ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1536/2009)

 

8 Οκτωβρίου, 2012

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

YOUSSEF DAHHAN,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

του υπουργου εσωτερικων,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

 

_______________

 

Αρ. Α. Γεωργίου, για τον Αιτητή.

Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής ο οποίος γεννήθηκε στη Συρία, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 10.6.2003, με άδεια εισόδου για να εργαστεί ως ξυλουργός στη Λευκωσία.  ΄Υστερα από αίτησή του του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 21.4.2004.  Στις 7.4.2004 αναχώρησε από την Κύπρο για να επανέλθει στις 26.4.2004, οπότε του παραχωρήθηκε κατά την άφιξή του άδεια επισκέπτη μέχρι 9.5.2004.  Στις 14.7.2004 έγινε δεκτή αίτησή του για ανανέωση και η άδεια ανανεώθηκε μέχρι 10.6.2005.

 

Στις 11.8.2005 αποτάθηκε ανεπιτυχώς για παράταση και στις 9.11.2006, μετά την υποβολή νέας αίτησης η άδειά του παρατάθηκε μέχρι 12.6.2007. Στις 31.10.2007 υποβλήθηκε νέα αίτηση και η άδεια ανανεώθηκε μέχρι 10.9.2008.

 

Στις 10.9.2008 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος βάσει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το Νόμο 8(Ι)/2007.  Στις  26.6.2009, η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης εξέτασε και απέρριψε την πιο πάνω αίτηση.

 

Οι λόγοι για τους οποίους απορρίφθηκε το αίτημά του ήταν ότι μέσα στα πέντε χρόνια πριν την υποβολή της αίτησης παρέμεινε κατά καιρούς παράνομα στη Δημοκρατία (άρθρο 18Η(1) όπως εισήχθη με το Νόμο 8(Ι)/2007).  Συγκεκριμένα είχε παραμείνει παράνομα από 9.5.2004, που ήταν η ημερομηνία μέχρι την οποία του είχε παραχωρηθεί άδεια παραμονής ως επισκέπτη κατά την άφιξή του, μέχρι 14.7.2004 που έγινε δεκτή η αίτησή του για ανανέωση της άδειας απασχόλησής του, από τις 10.6.2005 που είχε λήξει η άδεια προσωρινής παραμονής που κατείχε μέχρι τις 11.8.2005, που υπέβαλε νέα αίτηση και τέλος, από τις 12.6.2007 που είχε λήξει η άδεια προσωρινής παραμονής που κατείχε, μέχρι 31.10.2007, ημερομηνία υποβολής νέας αίτησης.  Περαιτέρω, η παραμονή του στη Δημοκρατία ήταν προσωρινή και η διάρκεια παραμονής του χρονικά περιορισμένη (άρθρο 18(Ζ)(2)(γ)).  Ακόμα δεν είχε επαρκείς εισοδηματικούς πόρους, όπως απαιτεί το άρθρο 18(θ)(1)(α).

 

Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή αξιώνει ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.  Υποστηρίζει ότι η απάντηση των καθ΄ ων η αίτηση στο αίτημά του είναι εσφαλμένη κατά το νόμο και ελήφθη καθ΄ υπέρβαση εξουσίας.  Οι καθ΄ ων η αίτηση, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια καταχρηστικά και καθ΄ υπέρβαση νόμου.  Υποστηρίζει ότι πληροί όλες τις προϋποθέσεις του Νόμου και έχει το δικαίωμα απόκτησης του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος.

 

Σύμφωνα με το Κεφ. 105, η Επιτροπή Ελέγχου και Μετανάστευσης παραχωρεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νόμιμα και αδιάλειπτα κατά τα τελευταία 5 έτη αμέσως πριν από την υποβολή της σχετικής αίτησης, αν πληρούνται σωρευτικά συγκεκριμένες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων και  η διάθεση σταθερών οικονομικών πόρων, επαρκών για τη συντήρηση του ίδιου και των εξαρτωμένων του.  Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι πράγματι παρέμεινε νόμιμα και αδιάλειπτα στη Δημοκρατία για περίοδο πέντε ετών και ότι οι ισχυρισμοί των καθ΄ ων η αίτηση δεν ευσταθούν.

 

Διάφορα Παραρτήματα που καταχωρήθηκαν με την ένσταση (Παράρτημα 4, 5, 6, 7, 9 και 10) αποδεικνύουν τον ισχυρισμό των καθ΄ων η αίτηση ότι κατά διαστήματα ο αιτητής παρέμενε παράνομα στην Κύπρο.  Από την πλευρά του ο αιτητής ουδέν αποδειχτικό στοιχείο παρέθεσε που να δείχνει ότι η παραμονή του τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν πάντα νόμιμη.

 

Πρέπει να υπενθυμίσω ότι απαραίτητη προϋπόθεση για παραχώρηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών είναι η παραμονή στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νόμιμα και αδιάλειπτα κατά τα τελευταία πέντε έτη, αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης.

 

Όπως έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ζ.Μ., Α.Ε. 193/07, ημερ. 21.1.2011, τα διαστήματα της παράνομης διαμονής του αιτητή δεν μπορούν να προσμετρήσουν, αφού οι μετέπειτα παρατάσεις της προσωρινής άδειας παραμονής του, δεν νομιμοποιούν την προηγούμενη παράνομη διαμονή του.  Ορθά συνεπώς, η Επιτροπή Ελέγχου και Μετανάστευσης κατέληξε ότι ο αιτητής δεν πληρούσε την προϋπόθεση της αδιάλειπτης νόμιμης παραμονής στη Δημοκρατία για περίοδο 5 ετών.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ακόμα ότι δεν εμπίπτει στην κατηγορία εποχιακού προσωπικού, ούτε σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία, ενώ από την ημέρα έκδοσης της άδειας εργασίας του, εργάζεται σε συγκεκριμένη εταιρεία ως ξυλουργός με επαρκείς εισοδηματικούς πόρους.

 

Ο αιτητής αναφέρεται στο άρθρο 18Ζ(2)(γ) το οποίο προνοεί ότι το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος δεν εφαρμόζεται σε όσους διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αποκλειστικά για λόγους προσωρινού χαρακτήρα, όπως εσωτερικοί άμισθοι βοηθοί ή εποχιακά εργαζόμενοι ή ως μισθωτοί εργαζόμενοι απασχολούμενοι από φορέα παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο διασυνοριακών υπηρεσιών.

 

Υποστηρίζει ότι οι καθ΄ ων η αίτηση απέτυχαν να διαπιστώσουν τα πραγματικά γεγονότα γιατί δεν ανήκει σε καμιά από τις πιο πάνω κατηγορίες.  Όμως, ο αιτητής είναι κάτοχος άδειας διαμονής η οποία περιορίζει τη διαμονή του σε ό,τι αφορά τη χρονική διάρκειά της.

 

Η άδεια παραμονής που είχε εξασφαλίσει ο αιτητής ήταν περιορισμένης χρονικής διάρκειας, αφού σαφώς αναφέρεται σ΄ αυτή ότι η άδεια είναι τελική και μη ανανεώσιμη.  Συνεπώς, ο αιτητής δεν δικαιούται να αποταθεί για έκδοση καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος γιατί η παραμονή του στην Κύπρο είχε περιοριστεί σε ό,τι αφορά τη χρονική της διάρκεια (βλέπε Motilla v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 29).

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ακόμα ότι λανθασμένα η Επιτροπή Ελέγχου και Μετανάστευσης θεώρησε ότι δεν είχε επαρκείς πόρους.  Οι καθ΄ ων η αίτηση στη γραπτή τους αγόρευση αντικρούουν τον πιο πάνω ισχυρισμό.

 

Ο αιτητής δεν ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του νόμου, δηλαδή τη νόμιμη αδιάλειπτη διαμονή στην Κύπρο για περίοδο 5 ετών, ενώ η άδεια παραμονής του ήταν χρονικά περιορισμένη.  Συνεπώς δεν υπάρχει οποιοσδήποτε πρακτικός λόγος να εξεταστεί κατά πόσο ο αιτητής είχε ή όχι επαρκείς οικονομικούς πόρους.

 

Τέλος ο αιτητής υποστηρίζει ότι η απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, ενώ η αιτιολογία που δίδεται είναι εσφαλμένη.  Μετά την παράθεση νομολογίας για το πότε αιτιολογία θεωρείται επαρκής, ισχυρίζεται ότι οι καθ΄ων η αίτηση ανέφεραν ότι η περίπτωσή του δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου για το λόγο που αναφέρουν, ο οποίος όμως είναι ασαφής και αόριστος.  Συγκεκριμένα δεν εξηγούν οι καθ΄ ων η αίτηση τι εννοούν με τη φράση «η διάρκεια παραμονής είναι χρονικά περιορισμένη».

 

Και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί.  Σύμφωνα με το άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/1999, αλλά και με σωρεία νομολογίας, η αιτιολογία μίας πράξης δεν πρέπει να αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασής του.  Επίσης η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί ή να αναπληρωθεί από στοιχεία του διοικητικού φακέλου (άρθρο 29 του Ν.158(Ι)/1999).

 

Στην παρούσα περίπτωση η αιτιολογία είναι σαφής και επαρκής.  Οι καθ΄ ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα του αιτητή γιατί αυτός παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, οι οποίες διέκοψαν το συναπτό της παραμονής του, ενώ η διαμονή του ήταν χρονικά περιορισμένη.  Η αιτιολογία είναι επαρκής αφού ουσιαστικά συνίσταται στο ότι δεν πληρούνται οι δύο προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος.  Αιτιολογείται δε, τόσο η διακοπή της νόμιμης παραμονής του, όσο και η προσωρινότητα της άδειάς του.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο