ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

          (Συνεκδ. Υποθ. Αρ.290 /2012, 291/12, 292/12, 293/12)

 

20 Φεβρουαρίου, 2013

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με τo ΄Αρθρo 146 του Συντάγματος

(Υποθ. Αρ.290 /2012)

GERASIMOS KAPSASKIS

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ EΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

                                                  (Υποθ. Αρ.291 /2012)

 

ILIEV PAVEL

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ EΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

          (Υποθ. Αρ.292 /2012)

 

ANGELOV KALIN SLAVOV

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ EΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

          (Υποθ. Αρ.293 /2012)

 

KRISTIAN BEKEFI

                                                              Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ EΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

 

Aχ.Αιμιλιανίδης, για τους αιτητές

Λ.Χριστοδουλίδου-Ζαννέττου, (κα.) για τους καθ΄ων η αίτηση.

---------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   H απέλαση από, και η απαγόρευση εισόδου, των αιτητών, στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης στις παρούσες προσφυγές, που συνεκδικάζονται. 

 

Ο Αιτητής στην προσφυγή 290/2012, στο εξής ο Αιτητής αρ.1, είναι ελληνοαμερικανικής καταγωγής, κάτοχος αμερικανικού διαβατηρίου και ελληνικής ταυτότητας. 

 

Ο Αιτητής στην προσφυγή 291/2012, στο εξής ο Αιτητής αρ.2,  κατάγεται από τη Βουλγαρία, και είναι κάτοχος βουλγαρικής ταυτότητας.

 

Ο Αιτητής στην προσφυγή 292/2012, στο εξής ο Αιτητής αρ.3, κατάγεται από τη Βουλγαρία.

 

Ο Αιτητής στην προσφυγή 293/2012, στο εξής ο Αιτητής αρ.4, κατάγεται από την Ουγγαρία.

 

Οι Αιτητές 3 και 4 υπέβαλαν αίτηση για έκδοση Βεβαίωσης Εγγραφής Πολίτη της ΄Ενωσης, ως εργαζόμενοι μισθωτοί. 

 

Υπήρχαν, στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Αμμοχώστου, πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες οι Αιτητές ήταν μέλη «φατρίας», που δραστηριοποιείτο στην περιοχή Αμμοχώστου.  Περαιτέρω, οι πληροφορίες έφεραν τους Αιτητές να είναι εμπλεκόμενοι σε διάφορες εγκληματικές ενέργειες.  Σε ορισμένες από αυτές εκκρεμούσαν ενώπιον του Δικαστηρίου ποινικές υποθέσεις.  Σε κάποιο στάδιο, ο Γενικός Εισαγγελέας, κατόπιν εισήγησης της Αστυνομίας, αποφάσισε την αναστολή της ποινικής δίωξης εναντίον των Αιτητών. 

 

Η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του κλιμακίου Αμμοχώστου, με επιστολή της ημερ. 6 Σεπτεμβρίου, 2011, απευθυνόμενη προς το Διευθυντή της Υπηρεσίας, τον  πληροφόρησε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας, αφού εξέτασε τις υποθέσεις των Αιτητών, έδωσε οδηγίες να απελαθούν, και τα ονόματα τους να τοποθετηθούν στον κατάλογο των απαγορευμένων προσώπων για είσοδο στη Δημοκρατία.  Με την ίδια επιστολή, έγινε εισήγηση για έκδοση διατάγματος κράτησης και απέλασης των Αιτητών.   

 

Ο Υπουργός Εσωτερικών, ενεργώντας δυνάμει του άρθρου 6(1)(ζ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, κήρυξε τους Αιτητές ως απαγορευμένους μετανάστες.  Έκρινε παράλληλα, ότι αποτελούν πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, για τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας.

 

Στις 6 Σεπτεμβρίου, 2011, εκδόθηκαν εναντίον των Αιτητών διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Οι Αιτητές αρ. 1 και 2 απελάθηκαν στις 9 Σεπτεμβρίου, 2011, ο Αιτητής αρ. 3 απελάθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου, 2011 και ο Αιτητής αρ. 4 στις 10 Σεπτεμβρίου, 2011.

 

Λόγω της διαπίστωσης ότι τα πιο πάνω διατάγματα κράτησης και απέλασης είχαν εκδοθεί, εδραζóμενα σε λανθασμένη νομική βάση, ο Υπουργός Εσωτερικών τα ανακάλεσε στις 21 Φεβρουαρίου 2012.  Στη συνέχεια, κήρυξε και πάλι τους Αιτητές ως απαγορευμένους μετανάστες, κρίνοντας ότι αποτελούν απειλή για τη δημόσια τάξη.  Περαιτέρω, εξέδωσε διατάγματα απαγόρευσης εισόδου τους στη Δημοκρατία για τα επόμενα δέκα χρόνια.   Ενημερώθηκαν σχετικά οι Αιτητές, με επιστολή ημερομηνίας 21 Φεβρουαρίου 2012.

 

Οι Αιτητές, με την προσφυγή τους, αμφισβητούν τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης.  Ισχυρίζονται ότι, με τις ενέργειες της διοίκησης, έχουν παραβιαστεί τα δικαιώματά τους, τα οποία καλύπτονται από το Άρθρο 12 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σύμφωνα με τα οποία κατοχυρώνεται το τεκμήριο της αθωότητας.   Πρόβαλαν, επί τούτου, ότι, χωρίς δίκη από αρμόδιο Δικαστήριο, και, ταυτοχρόνως, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε απόδειξη για την ενοχή τους, τιμωρήθηκαν.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 6(1)(ζ) του Κεφ. 105, δεν επιτρέπεται η είσοδος στη Δημοκρατία:

«ζ. σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο φαίνεται από μαρτυρία την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο δυνατό να θεωρήσει επαρκή, ότι ενδέχεται να συμπεριφερθεί κατά κάποιο τρόπο που να καταστεί επικίνδυνο στην ησυχία, δημόσια τάξη, έννομη τάξη ή δημόσια ήθη. ...»

 

Καθίσταται, συναφώς, εύλογο ότι για την κήρυξη κάποιου ως ενεστώσα απειλή, δεν είναι προαπαιτούμενο η ύπαρξη καταδικαστικής απόφασης, όπως στην περίπτωση που κάποιος θα μπορούσε να κριθεί ότι αποτελεί απειλή για τη δημόσια τάξη, σύμφωνα με το Άρθρο 6(1)(δ), όταν έχει καταδικαστεί από το Δικαστήριο.

 

Η κρίση, συναφώς, των Καθ΄ων η Αίτηση, ότι οι Αιτητές αποτελούν ενεστώσα απειλή, βασίζεται σε πληροφορίες που κατείχαν, και ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας των περιστατικών της υπόθεσης για κάθε Αιτητή.   Η συγκεκριμένη απόφαση δεν λήφθηκε υπό τη μορφή της ποινής, αλλά αποτελεί έκφραση και άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του διοικητικού οργάνου. (βλ. Υπόθ. αρ. 1486/2011 Sharma v Δημοκρατίας, ημερ. 11.2.2013 και Υποθ. αρ. 1651/2008 Hoeksama v Δημοκρατίας, ημερ. 10.3.2011). 

 

Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Eddine v. Δημοκρατίας, 2008, 3 ΑΑΔ 395:

«Παρέχεται επαρκές πραγματικό έρεισμα για την αρνητική απόφαση εφόσον συγκεντρώνονται, από κατάλληλες πηγές, πληροφορίες που ευλόγως προκαλούν ανησυχία αναφορικά με την παρουσία του αλλοδαπού στην Κύπρο.  Ακόμα και γενικές ενδείξεις περί ενδεχόμενου προβλήματος μπορεί να δικαιολογήσουν την αρνητική απόφαση.  Η όποια αμφιβολία λειτουργεί υπέρ της Δημοκρατίας.»

 

Οι υποχρεώσεις του κράτους για θέματα παροχής άδειας εισόδου και παραμονής αλλοδαπών υπογραμμίζουν ότι τα δικαιώματα αυτά πρέπει να αντικρίζονται με καλή πίστη (βλ. Amanda Marga Ltd. V. Republic (1985)  3(D) C.L.R. 2583, 2587).  Χαρακτηριστικά στην υπόθεση Moyo & Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, ο Δικαστής Πικής (όπως ήταν τότε) τόνισε ότι:

«The right of the State to regulate the length of stay of an alien in the country is likewise an attribute of the sovereignty and territorial integrity of the country.  Professor Jacobs observes in his work on the interpretation and application of the European Convention on Human Rights, neither the Convention nor the protocols thereto impose any restrictions on the right to expel an alien from the country (Clarendon Press, Oxford 1975, p. 31).»

Η εκτίμηση των γεγονότων που γίνεται από την διοίκηση, δεν ελέγχεται από το Δικαστήριο, το οποίο επεμβαίνει μόνο όταν τα συμπεράσματα των καθ΄ων η αίτηση δεν είναι εύλογα ή είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα ή τον Νόμο ή αν, στην εξεταζόμενη περίπτωση, η διοίκηση είχε υπερβεί τα όρια της διακριτικής της εξουσίας, η οποία, θα πρέπει να σημειώσω, σε περιπτώσεις απέλασης ή άρνησης εισόδου, είναι αρκούντως ευρεία, έτσι ώστε να συνάδει με την έννοια της εδαφικής κυριαρχίας.   Θεωρώ, συναφώς, ότι οι Καθ΄ων η Αίτηση ενήργησαν εντός του πλαισίου της νομιμότητας, συνεπώς, αυτός ο λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.

 

Οι Αιτητές πρόβαλαν, περαιτέρω, ότι η συγκεκριμένη, υπό αμφισβήτηση, απόφαση, λήφθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 29 του περί Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμο του 2007 (Ν.7(Ι)/2007).

 

Ήταν η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των Αιτητών ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 29, η ύπαρξη προηγούμενων καταδικών δεν αποτελεί επαρκές στοιχείο για την έκδοση διατάγματος απέλασης για λόγους δημοσίας τάξεως ή δημοσίας ασφαλείας.   Θα πρέπει, πρόσθεσε ο συνήγορος, να υπάρχουν και επιπρόσθετες προϋποθέσεις, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει, ούτε ακόμη και η καταδικαστική για τους Αιτητές απόφαση.

 

Το Άρθρο 29 του Νόμου 7(Ι)/2007, προβλέπει:

«29.-(1)  Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Μέρους, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει περιορισμούς στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας.

 

(2)  Δε δύναται να γίνεται επίκληση των λόγων του εδαφίου (1) για την εξυπηρέτηση οικονομικών σκοπών.

 

(3)(α)  Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ατόμου που το αφορά, η οποία πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας:

 

Νοείται ότι, δεν επιτρέπεται η επίκληση λόγων που δε συνδέονται με τα στοιχεία της εκάστοτε ατομικής περίπτωσης ούτε η επίκληση λόγων γενικής πρόληψης.

 

(β)  Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αφ΄εαυτών λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων.

 

(4)  Για να εξακριβωθεί κατά πόσο ο ενδιαφερόμενος συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια, κατά την έκδοση βεβαίωσης εγγραφής ή κατά την έκδοση του δελτίου διαμονής, η αρμόδια αρχή δύναται, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, να ζητά από το κράτος μέλος καταγωγής του ενδιαφερομένου και, ενδεχομένως, από άλλα κράτη μέλη, να της παρέχουν εντός δύο μηνών το αργότερο πληροφορίες για το ποινικό μητρώο, που πιθανόν να έχει ο ενδιαφερόμενος:

Νοείται ότι, η έρευνα αυτή δε δύναται να έχει συστηματικό χαρακτήρα.»

 

Με βάση τις πρόνοιες του πιο πάνω Άρθρου, οι Καθ΄ων η Αίτηση είχαν τη δυνατότητα να επιβάλουν περιορισμό στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των ευρωπαίων πολιτών για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας.   Επιπροσθέτως των πιο πάνω, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψην και άλλα στοιχεία, πάντοτε για σκοπούς τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, όπως προνοεί το Άρθρο 29(3)(α) του Νόμου.

 

Οι Καθ΄ων η Αίτηση, πριν προβούν στη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης, είχαν, όπως διαπιστώνεται από τον φάκελο της υπόθεσης που κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, ερευνήσει τις προσωπικές περιστάσεις των Αιτητών, διαπιστώνοντας ότι δεν είχαν κανένα δεσμό με τη Δημοκρατία και προχώρησαν στην απαγόρευση επανεισόδου τους στη χώρα (Τεκμήριο 1 Ερυθρό 82, Τεκμήριο 2 Ερυθρό 93, Τεκμήριο 3 Ερυθρό 100 και Τεκμήριο 4 Ερυθρό 98).  Οι λόγοι δημοσίας τάξεως και ασφαλείας που προβάλλονται, βασίζονται σε πληροφορίες της Αστυνομίας αναφορικά με εγκληματικές ενέργειες των Αιτητών.   Ενόψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι η απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

Στο πλαίσιο της προσφυγής υπ΄αρ. 293/2012, την οποία καταχώρησε ο Αιτητής αρ. 4, εκδόθηκε μετά από μονομερή αίτηση, ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 7 Μαρτίου, 2012.   Ο αδελφός Δικαστής Κραμβής, ο οποίος είχε επιληφθεί της υπόθεσης, αναφέρει τα πιο κάτω, τα οποία, έστω και αν αφορούσαν ενδιάμεση αίτηση, είμαι της γνώμης ότι εφαρμόζονται και επί της ουσίας:

«Περιοριζόμενος στα πλαίσια εξέτασης της μονομερούς αίτησης, σημειώνω ότι στις περιπτώσεις όπου τα στοιχεία προέρχονται από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης και όντως προκαλούν ανησυχία αναφορικά με την παρουσία αλλοδαπού στην Κύπρο, μπορεί να δικαιολογήσουν απόφαση για άμεση απέλαση του εν λόγω προσώπου έστω και αν δεν ξεπερνούν τα όρια των γενικών ενδείξεων.  Ταυτόχρονα, τα δικαιώματα του προσώπου εναντίον του οποίου στρέφεται το διάταγμα απέλασης ή/και η απαγόρευση επανεισόδου του στη Δημοκρατία πρέπει να αντικρίζονται με καλή πίστη.  Βλ. Moyo & Another v. Republic (1988) 3 CLR 1203.»

 

Η ευχέρεια που παρέχεται στην διοίκηση αναφορικά με θέματα εισόδου, παραμονής και εργασίας αλλοδαπών, είναι, με βάση τις πρόνοιες του Νόμου, μεγάλη.  Η διακριτική αυτή εξουσία είναι πολύ πλατιά και οι Καθ΄ων η Αίτηση δεν έχουν υποχρέωση παροχής οποιωνδήποτε εξηγήσεων σε συνάρτηση με έκδοση διατάγματος απαγόρευσης εισόδου σε αλλοδαπό, για σκοπούς ασφαλείας. 

 

Στις περιπτώσεις που η διοίκηση επικαλείται λόγους ασφαλείας, η διακριτική αυτή ευχέρεια, καθίσταται πιο πλατιά.  Ο οποιοσδήποτε κίνδυνος που δημιουργείται για την εσωτερική τάξη και εθνική ασφάλεια, επιτρέπει και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η απέλαση ενός αλλοδαπού.

 

Η διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να παρέχει οποιονδήποτε λόγο για απέλαση αλλοδαπού λόγω θεμάτων ασφαλείας ή για άρνηση εισόδου στη Δημοκρατία.   Το Δικαστήριο δεν ερευνά τους λόγους της κρατικής ασφάλειας, θέμα που άπτεται στη δικαιοδοσία της εκτελεστικής εξουσίας.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, οι προσφυγές απορρίπτονται.  Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Καθ΄ων η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών.   Ενόψει του γεγονότος ότι οι προσφυγές έχουν συνεκδικαστεί, το ύψος των εξόδων για έκαστη προσφυγή, θα μειωθεί κατά το ένα τρίτο.

 

                                                                      Κ. Παμπαλλής,

                                                                                  Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο