ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ.  1266/2011)

 

20 Ιουνίου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12, 28, 30, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΣΑΒΒΑΣ  ΑΡΓΥΡΟΥ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

         ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Λ. Ουστά (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δύο θεραπείες:  

 

(α)  Δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση αρ. 1, που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ΄ ου η αίτηση αρ. 2, ημερ. 10.8.2011, και με την οποία οι καθ΄ ων η  αίτηση αποφάσισαν για λόγους «δημοσίου συμφέροντος» που σχετίζονται με τη «διεξαγωγή ποινικής ανάκρισης» αναφορικά με την έκρηξη στο Μαρί, τον τερματισμό του διορισμού του από την θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς, είναι άκυρη και χωρίς έννομο αποτέλεσμα.

 

(β)   Δήλωση του δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη η παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση να αποκαταστήσουν τον αιτητή στην  ιεραρχία του Στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου υπηρετούσε πριν, αλλά και ανήκει, μετά τον τερματισμό του διορισμού του στη θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς.  Ζητείται επίσης να διαταχθεί να διενεργηθεί, ότι παραλήφθηκε να γίνει.

 

Μεταξύ των νομικών σημείων στα οποία βασίζεται η προσφυγή είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να ακουστεί πρώτα ο αιτητής, κατά παράβαση του Ν 158(Ι)/99, κατά παράβαση των αρχών του διοικητικού δικαίου και χωρίς δέουσα έρευνα και αιτιολογία. 

 

Ο αιτητής είναι Ανώτατος Αξιωματικός του Στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας, με υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.   Επιλέγηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο για να υπηρετήσει ως Υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς.  Με την προσβαλλόμενη απόφαση το Υπουργικό Συμβούλιο γνωστοποίησε στον αιτητή ότι για τον προαναφερόμενο λόγο αποφάσισε να τερματίσει το διορισμό του από τη θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς.    Είναι ισχυρισμός του αιτητή ότι η ιδιότητα του ως στελέχους του Στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν διακόπηκε ποτέ, όμως σ΄ αυτόν δεν ανατέθηκαν οποιαδήποτε καθήκοντα που αρμόζουν στο βαθμό του Αντιστρατήγου τον οποίον κατέχει.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση πρόβαλαν τέσσερις προδικαστικές ενστάσεις:

 

(α)    Ότι με το δικόγραφο της προσφυγής προσβάλλονται δύο, μη συναφείς, πράξεις και ζητούνται δύο, μη συναφείς, θεραπείες, πράγμα ανεπίτρεπτο.

 

(β)   Ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε παράλειψη που μπορεί να εξεταστεί δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. 

 

(γ)     Ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να ζητά τη θεραπεία (β) ανωτέρω καθότι ο τερματισμός του διορισμού του ως Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς, από το Υπουργικό Συμβούλιο, αναπόφευκτα οδηγεί και σε τερματισμό των υπηρεσιών του στο Στρατό της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

(δ)  Ότι η απόφαση τερματισμού του διορισμού του αιτητή στη θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς συνιστά Πράξη Κυβερνήσεως και ως τέτοια δεν προσβάλλεται δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Άνευ βλάβης των προδικαστικών ενστάσεων, οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε νόμιμα, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι εξειδικεύονται στην απόφαση που κοινοποιήθηκε στον αιτητή. 

 

Θεωρώ σκόπιμο να αρχίσω από την εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων.  Είναι θεμελιωμένο ότι με την ίδια προσφυγή μπορούν  να προσβληθούν δύο πράξεις που έχουν συνάφεια μεταξύ τους, όχι όμως δύο αυτοτελείς και ανεξάρτητες, η μια από την άλλη, πράξεις (Δέστε:  Georgiou v. Republic (1987)  3 C.L.R. 400, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959), σελ. 274, Θ. Τσάτσου, Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, 3η έκδοση, σελ. 357).  Δύο πράξεις θεωρούνται συναφείς όταν η μια αποτελεί προϋπόθεση της άλλης ή όταν και οι δύο αφορούν στον ίδιο αιτητή, στηρίζονται στις ίδιες διατάξεις του νόμου, έχουν ταυτόσημη αιτιολογία και εκδόθηκαν στην ίδια διοικητική διαδικασία από το ίδιο όργανο (Δέστε:  Ν. Χρ. Χαραλάμπους, Η Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης, 2η έκδοση, σελ. 42).   Όταν με το ίδιο δικόγραφο προσβάλλονται δύο ή περισσότερες πράξεις που δεν έχουν συνάφεια μεταξύ τους, εκδικάζεται μόνο η πρώτη (Δέστε, μεταξύ άλλων:   Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (αρ. 1) (1995) 3 Α.Α.Δ., 379 και Ν. Χρ. Χαραλάμπους, ανωτέρω, σελ. 42-44)).

 

Στην παρούσα υπόθεση θεωρώ ότι με την προσφυγή του αιτητή προσβάλλονται δύο ξεχωριστές και μη συναφείς πράξεις:   (α)  η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 10.8.2011 με την οποίαν αποφασίστηκε ο τερματισμός του διορισμού του αιτητή στη θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς, από εκείνη την ημερομηνία και (β)   η παράλειψη των καθ΄  ων η αίτηση να αποκαταστήσουν τον αιτητή στην ιεραρχία του Στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρά την επιστολή του αιτητή ημερ. 22.8.2011 με την οποία οι καθ΄ ων η αίτηση καλούνταν να το πράξουν.  Ενόψει των προαναφερθέντων θεωρώ ότι θα πρέπει να εξετάσω μόνον την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη της 10.8.2011 και όχι την κατ΄ ισχυρισμό παράνομη παράλειψη των καθ΄  ων η αίτηση να αποκαταστήσουν τον αιτητή στο Στρατό της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Η δεύτερη και η τρίτη προδικαστική ένσταση αφορούν ουσιαστικά στη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη και τη δεύτερη θεραπεία που ζητά ο αιτητής με την προσφυγή του, και επομένως δεν θα τις εξετάσω.   Με την τέταρτη προδικαστική ένσταση γίνεται ισχυρισμός ότι η απόφαση τερματισμού του διορισμού του αιτητή στη θέση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς συνιστά Πράξη Κυβερνήσεως που δεν ελέγχεται από το Ακυρωτικό Δικαστήριο.

 

Στην υπόθεση Σερδάρης ν. Προέδρου Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ., 369 αποφασίστηκε ότι η απόφαση τερματισμού των υπηρεσιών του Υπαρχηγού της Αστυνομίας είναι Πράξη Κυβερνήσεως και ως τέτοια δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.   Ο Υπαρχηγός Αστυνομίας διορίζεται και παύεται με απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας σύμφωνα με τα άρθρα 47 και 131 του Συντάγματος.  Αποφασίστηκε ότι, η αποκλειστική εξουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας να διορίζει τον Υπαρχηγό Αστυνομίας δυνάμει του άρθρου 131 του Συντάγματος και η αποκλειστική εξουσία του να τερματίζει τις υπηρεσίες του, δυνάμει του άρθρου 47 του Συντάγματος, χωρίς κανένα περιορισμό και χωρίς να τίθεται και οποιοδήποτε κριτήριο για την άσκηση της εξουσίας εκείνης, καθιστά τη συγκεκριμένη πράξη, Πράξη Κυβερνήσεως η οποία δεν ελέγχεται δικαστικά.   Οι Πράξεις Κυβερνήσεως εκδίδονται με βάση αρμοδιότητα που παρέχεται από το Σύνταγμα και ρυθμίζουν θέματα σχετικά με την πολιτική εξουσία ή κυβερνητική λειτουργία.  Τα όρια αυτής της εξουσίας καθορίζονται από την νομολογία.  

Το ζήτημα των Πράξεων Κυβερνήσεως εξετάστηκε πολύ πρόσφατα από την Πλήρη Ολομέλεια στις Υποθέσεις 551/13 κ.α., Χριστοδούλου κ.α. ν.  Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ.α., ημερ. 7.6.2013.   Είναι προφανές ότι η σημερινή τάση της νομολογίας δεν ευνοεί τη διεύρυνση των Πράξεων Κυβερνήσεως οι οποίες δεν ελέγχονται δικαστικά.  Παραδοσιακά οι Πράξεις Κυβερνήσεως συνδέονταν με τη διπλωματική δραστηριότητα και τις διεθνείς σχέσεις μιας χώρας και γι΄  αυτό, τα δικαστήρια αναγνώρισαν ότι δεν ήταν αρμόδια να ελέγχουν, τέτοιας φύσεως, πράξεις.  Η στάση του Γαλλικού Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο και καθιέρωσε τις Πράξεις αυτές (Actes de Gouvernement), συνίσταται στο ότι, το Συμβούλιο της Επικρατείας περιορίζει τον έλεγχο και την παρέμβαση του αναφορικά με σχέσεις μεταξύ της Νομοθετικής και της Εκτελεστικής Εξουσίας καθώς και πράξεις που αφορούν στη διπλωματική δράση και θεωρούνται αποκλειστικό προνόμιο της Εκτελεστικής Εξουσίας.

 

Έχοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, και αφού παρατήρησα ότι ο διορισμός και η παύση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς γίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και όχι από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, δυνάμει του Συντάγματος, όπως συμβαίνει με τον Αρχηγό και Υπαρχηγό της Αστυνομίας (και τον Αρχηγό και Υπαρχηγό του Στρατού), κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο διορισμός και η παύση του Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς δεν  μπορεί να θεωρηθεί ως Πράξη Κυβερνήσεως που εκφεύγει του δικαστικού  ελέγχου (Δέστε τον Νόμο που ενοποιεί και αναθεωρεί τους περί της Εθνικής Φρουράς Νόμους του 1964-2008, Ν 19(Ι)/2011, άρθρο 10).

 

Με βάση τα προαναφερόμενα θα προχωρήσω στην εξέταση της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 10.8.2011.  Είναι προφανές από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι, μετά από σχετική γνωμάτευση, οι καθ΄ ων η αίτηση προχώρησαν στον τερματισμό του διορισμού του αιτητή στη θέση Υπαρχηγού της Εθνικής Φρουράς, από τις 10.8.2011, επειδή αυτός (ο αιτητής) δεν μπορούσε, νόμιμα, να τεθεί σε διαθεσιμότητα, εκκρεμούσης της ποινικής ανάκρισης που διεξαγόταν από την Αστυνομία αναφορικά με την έκρηξη των εμπορευματοκιβωτίων που συνέβηκε στις 11.7.2011 στο Μαρί.  

 

Εάν διατασσόταν η διαθεσιμότητα του αιτητή, πριν του επιβληθεί εκείνο το μέτρο, θα έπρεπε να του είχε παραχωρηθεί το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης (Δέστε:  Άρθρο 43 του Ν 158(Ι)/99, το οποίο προνοεί για δικαίωμα ακρόασης σε κάθε περίπτωση λήψης απόφασης δυσμενούς για το διοικούμενο, και ΡΙΚ κ.α. ν. Κέττηρου κ.α. (2007) 3 Α.Α.Δ., 555).  Εφόσον, όπως είναι καλά θεμελιωμένο, στις περιπτώσεις διαθεσιμότητας υπάρχει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του διοικούμενου, θεωρώ ότι, a fortiori, και στην περίπτωση του τερματισμού του διορισμού κάποιου προσώπου, όπως έγινε με τον αιτητή, θα πρέπει να του παρέχεται προηγούμενο δικαίωμα ακρόασης.  Ο τερματισμός διορισμού είναι μέτρο επαχθέστερο, για τον επηρεαζόμενο, από το μέτρο της διαθεσιμότητας.   Επομένως, κατά την κρίση μου, δεν νοείται να μην παρέχεται, στον δυσμενώς επηρεαζόμενο διοικούμενο, προηγούμενο δικαίωμα ακρόασης ώστε αυτός να έχει την ευκαιρία να θέσει τους ισχυρισμούς του, ενώπιον του αρμοδίου οργάνου, πριν τη λήψη της απόφασης.

 

Εφόσον στην προκείμενη περίπτωση δεν παρασχέθηκε δικαίωμα ακρόασης στον αιτητή θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 10.8.2011 υπόκειται σε ακύρωση.  Επιπρόσθετα, όμως, είναι θεμελιωμένο ότι όταν γίνεται επίκληση λόγων «δημοσίου συμφέροντος» το δημόσιο συμφέρον θα πρέπει να εξειδικεύεται και να συγκεκριμενοποιείται επαρκώς.  Στην παρούσα υπόθεση, στην προσβαλλόμενη απόφαση, αναγράφεται μόνο ότι ο τερματισμός του διορισμού του αιτητή αποφασίστηκε «για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι σχετίζονται με τη διεξαγόμενη από την Αστυνομία ποινική ανάκριση αναφορικά με την έκρηξη εμπορευματοκιβωτίων, που επισυνέβη στις 11 Ιουλίου, 2011 στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, Λάρνακας».    Κατά την εκτίμηση μου δεν υπάρχει επαρκής συγκεκριμενοποίηση και εξειδίκευση του δημοσίου συμφέροντος, όπως απαιτείται από τη νομολογία, και επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση της 10.8.2011 υπόκειται σε ακύρωση και γι΄  αυτό το λόγο.

 

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η προσφυγή επιτυγχάνει αναφορικά με την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση και εκδίδεται δηλωτική απόφαση του δικαστηρίου ως η παράγραφος Α του αιτητικού της προσφυγής.  Έξοδα €1.000.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ του αιτητή.

 

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                        Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.                                                

 

 

       

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο