ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 325/2011)
30 Νοεμβρίου 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΤΕΛΛΑ ΑΡΕΣΤΗ,
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΥΠΌΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Καθ΄ ου η αίτηση
---------------------------------
Ν. Βαρθολομαίος, σύζυγος της αιτήτριας, παρών.
Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τον Καθ΄ ου η αίτηση.
----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια, καταχωρώντας την προσφυγή από μόνη της χειρογράφως, ζητά από το Δικαστήριο την απόδοση δικαιοσύνης στη βάση του ότι είχε ήδη δικαιωθεί με την προσφυγή υπ΄ αρ. 1466/2008 στην οποία εκδόθηκε ακυρωτική υπέρ της απόφαση στις 6.11.2009. Κατ΄ ακρίβεια, πρόκειται για προσφυγή που είχε καταχωρήσει ο σύζυγος της Νεοπτόλεμος Βαρθολομαίου εναντίον της απόφασης του Γραφείου Ευημερίας Λεμεσού να ζητήσει από τον ίδιο παρανόμως και καθ΄ υπέρβαση εξουσίας, το ποσό των €33.123,74 ως υπερπληρωμή.
Ως γίνεται αντιληπτό, με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λεμεσού ημερ. 31.1.2011, με την οποία υπολογίστηκε μετά την απαλλαγή του συζύγου της από την οφειλή της υπερπληρωμής ως ανωτέρω, νέο ποσό υπερπληρωμής για την περίοδο 1996-2003, ύψους €17.534,69. Αυτή η υπερπληρωμή υπολογίστηκε στη βάση των στοιχείων που έγιναν παραδεκτά στο Δικαστήριο στην προηγηθείσα προσφυγή. Στην εν λόγω επιστολή του καθ΄ ου, η αιτήτρια και ο σύζυγος της καλούνταν σε συνάντηση με τη λειτουργό Νομικών Υποθέσεων του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Πολεμιδιών στις 9.2.2011, ημέρα Τετάρτη και ώρα 4.00 μ.μ.
Σύμφωνα με τα παρουσιασθέντα από την ένσταση γεγονότα, η αιτήτρια αντιμετωπίζει σοβαρότατα ιατρικά προβλήματα και κατά συνέπεια δεν εργάζεται. Υπεβλήθη στο παρελθόν σε πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις εκ των οποίων δύο φορές για αφαίρεση όγκου στον εγκέφαλο, ενώ πάσχει από ατροφία των νεύρων των ματιών με αποτέλεσμα να έχει πολύ περιορισμένο οπτικό πεδίο. Παρουσιάζει επίσης ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές, χαρακτηριολογική διαταραχή και επιληψία. Αυτά τα προβλήματα υγείας τα αναφέρει και η αιτήτρια στην προσφυγή της, με την παράθεση πολλών ιατρικών πιστοποιητικών, τα οποία είναι τα ίδια ή συμπληρώνονται και από άλλα στο Παράρτημα 1 της ένστασης. Ταυτόχρονα και ο σύζυγος της αιτήτριας παρουσιάζει προβλήματα υγείας καρδιολογικής φύσεως, ο οποίος όμως εργάζεται ως οδηγός φορτηγών με μηνιαίες καθαρές απολαβές περίπου €1.300.
Λόγω των προβλημάτων υγείας της αιτήτριας, αυτή λάμβανε δημόσιο βοήθημα στη βάση του ότι, καθώς δήλωνε, βρισκόταν σε διάσταση με το σύζυγο της, ενώ είχε εξαρτώμενα τα δύο παιδιά της. Διαπιστώθηκε αργότερα ότι η αιτήτρια είχε προσκομίσει πλαστό έγγραφο με υπογραφή δικηγόρου σύμφωνα με το οποίο ο γάμος της με το Νεοπτόλεμο Βαρθολομαίο είχε λυθεί, κάτι όμως που φαίνεται να μην ίσχυε διότι η επιστολή του δικηγόρου που περιείχε την πληροφορία είχε παραποιηθεί με επέμβαση στο περιεχόμενο της από το σύζυγο. Ο τελευταίος, σύμφωνα με τα στοιχεία της ένστασης, για μεγάλο χρονικό διάστημα αρνείτο να προσκομίσει οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία για τον πραγματικό του μισθό.
Με βάση τα ανωτέρω, για την περίοδο Ιουνίου 1996-Απριλίου 2003, δημιουργήθηκε και υπολογίσθηκε υπερπληρωμή ύψους €34.813,86. Ως εκ τούτου αποκόπτετο δόση από το δημόσιο βοήθημα της οικογένειας προς εξόφληση της υπερπληρωμής, η οποία αποκοπή άρχισε τον Ιούνιο του 2004 και διεκόπη τον Μάρτιο του 2010, μετά την προαναφερθείσα ακυρωτική απόφαση. Συνολικά, μέχρι την εν λόγω απόφαση κρατήθηκε από το δημόσιο βοήθημα της οικογένειας ένα ποσό €8.068,08.
Ο καθ΄ ου υπολόγισε εκ νέου την υπερπληρωμή για τις περιόδους Ιούνιο 1996 με Ιανουάριο του 1999 και Δεκέμβριο του 2001 με Ιούνιο του 2003, όταν η επιταγή εκδιδόταν στο όνομα της αιτήτριας, ούσα έτσι η ωφελούμενη από το δημόσιο βοήθημα που έφερε και την ευθύνη της υπερπληρωμής. Ο νέος υπολογισμός υπερπληρωμής και δικαιωμάτων της αιτήτριας έφερε το οφειλόμενο ποσό υπερπληρωμής στις €17.534,69. Τόσο η αιτήτρια, όσο και ο σύζυγος της πληροφορήθηκαν με επιστολές του καθ΄ ου ημερ. 31.1.2011 και 30.8.2011 για τον τρόπο υπολογισμού του νέου ποσού.
Στις 9.2.2011, το ζεύγος παρευρέθη σε συνάντηση που είχε καθορισθεί στο Γραφείο Κοινωνικής Ευημερίας όπου τους εξηγήθηκε, στην παρουσία δικηγόρου που τους εκπροσωπούσε, οι λόγοι του νέου υπολογισμού που αφορούσε νέα υπερπληρωμή στο όνομα της αιτήτριας για την περίοδο 1996-2003, καθώς και το γεγονός της καθυστέρησης να προσκομίζεται σε τακτική βάση η μισθοδοσία του συζύγου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγαλύτερα ποσά υπερπληρωμής εφόσον υπήρχαν αυξήσεις στο μισθό αυτού.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην παρ. 14 της ένστασης και λόγω του ότι από το 2006 είχε υπολογιστεί νέα υπερπληρωμή ύψους €10.318,63 για την περίοδο Σεπτεμβρίου 2003 με Δεκέμβριο 2005, που δημιουργήθηκε από την άρνηση του Νεοπτόλεμου Βαρθολομαίου να προσκομίζει τις καταστάσεις μισθοδοσίας του, το ζεύγος αποδέχθηκε να συνεργαστεί με τον καθ΄ ου ώστε να γίνεται αποκοπή δόσης €50 μηνιαίως από το μηνιαίο δημόσιο βοήθημα προς εξόφληση της υπερπληρωμής, ενώ αποδέχθηκε επίσης να κρατηθεί από τον καθ΄ ου το ποσό των €8.068.08 προς εξόφληση μέρους του οφειλόμενου τελικού ποσού υπερπληρωμής.
Στη σύντομη γραπτή αγόρευση της η αιτήτρια, η οποία επισυνάπτει σωρεία εγγράφων αναφορικά με την κατάσταση υγείας της, εισηγείται ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί στην αποπληρωμή του ποσού εφόσον σε καμία περίπτωση δεν θα βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας της, αλλά αντίθετα θα χειροτερεύσει εφόσον οι επιληπτικές της κρίσεις δυναμώνουν, ενώ οι ιατροί της ανέφεραν ότι σε κάποια φάση θα τυφλωθεί εντελώς.
Η αντίθετη θέση του καθ΄ ου είναι ότι ουδείς λόγος ακυρότητας στοιχειοθετείται, ιδιαιτέρως διότι ουδέποτε ο καθ΄ ου αμφισβήτησε την κακή κατάσταση υγείας της αιτήτριας και τα ευρύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η οικογένεια της, εξ αιτίας των οποίων δεν της αποκόπηκε ποτέ το λαμβανόμενο από αυτή δημόσιο βοήθημα, ούτε και διώχθηκε η ίδια ή ο σύζυγος της δικαστικώς λόγω ψευδών δηλώσεων και απόκρυψη στοιχείων. Για τους ίδιους λόγους, ουδέποτε απαιτήθηκε από τον καθ΄ ου άμεσα το ποσό της υπερπληρωμής.
Αντίθετα, η οικογένεια της αιτήτριας έτυχε βοήθειας παρά το γεγονός ότι δόθηκαν στον καθ΄ ου ψευδή στοιχεία και έτσι μετά την ανακάλυψη των ψευδών στοιχείων δικαίως και οφειλόμενα ο καθ΄ ου προχώρησε να υπολογίσει εκ νέου την υπερπληρωμή με βάση και τα δεδομένα που προέκυψαν από την ακυρωτική απόφαση. Ο τρόπος υπολογισμού φαίνεται λεπτομερώς στο Παράρτημα 1 που επισυνάφθη στη γραπτή αγόρευση του καθ΄ ου, ενώ τονίστηκε εκ μέρους του συνηγόρου του καθ΄ ου και η αποδοχή της αιτήτριας και του συζύγου της να τους αποκόπτεται ποσό €50 από το μηνιαίο δημόσιο βοήθημα το οποίο ποσό εξακολουθείται να αποκόπτεται προς εξόφληση της υπερπληρωμής.
Η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει. Η ακυρωτική απόφαση που εκδόθηκε στην προσφυγή υπ΄ αρ. 1466/08 στις 6.11.2009 (Νικολάτος, Δ.), έκρινε ότι ο καθ΄ ου τότε εσφαλμένα και πεπλανημένα θεώρησε τον ίδιο τον αιτητή σε εκείνη την προσφυγή, σύζυγο της αιτήτριας εδώ, ως το πρόσωπο που όφειλε την αποπληρωμή της υπερπληρωμής και επομένως ακυρώθηκε η πράξη ως ληφθείσα με πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο. Δεν κρίθηκαν άλλα δεδομένα όσον αφορά διάφορα ποσά και επομένως ήταν ανοικτό για τη διοίκηση να επαναπροσδιορίσει το ποσό της υπερπληρωμής που έλαβε η ίδια η αιτήτρια.
Η αιτήτρια δεν αμφισβητεί κατ΄ ουσίαν το ύψος του ποσού που έχει καθορισθεί από τη διοίκηση στις €17.534,69 και μόνο με γενικότητα αναφέρεται σε λανθασμένο ποσό, χωρίς όμως και να εξηγεί το λόγο που διατυπώνει αυτή τη θέση. Όπως προκύπτει από το Παράρτημα 1 της γραπτής αγόρευσης του καθ΄ ου, υπάρχει πλήρης ανάλυση του ποσού που υπολογίστηκε ως υπερπληρωμή προς την αιτήτρια, ανάλυση που εκτείνεται σε πολλές σελίδες και ουδέν σχετικό αμφισβητεί η αιτήτρια. Από απόψεως αιτιολογίας της πράξης, η αιτιολογία είναι πλήρης και λήφθηκε μετά από ορθή διερεύνηση κάθε δυνατού στοιχείου.
Εκείνο το οποίο φαίνεται να επιδιώκει η αιτήτρια είναι τη διαγραφή του απαιτούμενου από αυτή ποσού ώστε να γίνει μια νέα αρχή με ορθούς υπολογισμούς. Επικαλείται τις υποθέσεις Σολωμού ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 169 και Τσικούρης ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 4417, ως προς την πάροδο ευλόγου χρόνου ώστε η διοίκηση να αποκλείεται από την αναδρομική αναζήτηση χρημάτων τα οποία καλόπιστα έλαβε ο διοικούμενος. Αυτό, στη βάση των προνοιών του άρθρου 53 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99.
Εκείνο, όμως, που διαφεύγει της αιτήτριας, είναι ότι τα ποσά τα οποία έλαβε σε περίοδο χρόνο δόθηκαν σε αυτή λόγω των δικών της παρανόμων ενεργειών εφόσον ψευδώς είχε δηλωθεί στον καθ΄ ου ότι ήταν σε διάσταση με το σύζυγο της ενώ αυτό διαπιστώθηκε να ήταν λανθασμένο. Τη θέση αυτή η αιτήτρια δεν αμφισβητεί και επομένως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για την καταβολή αχρεωστήτων ποσών στη βάση του άρθρου 53. Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Σολωμού ν., Δημοκρατίας - πιο πάνω - αποτελεί όρο για τον αποκλεισμό της δυνατότητας αναζήτησης εκ των υστέρων, να έχει παρέλθει εύλογος χρόνος από την καταβολή των αχρεωστήτων. Αλλά και σε τέτοια περίπτωση, νοουμένου ότι «... ο πολίτης έλαβε τα αχρεώστητα καλοπίστως.».
Είναι σαφές, επομένως, ότι η αιτήτρια παραπλανώντας τη διοίκηση έτυχε ευεργετήματος το οποίο σήμερα θα πρέπει να αποπληρώσει. Όπως αναφέρεται και στο σύγγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου: «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» 5η έκδ. παρ. 390-391, αν συντρέχει δόλος του ιδιώτη ή αν πρόκειται για θέμα δημόσιας τάξης, δύναται να ανατραπεί η προς όφελος του ιδιώτη παράνομη πραγματική κατάσταση που έγινε ανεκτή για περίοδο χρόνου. Εδώ βέβαια η διοίκηση ενήργησε ευθύς αμέσως μετά την ακυρωτική απόφαση, έχοντας ανακαλύψει τη δόλια συμπεριφορά της αιτήτριας, η οποία ως εξηγήθηκε ήδη, δεν ήταν καλόπιστη λήπτρια του δημόσιου βοηθήματος. Με αποτέλεσμα, ο καθ΄ ου να δύναται να υπολογίσει εκ νέου το ποσό που κακώς πληρώθηκε στην αιτήτρια εφόσον δεν συνέτρεχε η προϋπόθεση που τίθεται στο άρθρο 7 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων Νόμου και Δημοσίων Υπηρεσιών Νόμου αρ. 8/91, που αναφέρεται στην ανάγκη υπολογισμού του ύψους του βοηθήματος λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των αναγκών και των δύο ατόμων, εφόσον βέβαια αυτά τα άτομα συζούν ως σύζυγοι.
Αλλά και περαιτέρω, η αιτήτρια αποκλείεται από την προώθηση της προσφυγής της εφόσον αποδέχθηκε να της αποκόπτεται ποσό €50 μηνιαίως από το δημόσιο βοήθημα προς εξόφληση της υπερπληρωμής. Αυτό το δεδομένο που δεν αμφισβήτησε η αιτήτρια, πιστοποιείται από το περιεχόμενο της επιστολής του καθ΄ ου, ημερ. 30.8.2011, μεταγενέστερα δηλαδή της καταχώρησης της προσφυγής, στην οποία επιστολή αναφέρεται ότι με τη συγκατάθεση της αιτήτριας αλλά και του συζύγου της, άρχισε από 1.5.2011, η αποκοπή του μηνιαίου ποσού των €50 από το δημόσιο βοήθημα.
Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ενόψει των σοβαρών προβλημάτων υγείας της αιτήτριας και της οικονομικής δυσπραγίας της, κατά διακριτική ευχέρεια, δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ