληθεί πρώτα αίτημα στις αρμόδιες Αρχές και να απορριφθεί, αυτό θα ισοδυναμούσε με έκδοση αδείας παραμονής του αιτητή, μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας, από το παρόν δικαστήριο, πράγμα ανεπίτρεπτο. 

 

Κατά συνέπεια, εκδίδεται απόφαση ως η παράγραφος Α του αιτητικού της προσφυγής και απορρίπτεται η θεραπεία της παραγράφου Β του αιτητικού της προσφυγής.  Η παράγραφος Γ είναι γενική και αόριστη και δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.  Υπό τις περιστάσεις επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή περιορισμένα στο ποσό των €500.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.

 

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                      Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.                         

                                      

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο