ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 357/2010 )

 

21 Νοεμβρίου, 2012

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

WOOLWORTH (CYPRUS), PROPERTIES PLC,

Αιτητές,

ν.

 

ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ΄ ου η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Αλ. Κουντουρή, για τους Αιτητές.

Γ.Ζ. Γεωργίου, για τον Καθ΄ ου η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:   Ο Δήμος Λευκωσίας επέβαλε στην αιτήτρια τέλος επαγγελματικής άδειας €5.126,00 για το έτος 2009. Στις 25.11.2009 η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση και ζήτησε την ακύρωση της επιβληθείσας φορολογίας. Ο καθ΄ ου η αίτηση Δήμος Λευκωσίας με επιστολή του ημερ. 29.1.2010 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι η ένσταση της εξετάστηκε με βάση τα δικαιολογητικά που έδωσε και αποφασίστηκε η απόρριψή της. Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της πιο πάνω απόφασης του Δήμου Λευκωσίας.

 

Αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι η επίδικη φορολογία αφορά στο ιδιόκτητο υποστατικό της αιτήτριας επί της λεωφόρου Μακαρίου αρ. 49 και Κρήτης στη Λευκωσία. Ενοικιαστής του εν λόγω υποστατικού είναι η εταιρεία ERMES DEPARTMENT STORES PLC («η ERMES») η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο λειτουργούσε το εν λόγω υποστατικό ως πολυκατάστημα λιανικού εμπορίου γνωστού ως πολυκατάστημα DEBENHAMS. Ο Δήμος Λευκωσίας επέβαλε στην ERMES τέλος επαγγελματικής άδειας για τη λειτουργία του συγκεκριμένου υποστατικού  €5.126,00 για το έτος 2009.

 

Η αιτήτρια στην προαναφερόμενη ένστασή της ημερ. 25.22.2009 εκτός των πιο πάνω, ανέφερε και τα εξής:

 

«Η επιβολή της πιο πάνω φορολογίας στην Εταιρεία μας δεν γίνεται αποδεκτή γιατί θεωρείται διπλή φορολογία επί του ιδίου ακινήτου, η οποία για πρώτη φορά επιβάλλεται. Η Εταιρείας μας δεν διεξάγει οποιοδήποτε επάγγελμα ή επιχείρηση στο συγκεκριμένο υποστατικό, ούτε και απασχολεί οποιοδήποτε υπάλληλο εντός του Δήμου Λευκωσίας. Ως δε ιδιοκτήτρια εταιρεία επιβαρύνεται για το ακίνητο αυτό με φόρο ακίνητης ιδιοκτησίας.»

­­

Ο Δήμος Λευκωσίας υποστηρίζει τη νομιμότητα της επιβληθείσας φορολογίας εφόσον αυτή στηρίζεται, όπως εισηγείται, στα άρθρα 103, 104 και 105 του περί Δήμων Νόμου Ν. 111/85 ως έχει τροποποιηθεί και τους σχετικούς κανονισμούς. Λέγει ακόμη ότι αποτελεί πάγια πρακτική του Δήμου Λευκωσίας να φορολογεί εταιρείες οι οποίες είναι ιδιοκτήτριες ακινήτων εντός των δημοτικών ορίων από τα οποία εισπράττουν ενοίκια, «αφού εισπράττοντας τα ενοίκια ασκούν επάγγελμα, επιτήδευμα ή εργασία».

 

Το άρθρο 103(1) του νόμου προνοεί ότι:

 

«103(1) Ουδέν πρόσωπο διατηρεί εντός των δημοτικών ορίων οιουδήποτε δήμου οιανδήποτε οικοδομή ή χώρον εντός των οποίων ασκείται οιαδήποτε επιχείρησις, βιομηχανία, εμπόριον, επάγγελμα ή επιτήδευμα άνευ αδείας λαμβανομένης προηγουμένως από το συμβούλιον του τοιούτου δήμου:

 

Νοείται ότι το συμβούλιον μπορεί να μην επιβάλλει τέλος για την άσκηση ορισμένων ειδών επιχειρήσεων, βιομηχανιών, επαγγελμάτων, επιτηδευμάτων ή εμπορίου:

 

Νοείται περαιτέρω ότι το συμβούλιον μπορεί να επιβάλει τέλη για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών τα οποία δεν υπερβαίνουν τα εκτιθέμενα στον Εβδομον Πίνακα.»

 

 

Το άρθρο 104(1) του νόμου προνοεί ότι:

 

«104(1) Πρόσωπο ασκούν επί κέρδη, εντός οιωνδήποτε δημοτικών ορίων οιανδήποτε επιχείρησιν, επιτήδευμα, εργασίαν ή επάγγελμα λαμβάνει προς τούτο άδεια συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόμου:

 

Νοείται ότι ...............................

 

(2) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται επί φυσικών προσώπων.»

 

 

 

 

Το άρθρο 105(1) του νόμου προνοεί ότι:

 

 

 

«105(1) Οιονδήποτε πρόσωπον επιθυμούν όπως ασκεί επί κέρδη οιανδήποτε επιχείρησιν, επιτήδευμα, εργασίαν ή επάγγελμα εντός οιωνδήποτε δημοτικών ορίων, υποβάλλει αίτησιν προς το συμβούλιον διά την χορήγησιν εις αυτόν σχετικής αδείας, και το συμβούλιον καθορίζει τα δικαιώματα τα καταβλητέα διά την έκδοσιν της τοιαύτης αδείας τα οποία δεν υπερβαίνουν τα οικεία δικαιώματα τα εκτιθέμενα εις τον Τρίτον Πίνακα.

 

(2) Αμα τη καταβολή του καθορισθέντος υπό του συμβουλίου δικαιώματος το συμβούλιον μεριμνά όπως το όνομα του αιτητού καταχωρισθή εις μητρώον τηρούμενον διά τον σκοπόν αυτόν (εν τοις εφεξής καλούμενον «μητρώον επαγγελματικών αδειών») και εκδίδει εις τον αιτητήν άδειαν.

 

(3) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται επί φυσικών προσώπων.»

 

 

 

 

Οι πρόνοιες του άρθρου 103(1) ανωτέρω θέτουν ως βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση ορισμένων επαγγελματικών υποστατικών εντός των δημοτικών ορίων, τη λήψη άδειας από το συμβούλιο του οικείου δήμου. Οπου απαιτείται η λήψη τέτοιας άδειας, το συμβούλιο του δήμου μπορεί να επιβάλει τέλη για τις άδειες λειτουργίας επαγγελματικών υποστατικών τα οποία δεν υπερβαίνουν τα εκτιθέμενα στον Εβδομο Πίνακα.

 

Ανάλογη υποχρέωση για λήψη άδειας επιβάλλεται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 104 του νόμου και σε πρόσωπα τα οποία ασκούν εντός των δημοτικών ορίων οιανδήποτε επιχείρηση, επιτήδευμα, εργασία, επάγγελμα με σκοπό το κέρδος. Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 105 του νόμου η εν λόγω άδεια χορηγείται σε οποιοδήποτε πρόσωπο που επιθυμεί να ασκεί εντός των δημοτικών ορίων επιχείρηση, επιτήδευμα, εργασία ή επάγγελμα κατόπιν αιτήσεως του εν λόγω προσώπου το δε συμβούλιο του οικείου δήμου καθορίζει τα καταβλητέα δικαιώματα για την έκδοση της άδειας τα οποία δεν υπερβαίνουν τα οικεία δικαιώματα τα εκτιθέμενα στον Τρίτο Πίνακα.

 

Με βάση τον Εβδομο Πίνακα του νόμου καθορίζονται κατ΄ ανώτατο όριο τα δικαιώματα που το συμβούλιο του οικείου δήμου μπορεί να επιβάλει δυνάμει του άρθρου 103 του νόμου για ετήσιες/εξαμηνιαίες άδειες επαγγελματικών υποστατικών. Προδήλως η επιβολή των εν λόγω  δικαιωμάτων αφορά τους κατόχους των επαγγελματικών υποστατικών εντός των οποίων αυτοί ασκούν επιχείρηση, βιομηχανία κλπ σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 103(1) του νόμου.

 

Τα άρθρα 104 και 105 του νόμου ρητά δεν εφαρμόζονται επί φυσικών προσώπων. Με βάση τα εκτιθέμενα στον Τρίτο Πίνακα του νόμου, καθορίζονται τα δικαιώματα για τις ετήσιες/εξαμηνιαίες άδειες των εταιρειών οι οποίες ασκούν εντός των δημοτικών ορίων επιχείρηση, επιτήδευμα, εργασία ή επάγγελμα σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 104 και 105 του νόμου. Για κάθε περίπτωση προβλέπεται αντιστοίχως συγκεκριμένο σταθερό ποσό και όχι κατ΄ ανώτατο όριο, όπως στις περιπτώσεις του άρθρου 103 του νόμου. Ανάλογα με τη φύση της επαγγελματικής δραστηριότητας της κάθε εταιρείας καθορίζονται και τα αντίστοιχα καταβλητέα δικαιώματα επαγγελματικής άδειας.

 

Στην υπό κρίση υπόθεση η αιτήτρια δεν υπέβαλε αίτηση για λήψη επαγγελματικής άδειας για το έτος 2009 ούτε για το προηγούμενο έτος. Δεν φαίνεται επίσης να είχε εκδοθεί τέτοια άδεια προηγουμένως αναφορικά με επαγγελματική δραστηριότητα της αιτήτριας που αφορούσε στην ενοικίαση ακινήτου. Τίθεται επομένως το ερώτημα πάνω σε ποια βάση  και με ποια κριτήρια ο καθ΄ ου η αίτηση δήμος καθόρισε τα δικαιώματα που επέβαλε στην αιτήτρια. Το εν λόγω ερώτημα σαφώς δεν μπορεί να απαντηθεί εφόσον δεν υπάρχουν στοιχεία ή πρακτικά που θα μπορούσε να ρίξουν φως έτσι ώστε να μπορεί να προσδιοριστεί με σαφήνεια το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης. Από τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου δεν προκύπτει σε ποια από τις κατηγορίες του Εβδομου Πίνακα κατέταξε ο Δήμος Λευκωσίας την αιτήτρια για να της επιβάλει δικαιώματα επαγγελματικής άδειας ούτε προκύπτει ο τρόπος καθορισμού του ποσού που έχει επιβληθεί. Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας γεγονός το οποίο καθιστά ανέφικτο τον αναθεωρητικό έλεγχο. Η εκ των υστέρων καταβληθείσα προσπάθεια από πλευράς του καθ΄ ου η αίτηση δήμου να αιτιολογηθεί η προσβαλλόμενη απόφαση σαφώς δεν συνιστά οποιαδήποτε μορφή αιτιολογίας.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

                                                                  Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο