ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 818/2010
9 Αυγούστου 2012
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SENTHIL THEVATHAS
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Η
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
.............................................
Αίτηση για Προδικαστική Παραπομπή
Μ. Παρασκευάς, για τον αιτητή
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα) Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
............................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 23/6/2010 καταχωρήθηκε η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή (που τροποποιήθηκε στις 5/10/2011), με την οποία ζητείται η ακόλουθη θεραπεία:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 13/8/2008 για απόρριψη του αιτήματος του για παραχώρηση ασύλου είναι παράνομη είναι άκυρη και/ή στερείται οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Β. Οποιαδήποτε άλλη ή/και περαιτέρω θεραπεία, την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει δίκαιη ή/και εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Γ. Έξοδα.»
Κάπου δυο χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 30/4/2012 (και αφού καταχωρήθηκε η γραπτή αγόρευση αιτητή και καθ' ων η αίτηση) ο αιτητής καταχώρησε μονομερή αίτηση για προσωρινό διάταγμα με το οποίο «να ανασταλούν άμεσα οι παράνομες διαδικασίες απέλασης του» και όπως ο αιτητής «αφεθεί άμεσα ελεύθερος καθότι η κράτηση του μετά από παράνομη σύλληψη του στις 27/4/2012 από την αστυνομία σε τυπικό έλεγχο στο δρόμο είναι παντελώς παράνομη» και όπως διαταχθούν οι καθ' ων η αίτηση να θεωρούν νόμιμη την παραμονή του στη Δημοκρατία μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής». Στην αίτηση αυτή (που επιδόθηκε με οδηγίες του Δικαστηρίου), καταχωρήθηκε ένσταση και το Δικαστήριο άρχισε να ακούει την αίτηση.
Εκκρεμούσης της ακρόασης της αίτησης για προσωρινό διάταγμα, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, στις 14/6/2012 καταχώρησε την παρούσα αίτηση ζητώντας την ακόλουθη θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:
«Α. Διάταγμα διά του οποίου να εκδίδεται διάταγμα δυνάμει του άρθρου 19, παράγραφος 3, στοιχείο β΄της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕΕΕ 2008, C 115, σ.13, στο εξής ΣΕΕ)
και 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕΕΕ 2008, C 115, σ. 47, στο εξής, ΣΛΕΕ)
για προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των πιο κάτω ερωτημάτων:
1. Έχει το άρθρο 39 της οδηγίας 2005/85/ΕΚ την έννοια ότι αντιβαίνει στο άρθρο αυτό εθνική ρύθμιση, όπως το άρθρο 8 του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 της Κυπριακής Δημοκρατίας της 28ης Ιανουαρίου 2000 Νόμος που προνοεί για την αναγνώριση προσφύγων και την καλύτερη εφαρμογή της Σύμβασης για τη νομική κατάσταση των Προσφύγων, κατ' εφαρμογήν της οποίας ο αιτών άσυλο μετά την έκδοση της διοικητικής απόφασης για την απόρριψη της αίτησης ασύλου του και πριν την παροχή της άσκησης του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής κατά αυτής ενώπιον δικαστηρίου, άμεσα και χωρίς εξαιρέσεις κηρύσσεται απαγορευμένος/παράνομος μετανάστης χωρίς δικαίωμα παραμονής;
2. Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως του 1ου ερωτήματος, έχει το άρθρο 39 της οδηγίες 2005/85/ΕΚ την έννοια ότι αντιβαίνει στο άρθρο αυτό εθνική ρύθμιση όπως το άρθρο 8 του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 της Κυπριακής Δημοκρατίας της 28ης Ιανουαρίου 2000 Νόμος που προνοεί για την αναγνώριση προσφύγων και την καλύτερη εφαρμογή της Σύμβασης για τη νομική κατάσταση των Προσφύγων, κατ' εφαρμογήν της οποίας ο αιτών άσυλο μετά την έκδοση της διοικητικής απόφασης για την απόρριψη της αίτησης ασύλου του και πριν την παροχή της άσκησης του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής κατά αυτής ενώπιον δικαστηρίου, άμεσα και χωρίς εξαιρέσεις κηρύσσεται απαγορευμένος/παράνομος μετανάστης χωρίς δικαίωμα παραμονής χωρίς να του παρέχεται η δυνατότητα άσκησης ασφαλιστικών μέτρων ή μέτρων προστασίας κατά αυτής της απόφασης που τον κηρύσσει απαγορευμένο/παράνομο μετανάστη χωρίς δικαίωμα παραμονής;
Β. Διάταγμα διά του οποίου να αναστέλλεται η παρούσα διαδικασία μέχρι να εκδοθεί απόφαση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί της πιο πάνω προδικαστικής παραπομπής.»
Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην αιτούμενη παραπομπή, την οποία βάσισε σε 8 ξεχωριστούς λόγους ένστασης που προτιμώ να τους παραθέσω αυτούσιους:
«1. Δεν συντρέχει καμία από τις προϋποθέσει του άρθρου 267 (πρώην άρθρο 234) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Δεν συντρέχει η βασική προϋπόθεση του άρθρου 267 (πρώην 234), δηλαδή, να μην υπόκειται η υπόθεση σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου.
3. Δεν τίθεται θέμα προδικαστικού ερωτήματος σχετικά με το άρθρο 39 της Οδηγίες 2005/85 για το λόγο ότι το θέμα είναι acte clair (ξεκάθαρο).
4. Δεν τίθεται θέμα παράβασης του άρθρου 267 (πρώην άρθρο 234), διότι, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου εάν θα παραπεμφθεί το οποιοδήποτε ζήτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και ειδικά για σκοπούς της παρούσας που είναι και αίτηση για προσωρινό διάταγμα και όχι η ουσία της υπόθεσης.
5. Δεν υπάρχει σαφές και συγκεκριμένο ερώτημα για το οποίο ζητείται η παραπομπή και η ερμηνεία από το ΔΕΕ. Το ερώτημα δεν είναι ξεκάθαρο, ούτε σαφές, ως προς ποιες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας ζητείται η ερμηνεία και τι ακριβώς ζητείται να ερμηνευτεί από το ΔΕΕ.
6. Τα ερωτήματα δεν άπτονται ερμηνείας κοινοτικού δικαίου και/ή το ΔΕΕ στα πλαίσια προδικαστικής παραπομπής δεν εξετάζει ζητήματα συμβατότητας της εθνικής νομοθεσίας με το κοινοτικό δίκαιο, ούτε και την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, όπως αιτείται ο αιτητής.
7. Η αίτηση είναι πρόωρη, γιατί εγείρεται κατά την εκδίκαση αίτησης για προσωρινό διάταγμα και όχι εκδίκασης της ουσίας της διαφοράς για να μπορεί το Δικαστήριο να έχει ολοκληρωμένη εικόνα της υπόθεσης και των νομικών ισχυρισμών για να κρίνει αν είναι αναγκαία η παραπομπή προδικαστικού ερωτήματος.
8. Η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί ως εκ του νόμου και ουσίας αβάσιμη, ως πρόωρη και γιατί δεν ικανοποιεί τις νομοθετημένες και νομολογημένες προϋποθέσεις για προδικαστική παραπομπή ερωτήματος ερμηνείας κοινοτικού δικαίου από εθνικό δικαστήριο στο ΔΕΕ.»
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις, αμφότερες εμπεριστατωμένες.
Μελέτησα τις αντίστοιχες θέσεις. Σχετικά με τις προϋποθέσις για παραπομπή νομικών θεμάτων στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τώρα Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), έχω ασχοληθεί στις υποθέσεις Netmed NV. και Multichoice (Cyprus) Public Company Limited ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού, Συν. Υποθ. 1522/2006 και 1523/2006 ημερ. 7/9/2007. Παραθέτω το σχετικό σκεπτικό που έχει ως ακολούθως:
«Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς. Μεταξύ άλλων έλαβα υπόψη ότι το Δικαστήριο τούτο θα μπορούσε και αυτεπάγγελτα να παραπέμψει το θέμα, χωρίς δηλαδή την ανάγκη να εγερθεί το ζήτημα παραπομπής από τους διαδίκους και ότι η απόφαση αν θα παραπέμψει ή όχι, είναι στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου και όχι περίπτωση που το Δικαστήριο αυτό οφείλει να το πράξει. Τέτοια υποχρέωση έχει το Δικαστήριο εκείνο του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα της εσωτερικής έννομης τάξης. Μέσα στα πλαίσια εξέτασης της παρούσας αίτησης έλαβα υπόψη και τα όσα αναφέρονται σε σχετική Ανακοίνωση με τίτλο ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που είναι πληροφοριακού χαρακτήρα σχετικά με τη διαδικασία υποβολής προδικαστικού ερωτήματος. (Βλέπε 2005/C143/01 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ημερομηνίας 11.6.2005). Βασικό κριτήριο το οποίο κλίνει υπέρ της απόφασης για παραπομπή, είναι το κατά πόσο η παραπομπή στο ΔΕΚ είναι αναγκαία για την έκδοση απόφασης στην υπό εκδίκαση υπόθεση, εδώ τις παρούσες προσφυγές. (Βλέπε Bulmer v. Bollinger (1974) 2 All E.R. 1226, 1235 - 1236, R v. International Stock Exchange Exparte Else(1993) 1 All E.R. 420 και το Σύγγραμμα The Foundations of European Community Law Fifth Edition του T.C. Hartley σελ. 296-297 κάτω από τον τίτλο DΙSCRETION). Στην υπόθεση Bulmer v. Bollinger ο Λόρδος Denning ανάφερε ότι "´necessary´ meant that the outcome of the case must be dependent on the decision." Το αποτέλεσμα δηλαδή της υπόθεσης να εξαρτάται από την απόφαση του ΔΕΚ. Κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας αν θα παραπέμψει ή όχι το θέμα, το εθνικό δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και το κατά πόσο μπορεί, με βεβαιότητα, να αποφασίσει το ίδιο το εγειρόμενο θέμα.
Εξετάζοντας το όλο θέμα, έχω καταλήξει ότι, παρά το ότι η παραπομπή του εγειρομένου θέματος θα ήταν βοηθητική, εντούτοις δεν κρίνεται αναγκαία για σκοπούς έκδοσης απόφασης στη δική μας περίπτωση........»
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις. Κατ' αρχήν και εφόσον το θέμα είναι στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, κρίνω ότι κι' αν ακόμα η υπόθεση ήταν κατάλληλη για παραπομπή, η διακριτική ευχέρεια θα ασκείτο ενάντια του αιτητή λόγω του τρόπου και σταδίου της υπόθεσης που έχει εγερθεί. Ενώ η κυρίως προσφυγή προχωρούσε κανονικά και θα μπορούσε να ζητηθεί η παραπομπή του θέματος, αν κρινόταν αναγκαία, σε εκείνο το στάδιο, αντί αυτού καταχωρήθηκε αίτηση για προσωρινό διάταγμα (ασφαλιστικά μέτρα, όπως διαφορετικά διατυπώνονται) και έχει εγερθεί το θέμα στα πλαίσια αυτής της αίτησης.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας αιτητής σε προσφυγή έχει το δικαίωμα, με βάση τον Καν. 13 του περί του Ανωτάτου Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, να ζητήσει τέτοια μέτρα (ασφαλιστικά), τότε θεωρώ ότι το άρθρο 39(3)(β) της Οδηγίας ενσωματώνεται στο δικό μας δίκαιο με ικανοποιητικό τρόπο.
Αναφορικά με την υπόθεση Leonie Mariyse Yombia Ngassum v. Δγημοκρατίας, υποθ. αρ. 493/2010 ημερ. 20/8/2010 που αφορούσε περίπτωση απέλασης της αιτήτριας και κράτησης της μέχρι την πραγματοποίηση της απέλασης, βρίσκω ότι διαφοροποιείται από την παρούσα, αφού εκεί εγειρόταν άμεσα το άρθρο 8 του Ν. 6(Ι)/2000 και εν πάση περιπτώσει δεν έχει αποφασιστεί οτιδήποτε που να επηρεάζει την παρούσα.
Άλλος λόγος για τον οποίο κρίνω ότι η παραπομπή του θέματος δεν είναι αναγκαία για σκοπούς εξέτασης της προσφυγής, είναι γιατί στους νομικούς λόγους της κυρίως προσφυγής, ενώ για μερικά άρθρα του περί Προσφύγων Νόμου, γίνεται ειδική αναφορά ότι έχουν παραβιαστεί, δεν βλέπω να γίνεται αναφορά στο άρθρο 8 του Νόμου, για το οποίο ζητείται η παραπομπή του νομικού σημείου. Βέβαια στο νομικό λόγο αρ. 2 υπάρχει αναφορά ότι η απόφαση «αντιβαίνει γενικότερα στον περί Προσφύγων Νόμο.....», κάτι όμως που δεν συνάδει με την υποχρέωση δικογράφησης, όπως επιβάλλεται από τον Καν. 7 του Κανονισμού του 1962 και όπως έχει επεξηγηθεί ο Κανονισμός αυτός από τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί ν. Δημοκρατίας (1995) 415) ΑΑΔ 1627, Ανθούση ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) ΑΑΔ 1709, Σπύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Δ) ΑΑΔ 2549, Latomia Estates Ltd κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 (Β) ΑΑΔ 672 και Γιασουμή ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 27).
Ενόψει όλων των πιο πάνω το αίτημα για προδικαστική παραπομπή απορρίπτεται.
Θα δοθεί ημερομηνία συνέχισης της αίτησης για προσωρινό διάταγμα.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ