ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1563 /2010)
16 Ιανουαρίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΑΤΙΩΤΗΣ
Αιτητής,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ ΚΑΙ/Ή
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Μ.Στυλιανού-Λοττίδη, (κα.), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση
Γ.Καραπατάκης, για το Eνδιαφερόμενο μέρος
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο διορισμός του Χρίστου Γερολέμου στο βαθμό Λοχία στην εξειδικευμένη θέση Μηχανικού Αστυνομικών Ακάτων Γ΄ τάξης, έδωσε το έναυσμα για την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
Τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής έχουν ένα ιστορικό που αρχίζει από το 2003 και θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να καταγραφεί.
Στις 31 Οκτωβρίου 2003 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, πρόθεση του Αρχηγείου Αστυνομίας για την πλήρωση τεσσάρων κενών θέσεων Λοχιών 1ου διορισμού για τη θέση Μηχανικού Αστυνομικών Ακάτων Γ΄ τάξης. Το Συμβούλιο Προσλήψεων που είχε διοριστεί, με βάση τους περί Αστυνομίας (Γενικούς Κανονισμούς του 1989, ΚΔΠ51/89), αφού προέβη σε αξιολόγηση των υποψηφίων, τους κατέταξε σε σειρά επιτυχίας, και τελικώς, προσλήφθηκαν οι δυο πρωτεύσαντες και οι υποψήφιοι που κατέλαβαν την 6η και 7η θέση, ήτοι ο Χρίστος Γεωργάκη και ο Γεώργιος Νατιώτης, αιτητής στην παρούσα προσφυγή. Ο Χρίστος Γερολέμου, νυν ενδιαφερόμενο μέρος, που είχε καταλάβει την 5η θέση, δεν διορίστηκε. Ως αποτέλεσμα τούτου, το ενδιαφερόμενο μέρος καταχώρησε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και στην υπόθεση αριθ.478/2004 Γερολέμου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 20 Ιουλίου 2005, η προσφυγή έγινε αποδεκτή και ο διορισμός του αιτητή στην επίδικη θέση ακυρώθηκε, με το σκεπτικό ότι η σύσταση του Συμβουλίου Προσλήψεων, υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους που συγκέντρωνε χαμηλότερη βαθμολογία, ήταν αναιτιολόγητη.
Συστάθηκε εκ νέου Συμβούλιο Προσλήψεων, μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση, και τελικώς, επαναδιορίστηκε ο αιτητής στην εν λόγω θέση. Με δεύτερη προσφυγή που καταχώρησε το ενδιαφερόμενο μέρος, στην υπ. Αρ. 1491/2005 Γερολέμου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 10 Αυγούστου 2007, ακυρώθηκε εκ νέου ο διορισμός του αιτητή στη συγκεκριμένη θέση, με το σκεπτικό ότι οι καθ΄ων η αίτηση είχαν ερμηνεύσει λανθασμένα τη θέση του ειδικού αστυφύλακα χαρακτηρίζοντας την ως μη οργανική θέση.
Συστάθηκε και πάλι Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής με στόχο την επανεξέταση της υπόθεσης, υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης, στην πιο πάνω προσφυγή. Στη συνέχεια επαναπροσλήφθηκε ο αιτητής και ακολούθησε και τρίτη προσφυγή από το ενδιαφερόμενο μέρος, όπου στην Υπόθεση Αρ.33/2008, Γερολέμου ν. Δημοκρατίας ημερ. 17 Δεκεμβρίου 2009, ο διορισμός του αιτητή ακυρώθηκε. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι οι καθ΄ων η αίτηση είχαν παραβεί μεταξύ άλλων το δικαστικό δεδικασμένο που δημιουργήθηκε στη βάση της απόφασης στην προσφυγή 1491/2005 και επίσης ότι υπήρχε ανεπαρκής αιτιολογία και η ερμηνεία που δόθηκε στον Κανονισμό 10 ήταν αποτέλεσμα πλάνης.
΄Εγινε και πάλι επανεξέταση, όπου τελικώς, διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στο βαθμό του Λοχία στην εξειδικευμένη θέση Μηχανικού Γ΄ τάξης από τις 15 Σεπτεμβρίου 2010, και ο αιτητής προήχθη σε υπεράριθμή θέση στο βαθμό του Λοχία στη θέση Μηχανικού Γ΄τάξεως, αναδρομικά από τις 9 Μαρτίου 2004.
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή του ισχυρίστηκε ότι οι καθ΄ων η αίτηση ενήργησαν κατά παράβαση του σκεπτικού της τελευταίας απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως προνοεί το άρθρο 59 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου. Νόμο του 1999, Ν.158(Ι)/99, η διοίκηση δεσμεύεται από το διατακτικό της δικαστικής απόφασης. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 58 του Νόμου 158(Ι)/99, πρόβαλε ο κ.Αγγελίδης, κατά την επανεξέταση η διοίκηση είχε υποχρέωση να λάβει υπόψη της το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε, κατά τον χρόνο έκδοσης της αρχικής απόφασης. Στην προκείμενη περίπτωση οι καθ΄ων η αίτηση δεν επέλεξαν τον καταλληλότερο που ήταν, όπως είπε, ο αιτητής.
Το ενδιαφερόμενο μέρος αρχικώς και στη συνέχεια οι καθ΄ων η αίτηση, πρόβαλαν ότι ο αιτητής στερείται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος προώθησης της παρούσας προσφυγής, καθότι, με την εκδοθείσα απόφαση ο ίδιος έχει προαχθεί, μάλιστα, αναδρομικώς, γεγονός που του στερεί τη δυνατότητα αμφισβήτησης θετικής, γι΄αυτόν, απόφασης. Οι καθ΄ων η αίτηση πρόβαλαν περαιτέρω ότι ο αιτητής είχε αποδεχθεί το διορισμό του στην υπεράριθμη θέση χωρίς να προωθήσει και να αμφισβητήσει, με προσφυγή, αυτόν το διορισμό. Η υπεράριθμη θέση προσφέρει στον αιτητή, όπως πρόβαλε η κα.Στυλιανού, όλα τα ωφελήματα της θέσης και αυτός δεν στερείται, της δυνατότητας οποιασδήποτε περαιτέρω ανέλιξης.
Αναφορικά με την προώθηση από τον αιτητή λόγου ακυρώσεως εδραζομένου στην εισήγηση ότι ο αιτητής είναι καταλληλότερος του ενδιαφερομένου μέρους, προβλήθηκε ότι ο λόγος αυτός δεν καλύπτεται από το δικόγραφο που έχει καταθέσει ο αιτητής. Εν πάση περιπτώσει, συνέχισε ο κ.Καραπατάκης, σύμφωνα με την αξιολόγηση του Συμβουλίου Προσλήψεων, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε καταταγεί 5ο με 96 μονάδες και ο αιτητής κατετάγη 7ος με 94 μονάδες. Αυτό το βαθμολογικό προβάδισμα ήταν, ένας, από τους λόγους ακυρώσεως στην προσφυγή 1491/2005. Παράλληλα, είπε ο συνήγορος, στην υπόθεση 33/2008 το Ανώτατο Δικαστήριο είχε επισημάνει το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία σύγκριση ή αξιολόγηση μεταξύ των δύο υποψηφίων, παρόλο που, όπως επισημαίνεται, προηγείτο στη βαθμολογία το νυν ενδιαφερόμενο μέρος.
Ο αιτητής αντιπρότεινε ότι με βάση τα νομικά σημεία που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 3, 4 και 10 των λόγων ακυρώσεως, η εισήγηση του ενδιαφερόμενου μέρους δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή.
Στην παράγραφο 3 της αιτήσεως ακυρώσεως αναφέρεται:
«Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε αντίθετα στη νομολογία και κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, των αρχών του διοικητικού δικαίου και του Νόμου 158(Ι)/99.»
Στην παράγραφο 4 αναφέρεται:
«Η απόφαση λήφθηκε κατά διαδικασία που πάσχει νομικά γιατί στηρίχθηκε σε γεγονότα που δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη και ή σε ενέργειες έξω από την όλη αρμοδιότητα του καθ΄ου και/ή το νόμο, και/ή είναι αποτέλεσμα συγκαλυμμένης δίωξης και /ή τιμωρητικής ενέργειας εναντίον του αιτητή.»
Στη δε παράγραφο 10 αναφέρεται:
«Οι δε καθ΄ων η αίτηση ερμήνευσαν και εφάρμοσαν εσφαλμένα την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση 33/2008 Γερολέμου Μιχαλάκη Χρίστος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 17.9.2009.»
Αναφορικά με το θέμα της προβληθείσας προδικαστικής ενστάσεως σε σχέση με το έννομο συμφέρον, ο αιτητής εισηγήθηκε ότι υπήρξε μια παραδοξότητα, κατά την έκφραση του κ.Αγγελίδη, αφού ο αιτητής βρέθηκε «εκτεθειμένος» σε υπεράριθμη θέση, αντί να διοριστεί κανονικά, όπως είχε δικαίωμα. Αυτή η δυσμενής θέση του επιτρέπει να προωθήσει την παρούσα προσφυγή, κατέληξε.
Το πρώτο θέμα που θα με απασχολήσει είναι κατά πόσο η γενικότητα στη διατύπωση των λόγων ακυρώσεως 3, 4 και 10 θα μπορούσαν να καλύψουν και το ενδεχόμενο προώθησης της εισήγησης ότι ο αιτητής ήταν καταλληλότερο πρόσωπο από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για διορισμό. ΄Εχω να σημειώσω επί του προκειμένου, ότι κάτω από τον αναθεωρητικό ρόλο, που καλείται να επιτελέσει το Δικαστήριο, η διασταλτική ερμηνεία των αναγραφομένων ενδείκνυται. Βεβαίως, η αναγκαιότητα προσδιορισμού των γεγονότων αφενός και των λόγων ακυρώσεως αφετέρου, επιβάλλεται με βάση τον Καν.4 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Εκκινώντας από αυτό το δεδομένο, θεωρώ ότι η έννοια της χρηστής διοίκησης και των αρχών του διοικητικού δικαίου, που επικαλείται ο αιτητής με την παράγραφο 3, όπως επίσης και η αναφορά στην παράγραφο 4 για νομικό σφάλμα, θεωρώ ότι καλύπτει και το λόγο ακυρώσεως που πρόβαλε ο αιτητής και για τον οποίο υπάρχει ένσταση. Ταυτοχρόνως, υπάρχει και η γενική διατύπωση αναφορικά με τον τρόπο ερμηνείας της υπόθεσης 33/2008 για την οποία έκαμα αναφορά πιο πάνω και αποτελεί την τρίτη προσφυγή, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του αιτητή, στην επίδικη θέση. Μέσα από το πλαίσιο εξέτασης της εν λόγω προσφυγής εξετάστηκε και το θέμα των προνοιών του Κανονισμού 10 της ΚΔΠ 51/89, που άπτεται του καθεστώτος του μέλους της Αστυνομίας, για το οποίο έγινε συζήτηση και προηγουμένως.
Συναφώς θεωρώ ότι μπορεί να προχωρήσει η προσφυγή όπως έχουν διατυπωθεί οι λόγοι ακυρώσεως.
Το δεύτερο θέμα που θα με απασχολήσει είναι κατά πόσο ο αιτητής αποκτά έννομο συμφέρον προώθησης της παρούσας προσφυγής όταν, όπως είναι άλλωστε αποδεκτό, με την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση διορίστηκε μεν το ενδιαφερόμενο μέρος στην εξειδικευμένη θέση του Μηχανικού 3ης τάξης από 15 Σεπτεμβρίου 2010, με βάση το άρθρο 17Α του περί Αστυνομίας Νόμου (2004) (Ν.73(Ι)/2004) και προήχθη ο αιτητής, σε υπεράριθμη θέση, στο βαθμό του Λοχία από τις 9 Μαρτίου 2004, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 19.1 του περί Αστυνομίας Νόμου.
Η απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και αναφέρομαι στο παράρτημα Γ της ενστάσεως, αναγράφεται:
«...ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το εδάφιο (1) του άρθρου 17Α του περί Αστυνομίας Νόμου Ν.73(Ι)/2004, όπως έχει τροποποιηθεί, ενέκρινε το διορισμό του κ.Γερολέμου Χρίστου στο βαθμό του Λοχία, στην εξειδικευμένη θέση Μηχανικού Γ΄ Τάξης από τις 15.9.2010.
Παράλληλα, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το ΄Αρθρο 19(1) του περί Αστυνομίας Νόμου Ν.73(Ι)/2004, όπως έχει τροποποιηθεί, ενέκρινε την προαγωγή του κ.Νατιώτη Γεώργιου σε υπεράριθμη θέση στο βαθμό του Λοχία από τις 09.03.2004»
Μελετώντας όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως διαφαίνονται από τα επισυνημμένα στην ένσταση παραρτήματα, και ιδιαιτέρως το σκεπτικό της πιο πάνω απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, βρίσκω ότι ο αιτητής δεν διορίστηκε στην εξειδικευμένη θέση Μηχανικού Γ΄ τάξεως, όπως ήταν η αρχική του αίτηση και οι ακυρωθέντες διορισμοί του, με βάση τις τρεις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για τις οποίες έχω κάνει αναφορά πιο πάνω. Προήχθη στην υπεράριθμη θέση στο βαθμό του Λοχία. Εντελώς διαφορετικό θέμα από το αντικείμενο της προκηρυχθείσας, από το Αρχηγείο Αστυνομίας, θέσης που έγινε στις 31 Οκτωβρίου 2003. Ενόψει αυτού, θεωρώ ότι ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την παρούσα προσφυγή και η προδικαστική ένσταση επί τούτου, απορρίπτεται.
Στην υπό κρίση τελευταία απόφασης των καθ΄ων η αίτηση είχε προηγηθεί η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής επιλογής που συστάθηκε με σκοπό την επανεξέταση του διορισμού Μηχανικού Αστυνομικών Ακάτων 3ης τάξεως, ενόψει της τελευταίας απόφασης στην προσφυγή 33/2008.
Όπως διαφαίνεται από το σκεπτικό που παρουσιάζεται στο Παράρτημα Α της ενστάσεως, η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη της το περιεχόμενο της απόφασης στην προσφυγή 33/2008. Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο της εν λόγω προσφυγής, το Δικαστήριο θεώρησε ότι το θέμα της ερμηνείας του Κανονισμού 10, έχει επιλυθεί στο πλαίσιο της προσφυγής 1491/2005. Ταυτοχρόνως, η έλλειψη αιτιολογίας για την προτίμηση του αιτητή έναντι του νυν ενδιαφερομένου μέρους έχει εξεταστεί και επιλυθεί με βάση το σκεπτικό της προσφυγής 478/2004. Η ενέργεια των καθ΄ων η αίτηση να επιχειρήσουν παράκαμψη του αιτιολογικού της προσφυγής 1491/2005, με την προώθηση της θεώρησης περί ύπαρξης του παρόντος αιτητή σε οργανική θέση, έναντι του ενδιαφερομένου μέρους, που απλώς κατείχε τη θέση του αστυφύλακα, κρίθηκε στο πλαίσιο της προσφυγής 33/2008 ότι παραβίαζε το δικαστικό δεδικασμένο.
Όλα αυτά λήφθηκαν υπόψη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα να εισηγηθεί το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους, στηριζόμενο στα δεδομένα που υπήρχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο. Στηρίχθηκε η διαδικασία στην αξιολόγηση που έγινε από την τότε Επιτροπή με βάση την οποία ο αιτητής είχε καταταγεί 7ος με 94 μονάδες, και το ενδιαφερόμενο μέρος 5ο με 96 μονάδες. Αυτό το προβάδισμα θεωρήθηκε από την Επιτροπή ότι ήταν ουσιαστικό στοιχείο που μπορούσε να προσδώσει έρεισμα στο διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους. Αυτή την εισήγηση υιοθέτησε ο Αρχηγός Αστυνομίας, και τελικώς ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους, στο βαθμό του Λοχία στην εξειδικευμένη θέση Μηχανικού Γ΄τάξεως, με διαφοροποιημένες βεβαίως τις ημερομηνίες πρόσληψης, κάτι για το οποίο δεν έχει προβληθεί οποιαδήποτε αμφισβήτηση. Συνεπώς, δεν θα ασχοληθώ περαιτέρω με το θέμα και ούτε επίσης με την προαγωγή του αιτητή, αφού και πάλιν δεν υπάρχει αμφισβήτηση, με αίτηση ακυρώσεως.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, θεωρώ ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ήταν και αιτιολογημένη και η μόνη υπό τας περιστάσεις αρμόζουσα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.