ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 119/2009)
16 Ιανουαρίου, 2013
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
BLADE ENTERPRISES LTD,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
υπουργειου εμποριου βιομηχανιασ και τουρισμου,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Αίτηση ημερ. 12.12.2012 από το Ενδιαφερόμενο Μέρος MMC Media
Monitoring Electronic Ltd, για προσαγωγή μαρτυρίας
Ξ. Ξενοφώντος, για Αιτητές-Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Καθ΄ ων η αίτηση-Αιτητές.
Αρ. Ζερβού (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο επιζητεί από το Δικαστήριο να του επιτραπεί η προσαγωγή μαρτυρίας με ένορκη δήλωση προσώπων και/ή εταιρειών, με σκοπό να καταδειχθεί ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της επίδικης απόφασης, είχε άδεια εκμετάλλευσης δικαιωμάτων από τους δικαιούχους εκδοτικές εταιρείες, για τα δημοσιεύματα τα οποία αποδελτίωνε. ΄Αδεια, την οποία δεν είχαν τόσο κατά τον ουσιώδη χρόνο αλλά και ουδέποτε οι αιτητές. Στοχεύεται με την προσαγωγή της μαρτυρίας, να καταδειχθεί πως οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον. Θέση που στοχεύει και συνιστά το ουσιαστικό νομικό ισχυρισμό που προβάλλει το ενδιαφερόμενο μέρος στην ένστασή του.
Σημειώνεται πως η παρούσα αίτηση είναι η δεύτερη κατά σειρά: προηγουμένως είχε καταχωριστεί ενώπιον του Δικαστηρίου άλλη αίτηση, ημερ. 15.11.2010, η οποία όμως και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο για τους λόγους που με λεπτομέρεια καταγράφονται στην απόφασή του ημερ. 2.7.2012.
Ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους, και εδώ αιτητών, ισχυρίζεται ότι η καταχώρηση της νέας αίτησης έρχεται ως αποτέλεσμα της παρατήρησης του Δικαστηρίου ότι θα ήταν διατεθημένο να επιτρέψει την προσαγωγή μαρτυρίας που να αποδεικνύει την έλλειψη εννόμου συμφέροντος, βρήκε όμως ότι τα γεγονότα τα οποία επιδιώκονται να αποδειχθούν δεν ήταν σχετικά με τα επίδικα θέματα: «δεν σχετίζεται με την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης με τέτοιο τρόπο που το Δικαστήριο θα ήθελε να την αναζητήσει αφού στην ουσία αφορά δύο άλλες περιπτώσεις και όχι την παρούσα».
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης του Υπουργείου Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού, με την οποία κατακυρώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος η προσφορά για την παροχή υπηρεσιών για την αποδελτίωση τηλεόρασης, ραδιοφώνου, διαδικτύου και τύπου. Το ενδιαφερόμενο μέρος ήγειρε προδικαστική ένσταση σε σχέση με την έλλειψη εννόμου συμφέροντος των αιτητών, εφ΄ όσον οι αιτητές δεν είχαν εξασφαλίσει άδειες για χρήση των πνευματικών δικαιωμάτων για το υλικό για το οποίο παρέχεται αποδελτίωση.
Οι καθ΄ ων η αίτηση κράτησαν ουδέτερη στάση, αφήνοντας το ζήτημα στη κρίση του Δικαστηρίου.
Το θέμα προσαγωγής μαρτυρίας σε ακυρωτική διαδικασία έχει απασχολήσει και απασχολεί επανειλημμένα το Δικαστήριο (Ρούσος ν. Π. Σ. Ιωαννίδη κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549 και Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 106).
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 A.A.Δ. 3835 επισημάνθηκε η διαφορά μεταξύ διοικητικής και αστικής δίκης, η οποία προβάλλει μέσα από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας που συνάδει στη φύση του ανακριτικού συστήματος.
Κατά την αναθεωρητική δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ελέγχει την προσαγωγή μαρτυρίας που είναι σχετική με γεγονότα που οι διάδικοι επιδιώκουν να αποδείξουν. Μαρτυρία σχετική με τα επίδικα θέματα μπορεί να γίνει αποδεκτή σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης τόσο σε πρωτοβάθμια όσο και σε δευτεροβάθμια δικαιοδοσία (Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145, 162). Γνώμονας είναι πάντα η σχετικότητα της μαρτυρίας, χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζεται ο εξεταστικός χαρακτήρας της ακυρωτικής διαδικασίας. Θα πρέπει το Δικαστήριο, λαμβανομένων βεβαίως των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή, να διακριβώσει ότι τα γεγονότα τα οποία επιδιώκεται να αποδειχθούν σχετίζονται άμεσα με τα επίδικα θέματα (Petrolina Ltd κ.α. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. Αρ. 223/2000 κ.α., ημερ. 4.4.2002 και Μάρω Ράφτη, Εταιρεία Κτηνοτροφίας Ήρα Λτδ ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335).
Καθοδηγητικός παράγοντας, ένας από τους πολλούς, που το Δικαστήριο θα ακολουθήσει κατά την εξέταση της αποδοχής οποιασδήποτε μαρτυρίας, είναι κατά πόσο αυτή είναι εύλογα σχετική και αποδεικνύει οποιοδήποτε επίδικο θέμα το οποίο μπορεί να υποβοηθήσει το Δικαστήριο στην επίδικη περίπτωση (Ζαβρός ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω και Kyriakides v. The Republic, 1 R.S.C.C. 66). Η μαρτυρία θα πρέπει ακόμη να σχετίζεται με το έγκυρο της προσβαλλόμενης πράξης με τέτοιο τρόπο ώστε το ίδιο το Δικαστήριο να επιδιώκει να την αναζητήσει (Lambrakis v. The Republic (1970) 3 C.L.R. 72, 74 και Μάρω Ράφτη, Εταιρεία Κτηνοτροφίας Ήρα Λτδ, ανωτέρω). Πρωταρχικό άλλωστε καθήκον του Δικαστηρίου είναι να διερευνήσει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λήφθηκε η απόφαση (Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023).
Όπως ο Καλλής Δ. ανέφερε δίνοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ρούσος ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω:
«Καθώς έχει νομολογηθεί ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που διέπει την αποδοχή μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οποιοδήποτε θέμα και αποδεικτική οποιουδήποτε επίδικου θέματος (Βλ. Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 69, Ζαβρού ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 779/87/26.1.89 (απόφαση της Ολομέλειας), Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145). Έχει, επίσης, νομολογηθεί ότι δε μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς των πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνισή τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγηση τους (Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. 999/91/24.9.92 και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, 325). Βλ. επίσης και Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 911/93 και 951/93/18.4.97 - απόφαση της Ολομέλειας στην οποία κρίθηκε ότι δεν ήταν δυνατή η πρωτογενής κρίση στοιχείων τα οποία δεν είχαν τεθεί ενώπιον της Ε.Δ.Υ. (Βλ. και Κολοκοτρώνη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 590/96/13.6.97 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 716/96/27.3.98).»
Εκείνο που προβάλλει ως ουσιαστικό, είναι ότι το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς πραγμάτων που λήφθηκε υπ΄ όψιν και ότι βεβαίως η αξιολόγηση των γεγονότων δεν βαραίνει το Δικαστήριο, αλλά το ίδιο το διοικητικό όργανο (Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330 και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, 325).
Στρεφόμενη στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και στο υπό κρίση αίτημα, διαπιστώνω ότι η μαρτυρία η οποία προτίθεται να προσαχθεί έχει σκοπό να καταδείξει ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον: κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είχαν την απαραίτητη έγκριση των δικαιούχων, εφημερίδων, περιοδικών κ.α. για να χρησιμοποιούν το υλικό που θα αποδελτίωναν.
Η έλλειψη εννόμου συμφέροντος είναι βεβαίως βασικός παράγων και η απόδειξή του είναι καθοριστική για την τύχη της προσφυγής. Κάτω από αυτούς τους όρους η αίτηση, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι θα έπρεπε να επιτύχει, εφ΄ όσον επιδιώκεται να ανατρέψει το βάσιμο της προσφυγής. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Γίνεται φανερό από τα γεγονότα πάνω στα οποία βασίζεται η αίτηση ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ζήτησαν με επιστολή τους ημερ. 2.12.2008, μεταξύ άλλων, και από τους αιτητές, την υποβολή γραπτής προσφοράς για την παροχή υπηρεσιών για την αποδελτίωση τηλεόρασης, ραδιοφώνου, internet (διαδικτύου) και τύπου. Στη συνέχεια με επιστολή τους ημερ. 29.12.2008, οι καθ΄ ων η αίτηση πληροφόρησαν τους αιτητές ότι η προσφορά είχε κατακυρωθεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, γιατί η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου ήταν κατά πολύ πιο φθηνή. Ούτε στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση, ούτε στην ένσταση του ενδιαφερόμενου μέρους εγείρεται ζήτημα όρου στην προσφορά, παρά μόνο προβάλλεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει άδεια εκμετάλλευσης πνευματικών δικαιωμάτων και υπηρεσιών, σε αντίθεση με την αιτήτρια εταιρεία.
Το ανεπιθύμητο, της διαφοροποίησης, αλλοίωσης ή μεταβολής των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον της διοίκησης, πηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και από τις αρχές που διέπουν το δικαστικό έλεγχο των διοικητικών πράξεων (Χατζηγέρου ν. Α.Η.Κ. (2000) 4(Β) Α.Α.Δ. 944). Ο έλεγχός τους συντελείται με την άσκηση προσφυγής δυνάμει του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος και είναι ακυρωτικός: έλεγχος της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και όχι έλεγχος της ουσίας. Σύμφωνα με την πάγια και καλώς θεμελιωμένη αρχή της νομολογίας, το διοικητικό Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο εκεί όπου διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Πάντοτε βεβαίως με βάση τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιόν της η διοίκηση κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Εδώ, οι ίδιοι οι καθ΄ ων η αίτηση προσκάλεσαν τόσο την αιτήτρια εταιρεία όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος να λάβουν μέρος και να είναι υποψήφιοι στο διαγωνισμό. ΄Ετσι η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος θα πρέπει να κριθεί με τα γεγονότα τα οποία είχαν αποκρυσταλλωθεί κατά το χρόνο εξέτασης των προσφορών.
Η προσαγωγή μαρτυρίας είναι ωσάν να εισάγει μια εκ των υστέρων αιτιολογία απόρριψης της προσφοράς των αιτητών, πράγμα που δεν επιτρέπεται από τη νομολογία (JMC Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294). Από τη στιγμή που οι αιτητές κρίθηκαν από τους καθ΄ ων η αίτηση, ότι κατά το χρόνο υποβολής πληρούσαν τους όρους της προκήρυξης ως υποψήφιοι, δεν είναι νοητό να επιτραπεί να εισαχθεί μαρτυρία που να αντιστρατεύεται το εν λόγω γεγονός.
Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του ενδιαφερόμενου μέρους, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει. Τα έξοδα θα υπολογιστούν μετά το πέρας της παρούσας διαδικασίας.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
/ΜΔ