ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.266 /2011)
26 Oκτωβρίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 και 28 του Συντάγματος
ΜΑΡΙΑ ΧΡΙΣΤΟΦΗ
Αιτήτρια,
-και -
ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΤΡΙΜΙΘΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Δ.Καλλής, για την Αιτήτρια.
Μ.Θεοδοσίου, για Μ.Χ.Μυλωνά και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στο πλαίσιο επανεξέτασης ακυρωθείσας απόφασης, μετά από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι καθ΄ων η αίτηση απέρριψαν και πάλι την προσφορά της αιτήτριας για εκμετάλλευση του κυλικείου του Περιφερειακού Γυμνασίου Κοκκινοτριμιθιάς.
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως ακολούθως:
Στις 6 Ιουνίου 2008 οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν σε προκήρυξη για την εκμετάλλευση του κυλικείου, του πιο πάνω Γυμνασίου, για την περίοδο 1η Σεπτεμβρίου 2008 μέχρι 31 Αυγούστου 2011. Τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλαν προσφορά. Οι καθ΄ων η αίτηση με απόφαση τους ημερ. 25 Ιουλίου 2008 αποφάσισαν την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος. Η αιτήτρια προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο, στο πλαίσιο της υπόθεσης υπ΄αριθμό 1517/2008, αποφάσισε στις 30 Απριλίου 2010 την ακύρωση της κατακύρωσης της προσφοράς λόγω κακής συγκρότησης και έλλειψης δέουσας έρευνας.
Η αιτήτρια, ως αποτέλεσμα της πιο πάνω επιτυχούς προσφυγής της, διεκδίκησε από τους καθ΄ων η αίτηση την καταβολή αποζημιώσεων. Οι καθ΄ων η αίτηση, στο πλαίσιο επανεξέτασης της υπόθεσης, ζήτησαν από την αιτήτρια με επιστολή τους ημερ. 19 Αυγούστου 2010, την προσκόμιση εγγράφων και την παροχή πληροφοριών. Τα πιο πάνω θα έπρεπε η αιτήτρια να τα προσκομίσει μέχρι τις 27 Αυγούστου 2010. Ζητήθηκε παράταση και τελικώς η αιτήτρια παρέδωσε τα ζητηθέντα στις 13 Σεπτεμβρίου 2010. Στο μεταξύ καταχωρήθηκε, από την αιτήτρια, αγωγή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία διεκδικήθηκαν αποζημιώσεις, με βάση το ΄Αρθρο 146.6 του Συντάγματος.
Οι καθ΄ων η αίτηση υπέβαλαν την αιτήτρια σε συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 2010, και τελικώς αποφάσισαν να επανακατακυρώσουν την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος. Η αιτήτρια, μέσω των δικηγόρων της, εξέφρασε τη διαμαρτυρία της για τον τρόπο με τον οποίο είχε αντιμετωπιστεί κατά το στάδιο της συνέντευξης. Οι καθ΄ων η αίτηση με επιστολή τους ημερ. 4 Ιανουαρίου 2011 πληροφόρησαν την αιτήτρια για την απόφαση τους, τονίζοντας ότι η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος έγινε μεταξύ άλλων, λόγω της επιμονής της στη διεκδίκηση των αποζημιώσεων και όχι στην εκμετάλλευση του κυλικείου. Η αιτήτρια με επιστολή της ημερ. 12 Ιανουαρίου 2011 εξέφρασε τη δική της διαμαρτυρία και τελικώς καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή με την οποία αμφισβητείται η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση.
Προβλήθηκε, αρχικώς, ότι η συγκεκριμένη απόφαση πάσχει λόγω εσφαλμένης σύνθεσης των καθ΄ων η αίτηση. ΄Εγινε ισχυρισμός ότι τα μέλη του συγκεκριμένου συλλογικού οργάνου δεν είχαν κληθεί νομότυπα. Οι καθ΄ων η αίτηση αντιπρότειναν ότι το συλλογικό όργανο, κατά το στάδιο της συνεδρίας του, βρισκόταν σε απαρτία και τα απόντα μέλη είχαν νομότυπα κληθεί, επισυνάπτοντας, προς τούτο, σημείωση της επιμελήτριας της Σχολικής Εφορείας ότι είχε ειδοποιήσει τηλεφωνικώς τα μέλη για την εν λόγω συνεδρία.
Από το κατατεθέν πρακτικό της συνεδρίας προκύπτει ότι παρόντα ήταν οκτώ από τα δεκατρία μέλη των καθ΄ων η αίτηση. Λαμβάνοντας υπόψη την πρόνοια του άρθρου 9(3) του περί Σχολικών Εφορειών Νόμου του 1997 (Ν.108(Ι)/97), σύμφωνα με την οποία υπήρχε απαρτία, τούτο όμως ενδεχομένως να μη διασώζει τη νομιμότητα της σύνθεσης εάν δεν υπήρξε νομότυπη κλήση προς όλα τα μέλη για να παραστούν.
Σύμφωνα με το άρθρο 21(3) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99:
«(3) Για να συνεδριάσει νόμιμα ένα συλλογικό όργανο πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες.»
Αναφορικά με τον τρόπο πρόσκλησης μελών ενός συλλογικού οργάνου για συμμετοχή τους σε συνεδρίαση σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Επ.Σπηλιωτόπουλου, 6η έκδοση, σελ.131, παρα.127:
«Εξάλλου, η πρόσκληση των μελών πρέπει να αποδεικνύεται από έγγραφα, που είναι προγενέστερα της ημερομηνίας της συνεδρίασης (π.χ. αποδεικτικό επίδοσης, βεβαίωση του καλουμένου, υπογραφή από το μέλος βιβλίου πρόσκλησης κλπ.) (ΣΕ 3220/1982). Η πρόσκληση μπορεί να γίνει και με τηλεφώνημα ή τηλεγράφημα, εφόσον αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο* η οποία φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε το τηλεγράφημα ή το τηλεφώνημα (Ν. 1599/1986, άρθρο 19§5).
*Εάν δεν τηρείται τέτοιο ειδικό βιβλίο, αποκλείεται κάθε άλλος τρόπος ή μέσο αποδείξεως της τηλεφωνικής πρόσκλησης (ΣΕ1192/1988)»
Απαιτείτο, συναφώς, να αποδειχθεί μέσα από το διοικητικό φάκελο και όχι από μεταγενέστερη μαρτυρία, ότι όλα τα μέρη των καθ΄ων η αίτηση είχαν προσκληθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα. Στην υπόθεση υπ΄αριθμ.853/2003 Νικολέττα Χριστοφόρου ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, ημερ. 9 Σεπτεμβρίου 2005, τέθηκε ότι η απαίτηση για πρόσκληση, όπως αυτή προνοείται στο άρθρο 21(3) του Ν.158(Ι)/99, πρέπει να επιβεβαιώνεται με σαφή γραπτά στοιχεία, καταχωρηθέντα κατά τον χρόνο της πρόσκλησης, ως μέρος της διαδικασίας έτσι ώστε να υπάρχει βεβαιότητα ως προς τα διαδραματισθέντα.
Οι καθ΄ων η αίτηση επισύναψαν επί τούτου, κατά το στάδιο της κατάθεση της γραπτής τους αγόρευσης, αντίγραφο από σημειώσεις της επιμελήτριας, ότι η τελευταία είχε καλέσει τα μέλη των καθ΄ων η αίτηση τηλεφωνικώς. Οι σημειώσεις, όμως, αυτές είναι γραμμένες πάνω σ΄ένα πρόχειρο χαρτί και δεν φέρουν οποιαδήποτε ημερομηνία. Δεν έγινε καταγραφή σε βιβλίο που τηρείται για το σκοπό αυτό. Δεν υπάρχει, συναφώς, οτιδήποτε, από το οποίο, με βεβαιότητα να συνάγεται το συμπέρασμα της νομότυπης πρόσκλησης. Ούτε υπάρχει οποιαδήποτε άλλη ένδειξη στην οποία το δικαστήριο θα μπορούσε να στηριχθεί με βεβαιότητα ότι τα μέλη είχαν, με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, προσκληθεί.
Είμαι της γνώμης ότι το υφιστάμενο αυτό κενό το οποίο παρουσιάζεται δεν είναι δυνατό να πληρωθεί στη βάση υποθέσεων. Η ελαττωματικότητα αυτή συνιστά λόγο ακυρότητας και δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ με τα υπόλοιπα θέματα.
Ως αποτέλεσμα τούτου η προσφυγή επιτυγχάνεται και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται. Τα έξοδα της υπόθεσης επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.