ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 105/2012)
10 Iανουαρίου 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με το αρθρο 146 του Συντάγματος
ΑΝΔΡΕΑ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ
Αιτητή
ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
Προδικαστκές Ενστάσεις
_____________
Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως..
Δ.Μ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
_________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η υπόθεση αυτή έχει δύο πτυχές. Η μια είναι η αυστηρά νομική πτυχή η οποία και θα με απασχολήσει κατά πρώτον και η άλλη είναι η ευρύτερη νομική πτυχή της. Η υπόθεση είναι δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος και επιδιώκει πέντε θεραπείες οι οποίες σχετίζονται με την κράτηση του αιτητή στις φυλακές και ιδιαίτερα τις συνθήκες κράτησής του.
Η πρώτη θεραπεία που επιζητείται, αφορά την τοποθέτηση συσκευών απενεργοποίησης κινητών τηλεφώνων οι οποίες είναι επιβλαβείς στην υγεία, με αποτέλεσμα μάλιστα ο Αιτητής να έχει και επιπτώσεις στην υγεία του. Η δεύτερη θεραπεία αφορά τη μη παροχή στον ίδιο των αναγκαίων προς το ζειν, όπως εξαερισμό, κλιματισμό, θέρμανση, ηλεκτρικό ρεύμα, φωτισμό και άλλες διευκολύνσεις όσον αφορά τις συνθήκες κράτησής του και την εν γένει υγεία του, περιλαμβανομένης παράλειψης μεταφοράς του για αναγκαίες ιατρικές εξετάσεις σε ειδικό ιατρό. Η τρίτη θεραπεία απευθύνεται στην αποστέρηση στον Αιτητή του δικαιώματος διατήρησης των δεσμών του με την οικογένειά του με αναφορά στις άδειες εξόδου. Η τέταρτη θεραπεία αφορά τη στέρηση του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο σε σχέση με την καταχώρηση μιας αίτησης την οποία επεδίωξε να καταχωρήσει στις 10.11.2011 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Και η πέμπτη θεραπεία αφορά την παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας εκ μέρους του κράτους για διόρθωση των περί Φυλακών Κανονισμών σύμφωνα και με τις υποδείξεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε υπόθεση η οποία αφορούσε τον ίδιο, την 24407/04, στην οποία η απόφαση εδόθη στις 7.4.2010.
Ηγέρθη εξ ανάγκης και εξ αρχής θέμα προδικαστικής ένστασης από τη Δημοκρατία, ότι δηλαδή με τις θεραπείες που επιδιώκονται δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη ώστε το Δικαστήριο στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας να δύναται να επιληφθεί της προσφυγής.
Το ίδιο το Δικαστήριο έθεσε και άλλο θέμα, πολλαπλότητας των θεραπειών οι οποίες επιδιώκονται με την ίδια προσφυγή, σε αυτό όμως το θέμα δεν θα δοθεί χωριστή διάσταση αφού θα εξετασθεί σε συνάρτηση και με το άλλο θέμα, το βασικότερο, της προσβολής εκτελεστής διοικητικής πράξης, ώστε να υπάρχει δυνατότητα προσφυγής καθ΄όλου. Ήθελα όμως να παρατηρήσω ότι, οπωσδήποτε ορισμένες από τις θεραπείες οι οποίες επιζητούνται μπορεί να είναι συναφείς, άλλες όμως δεν είναι συναφείς με την έννοια που γίνεται αντιληπτή στη νομολογία μας όσον αφορά την προσβολή συναφών διοικητικών πράξεων, και αναφέρομαι στην παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας όσον αφορά τη διόρθωση των περί Φυλακών Νόμων αλλά και τη στέρηση του δικαιώματος προσφυγής στο Δικαστήριο. Οι υπόλοιπες θεραπείες όμως έχουν κάποια δική τους σύνδεση. Όμως, όπως ανάπτυξα αρχικά, το θέμα δεν θα με απασχολήσει ιδιαίτερα.
Εξετάζω την κάθε θεραπεία η οποία επιζητείται για να παρατηρήσω ότι, σε σχέση με την πρώτη θεραπεία αλλά και τη δεύτερη και τρίτη, η νομολογία του δικαστηρίου είναι σαφής και πάγια, ότι δηλαδή θέματα που έχουν να κάμουν με την εσωτερική λειτουργία των φυλακών δεν υπόκεινται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Έχει νομολογηθεί στις υποθέσεις στις οποίες γίνεται αναφορά η αρχή αυτή και δεν θα ωφελούσε να επεκταθώ επί του θέματος παρά μόνο να παρατηρήσω ότι πολλά από τα θέματα τα οποία παρουσιάζονται από τον αιτητή στα πλαίσια του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι θέματα τα οποία ενδεχομένως να εμπίπτουν στη δικαιοδοσία Επαρχιακού Δικαστηρίου όσον αφορά την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Να παρατηρήσω συναφώς την καθοδηγητική υπόθεση Γιάλλουρος (2001) 1 ΑΑΔ 558 στην οποία εκρίθη ότι υπάρχει απευθείας δικαίωμα προσφυγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο για αποζημιώσεις όσον αφορά την προσβολή συνταγματικού δικαιώματος. Αυτό είναι ανεξάρτητο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας η οποία περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας διοικητικών πράξεων, και οι διοικητικές πράξεις βεβαίως είναι έννοια στενότερη από την έννοια της διοικητικής ενέργειας γενικότερα. Η διοικητική πράξη εξυπακούει κάποια συγκεκριμένη απόφαση που επηρεάζει τη διοικητική κατάσταση του ατόμου, ενώ η ενέργεια της διοίκησης που υπόκειται με αγωγή επεκτείνεται και σε πράξεις που αφορούν την πραγματική κατάσταση του ατόμου σε συνάρτηση περαιτέρω με τα δικαιώματα τα οποία έχει.
Όσον αφορά τη στέρηση του δικαιώματος προσφυγής σε δικαστήριο, έχω να παρατηρήσω ότι, με τη διευκρίνιση η οποία έγινε ότι τελικά η αίτηση κατεχωρήθη, δεν θα μπορούσε να είχε αντικείμενο πλέον η θεραπεία αυτή, αλλά, εν πάση περιπτώσει, και η θεραπεία αυτή δεν είναι τέτοια ώστε να εμπίπτει στα πλαίσια της αρχής της δικαιοδοσίας ελέγχου διοικητικής πράξης. Εδώ δεν πρόκειται για διοικητική πράξη αλλά για συγκεκριμένη ενέργεια η οποία απαγορεύει στον αιτητή, αν τα πράγματα έτσι έχουν, να αποταθεί στο Δικαστήριο. Ενδεχομένως να ισχύουν όσα ελέχθησαν προηγουμένως όσον αφορά την παραβίαση σε σχέση με δικαιώματα στη βάση του Συντάγματος όπως αναφέρθησαν στην Γιάλλουρος.
Το ίδιο ισχύει και για την πέμπτη θεραπεία διότι δεν πρόκειται για παράλειψη ενδεχόμενης ενέργειας, με την έννοια που γίνεται αντιληπτή στο διοικητικό δίκαιο, αλλά για παράλειψη συμμόρφωσης με απόφαση του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ώστε το δίκαιο να συνάδει προς τα απαιτούμενα από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όπως ερμηνεύεται από το ΕΔΑΔ. Αυτά τα πράγματα όμως δεν εμπίπτουν στην δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Τα όσα έχω αναφέρει σε σχέση με την αυστηρά νομική πτυχή της νομολογίας δεν εξαντλούν όμως τα όσα πρέπει να λεχθούν σε σχέση με την περαιτέρω πτυχή της υπόθεσης. Είναι ένα πράγμα να λέγεται ότι το Δικαστήριο αυτό, και έτσι είναι συνταγματικά θεσπισμένο, δεν έχει δικαιοδοσία σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι άλλο πράγμα όμως να δύναται να εκφράσει την ανησυχία του για το γεγονός ότι φαίνεται να πηγάζουν από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου διάφορα θέματα στα οποία πρέπει να δοθεί η δέουσα σημασία, αν δεν εδόθη μέχρι τώρα. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε εξετάσει διάφορες εισηγήσεις του Αιτητή και τον δικαίωσε ως προς όλα. Συγκεκριμένα, εξετάζοντας το θέμα της παράβασης του άρθρου 3, θεώρησε ότι υπήρχε παράβαση όσον αφορά τις συνθήκες κράτησης και την αυστηρότητα των συνθηκών αυτών, η οποία αντανακλούσε στα δικαιώματα του Αιτητή να μην υποβάλλεται σε απάνθρωπη μεταχείριση.
Περαιτέρω το Επαρχιακό Δικαστήριο θεώρησε ότι υπάρχει παράβαση και του άρθρου 8 όσον αφορά την έκταση του δικαιώματος του Αιτητή στα δικαιώματα επισκέψεως, και μάλιστα με επέκταση στην οικογενειακή του ζωή, αλλά και παράβαση του άρθρου αυτού σε σχέση με τον έλεγχο της αλληλογραφίας του Αιτητή.
Τέλος, και πολύ σημαντικό, εκρίθη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ότι υπάρχει παράβαση του άρθρου 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ως προς το ότι δεν υπάρχει αποτελεσματικό ένδικο μέσο στην Κύπρο που να παρέχει τη δυνατότητα στον Αιτητή να προωθήσει τα παράπονά του σε σχέση με όλα όσα είχε επικαλεστεί, και τούτο διότι η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακριβώς είναι πολύ περιορισμένη και δεν δίνει τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να εξετάσει, όπως αρμόζει, τα παράπονα ατόμου για παράβαση ανθρώπινου δικαιώματος. Δεν έχω ενώπιον μου συγκεκριμένα στοιχεία όσον αφορά την αντίδραση του κράτους στην απόφαση αυτή, πρέπει όμως να υποδείξω ότι αποτελεί θεμελιακή υποχρέωση του κράτους να συμμορφωθεί με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ούτως ώστε και αποτελεσματικό ένδικο μέσο να παρέχεται αλλά και οι όλες συνθήκες οι οποίες επικρατούν στις φυλακές να βεβαιώνεται ότι είναι σύμφωνες με τα Ευρωπαϊκά θέσμια.
Ενδεχομένως, όπως υπέδειξα, να υπάρχουν βεβαίως άλλα ένδικα μέσα υπό τη μορφή αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο, θέμα το οποίο δεν εξετάστηκε στην απόφαση του ΕΔΑΔ. Και συμπληρωματικά να παραπέμψω στα λεχθέντα από την Επίτροπο Διοικήσεως όσον αφορά το δικό της ρόλο ως Επιτρόπου Διοικήσεως αλλά ιδιαίτερα ως ανεξάρτητη Αρχή Πρόληψης των Βασανιστηρίων, σε σχέση με την ανάγκη να βεβαιωθούμε ότι η πολιτεία ενεργεί όχι μόνο με συνέπεια προς την υποχρέωσή μας προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αλλά και προς το ίδιο το Σύνταγμα μας το οποίο εξ άλλου δεν στερείται δυνατότητας σε αυτό τον τομέα.
Η προσφυγή απορρίπτεται εφ΄όσον έχει διαπιστωθεί ότι δεν προσβάλλει εκτελεστή διοικητική πράξη.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΚΧ"Π