ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1622/2009, 1623/2009 και 1624/2009)
19 Νοεμβρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 1622/2009)
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
(Υπόθεση Αρ. 1623/2009)
ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΑΡΚΙΤΑΝΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
(Υπόθεση Αρ. 1624/2009)
ΚΩΣΤΑΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Ι. Προκοπίου (κα), για Ορέστη Σιαμπαρτά, για τους Αιτητές σε όλες τις προσφυγές.
Κ. Στιβαρού (κα), για Ιωαννίδη και Δημητρίου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση σε όλες τις προσφυγές.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Με τις παρούσες προσφυγές προσβάλλεται η άρνηση και/ή παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση (στο εξής «η Αρχή»), να ικανοποιήσουν το αίτημα των αιτητών για παραχώρηση άτοκου δανείου για την αγορά αυτοκινήτου καθώς και η άρνηση και/ή παράλειψη ταξινόμησης τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων σύμφωνα με τους περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), όπως τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 10.11.2009.
Ο αιτητής στην Προσφυγή 1622/2009 υπηρετεί ως Ανώτερος Τεχνικός (Ηλεκτρολογία), ο αιτητής στην Προσφυγή 1623/2009 ως Τεχνικός Μηχανικός (Μηχανολογία) και ο αιτητής στην Προσφυγή 1624/2009 ως Τεχνικός (Μηχανολογία). Και οι τρεις υπηρετούν στο Τεχνικό Προσωπικό της Επιχειρησιακής Μονάδας Παραγωγής, στα Κεντρικά Γραφεία της Αρχής στη Λευκωσία.
Είναι η θέση των αιτητών πως κατ' εντολή των προϊσταμένων τους χρησιμοποιούσαν και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το ιδιόκτητο αυτοκίνητό τους για εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών αναγκών της Αρχής.
Οι αιτητές υπέβαλαν συμπληρωμένο σχετικό έντυπο για παραχώρηση άτοκου δανείου για την αγορά αυτοκινήτου, παραθέτοντας τα διανυθέντα κατ' έτος χιλιόμετρα, από το 2003 μέχρι το 2009. Είχε προηγηθεί επιστολή τους το 2006 με την οποία ζητούσαν να ταξινομηθούν στην κατηγορία των εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων, αίτημα το οποίο δεν είχε ικανοποιηθεί, καθώς και σημείωμά τους ημερ. 24.6.2009 προς το Γενικό Διευθυντή ζητώντας ξανά την ταξινόμησή τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων. Στο τελευταίο γινόταν αναφορά στη συναφή έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως σύμφωνα με την οποία οι αιτητές είναι, ως ζήτημα πραγματικό, περιοδεύοντες υπάλληλοι εφόσον ο σχετικός Κανονισμός (Τρίτος Πίνακας, Κανονισμός 42) δεν προβλέπει για ταξινόμηση υπαλλήλων σε περιοδεύοντες ή μη. Στο σημείωμα αυτό οι αιτητές δεν έλαβαν απάντηση.
Η αρνητική απάντηση από τους καθ' ων η αίτηση στην αίτηση των αιτητών για παραχώρηση άτοκου δανείου τούς κοινοποιήθηκε με επιστολές ημερομηνίας 10.11.2009. Η απόφαση αυτή προσβάλλεται με τις παρούσες προσφυγές.
Οι καθ' ων η αίτηση ήγειραν αριθμό προδικαστικών ενστάσεων οι οποίες απορρίφθηκαν. Η σύνοψη που ακολουθεί περιέχεται στην απόφαση του Δικαστηρίου που ακολούθησε, ημερ. 5.3.2012. Θεωρώ χρήσιμη την αναφορά:
«[οι καθ' ων η αίτηση] Υποστηρίζουν ότι οι προσφυγές είναι απαράδεκτες επειδή η προσβαλλόμενη παράλειψη δεν αποτελεί παράλειψη με το νόημα του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος, ενώ η προσβαλλόμενη παράλειψη συνιστά βεβαιωτική πράξη προηγούμενης απόφασης της Αρχής και/ή είναι πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα. Υποστηρίζουν ακόμα ότι συνεπεία των πιο πάνω οι προσφυγές είναι εκπρόθεσμες, ενώ οι αιτητές έχουν απωλέσει οποιοδήποτε έννομο συμφέρον τους, αφού με τη συμπεριφορά τους έδωσαν την εντύπωση ότι είναι σύμφωνοι προς συγκεκριμένη ενέργεια της Αρχής, δηλαδή την αποζημίωσή τους με ποσό ίσο προς το επίδομα των εκτάκτων περιοδεύοντων υπαλλήλων, στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούν το ιδιωτικό τους αυτοκίνητο για υπηρεσιακούς λόγους, ενώ με την προσφυγή τους αξιώνουν θεραπεία ασυμβίβαστη με την πιο πάνω ενέργεια της Αρχής και/ή αμφισβητούν εκ των υστέρων τη νομιμότητά της.
Οι καθ΄ων η αίτηση υποστηρίζουν, τέλος, ότι από τη στιγμή που η παραχώρηση άτοκου δανείου γίνεται κατά την απόλυτο κρίση της Αρχής και συνεπώς εμπίπτει στη διακριτική της ευχέρεια, δεν στοιχειοθετείται παράλειψη, αφού παράλειψη για να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής πρέπει να αφορά σε απόφαση που η διοίκηση άνκαι υποχρεωμένη νομικά να λάβει, παραλείπει να πράξει».
Οι ισχυρισμοί των αιτητών συνοψίζονται στα ακόλουθα:
Εισηγούνται πως, ενόψει του αριθμού των διανυθέντων χιλιομέτρων με τα ιδιόκτητα οχήματά τους για εξυπηρέτηση των αναγκών των καθ' ων η αίτηση και στη βάση των συναφών Κανονισμών, «αναμφίβολα» κατατάσσονται «τουλάχιστον στους έκτακτους περιοδεύοντες υπαλλήλους». Αυτό διότι «προκύπτει από τον Κανόνα 2(5)(β)(ΣΤ) ότι υπάλληλοι "οι οποίοι διανύουν δι' υπηρεσιακούς λόγους πέραν των 2000 μιλίων ετησίως" μπορεί να ταξινομηθούν από την Αρχή στους "τακτικούς περιοδεύοντας υπαλλήλους"».
Είναι η θέση των αιτητών πως η απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε χωρίς τη διεξαγωγή έρευνας και είναι αναιτιολόγητη. Το μέρος των υποβληθέντων από τους αιτητές αιτήσεων για παραχώρηση δανείου για την αγορά αυτοκινήτου το οποίο αφήνεται «για υπηρεσιακή χρήση» παρέμεινε ασυμπλήρωτο, γεγονός που φανερώνει, κατά τον ισχυρισμό, την έλλειψη έρευνας αναφορικά με το περιεχόμενο της επιστολής, όσο και με τις αιτήσεις δανείων των αιτητών.
Περαιτέρω, οι καθ' ων η αίτηση δεν προέβηκαν σε οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τα όσα οι αιτητές έθεσαν με την επιστολή τους και ειδικότερα το ότι οι αιτητές συνεχίζουν κατ' εντολή των προϊσταμένων τους να χρησιμοποιούν το αυτοκίνητό τους και ότι η Αρχή εξακολουθεί να μη διαθέτει υπηρεσιακό αυτοκίνητο από το στόλο της για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Παραπέμπουν σε χειρόγραφες σημειώσεις, η πρώτη ημερ. 16.11.2009, καταγραμμένη σε «υπενθύμιση» του αιτήματός τους ημερ. 20.10.2008, πως «αν η Υπηρεσία είναι αδύνατο να τους παρέχει αυτοκίνητο το αίτημα να ικανοποιηθεί», καθώς και σε δεύτερη ημερ. 24.10.2008, σύμφωνα με την οποία «οικονομικά το αίτημά τους είναι δικαιολογημένο και εισηγούμαι να εξευρεθεί κάποιος τρόπος ικανοποίησής τους». Με την εισήγηση πως η εν λόγω κρίση ήταν πεπλανημένη.
Είναι επίσης η θέση των αιτητών ότι η απόφαση της Αρχής ελήφθη υπό πλάνη. Εφόσον οι καθ' ων η αίτηση εξουσιοδότησαν τους αιτητές να χρησιμοποιούν τα οχήματά τους για τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα, καθίστανται περιοδεύοντες και δεν τίθεται θέμα «ταξινόμησής» τους ως περιοδεύοντες. Το κατά πόσο είναι έκτακτοι ή τακτικοί περιοδεύοντες εξαρτάται από τη συχνότητα χρήσης του οχήματός τους και από τον αριθμό των μιλίων που διανύουν υπηρεσιακά. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά συνέπεια, αντίθετη προς τον καν. 43(1) και τους ερμηνευτικούς όρους «έκτακτος περιοδεύων υπάλληλος» και «τακτικός περιοδεύων υπάλληλος», κανόνας 1(1) του Τρίτου Πίνακα της Κ.Δ.Π. 291/1986.
Η προσβαλλόμενη απόφαση έρχεται, κατά τους αιτητές, σε αντίθεση με την πρακτική της Αρχής όπως φανερώνεται από την Έκθεση της Γενικής Ελέγκτριας για το 2010 σύμφωνα με την οποία έχουν παραχωρηθεί δάνεια σε υπαλλήλους οι οποίοι για τα τελευταία τουλάχιστον πέντε χρόνια δεν έχουν υποβάλει αίτημα για επίδομα οδοιπορικών ένεκα χρήσης του οχήματος τους για υπηρεσιακούς σκοπούς. Οπότε, σύμφωνα με τη Γενική Ελέγκτρια, «γεννάται το ερώτημα πώς οι εν λόγω υπάλληλοι θεωρήθηκαν/εγκρίθηκαν ως περιοδεύοντες». Παραβιάζεται κατά την εισήγηση των αιτητών η αρχή της καλής πίστης και καταδεικνύεται κατάχρηση εξουσίας από τους καθ' ων η αίτηση όταν, κάτω από αυτά τα δεδομένα, οι αιτητές κρίθηκαν ότι δεν πληρούν το βασικό κριτήριο για δανειοδότησή τους.
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει το ζήτημα ρυθμίζεται από τους περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986, ΚΔΠ 291/1986, όπως έχουν τροποποιηθεί. Ειδικότερα, ο κανονισμός 43(1) προβλέπει:
«43(1) Η Αρχή δύναται να παραχωρή κατά την απόλυτον κρίσιν της εις τακτικούς και εκτάκτους περιοδεύοντας υπαλλήλους (ως οι όροι ούτοι ερμηνεύονται εις τον Τρίτον Πίνακα) άτοκον δάνειον δι' αγοράν αυτοκινήτου, το ύψος του οποίο δεν θα υπερβαίνει τον ετήσιον βασικόν μισθόν του υπαλλήλου και η αποπληρωμή του οποίου θα γίνεται δια μηνιαίων δόσεων εντός περιόδου πέντε ετών».
Σύμφωνα δε με τον κανόνα 1(1) του Τρίτου Πίνακα των Κανονισμών (Κανονισμός 42) Επιδόματα,
"«έκτακτος περιοδεύων υπάλληλος» σημαίνει εξουσιοδοτημένον υπό της Αρχής και διατεθειμένον να χρησιμοποιή το αυτοκίνητον του, δι' από καιρού εις καιρόν χρήσιν εν σχέσει προς τα καθήκοντα της θέσεως του".
Και "«τακτικός περιοδεύων υπάλληλος» σημαίνει υπάλληλον εξουσιοδοτημένον υπό της Αρχής και διατεθειμένον να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητον του δια τακτικήν χρήσιν εν σχέσει προς τα καθήκοντα της θέσεως του»".
Ο δε κανονισμός 64 προβλέπει αναφορικά με τις συλλογικές συμβάσεις πως:
«Πλην ως ρητώς προνοείται εν τοις παρούσι Κανονισμοίς, θα ισχύωσιν εν σχέσει προς τους όρους υπηρεσίας των υπαλλήλων αι εκάστοτε εν ισχύι συλλογικαί συμβάσεις, πλην δε όπου υπάρχει σαφής πρόνοια εν τοις παρούσι Κανονισμοίς, θα γίνεται αναφορά εις τας συλλογικάς συμβάσεις προς συμπλήρωσιν ή καλυτέραν ερμηνείαν και ή εφαρμογήν των παρόντων Κανονισμών».
Ο κανόνας 1(2) του Τρίτου Πίνακα προνοεί:
«Τα ποσά των επιδομάτων όπου ταύτα εν τω παρόντι Πίνακι αναφέρονται ότι είναι τα εκάστοτε καθοριζόμενα, αναφέρονται εις τα καθοριζόμενα τοιαύτα δια των εκάστοτε εν ισχύι συλλογικών συμβάσεων μετά της συντεχνίας, και όπου εν τω παρόντι Πίνακι γίνεται λόγος δια εκάστοτε συμφωνούμενα δεδομένα ή ζητήματα σημαίνει τα εκάστοτε συμφωνούμενα δεδομένα ή ζητήματα μεταξύ της Αρχής και της συντεχνίας».
Στη βάση των πιο πάνω, αναθεωρήθηκαν οι όροι παροχής δανείου και περιλήφθηκε η ακόλουθη πρόνοια στις Συλλογικές Συμβάσεις, ημερ. 6.8.1993, για την περίοδο 1.1.1992-31.12.1994:
«Σε υπαλλήλους που εξουσιοδοτούνται σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις να χρησιμοποιούν το αυτοκίνητο τους για εργασία της Αρχής, να καταβάλλεται το οδοιπορικό επίδομα των εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων».
Οι Κανονισμοί για την αναθεώρηση των όρων παροχής δανείου εγκρίθηκαν από την Αρχή και στις 26.5.1994 συνομολογήθηκε Μνημόνιο Συμφωνίας μεταξύ Αρχής και συγκεκριμένης συντεχνίας στο οποίο συμφωνήθηκε όπως οι αναθεωρηθέντες όροι ενσωματωθούν στους περί ΑΗΚ (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς, προς αντικατάσταση των υφιστάμενων αντίστοιχων όρων παροχής δανείων για αγορά αυτοκινήτου. Αναφέρω εδώ πως η παρατήρηση των αιτητών πως οι ίδιοι δεν ήταν μέλη της συντεχνίας αυτής και άρα το εν λόγω Μνημόνιο δεν τους δεσμεύει καταρρίπτεται, πιστεύω, από το γεγονός της κοινοποίησης επιστολής τους ημερ. 11.2.2009 απευθυνόμενη προς το Διευθυντή Ανθρώπινου Δυναμικού και προς την εν λόγω συντεχνία, πράγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι φανερώνει την έστω με κάποιο τρόπο σχέση των αιτητών με την εν λόγω συντεχνία. Οι Κανονισμοί αυτοί, εγκρίθηκαν και ενσωματώθηκαν σε Εγκύκλιο (Ρ2/Ρ101 - ημερ. 8.7.1994), την οποία, όπως παρατηρεί η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση, επικαλούνται και οι αιτητές στο παράπονό τους προς την Επίτροπο Διοικήσεως.
Σύμφωνα με τους όρους αυτούς, η Αρχή δύναται κατά την απόλυτη κρίση της να παραχωρεί σε τακτικούς ή έκτακτους περιοδεύοντες υπαλλήλους άτοκο δάνειο για αγορά αυτοκινήτου, ο δε Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του, να εγκρίνει την ταξινόμηση υπαλλήλου σε τακτικό ή έκτακτο περιοδεύοντα υπάλληλο. Σε υπαλλήλους οι οποίοι εξουσιοδοτούνται σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις, να χρησιμοποιούν το αυτοκίνητό τους, για υπηρεσιακούς λόγους, για ταξίδια τα οποία δεν μπορούν να γίνουν με δημόσια μεταφορικά μέσα, θα καταβάλλεται το εκάστοτε οδοιπορικό επίδομα που καταβάλλεται στους έκτακτους περιοδεύοντες υπαλλήλους. Οι υπάλληλοι αυτοί δεν θα έχουν δικαίωμα παραχώρησης ή υποβολής αίτησης για παραχώρηση άτοκου δανείου για αγορά αυτοκινήτου, το οποίο υπό διαφορετικές συνθήκες η Αρχή δύναται να παραχωρήσει σε τακτικούς και έκτακτους περιοδεύοντες υπαλλήλους.
Συμφωνώ με τους καθ' ων η αίτηση πως από τα πιο πάνω συνάγεται πως το γεγονός και μόνο της χρήσης ιδιωτικού αυτοκινήτου δεν κατατάσσει τον υπάλληλο ως περιοδεύοντα, εφόσον είναι δυνατόν υπάλληλος να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του για έκτακτες υπηρεσιακές ανάγκες. Χρειάζεται πράγματι ταξινόμηση από τους καθ' ων η αίτηση.
Η θέση των αιτητών πως το γεγονός ότι το μέρος «Για υπηρεσιακή χρήση» της αίτησης για την παραχώρηση δανείου για την αγορά αυτοκινήτου παρέμεινε κενό φανερώνει έλλειψη δέουσας έρευνας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ορθά παρατηρούν οι καθ' ων η αίτηση πως το έντυπο που οι αιτητές χρησιμοποίησαν ζητούσε από τους αιτητές να σημειώσουν την ημερομηνία έγκρισής τους είτε ως εκτάκτων, είτε ως τακτικών περιοδευόντων υπαλλήλων. Ο χώρος αυτός παρέμεινε κενός στις αιτήσεις και εφόσον το έντυπο που χρησιμοποιήθηκε αφορά αποκλειστικά υπαλλήλους ταξινομημένους ως περιοδεύοντες, ορθά δεν συμπληρώθηκε το μέρος «Για υπηρεσιακή χρήση».
Η θέση των αιτητών ήταν αρχικά ότι της παραχώρησης δανείου έπρεπε να προηγηθεί η ταξινόμησή τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων. Αυτό προκύπτει όπως παρατηρεί η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση και από το σημείωμα των αιτητών προς το Γενικό Διευθυντή των καθ' ων η αίτηση, ημερ. 24.6.2009, σύμφωνα με το οποίο «Δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι, ο Γενικός Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του, να εγκρίνει την ταξινόμηση υπαλλήλου σε τακτικό ή έκτακτο περιοδεύοντα υπάλληλο ή και να διαγράψει αυτόν» και για το οποίο οι αιτητές στην επιστολή τους ημερ. 19.10.2009 παραπονούνται ότι δεν έλαβαν απάντηση. Προκύπτει όμως και από την επιστολή των αιτητών περιέχουσα το παράπονό τους προς την Επίτροπο Διοικήσεως, ημερ. 20.3.2009 («Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας ότι το αίτημα για κατάταξη μας ως «έκτακτοι περιοδεύοντες υπάλληλοι» είναι η προϋπόθεση για την παραχώρηση άτοκου δανείου για αγορά αυτοκινήτου»).
Γεννάται, βεβαίως, το ερώτημα, πώς, ενώ οι αιτητές αποδοκιμάζουν τη μη ταξινόμησή τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων η οποία αναγκαστικά, καθώς αντιλαμβάνομαι, διέρχεται μέσα από την αποδοχή της θέσης πως η εν λόγω συλλογική σύμβαση εφαρμόζεται, από την άλλη εισηγούνται πως αυτή δεν υιοθετήθηκε ως μέρος των Κανονισμών οι οποίοι παρέμειναν αμετάβλητοι και δεν προϋποθέτουν ταξινόμηση. Εξάλλου, οι αιτητές προσβάλλουν όχι μόνο την καθαυτή μη παραχώρηση άτοκου δανείου για την αγορά αυτοκινήτου αλλά και τη μη ταξινόμησή τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων. Διαπιστώνεται ασυνέπεια στη στάση των αιτητών.
Με την επιστολή τους δε ημερ. 20.10.2009, η οποία οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, οι αιτητές, θεωρώντας ως δεδομένη την ταξινόμησή τους ως εκτάκτων περιοδευόντων υπαλλήλων για λόγους που καταγράφουν και μετά πλέον από την έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως, ζητούσαν την παραχώρηση άτοκου δανείου για την αγορά αυτοκινήτου. Έλαβαν την ακόλουθη απάντηση ημερ. 10.11.2009, από το Διευθυντή Ανθρώπινου Δυναμικού:
«Σ' απάντηση της επιστολής σας, ημερομηνίας 19 Οκτωβρίου 2009, σχετικά με το πιο πάνω θέμα, πληροφορείστε ότι η αίτηση σας δεν μπορεί να εξεταστεί περαιτέρω γιατί δεν πληρείτε το βασικό κριτήριο για να δικαιούστε να αιτηθείτε δάνειο για αγορά αυτοκινήτου.
Συγκεκριμένα, θα πρέπει πρώτα να ταξινομηθείτε ως Περιοδεύων Υπάλληλος, με βάση τις σχετικές πρόνοιες των περί ΑΗΚ Κανονισμών και της απορρέουσας θεσμοθετημένης διαδικασίας που ακολουθείται στην Αρχή».
Το γεγονός παραμένει πως το Δικαστήριο στην απόφασή του επί των προδικαστικών ενστάσεων των καθ' ων η αίτηση ημερ. 5.3.2012, έκρινε πως η προσβαλλόμενη πράξη είναι εκτελεστή. Οι αιτητές με την επιστολή τους ημερ. 19.10.2009 προκαλούσαν ουσιαστικά διοικητική κρίση επί δύο θεμάτων: πρώτον ως προς την ταξινόμησή τους σε έκτακτους περιοδεύοντες υπαλλήλους και δεύτερον ως προς την έγκριση ή μη των αιτήσεών τους για παραχώρηση δανείου για την αγορά αυτοκινήτου.
Με την προσβαλλόμενη απόφαση ουσιαστικά οι καθ' ων η αίτηση απάντησαν μόνο στο δεύτερο θέμα. Παρέλειψαν να τοποθετηθούν στην ταξινόμηση των αιτητών και η παραπομπή της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση σε ειδικές διευθετήσεις για καταβολή οδοιπορικών σε ομάδα τεχνικών στην οποία προφανώς ανήκαν και οι αιτητές, καθώς και σε κριτήρια τα οποία εν γένει λαμβάνονται υπ΄ όψιν για την ταξινόμησή τους σε έκτακτους ή τακτικούς περιοδεύοντες υπαλλήλους δεν είναι επιτρεπτό να συμπληρώσουν το κενό της αιτιολογίας.
Οι καθ' ων η αίτηση όφειλαν να προβούν στη δέουσα έρευνα υπό τα νέα πλέον δεδομένα τα οποία οι αιτητές υπέβαλαν και να τοποθετηθούν επ' αυτών. Η παράλειψή τους, οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.