ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1289 /2010, 1325/10 και 1399/10)
28 Ιανουαρίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28, 146 του Συντάγματος
(Υποθ.Αρ. 1289/10)
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΡΑΓΚΟΥ
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
(Υποθ. Αρ. 1325/10)
ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΟΚΚΑ
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, μέσω
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
(Υποθ. Αρ.1399/2010)
ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
Αιτητή,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Α.Κωνσταντίνου, για τον αιτητή στη 1289/10
Ι.Νικολάου, για τον αιτητή στη 1325/10
Αχ.Αιμιλιανίδης, για τον αιτητή στη 1399/10
Μ.Στυλιανού, (κα.), Αν. Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση.
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται η προαγωγή του ενδιαφερόμενου Αιμίλιου Λάμπρου, στη θέση του Ανώτερου Αστυνόμου, που έγινε, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, στις 6 Αυγούστου 2010.
Και οι τρεις προσφυγές έχουν το ίδιο υπόβαθρο και ως εκ τούτου έχουν συνεκδικαστεί.
Η ακολουθητέα διαδικασία έχει ως εξής:
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2009 o Yπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως διόρισε Επιτροπή Αξιολόγησης με βάση τις πρόνοιες του Κανονισμού 22 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών (ΚΔΠ 214/04), η οποία απαρτιζόταν από τον Υπαρχηγό Αστυνομίας ( Πρόεδρο) και δυο βοηθούς Αρχηγούς.
Η Επιτροπή Αξιολόγησης, αφού ζήτησε και έλαβε τις απόψεις από τον Βοηθό Αρχηγό Υποστήριξης και Διοίκησης, τον Αστυνομικό Διευθυντή Τμήματος Δ΄ και τον Διευθυντή Αστυνομικής Ακαδημίας Κύπρου, προέβη σε αξιολόγηση των υποψηφίων και ετοίμασε σχετική έκθεση.
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, ενασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 16 του περί Αστυνομίας Νόμου και ο Καν. 23 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών (ΚΔΠ 214/2004), με επιστολή του ημερ. 2 Αυγούστου 2010, υπέβαλε στον Υπουργό αιτιολογημένη σύσταση, κατ΄ αλφαβητική σειρά, όλων των υποψηφίων για προαγωγή στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου. Ο Αρχηγός με την εν λόγω επιστολή του, σύστησε για προαγωγή, στην επίδικη θέση, οκτώ υποψήφιους που κρίθηκαν προσοντούχοι για προαγωγή, μεταξύ των οποίων οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Ο Υπουργός, ενασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει ο νόμος, αποφάσισε την προαγωγή, στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου, του ενδιαφερόμενου μέρους από τις 6 Αυγούστου 2010. Στην απόφασή του, έλαβε υπόψη του την έκθεση και τις συστάσεις του Αρχηγού Αστυνομίας. Επίσης λήφθηκαν υπόψη οι εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης, οι ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης, με έμφαση στα δύο τελευταία χρόνια, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων όλων των υποψηφίων και γενικά όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του.
Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, ο Υπουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι υποψήφιοι αναφορικά με αξία ήταν εξαίρετοι και όλοι είχαν πολύ καλά προσόντα. Σε συνάρτηση με το κριτήριο της αρχαιότητας, διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι είχαν προήχθη στο βαθμό του Αστυνόμου Α΄, την ιδία ημερομηνία.
Η προαγωγή δημοσιεύτηκε τις Εβδομαδιαίες Διαταγές, ημερ 9 Αυγούστου 2010.
Όλοι οι αιτητές εισηγούνται, μεταξύ άλλων, ότι η απόφαση του Υπουργού είναι αναιτιολόγητη, πεπλανημένη και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Η συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργού ημερ. 6 Αυγούστου, 2010 έχει ως ακολούθως:
«9. Αφού μελέτησα και έλαβα υπόψη την έκθεση και τις συστάσεις του Αρχηγού Αστυνομίας για κάθε έναν από τους συστηνόμενους υποψηφίους και αφού μελέτησα και έλαβα επίσης υπόψη:
(ι) τις εκθέσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης του Κανονισμού 22 των Περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 2004 (ΚΔΠ 214/2004), όπως έχουν τροποποιηθεί,
(ιι) Τις ετήσιες εκθέσεις αξιολογήσεις με έμφαση στα δυο τελευταία έτη,
(ιιι) Το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων όλων των υποψηφίων και
Γενικά όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου διαπίστωσα όπως προκύπτει ότι οκτώ (8) εκ των υποψηφίων έχουν χαρακτηριστεί ως ΕΞΑΙΡΕΤΟΙ στην ΑΞΙΑ και ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΙ στα ΠΡΟΣΟΝΤΑ. Όσον αφορά το κριτήριο ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, όπως αναφέρεται και πιο πάνω, και οι οκτώ (8) υποψήφιοι έχουν προαχθεί στο βαθμό του Αστυνόμου Α΄ στις 24/4/08.
10 Έτσι ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχει το Άρθρο 16(1) και (3) του Περί Αστυνομίας Νόμου 73(1)/2004 και σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 3 των Περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 2004 (ΚΔΠ 214/04) όπως έχουν τροποποιηθεί με την ΚΔΠ 643/04, αποφάσισα να προάξω στην οργανική θέση του βαθμού του Ανώτερου Αστυνόμου από σήμερα 06/08/10 τον κάτωθι υποψήφιο
•ΛΑΜΠΡΟΥ Αιμίλιο (Π.Φ 1403)»
Μετά από μελέτη της πιο πάνω απόφασης, είμαι της γνώμης ότι η θέση των αιτητών, για ελλιπή ή μη δέουσα αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι ορθή. Δεν παρέχεται μέσα από το κείμενο της απόφασης το αιτιολογικό γιατί είχε, εν προκειμένω, προτιμηθεί ο ενδιαφερόμενος έναντι των υπολοίπων.
Στο Σύγγραμμα του Π.Δ.Δαγτόγλου Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 4η έκδοση, παρα.636, αναφέρεται:
«αιτιολογία μιας δικαστικής πράξης αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν στην απόφαση καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων η διοίκηση άσκησε τη διακριτική της ευχέρεια. Τούτο απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Ο πολίτης δεν είναι «διοικούμενος, αλλά υποκείμενο δικαίου». Η αιτιολογία πρέπει να είναι επαρκής, σαφή και ειδική. Γενικές σκέψεις κρίνονται ως ανεπαρκής αιτιολογία.»
Βλ. επίσης Νικολάου ν. Δημοκρατίας, (1997)3 Α.Α.Δ. 259 και Φαννίδης ν. Αρχής Λιμένων (2008)3 Α.Α.Δ. 396.
Σύμφωνα με το άρθρο 16(3) του περί Αστυνομίας Νόμου του 2004 (Ν.73(Ι)/2004) ο Υπουργός, προβαίνει στην προαγωγή συστηθέντων, από τον Αρχηγό, υποψηφίων, με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση του. Ταυτοχρόνως, με βάση το άρθρο 28 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου του 1999 (Ν.158(Ι)/1999) που ενσωματώνει και κωδικοποιεί την αντίστοιχη αρχή του Διοικητικού Δικαίου, η αναφορά σε γενικούς χαρακτηρισμούς, οι οποίοι μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία. Σχετική επίσης είναι η απόφαση Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406. Η αναγκαιότητα επαρκούς αιτιολογίας, συνεπώς η προσφερόμενη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου της απόφασης, παύει να υφίσταται όταν υπάρχει μια γενικότητα που καθιστά τον έλεγχο ανέφικτο. Σχετική είναι η υπόθεση Μαραθεύτη ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 26.
Στην προκείμενη περίπτωση τα όσα, κατά τρόπο γενικό και αόριστο αναφέρονται στην απόφαση του Υπουργού, δεν μπορούν με κανένα τρόπο να χαρακτηριστούν, ως επαρκής αιτιολογία, αφού, δεν προσδιορίζονται οι πραγματικοί λόγοι οι οποίοι οδήγησαν στη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης, για επιλογή του ενδιαφερομένου έναντι των αιτητών. Η γενικότητα αυτή καθιστά τον, όποιο, δικαστικό έλεγχο ανέφικτο, αφού ο λόγος για τον οποίο κρίθηκε, ως υπέρτερος ο ενδιαφερόμενος, νοουμένου ότι όλοι οι υποψήφιοι κρίθηκαν ως εξαίρετοι σε αξία και πολύ καλοί σε προσόντα, δεν μπορεί να προσδιοριστεί.
Ενόψει των πιο πάνω, ο λόγος ακυρώσεως, αναφορικά με την έλλειψη αιτιολογίας, ευσταθεί. Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.
Αναφορικά με τα έξοδα, τα οποία επιδικάζονται υπέρ των αιτητών, λαμβανομένου υπόψη ότι οι υποθέσεις έχουν συνεκδικαστεί, θα πρέπει να μειωθούν κατά το 1/3.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.