ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Γεωργίου Aλίκη ν. Δήμου Λάρνακας (Aρ. 2) (1998) 3 ΑΑΔ 821
Κάππας Γεώργιος ν. Oργανισμού Κυπριακής ΓαλακτοκομικήςΒιομηχανίας (2000) 3 ΑΑΔ 36
Kυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 ΑΑΔ 345
Παρπαρίνου Ευφροσύνη και Άλλοι ν. Δήμου Λάρνακας (2002) 4 ΑΑΔ 495
Παπαθεοχάρους Μιχάλης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 ΑΑΔ 932
Σοφοκλή Μαρούλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 4 ΑΑΔ 276
ΚΩΣΤΑΣ ΧΡ. ΣΚΟΥΡΟΥΜΟΥΝΗ κ.α ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ.506/2008, 18 Ιουνίου 2009
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 585/2010)
16 Νοεμβρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 15, 16, 23, 24, 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΙΛΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ, ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Γ. Κουκούνης, για τους Αιτητές.
Ε. Γαβριήλ (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν:
(α) Διάταγμα με το οποίο να ακυρώνεται η απόφαση του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ημερ. 4.2.10, με την οποίαν γνωστοποιήθηκε η άρνηση χορήγησης πολεοδομικής άδειας διαχωρισμού του ακινήτου των αιτητών με αρ. εγγραφής 0/6676 Φύλλο/Σχέδιο 2-227-390, τεμάχιο 41, τμήμα 5, τοποθεσία Κ. Λακατάμια στη Λευκωσία, σε εννέα οικόπεδα, με την αιτιολογία ότι ο χώρος είναι καθορισμένος στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας για μελλοντικό δημόσιο δημοτικό σχολείο για τις ανάγκες της περιοχής. Σύμφωνα με τους αιτητές η απόφαση συνιστά παράνομο περιορισμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας τους και αντίκειται στο Σύνταγμα.
(β) Διάταγμα που να ακυρώνει την προαναφερόμενη απόφαση, ημερ. 4.2.10, και να διατάσσει ότι η γνωστοποίηση άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας διαχωρισμού του προαναφερόμενου κτήματος των αιτητών, ημερ. 5.3.10, είναι παράνομη και άκυρη και στερείται εννόμου αποτελέσματος καθότι λήφθηκε υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης και για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο Α, ανωτέρω.
Οι αιτητές είναι ιδιοκτήτες του προαναφερόμενου ακινήτου, υπέβαλαν αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας διαχωρισμού του κτήματος τους σε εννέα οικόπεδα και οι καθ΄ ων η αίτηση, αφού εξέτασαν την αίτηση, την απέρριψαν για ένα λόγο, ότι δηλαδή ο χώρος είναι καθορισμένος στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας για μελλοντικό δημόσιο δημοτικό σχολείο για τις ανάγκες της περιοχής, σύμφωνα με τις απόψεις του Υπουργείου Παιδείας.
Κατά τους αιτητές η προαναφερόμενη απόφαση καταστρατηγεί το άρθρο 23 του Συντάγματος και τα νόμιμα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους. Είναι η θέση τους ότι δεν είναι δυνατόν να εκμηδενίζεται ουσιαστικά το δικαίωμα ιδιοκτησίας τους επί του προαναφερόμενου ακινήτου, για δεκαετίες, επειδή στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας ο χώρος του ακινήτου τους προορίζεται για την ανέγερση, στο μέλλον, δημόσιου δημοτικού σχολείου. Αν οι καθ΄ ων η αίτηση επιθυμούν και σκοπεύουν να ανεγείρουν δημοτικό σχολείο επί του ακινήτου θα έπρεπε να το είχαν απαλλοτριώσει και να είχαν καταβάλει δίκαιη αποζημίωση στους ιδιοκτήτες-αιτητές, σύμφωνα με το σχετικό Νόμο και το Σύνταγμα.
Οι καθ΄ ων η αίτηση στην ένσταση τους δεν εγείρουν οποιεσδήποτε προδικαστικές ενστάσεις. Λέγουν όμως ότι από τη δημοσίευση του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας (Τ.Σ.Λ.), το Δεκέμβρη του 1990, το αρχικό τεμάχιο των αιτητών με αρ. 2200 περιλαμβάνετο σε καθορισμένη βιομηχανική ζώνη. Στη συνέχεια, το 1992, και ως αποτέλεσμα ενστάσεων εναντίον της πρώτης δημοσίευσης του Τ.Σ.Λ., το τεμάχιο εντάχθηκε σε οικιστική ζώνη με πρόνοια δημιουργίας δημόσιου εκπαιδευτηρίου. Ο χώρος ανέγερσης δημόσιου εκπαιδευτηρίου επανακαθορίστηκε και κατά την αναθεώρηση του Τ.Σ.Λ. που έγινε το 1996 και εγκρίθηκε το 1999. Στο σημερινό ισχύον Τ.Σ.Λ. του 2009 υπάρχει και πάλι πρόνοια για ανέγερση δημοτικού σχολείου στο χώρο του προαναφερόμενου ακινήτου των αιτητών με αρ. τεμαχίου 41 το οποίο προέκυψε μετά από το διαχωρισμό του αρχικού τεμαχίου με αρ. 2200.
Είναι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι οι αιτητές ευεργετήθηκαν από την ένταξη του ακινήτου τους (με αρ. 2200) σε οικιστική ζώνη, από βιομηχανική ζώνη όπου είχε αρχικά ενταχθεί, γνώριζαν εξ αρχής ότι το οικόπεδο με αρ. 41 προοριζόταν για ανέγερση δημοτικού σχολείου, αποδέχθηκαν την άδεια διαχωρισμού που τους χορηγήθηκε με, τους όρους που περιλάμβανε, υλοποίησαν την ανάπτυξη σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο και τους όρους της πολεοδομικής άδειας και ουδέποτε, μετά το 1992, προσέβαλαν ή έφεραν ένσταση στο Τ.Σ.Λ..
Στις αγορεύσεις των αιτητών υποστηρίζονται και επεξηγούνται οι προαναφερόμενες θέσεις τους και παρατίθεται νομολογία σύμφωνα με την οποίαν απόρριψη αίτησης για πολεοδομική άδεια οικοδομής για το λόγο ότι το κτήμα επηρεαζόταν από τη χωροθέτηση σχολείου βάσει του Τοπικού Σχεδίου, είναι παράνομη (Δέστε: Ata Leza Ltd v. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 34/97, ημερ. 11.8.2000 (απόφαση του Αρτέμη, Δ., όπως ήταν τότε) , Ελευθερίου κ.α. ν. Δήμου Λάρνακας, Υποθ. αρ, 298/93, ημερ. 10.7.98 (απόφαση του Γαβριηλίδη, Δ.). Στην Ελευθερίου τονίστηκε ότι ο όρος που επιβλήθηκε σε άδεια διαχωρισμού για διαφύλαξη μέρους του κτήματος για ανέγερση σχολείου, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας, ισοδυναμούσε με στέρηση του δικαιώματος ιδιοκτησίας και ως εκ τούτου ήταν παράνομος.
Οι καθ΄ ων η αίτηση στη δική τους αγόρευση εγείρουν δύο προδικαστικές ενστάσεις τις οποίες, όμως, όπως ανέφερα, δεν ήγειραν στην ένσταση τους. Ισχυρίζονται ότι οι προδικαστικές ενστάσεις αφορούν σε ζητήματα δημοσίας τάξεως τα οποία μπορεί να εξετάσει το δικαστήριο και αυτεπάγγελτα. Αυτά είναι: (α) ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προωθήσουν την προσφυγή τους, λόγω του αλυσιτελούς του ενδίκου βοηθήματος, και (β) λόγω αποδοχής του όρου 506 στην πολεοδομική τους άδεια, σύμφωνα με τον οποίον το τεμάχιο 41 είναι χώρος προορισμένος για την ανέγερση δημοτικού σχολείου, οι αιτητές, ουσιαστικά, κωλύονται να αμφισβητούν τον όρο αυτό δεδομένου μάλιστα ότι έχουν προσποριστεί όφελος από την υλοποίηση προηγούμενης ανάπτυξης, του αρχικού τους τεμαχίου με αρ. 2200. Κατά συνέπεια, είναι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση, ότι οι αιτητές δεν μπορούν ταυτόχρονα να επιδοκιμάζουν και να αποδοκιμάζουν την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, δηλαδή να παίρνουν απ΄ αυτή ότι τους συμφέρει και να απορρίπτουν ότι δεν τους συμφέρει. Οι καθ΄ ων η αίτηση αναφέρονται σε σχετική νομολογία και συγκεκριμένα στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 ΑΑΔ 345 όπου επεξηγήθηκε το δόγμα της παράλληλης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, την απόφαση στην υπόθεση Κάππα ν. Οργανισμού Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας (2000) 3 ΑΑΔ 36 και στην Παπαθεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2002) 4 ΑΑΔ 932. Οι καθ΄ ων η αίτηση αναφέρονται επίσης στο σύγγραμμα Θ.Δ. Τσάτσου, Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, 3η έκδοση, σελ. 40-43, όπου επεξηγείται το προαναφερόμενο δόγμα και οι συνέπειες του.
Αναφορικά με τις δύο προδικαστικές ενστάσεις των καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίες αναφέρονται στην αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση αλλά όχι στην ένσταση τους, παρατηρώ ότι το ζήτημα της κατ΄ ισχυρισμόν έλλειψης εννόμου συμφέροντος των αιτητών είναι θέμα που το δικαστήριο μπορεί και αυτεπάγγελτα να εξετάσει, και θα το εξετάσει. Το ζήτημα όμως του κατ΄ ισχυρισμόν κωλύματος των αιτητών να προβάλουν τις θέσεις τους, εξαιτίας του δόγματος της παράλληλης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, θεωρώ ότι είναι ζήτημα που θα έπρεπε να είχε δικογραφηθεί, δηλαδή θα έπρεπε να είχε αναφερθεί στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση και δεν μπορεί να εγείρεται στην αγόρευση τους. Εν πάση περιπτώσει, κατά την εξέταση της υπόθεσης, θα αναφερθώ συνοπτικά και σ΄ αυτό το ζήτημα.
Αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό στέρηση του εννόμου συμφέροντος των αιτητών ένεκα του ότι η θεραπεία που ζητούν είναι αλυσιτελής επειδή έστω και αν ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση το αποτέλεσμα για τους αιτητές δεν θα είναι ευνοϊκό, καθότι το τεμάχιο τους, υπ΄ αρ. 41, θα συνεχίσει να είναι χώρος προορισμένος για τη δημιουργία δημόσιου εκπαιδευτηρίου σύμφωνα με το ισχύον Τ.Σ.Λ., παρατηρώ τα εξής: Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η θεραπεία που ζητούν οι αιτητές είναι αλυσιτελής και ως εκ τούτου ότι στερούνται εννόμου συμφέροντος οι αιτητές, διότι το ζητούμενο στην προσφυγή αυτή είναι το κατά πόσον είναι νόμιμο ή όχι το να παραμείνει δεσμευμένο το τεμάχιο των αιτητών για αόριστο χρονικό διάστημα, χωρίς απαλλοτρίωση και αποζημίωση των αιτητών, επειδή στο Τ.Σ.Λ. το τεμάχιο αυτό προορίζεται για τη δημιουργία δημόσιου εκπαιδευτηρίου. Δεν μπορεί επομένως να θεωρηθεί, εκ προοιμίου, νόμιμη και δεδομένη η δέσμευση του τεμαχίου 41, χωρίς απαλλοτρίωση, για αόριστο χρονικό διάστημα, ένεκα της πρόνοιας που υπάρχει για το τεμάχιο αυτό στο Τ.Σ.Λ..
Αναφορικά με το δόγμα της παράλληλης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας και του κωλύματος των αιτητών που δημιουργείται από τη λειτουργία του προαναφερόμενου δόγματος , και πάλι δεν μπορώ να συμφωνήσω με τους καθ΄ ων η αίτηση καθότι, κατά την κρίση μου, η αποδοχή του όρου 506 στην πολεοδομική άδεια και η μη αμφισβήτηση του Τ.Σ.Λ. απ΄ αυτούς δεν μπορεί να σημαίνει ότι οι αιτητές δέχθηκαν, από το 1990 ή τη δεκαετία του 1990 και για αόριστο χρόνο, ότι το ακίνητο τους θα παραμείνει δεσμευμένο για μελλοντική πιθανή δημιουργία εκπαιδευτηρίου σ΄ αυτό, χωρίς αυτό να απαλλοτριωθεί και οι αιτητές να αποζημιωθούν δίκαια για την αξία του ακινήτου τους. Αυτό, κατά την εκτίμηση μου, καταστρατηγεί τα νόμιμα δικαιώματα των αιτητών ως ιδιοκτητών του τεμαχίου και βρίσκεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα και τους Νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εν πάση περιπτώσει αν οι καθ΄ ων η αίτηση έχουν ιδιωτικά δικαιώματα έναντι των αιτητών, εξαιτίας της αποδοχής, εκ μέρους των αιτητών, του όρου 506 στην πολεοδομική άδεια, αυτό είναι θέμα που μπορεί να προωθηθεί από τους καθ΄ ων η αίτηση, στο αρμόδιο δικαστήριο, όμως δεν θεωρώ ότι, υπό τις περιστάσεις, θα πρέπει να επηρεάσει την έκβαση της παρούσας υπόθεσης.
Εν πάση περιπτώσει, η δημιουργία κωλύματος πρέπει να είναι δίκαιη, υπό τις περιστάσεις, εφόσον το κώλυμα είναι θεραπεία του δικαίου της επιεικείας, που εφαρμόζεται, κατ΄ αναλογίαν, και στο διοικητικό δίκαιο. Δεν θεωρώ δίκαιη τη στέρηση των νομίμων και συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των ιδιοκτητών-αιτητών, στην παρούσα υπόθεση.
Επί της ουσίας επίσης θεωρώ ότι οι αιτητές έχουν δίκαιο. Όπως ήδη ανέφερα, είναι θεμελιωμένη αρχή ότι τα δικαιώματα ενός ιδιοκτήτη δεν είναι δυνατό να καταστρατηγηθούν και να εκμηδενιστούν επειδή σε ένα τοπικό σχέδιο κάποιο ακίνητο έχει καθοριστεί ως χώρος εντός του οποίου, στο μέλλον, θα δημιουργηθεί κάποιο σχολείο. Και τούτο έστω και αν ο ιδιοκτήτης του τεμαχίου δεν έφερε ένσταση στο τοπικό σχέδιο.
Το άρθρο 23 του Συντάγματος διασφαλίζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας, και επιτρέπει την επιβολή όρων, δεσμεύσεων ή περιορισμών κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 23, στέρηση ή περιορισμός οποιουδήποτε τέτοιου δικαιώματος, δεν μπορεί να επιβληθεί εκτός εάν γίνει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 23. Για οποιοδήποτε τέτοιο όρο, δέσμευση ή περιορισμό, που μειώνει ουσιωδώς την οικονομική αξία της ιδιοκτησίας, θα πρέπει να καταβάλλεται, το ταχύτερο, δίκαιη αποζημίωση (Δέστε την παράγραφο 3 του άρθρου 23 - Δέστε επίσης Ελευθερίου, ανωτέρω, Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (Αρ. 2) (1998) 3 ΑΑΔ 821 και Παρπαρίνου κ.α. ν. Δήμου Λάρνακας (2002) 4 ΑΑΔ 495). Στην Παρπαρίνου, ανωτέρω, αποφασίστηκε ότι η δέσμευση χώρου για σκοπούς ανέγερσης λυκείου δεν ήταν δυνατή, χωρίς απαλλοτρίωση, εφόσον ισοδυναμούσε με στέρηση του δικαιώματος ιδιοκτησίας και όχι απλώς περιορισμό, στη χρήση της, που είναι απόλυτα απαραίτητος προς το συμφέρον, μεταξύ άλλων, της πολεοδομίας ή της ανάπτυξης και χρήσης της περιουσίας για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας. Σ΄ εκείνη την περίπτωση είχε δεσμευθεί μεγάλο μέρος του κτήματος. Στην παρούσα περίπτωση δεσμεύθηκε ολόκληρο το τεμάχιο 41, που ήταν μέρος του προηγούμενου τεμαχίου 2200, των αιτητών.
Στην υπόθεση Σκουρουμούνη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 506/08, ημερ. 18.6.09 και Ηλία ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 1921/08, ημερ. 30.10.09, ακολουθήθηκαν παρόμοιες αρχές όπως στην προαναφερόμενη νομολογία. Ακολουθήθηκαν συγκεκριμένα οι αποφάσεις Ελευθερίου και Παρπαρίνου (ανωτέρω) όπως και η Σοφοκλή ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 1141/03, ημερ. 15.4.05.
Έχοντας κατά νουν τις προαναφερόμενες αυθεντίες και αρχές καθώς και τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, ότι δηλαδή η δέσμευση του τεμαχίου 41 στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας, για τη μελλοντική δημιουργία σχολείου, άρχισε από τη δεκαετία του 1990 και έφθασε μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, θεωρώ ότι η δέσμευση αυτή συνιστά καταστρατήγηση του άρθρου 23 του Συντάγματος, εφόσον ουδέποτε έγινε απαλλοτρίωση του τεμαχίου 41 και ουδέποτε καταβλήθηκε οποιαδήποτε αποζημίωση στους αιτητές. Επομένως το στοιχείο της δέσμευσης του τεμαχίου 41 στο Τ.Σ.Λ., για σκοπούς μελλοντικής δημιουργίας σχολείου, δεν θα έπρεπε να είχε επηρεάσει την κρίση των καθ΄ ων η αίτηση κατά την εξέταση της αίτησης των αιτητών για πολεοδομική άδεια.
Στην απόφαση Γεωργίου (ανωτέρω) η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου παρατήρησε ότι, σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων, είχε κριθεί πως ακόμα και η ύπαρξη διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν συνιστούσε νόμιμη δικαιολογία για την άρνηση έκδοσης άδειας οικοδομής, διαχωρισμού ή/και πολεοδομικής άδειας. Πόσο μάλλον στην παρούσα υπόθεση όπου για δεκαετίες δεν εκδόθηκε οποιοδήποτε διάταγμα απαλλοτρίωσης ούτε βέβαια και προχώρησαν οι καθ΄ ων η αίτηση στην απαλλοτρίωση του προαναφερόμενου τεμαχίου και στη δίκαιη αποζημίωση των ιδιοκτητών-αιτητών, αλλά κράτησαν «δεσμευμένο» το τεμάχιο 41, για σκοπούς δημιουργίας σχολείου, στο αβέβαιο και μη καθορισμένο μέλλον.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομικά μεμπτή και επομένως ακυρωτέα. Κατά συνέπεια η προσφυγή πετυχαίνει και εκδίδονται διατάγματα ως οι παράγραφοι Α και Β του αιτητικού της προσφυγής με τα οποία ακυρώνεται η προσβαλλόμενη απόφαση και η γνωστοποίηση της στους αιτητές. Έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.