ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
GEORGHIADES ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 659
Ρούσος Νίκος ν. Πάνου Σ. Ιωαννίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 549
Sportsman Betting Company Limited ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 591
Παπαϊωάννου Nιόβη ν. Δήμου Πάφου (2007) 3 ΑΑΔ 393
Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1991) 4 ΑΑΔ 725
Κωνσταντίνου ν. Συμβ. Υδατ. Λ/σού (Αρ.1) (1992) 4 ΑΑΔ 3330
Λευκαρίτη Δέσπω Tάκη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 ΑΑΔ 309
Valentine Estates Ltd ν. Συμβουλίου Aποχετεύσεως Παραλιμνίου (2000) 4 ΑΑΔ 398
Yiannakis Bros Hotels Ltd ν. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 4 ΑΑΔ 476
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1123/2011)
14 Νοεμβρίου 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
2. ΧΡΙΣΤΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
3. ΙΑΚΩΒΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
4. ΝΙΚΟΛΑΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
5. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΔΗΜΟΥ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ ου η αίτηση
----------------------------------------
Αίτηση ημερ. 4 Σεπτεμβρίου 2012 για προσαγωγή μαρτυρίας
Α. Χρ. Δημητριάδης, για τους Αιτητές.
Α. Σοφοκλέους (κα), για τον Καθ΄ ου η αίτηση.
----------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Επιδίωξη των αιτητών είναι η λήψη άδειας με την οποία να δυνηθούν να προσαγάγουν μαρτυρία υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων είτε από τους ίδιους τους αιτητές, είτε από εμπειρογνώμονες, είτε και από άλλα πρόσωπα που είναι σε θέση να γνωρίζουν ουσιαστικά γεγονότα αναφορικά με τα αμφισβητούμενα θέματα που αφορούν την ουσία της προσφυγής.
Με την προσφυγή τους οι αιτητές, συνιδιοκτήτες δύο τεμαχίων γης στην Πάφο, ζητούν την ακύρωση της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής που έχουν εκδοθεί από το Δήμο Πάφου στις 17.5.2010 και 3.11.2010, αντίστοιχα, ενόψει του ότι οι αιτήσεις που είχαν υποβληθεί από τους ενοικιαστές των τεμαχίων είχαν υποβληθεί χωρίς την προσυπογραφή και εξουσιοδότηση των αιτητών-ιδιοκτητών τους. Ταυτόχρονα, επιδιώκεται η διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη του Δήμου Πάφου να απαντήσει στο αίτημα των αιτητών αναφορικά με το κύρος των πιο πάνω αδειών είναι παράνομη, με ταυτόχρονη διαζευκτική αξίωση ότι η παράλειψη αυτή πρέπει να εκληφθεί ως άρνηση ικανοποίησης του αιτήματος.
Σε συντομία, για σκοπούς της παρούσας αίτησης, το ιστορικό αποκαλύπτει ότι η αιτήτρια 1, ως αρχική ιδιοκτήτρια των τεμαχίων αυτών είχε το 1993 ενοικιάσει μέρος των δύο τεμαχίων της στην εταιρεία BP Cyprus Ltd για τη χρησιμοποίηση της ενοιαζομένης γης για σκοπούς πρατηρίου πετρελαιοειδών. Πρόνοια στη συμφωνία καθόριζε ότι μόνο η BP Cyprus Ltd πληρεξουσιοδοτείτο να υπογράφει και υποβάλλει αιτήσεις στις αρμόδιες αρχές για λήψη των απαραίτητων αδειών για τη δημιουργία του πρατηρίου. Σε κάποιο στάδιο, η συμφωνία εκχωρήθηκε στην εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ χωρίς την υπογραφή νέας συμφωνίας που να παρέχει πληρεξούσιο στη νέα εταιρεία για την υπογραφή σχετικών αιτήσεων για πολεοδομική και οικοδομική άδεια. Κατά τη θέση των αιτητών, εφόσον η πληρεξουσιοδότηση ήταν προσωπική δεν είχε μεταβιβαστεί με την εκχώρηση της συμφωνίας από την BP Cyprus Ltd στην εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ, με αποτέλεσμα να ανασταλεί η ισχύς του πληρεξουσίου. Επομένως, οι αιτήσεις για πολεοδομική και οικοδομική άδεια που υπογράφηκαν από κάποιο Γιώργο Γρηγορά εκ μέρους της εταιρείας Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ, ήταν άκυρες διότι το εν λόγω άτομο εμφανιζόταν δόλια και απατηλά ως εξουσιοδοτημένο από τους αιτητές προς τους οποίους μεταβιβάστηκαν τα δύο τεμάχια και πάλι χωρίς να δοθεί από τους νέους αυτούς ιδιοκτήτες πληρεξούσιο έγγραφο στην εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ.
Το υπόλοιπο μέρος των πιο πάνω τεμαχίων ενοικιάσθηκε το 1999 σε κάποια εταιρεία Durashine Services Station Ltd, η οποία παρανόμως ανήγειρε υποστατικά χωρίς τη συγκατάθεση των αιτητών και οι οποίες παράνομες κατασκευές δεν αφαιρέθηκαν παρά την προς τούτο εμμονή των αιτητών. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η εκ των υστέρων ληφθείσα πολεοδομική και οικοδομική άδεια, φαίνετο να νομιμοποιεί και τις εν λόγω παρανομίες.
Με την αίτηση επιδιώκεται από τους αιτητές, η προσαγωγή μαρτυρίας που να δείχνει ότι το τοπογραφικό σχέδιο που επισυνάφθη στο Παράρτημα 1 της ένστασης του Δήμου Πάφου και το οποίο χρησιμοποιήθηκε από τους ενοικιαστές για τη λήψη των σχετικών αδειών είναι παραποιημένο και πλαστογραφημένο. Επίσης η μαρτυρία θα δείξει ότι η ενοικίαση αφορούσε συγκεκριμένο μέρος των δύο τεμαχίων και ότι οι ενοικιάσεις που έγιναν αργότερα ήσαν εκτός του εύρους του αρχικού πληρεξουσίου και αφορούσαν αναπτύξεις που δεν ήταν συναφείς με τη λειτουργία του πρατηρίου. Θα επιχειρηθεί πρόσθετα να προσκομιστεί εμπειρογνώμονη μαρτυρία που να βεβαιώνει το παράνομο των υποστατικών που αναφέρονται στην προσφυγή, ενώ οι αιτητές έχουν υποστεί και ζημιά από τη μείωση της συνολικής έκτασης των τεμαχίων τους λόγω του ότι η εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ, αναρμοδίως και χωρίς την εξουσιοδότηση των αιτητών, αποδέχθηκε για σκοπούς έκδοσης της πολεοδομικής άδειας, ανάλογη ρυμοτομία.
Οι αιτητές τόσο με την επίδικη αίτηση, όσο και με την ενώπιον του Δικαστηρίου αγόρευση τους, εισηγούνται ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη στη βάση σχετικής νομολογίας που παραθέτουν, για την προσαγωγή μαρτυρίας, η οποία είναι εξειδικευμένη και συγκεκριμένη και αποσκοπεί στην απόδειξη των όσων γεγονότων αναφέρονται στην αίτηση ακυρώσεως σε συνάρτηση με τα νομικά σημεία αυτής και την αντίστοιχη απόρριψη των λόγων αυτών με την ένσταση του Δήμου Πάφου.
Ο Δήμος Πάφου με αναφορά στην καταχωρηθείσα ένσταση στην αίτηση ακύρωσης, εισηγείται, αντίθετα, ότι η προτεινόμενη μαρτυρία δεν μπορεί να αξιολογηθεί από το Δικαστήριο κατά πόσο είναι ή όχι σχετική με τα επίδικα θέματα καθότι είναι ακόμη πρώιμο το στάδιο εφόσον δεν έχουν συμπληρωθεί οι γραπτές αγορεύσεις των διαδίκων. Πρόσθετα, το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να αξιολογήσει τη μαρτυρία αυτή, διότι δεν ήταν ενώπιον του διοικητικού οργάνου κατά τη λήψη της απόφασης, ούτε και αποτέλεσε μέρος του διοικητικού φακέλου στη βάση των στοιχείων του οποίου εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Εκείνο που επιδιώκεται, κατά τη συνήγορο του Δήμου Πάφου, είναι η εκ των υστέρων αποσαφήνιση δεδομένων και η έκφραση πρωτογενούς κρίσης από το Δικαστήριο που με βάση τη νομολογία είναι ανεπίτρεπτο.
Η προσαγωγή μαρτυρίας, κατά τη νομολογία, επιτρέπεται μόνο όταν είναι σχετική με τα επίδικα θέματα. Στη Sportsman Betting Co. Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591, έχει αναφερθεί ότι η προσκόμιση γεγονότων με μαρτυρία είναι δυνατή όταν αυτή είναι σχετική με τα επίδικα θέματα αφενός και αφετέρου όταν η απόδειξη τους δυνατόν να τεκμηριώσει τους λόγους ακύρωσης. Εννοείται ότι ο διάδικος που επιδιώκει την προσαγωγή μαρτυρίας, πρέπει να προσδιορίσει με λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιθυμεί να προσαγάγει προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, ως προς τη σχετικότητα της επιδιωκόμενης μαρτυρίας.
Αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας αντιμετωπίζονται από τα Δικαστήρια με εξαιρετική φειδώ, όπως δείχνουν οι υποθέσεις Δέσπω Λευκαρίτη ν. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 309, Valentines Estates Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου (2000) 4 Α.Α.Δ. 398 και Yiannakis Bros Hotels v. Δήμου Παραλιμνίου(2000) 4 Α.Α.Δ. 476. Ταυτόχρονα, οι αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας θα πρέπει να εξετάζονται και με βάση την άλλη αρχή, ότι το έργο του αναθεωρητικού Δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο διενήργησε ή όχι δέουσα έρευνα ως προς κάθε τι σχετικό που έπρεπε να ληφθεί υπόψη. Η διενέργεια αυτής της έρευνας δεν αποτελεί έργο του Δικαστηρίου. Είναι η νομιμότητα της πράξης που ελέγχεται και όχι η ορθότητα της ουσιαστικής κρίσης του διοικητικού οργάνου, (δέστε Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659 και Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725).
Στη Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3(E) Α.Α.Δ. 3835, έχει επιβεβαιωθεί ότι σε αντίθεση με το σύστημα αντιδικίας στην αστική διαφορά, όπου η ευθύνη για την προσαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα που ακολουθείται εν πολλοίς στο διοικητικό δίκαιο, η πρωτοβουλία ανήκει και στο Δικαστή, με βάση και τις αρχές που απορρέουν από το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό του 1962.
Εξετάζοντας αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας, θεωρείται απαράδεκτη η προσπάθεια εισαγωγής μαρτυρίας που τείνει να διαφοροποιήσει, να αλλοιώσει ή να μεταβάλει το περιεχόμενο των δεδομένων που συνέθεταν το διοικητικό φάκελο κατά τη λήψη της προσβαλλόμενη πράξης, (δέστε Ρούσσος ν. Ιωαννίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 549). Τυχόν προβλήματα που ανακύπτουν από το διοικητικό φάκελο, όπως ασάφειες ή αντιφάσεις που προκύπτουν μέσα από τα κατατεθέντα έγγραφα, εναπόκειται στο ίδιο το διοικητικό όργανο να τα επιλύσει και όχι στο Δικαστήριο, (δέστε Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330), ενώ πρωτογενής κρίση στοιχείων τα οποία δεν είχαν τεθεί ενώπιον του οργάνου, δεν είναι δυνατή.
Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τη θέση της συνηγόρου του Δήμου Πάφου ότι το στάδιο στο οποίο κατεχωρήθη η υπό κρίση αίτηση είναι πρώιμο, επειδή δεν έχουν ανταλλαγεί ακόμη οι αγορεύσεις. Αντίθετα, η διαφορά των διαδίκων έχει ήδη αποκρυσταλλωθεί μέσα από τους λόγους ακύρωσης και την ένσταση που πρόβαλε ο Δήμος Πάφου, οι δε αγορεύσεις που θα ακολουθήσουν δεν μπορούν να μεταβάλουν τα δεδομένα αυτά, χωρίς να προηγηθεί και εγκριθεί αίτηση τροποποίησης.
Η αίτηση, όμως, δεν μπορεί εν πάση περιπτώσει να γίνει αποδεκτή διότι εν πολλοίς επιδιώκει να επιλύσει ζητήματα ιδιωτικού δικαίου και διαφορές μεταξύ των διαδίκων που ανάγονται στην εγκυρότητα του πληρεξουσίου μέσα από την αίτηση ακυρώσεως. Η απόφαση στη Νιόβη Παπαϊωάννου ν. Δήμου Πάφου (2007) 3 Α.Α.Δ. 393, στην οποία παραπέμπει ο συνήγορος των αιτητών στη γραπτή του αγόρευση, δεν είναι άμεσα σχετική με το αίτημα προσαγωγής μαρτυρίας. Εκεί, η πλαστογραφία είχε ήδη αποδειχθεί μέσα από αστυνομική έρευνα μετά την έγερση του θέματος της πλαστογραφίας από την αιτήτρια. Εδώ, ο ισχυρισμός περί πλαστογραφίας παραμένει ακόμη ισχυρισμός.
Κατά δεύτερο λόγο, η αίτηση επιδιώκει κατά αόριστο και ασαφή τρόπο την προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με ζητήματα για τα οποία το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν μπορεί να εκφέρει κρίση. Για παράδειγμα, αναφέρεται στην παρ. Α(6) της επίδικης αίτησης, ότι το πληρεξούσιο έγγραφο που είχε δοθεί από την αιτήτρια 1 Χρυστάλλα Ιγνατίου προς την εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ, δεν δέσμευε τους αιτητές 2-5, στους οποίους μεταβιβάστηκαν μεταγενέστερα τα δύο τεμάχια και οι οποίοι δεν αποδέχονται την ισχύ του. Επίσης, στην προηγούμενη παράγραφο Α(5), γίνεται εισήγηση ότι η αρχική πληρεξουσιότητα αφορούσε μόνο μέρος των τεμαχίων. Περαιτέρω, καταγράφεται ότι η εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια Κύπρου Λτδ, ουδέποτε στο παρελθόν χρησιμοποίησε το πληρεξούσιο, ζητώντας πάντοτε από τους αιτητές να υπογράψουν σχετικές αιτήσεις, με εξαίρεση την πολεοδομική και οικοδομική άδεια που εκδόθηκαν και προσβάλλονται με την υπό κρίση προσφυγή.
Γενικά, όλη η αίτηση είναι διάχυτη με αυτού του είδους τις θέσεις, για τις οποίες οι αιτητές επιδιώκουν να προσαγάγουν μαρτυρία. Ενώ και η βασική τοποθέτηση τους ότι το σχετικό τοπογραφικό σχέδιο ήταν παραποιημένο και ή πλαστογραφημένο σαφώς και δεν μπορεί να τύχει κρίσης με την προσαγωγή μαρτυρίας από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Δεν είναι εδώ το κατάλληλο forum προς επίλυση τέτοιου είδους διαφοράς.
Ο Δήμος Πάφου στην ένσταση του έχει αναφέρει ρητά ότι όλα τα θέματα για τα οποία επιδιώκεται η εισαγωγή μαρτυρίας δεν ήσαν ενώπιον του κατά τη λήψη της απόφασης. Ως προς αυτή την πτυχή ουδέν αντέταξαν οι αιτητές. Περαιτέρω, στο βαθμό που επιδιώκεται ερμηνεία της συμφωνίας και των εγγράφων που είχε ενώπιον του ο Δήμος Πάφου κατά την παραγωγή της προσβαλλόμενης πράξης, αυτό είναι θέμα που θα απασχολήσει το Δικαστήριο κατά την εξέταση της ουσίας της προσφυγής από την άποψη κατά πόσο ο Δήμος Πάφου ενήργησε υπό πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο.
Είναι πρόδηλο, κατά το Δικαστήριο, ότι η περίπτωση δεν είναι πρέπουσα για την εισαγωγή μαρτυρίας.
Η αίτηση συνεπώς απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ του καθ΄ ου, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ