ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 502/2009)
10 Οκτωβρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
CLINIQUE LABORATORIES INC.,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ
ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΦΟΡΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Χρ. Θεοδούλου, για τους Αιτητές.
Τ. Ιακωβίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Ε. Χρυσοστομίδου (κα.), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου όπως η διοικητική πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ημερ. 16.2.2009, με την οποίαν απέρριψαν την ένσταση (των αιτητών) στην εγγραφή του εμπορικού σήματος (του Ε/Μ) αρ. 56175 Clinique La Prairie, κηρυχθεί άκυρη και χωρίς ισχύ.
Τα γεγονότα στα οποία στηρίζονται οι αιτητές είναι ότι αυτοί είναι ιδιοκτήτες των εμπορικών σημάτων Clinique, τα οποία είναι γνωστά ανά το παγκόσμιο, σε σχέση με υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στις κλάσεις 3, 14, 25 και 42, και με τα οποία προσομοιάζει το προαναφερόμενο εμπορικό σήμα 56175. Τα εμπορικά σήματα των αιτητών, στη βάση των οποίων έγινε η προαναφερόμενη ένσταση, έχουν χρήση στις πλείστες χώρες του κόσμου συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, όπου είναι εγγεγραμμένα. Αυτά τα εμπορικά σήματα (των αιτητών) είναι εγγεγραμμένα στην Κύπρο ως κοινοτικά εμπορικά σήματα και συγκεκριμένα περιλαμβάνουν τα σήματα Clinique αρ. 54429 στις κλάσεις 3, 14, 25 και 42, Clinique & C device αρ. 54411 στις κλάσεις 3, 25 και 42 και Clinique Happy ΑΡ. 640581 στην κλάση 3, ενώ πάμπολλα άλλα εμπορικά σήματα Clinique έχουν εγγραφεί ανά το παγκόσμιο. Η προαναφερόμενη αίτηση του Ε/Μ για εγγραφή του σήματος 56175, στην κλάση 42, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 3885, στις 16.7.2004. Στις 6.12.2004 οι αιτητές, στην παρούσα προσφυγή, καταχώρησαν ένσταση κατά της προαναφερόμενης αίτησης του Ε/Μ. Στη συνέχεια, το ενδιαφερόμενο μέρος στην παρούσα προσφυγή, αιτητές στην προαναφερόμενη αίτηση, καταχώρησαν αντένσταση. Κατόπιν ακροάσεως ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων εξέδωσε απόφαση στις 16.2.2009 με την οποίαν απέρριψε την ένσταση των παρόντων αιτητών (προσβαλλόμενη απόφαση).
Είναι η θέση των αιτητών ότι ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων, μεταξύ άλλων, άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα, με πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα και δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόφαση του. Ενόψει της προγενέστερης εγγραφής των παρόντων αιτητών αναφορικά με τα προαναφερόμενα κοινοτικά εμπορικά σήματα, είναι η θέση των αιτητών, ότι ο Έφορος θα έπρεπε να είχε δεχθεί την ένσταση τους και θα έπρεπε να είχε απορρίψει την αίτηση για εγγραφή του προαναφερόμενου εμπορικού σήματος που υποβλήθηκε εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους. Τα κοινοτικά εμπορικά σήματα των αιτητών Clinique και Clinique & C device ενεγράφησαν την 1.4.1996 ενώ το κοινοτικό εμπορικό τους σήμα Clinique Happy ενεγράφη την 10.10.1997. Η αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους, στην οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, καταχωρήθηκε στις 14.4.2000.
Στην ένσταση των αιτητών στην εγγραφή του προαναφερόμενου σήματος του ενδιαφερόμενου μέρους δεν αναφέρονται οποιεσδήποτε νομικές ή δικονομικές διατάξεις στις οποίες αυτή βασίζεται. Αναγράφεται ότι η ένσταση εγείρεται, μεταξύ άλλων, επειδή «η αίτηση» ομοιάζει με τα προαναφερόμενα τρία κοινοτικά ευρωπαϊκά σήματα των ενισταμένων. Στην ένσταση αναγράφεται επίσης ότι το σήμα του ενδιαφερόμενου μέρους μοιάζει τόσο πολύ με τα σήματα των ενισταμένων ώστε είναι δυνατό να παραπλανηθεί, να εξαπατηθεί και να συγχυστεί το καταναλωτικό κοινό.
Στην αντένσταση του, το ενδιαφερόμενο μέρος, έκαμε αναφορά στο ότι, η αίτηση του για εγγραφή του προαναφερόμενου εμπορικού σήματος Clinique La Prairie έγινε στις 14.4.2000 ενώ τα τρία κοινοτικά εμπορικά σήματα των αιτητών, παρόλο που ενεγράφησαν ως ευρωπαϊκά κοινοτικά σήματα, προηγουμένως, απέκτησαν ισχύ στην Κύπρο από την 1.5.2004, εφόσον η ημερομηνία ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση ήταν η 1.5.2004. Επομένως τα τρία σήματα των αιτητών δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προγενέστερα της αιτήσεως του ενδιαφερόμενου μέρους και δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για έγκυρη ένσταση.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση του ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων τονίζει ότι, στην ένσταση των αιτητών, δεν αναφέρονται οποιαδήποτε άρθρα του νόμου ή άλλες πρόνοιες στις οποίες βασίζεται η ένσταση. Από το περιεχόμενο της ένστασης, όμως, ο Έφορος εκτιμά ότι, αυτή βασίζεται αποκλειστικά στο άρθρο 14 του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου Κεφ. 268. Εξετάζει λοιπόν την ένσταση στη βάση του άρθρου εκείνου. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου εκείνου, ένα εμπορικό σήμα δεν εγγράφεται ή αν εγγραφεί είναι δυνατό να κηρυχθεί άκυρο αν:
(α) Είναι πανομοιότυπο με προγενέστερο σήμα και τα εμπορεύματα ή οι υπηρεσίες για τις οποίες το εμπορικό σήμα δηλώνεται ή είναι εγγεγραμμένο, είναι πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες προστατεύεται το προγενέστερο εμπορικό σήμα, και
(β) Λόγω της ταυτότητας του ή της ομοιότητας με προγενέστερο εμπορικό σήμα και της ταυτότητας ή της ομοιότητας των εμπορευμάτων ή των υπηρεσιών που τα δύο εμπορικά σήματα προσδιορίζουν, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, ο οποίος περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο εμπορικό σήμα.
Υπάρχουν και άλλες υποπαράγραφοι του άρθρου 14(1) του Κεφ. 268 τις οποίες δεν αναφέρει στην απόφαση του ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων. Η απόφαση επικεντρώνεται στο ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αρ. 40/94 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 1993 (Κανονισμός για το κοινοτικό σήμα) τα κοινοτικά σήματα αποκτούν ισχύ σε μια εντασσόμενη χώρα από την ημερομηνία ένταξης της στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Εφόσον για την Κυπριακή Δημοκρατία η ημερομηνία ένταξης είναι η 1.5.2004 και εφόσον η αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους είναι προγενέστερης ημερομηνίας (14.4.2000) η περίπτωση καλύπτεται από τα άρθρα 106 και 107 του προαναφερόμενου κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, τα οποία προστατεύουν σήματα για τα οποία έγινε αίτηση για εγγραφή (όπως στην προκείμενη περίπτωση η αίτηση για εγγραφή του ενδιαφερόμενου μέρους), ή συμπληρώθηκε η εγγραφή, στη νέα χώρα μέλος, πριν την ημερομηνία ένταξης της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Έφορος, στην προσβαλλόμενη απόφαση, κάνει αναφορά και στο σύγγραμμα Kerly´s Law of Trade Marks & Trade Names, 4η έκδοση, σελ. 142. Αναφέρεται επίσης και στη διαφορά στα εμπορεύματα και τις υπηρεσίες για τις οποίες είναι εγγεγραμμένα τα σήματα των αιτητών, σε σύγκριση με αυτές για τις οποίες υποβλήθηκε η αίτηση του Ε/Μ.
Ενόψει των όσων ανέφερε ο ΄Εφορος στην προσβαλλόμενη απόφαση του απέρριψε την ένσταση των παρόντων αιτητών, δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 268.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου Εμπορικών Σημάτων είναι ορθή και δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό για το οποίο η απόφαση θα μπορούσε να ακυρωθεί από το παρόν δικαστήριο στην άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και βασισμένη στο κυπριακό και το κοινοτικό δίκαιο. Καταρχήν θεωρώ ορθή την παρατήρηση του Εφόρου ότι η ένσταση των παρόντων αιτητών δεν αναγράφει τις νομικές και δικονομικές πρόνοιες στις οποίες βασίζεται, όπως θα έπρεπε. Υπό τις περιστάσεις θεωρώ ορθή και την υπόθεση που έκαμε ο Έφορος, ότι η ένσταση βασίζεται στο άρθρο 14 του Κεφ. 268. Από το άρθρο 14 αλλά και το άρθρο 14Α του Κεφ. 268, το οποίο αναφέρεται ρητά και σε κοινοτικά εμπορικά σήματα που έχουν εγγραφεί στο μητρώο του γραφείου εναρμόνισης στην εσωτερική αγορά, όπως είναι τα τρία σήματα των αιτητών στην παρούσα προσφυγή, είναι προφανές ότι για να μπορεί να εγερθεί έγκυρη ένσταση στην εγγραφή ενός εμπορικού σήματος το εμπορικό σήμα του ενισταμένου (είτε εθνικό, είτε κοινοτικό) θα πρέπει να είναι προγενέστερο. Όμως σύμφωνα με το άρθρο 142a (1) του προαναφερόμενου κανονισμού για το κοινοτικό εμπορικό σήμα, η επέκταση της ισχύος της εγγραφής ενός κοινοτικού εμπορικού σήματος στο έδαφος των νεοενταχθέντων κρατών μελών (που εντάχθηκαν την 1.5.2004) μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, αρχίζει από την ημερομηνία ένταξης τους, δηλαδή την 1.5.2004.
Δεδομένου ότι η αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν προγενέστερη της 1.5.2004, τα τρία σήματα των αιτητών δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προγενέστερα της αιτήσεως εκείνης και επομένως δεν μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για έγκυρη ένσταση, δυνάμει του άρθρου 14 ή και 14Α του Κεφ. 268.
Είναι γεγονός ότι οι παρόντες αιτητές, στα στοιχεία που παρέθεσαν προς υποστήριξη της ένστασης τους (αν και όχι στην ίδια την ένσταση) περιέλαβαν και πωλήσεις των προϊόντων τους στην Κύπρο και το εξωτερικό, με αποτέλεσμα την κατ΄ ισχυρισμό απόκτηση φήμης αναφορικά με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τις οποίες τα σήματα τους είναι εγγεγραμμένα. Όμως η παρούσα υπόθεση δεν αφορά σε αντιποίηση αγαθών (passing off), αλλά σε ένσταση στην εγγραφή του εμπορικού σήματος του ενδιαφερόμενου μέρους, δυνάμει των άρθρων 14 και 14Α του Κεφ. 268. Εκείνο που έχει σημασία, σ΄ αυτή την περίπτωση, είναι η προγενέστερη εγγραφή εμπορικού σήματος (είτε εθνικού, είτε κοινοτικού), στο όνομα του ενισταμένου.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200.- έξοδα εις βάρος των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση. Καμιά διαταγή για έξοδα αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.