ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 42/2011)

 

24 Ιανουαρίου 2013

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

GUILAN ZHOU,

Αιτήτρια

- ΚΑΙ -

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.   ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------------------

Χρ. Χριστούδιας, για την Αιτήτρια.

Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

--------------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση ημερ. 3.11.2010, με την οποία η Διευθύντρια Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, (εφεξής «η Διευθύντρια»), απέρριψε αίτηση  για εγγραφή της ως Κυπρίας πολίτιδας λόγω γάμου της με Κύπριο Υπήκοο. 

 

         Η αιτήτρια η οποία έλκει την καταγωγή της από την Κίνα, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 3.10.2003, στις δε 2.12.2004 τέλεσε πολιτικό γάμο με Κύπριο υπήκοο.  Στις 12.2.2008 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση της Κυπριακής υπηκοότητας με εγγραφή της ως σύζυγος Κύπριου υπηκόου, η οποία, αφού εξετάστηκε,  απορρίφθηκε   δυνάμει της δεύτερης επιφύλαξης του   άρθρου   110(2) του περί  Αρχείου  Πληθυσμού   Νόμου   αρ. 141(Ι)/2002, (εφεξής «ο Νόμος»), ως τροποποιήθηκε.  Ο λόγος της απόρριψης ήταν η θεωρούμενη ως παράνομη προηγούμενη παραμονή της αιτήτριας στην Κύπρο σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία η αιτήτρια καθυστερούσε να υποβάλει αίτηση για άδεια προσωρινής παραμονής είτε ως φοιτήτρια, είτε ως σύζυγος Κυπρίου υπηκόοου. Εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα με τα δεδομένα που αναφέρονται στην ένσταση της Δημοκρατίας, η άδεια ανανεωνόταν ανελλιπώς μέχρι και τις 9.12.2011.

 

         Κατά τις διευκρινίσεις, ο κ. Χριστούδιας εκ μέρους της αιτήτριας, απέσυρε όλους τους λόγους ακύρωσης που αναφέρονται στην προσφυγή, πλην του λόγου που απαντάται στην παρ. Β, που συναρτάται με την εισήγηση ότι η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί ως παράνομη και άνευ οιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος λόγω έκδοσης της από αναρμόδιο όργανο.  Όπως εξηγείται στη γραπτή αγόρευση και αναπτύχθηκε  περαιτέρω στις διευκρινίσεις, η εισήγηση έχει ουσιαστικά δύο πτυχές.  Η πρώτη, αφορά τη θέση ότι η εξουσιοδότηση που είχε δοθεί στη Διευθύντρια δυνάμει της απόφασης του τότε Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 17.6.2000, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 13.10.2000, λήφθηκε στη βάση της  προηγούμενης νομοθεσίας, η οποία αντικαταστάθηκε από το Νόμο, χωρίς να έχει ποτέ και μέχρι σήμερα εκδοθεί νέα εξουσιοδότηση δυνάμει του ισχύοντος Νόμου.  Κατά την εισήγηση, η απόφαση για απόρριψη της αίτησης έπρεπε να είχε εξεταστεί από τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών, ως αναφέρεται στο άρθρο 110(2) του Νόμου και όχι από την Διευθύντρια.  Περαιτέρω, η απόφαση που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια φέρει την υπογραφή κάποιας «Ε. Μαραθεύτου για Διευθύντρια», χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε έγγραφο που να εξουσιοδοτεί την εν λόγω λειτουργό, που είναι απλή γραφέας, κατά τη θέση του συνηγόρου, να εκδίδει και να υπογράφει τέτοιες αποφάσεις. 

 

         Οι καθ΄ ων υποστηρίζουν ως προς τα πιο πάνω, ότι η εξουσιοδότηση που δόθηκε στο λειτουργό μετανάστευσης στις 17.6.2000, όπως δημοσιεύθηκε στις 13.10.2000, αποτελεί πλήρη εξουσιοδότηση εφόσον είχε εκδοθεί δυνάμει του νόμου αρ. 23/62 και των περί Πολίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας Κανονισμών του 1969-2000, οι οποίοι και διατηρήθηκαν σε ισχύ δυνάμει του άρθρου 124(2), του Νόμου.  Σύμφωνα, περαιτέρω, με το άρθρο 4 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ο Διευθυντής δύναται να εκχωρεί την εκτέλεση οποιωνδήποτε καθηκόντων σε οποιονδήποτε υπάλληλο του γραφείου του, «Διευθυντής» δε, δυνάμει του άρθρου 2 του Κεφ. 105, σημαίνει τον Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ενώ «Τμήμα» είναι το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.  Η εξουσιοδότηση ημερ. 17.6.2000 επισυνάφθηκε ως Παράρτημα 1 στην αγόρευση των καθ΄ ων. 

 

         Όσον αφορά το γεγονός ότι την επίδικη επιστολή απόρριψης υπογράφει η Ε. Μαραθεύτου, τα δεδομένα παραπέμπουν στο ότι η κα Μαραθεύτου παρέθεσε σε σημείωμα της πλήρη και λεπτομερή στοιχεία αναφορικά με την αίτηση της αιτήτριας για λήψη απόφασης, η οποία απόφαση λήφθηκε από την ίδια τη Διευθύντρια στις 20.10.2010. 

 

         Κατά τις διευκρινίσεις στις 9.1.2013, δηλώθηκε από την       κα Ουστά, εκ μέρους των καθ΄ ων, ότι ο διοικητικός φάκελος του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης δεν είχε ανευρεθεί παρά το γεγονός ότι αναζητείτο από το Τμήμα για δύο μήνες.  Δηλώθηκε όμως από τη δικηγόρο της Δημοκρατίας ότι όλα τα απαραίτητα στοιχεία σε σχέση με την ανανέωση των αδειών της αιτήτριας τέθηκαν ως Παραρτήματα στην ένσταση, ο δε κ. Χριστούδιας συναίνεσε στην μη κατάθεση του φακέλου, παρά την αντίθετη θέση που είχε αρχικά λάβει στις 3.12.2012. 

 

         Με τα πιο πάνω ως δεδομένα, προκύπτει ότι όντως το άρθρο 124(2) του Νόμου προνοεί ότι όλοι οι Κανονισμοί που είχαν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων των Νόμων που καταργήθηκαν θα εφαρμόζοντο ως να εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του Νόμου, μέχρι την τυχόν τροποποίηση ή ανάκληση της με Κανονισμούς που θα εκδίδοντο δυνάμει των διατάξεων του Νόμου.  Περαιτέρω, το εδάφιο (3) του άρθρου 124, προνοεί ωσαύτως ότι οποιοδήποτε διάταγμα ή γνωστοποίηση εκδόθηκε βάσει των διατάξεων των καταργηθέντων νόμων, θα θεωρείται ως εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του νέου Νόμου και θα εφαρμόζεται ως να είχε εκδοθεί δυνάμει αυτού, μέχρι την τροποποίηση ή ανάκληση του από νέο διάταγμα ή νέα γνωστοποίηση. 

 

         Το επισυναφθέν ως Παράρτημα 1 στην αγόρευση της Δημοκρατίας, αποτελεί την Κ.Δ.Π. 262/2000 και στην ουσία είναι η σχετική Γνωστοποίηση για την Εκχώρηση Εξουσιών του Υπουργού Εσωτερικών στον Λειτουργό Μετανάστευσης δυνάμει του άρθρου 3(2) του  περί  Εκχωρήσεως   της   Ενασκήσεως    των  Εξουσιών  των   Απορρεουσών   εκ   τινος Νόμου, Νόμος αρ. 23/1962 και του Κανονισμού 2 των περί του Πολίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας Κανονισμών του 1969-2000.  Με την εν λόγω Γνωστοποίηση, ο τότε Υπουργός Εσωτερικών εκχώρησε στο Λειτουργό Μεταναστεύσεως και τον εξουσιοδότησε να ασκεί  τις εξουσίες που ο Υπουργός Εσωτερικών είχε δικαίωμα να ασκεί δυνάμει του άρθρου 4(5) του περί Πολίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νόμου του 1967, για εγγραφή ως πολίτη της Δημοκρατίας οποιουδήποτε ενηλίκου προσώπου Κυπριακής καταγωγής που γεννήθηκε είτε στην Κύπρο, είτε στο εξωτερικό μετά τις 16.8.1960, είτε από πατέρα, είτε από μητέρα Κυπριακής καταγωγής, καθώς και της έγκρισης που απαιτείτο από το άρθρο 5(2), για την απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας με εγγραφή στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι αιτητές ή οι αιτήτριες είναι σύζυγοι Κυπρίων πολιτών, διαμένοντας με το σύζυγο τους για διάστημα όχι μικρότερο των δύο ετών.

 

         Έπεται ότι δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε πρόβλημα.  Από τη στιγμή που ο Νόμος διατήρησε σε ισχύ τόσο τους Κανονισμούς, όσο και τις Γνωστοποιήσεις που είχαν εκδοθεί δυνάμει των καταργηθέντων προηγούμενων νόμων, δεν τίθεται θέμα μη έγκυρης εξουσιοδότησης της Διευθύντριας.  Δεν είναι κατανοητή η θέση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι έπρεπε να εκδοθεί νέα γνωστοποίηση και δεν είναι θεραπεύσιμη η κατ΄ ισχυρισμόν παράλειψη με τη διατήρηση σε ισχύ των Κανονισμών που εκδόθηκαν προηγουμένως.  Είναι άλλο πράγμα οι Κανονισμοί και άλλο οι Γνωστοποιήσεις και δεν έχει σημασία για σκοπούς της παρούσας απόφασης, ότι ο νέος Νόμος προβλέπει για συμβίωση τριών ετών, αντί για δύο, που προβλέπει ο καταργηθείς νόμος, ούτε αν τα άρθρα είναι ή όχι τα ίδια.  Δεν είναι αυτή η βάση πάνω στην οποία, άλλωστε, η Διευθύντρια απέρριψε την αίτηση ώστε να νομιμοποιείται η αιτήτρια να εγείρει τέτοιο ζήτημα, αλλά η, κατά τη θέση της Διευθύντριας, προηγούμενη παράνομη διαμονή της αιτήτριας στη Δημοκρατία, κατά τη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 110 του Νόμου, ζήτημα το οποίο όμως δεν αποτελεί πλέον αντικείμενο εξέτασης της υπό κρίση προσφυγής, εφόσον ο σχετικός λόγος, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, πλην της αρμοδιότητας που τώρα συζητείται, απεσύρθησαν. 

 

         Όσον αφορά την καθαυτό υπογραφή της απορριπτικής επιστολής από την κα Μαραθεύτου, η νομολογία που παραθέτει ο συνήγορος ως προς την ανάγκη εξουσιοδότησης και αυτού του προσώπου από τη Διευθύντρια, δεν ισχύει στην περίπτωση.  Συγκεκριμένα, ο συνήγορος κατέθεσε κατά τις διευκρινίσεις και την απόφαση στην Estefania Pelitan v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1537/06, ημερ. 1.2.2010 (Κωνσταντινίδης, Δ.) όπου έγινε μνεία και στις υποθέσεις Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987, P. Tofinis Estates Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 453/03, ημερ. 16.9.2004, Τριανταφυλλίδου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 548/04, ημερ. 17.4.2006, Κυριακίδης ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 702/06, ημερ. 18.10.2006 και Fereos Limited v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 647/04, ημερ. 7.11.2008, όπου φαίνεται να αποφασίζεται ότι πρέπει να υπάρχει συναφής προηγούμενη απόφαση επί του θέματος από τον Λειτουργό Μετανάστευσης, άλλως η απόφαση απόρριψης δεν μπορεί να θεωρείται ως τέτοια απόφαση, όταν υπογράφεται από κάποιο άλλο άτομο.

 

 Τέτοια απόφαση, όμως, υπάρχει εδώ.  Είναι φανερό από τα κατατεθέντα στην ένσταση  έγγραφα,   τα  οποία   έγιναν   δεκτά   από   τον    κ. Χριστούδια, ότι η Διευθύντρια ρητώς ενέκρινε η ίδια την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας δυνάμει της επιφύλαξης του άρθρου 110(2) «... λόγω παράνομης παραμονής ως αναφέρεται στην παραγρ. 3 του ε180.».  Το ερυθρό 180 είναι το σημείωμα της κας Μαραθεύτου προς τη Διευθύντρια όπου εξηγείται το ιστορικό της αίτησης, στη δε παρ. 3 καταγράφονται ό,τι θεωρήθηκαν ως προηγούμενες παράνομες περίοδοι παραμονής.  Το σημείωμα υποβλήθηκε προς απόφαση και ήταν η Διευθύντρια που αποφάσισε την αποδοχή των όσων καταγράφονταν σ΄ αυτό και προχώρησε σε απόφαση απόρριψης, (δέστε Παράρτημα 11 στην ένσταση).

 

         Υπό το φως των ανωτέρω, δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για αναρμοδιότητα ή μη εξουσιοδότηση της Ε. Μαραθεύτου να υπογράψει την απορριπτική επιστολή.  Η             κα Μαραθεύτου, άλλωστε, υπόγραψε «για Διευθύντρια», και η επιστολή αρχίζει με την εισαγωγή, «Έχω οδηγίες να ...».  Σαφέστατα η απορριπτική επιστολή αποτελεί απόφαση και πράξη της εξουσιοδοτημένης προς τούτο Διευθύντριας και ο,τιδήποτε άλλο αποτελεί απλώς σχολαστική θεώρηση των πραγμάτων.  Δεν παρίστατο ανάγκη να υπογράψει η ίδια η Διευθύντρια την απόρριψη, ούτε κάτι τέτοιο απαιτείται εκ του Νόμου.  Εκείνο που απαιτείται είναι η απόφαση να έχει ληφθεί από τη Διευθύντρια, όπως και έγινε στην περίπτωση.  Η απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και άλλωστε ισχύει το τεκμήριο της νομιμότητας.

 

         Οι προμνησθείσες υποθέσεις  έχουν ως κύριο άξονα την απόφαση της πλειοψηφίας στην Κούτσιου ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω -, όπου τονίστηκε ότι όπου απουσιάζει έγγραφη καταχώρηση ότι η σχετική διοικητική πράξη λήφθηκε από το όργανο στο οποίο ο Νόμος έχει εναποθέσει τη σχετική αρμοδιότητα, τότε το τεκμήριο της κανονικότητας δεν μπορεί να διασώσει την κατάσταση, ενόψει του ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης υπαγορεύουν την τήρηση εγγράφων καταχωρήσεων.  Εδώ, όμως, όπως υποδείχθηκε ήδη, υπάρχει έγγραφη καταχώρηση από τη Διευθύντρια.  Βεβαίως, αρμοδίως υπογράφεται από λειτουργό της υπηρεσίας διότι κανένας Διευθυντής στον οποίο εναποτίθεται αρμοδιότητα από κάποιο νόμο να αποφασίζει, δεν λειτουργεί χωρίς την υποστήριξη στελεχωμένης υπηρεσίας. Υπάρχει, επομένως, εγγενής εξουσιοδότηση όλων των λειτουργών, εφόσον βεβαίως ενεργούν κατόπιν οδηγιών, να υπογράφουν ως μέρος της διοικητικής προώθησης αποφάσεως τις σχετικές επιστολές του Τμήματος στο οποίο υπάγονται, (δέστε, κατ΄ αναλογία, την υπόθεση στην Βάσος Εμμανουήλ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 6/07, ημερ. 26.3.2009).

 

         Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται  με έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

         Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση τη      Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 

                                                   Στ. Ναθαναήλ,

                                                             Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο