ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1424/2010
9 Αυγούστου, 2012
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΓΛΑΥΚΟΣ ΚΑΡΙΟΛΟΥ
2. ΜΑΡΙΝΟΣ ΜΕΝΕΛΑΟΥ
3. ΜΕΛΈΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
4. ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΥ
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Καθ' ου η αίτηση
...............................
Μ. Καλλιγέρου (κα) για τους αιτητές
Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Κλεάνθους (κα), για τον καθ' ου η αίτηση
Α. Κωνσταντίνου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Αννίτα Δημητριάδου
.......................................
Α Π Ο Φ Α ΣΗ
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή ζητούν από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση και/ή Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 25/8/10, που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 13/10/2010 (Συνημμένο «1»), προς τη δικηγόρο των αιτητών σύμφωνα με την οποία αποφάσισαν να μην προχωρήσουν άμεσα, ως όφειλαν, με την προκήρυξη της κενής θέσης Διευθυντή Τουρισμού, Τμήμα Τουριστικής Οργάνωσης (Στρατηγικής), θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, ως η υποχρέωσή τους βάσει του Συντάγματος, σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 827/2008, Γλαύκος Καριόλου και Άλλοι ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, ημερομηνίας 22/7/2010, (Συνημμένο «2), αλλά να αφήσουν σε εκκρεμότητα να αποφασίσουν αυτό το ζήτημα μετά την έκβαση της έφεσης του Ε/Μ, καθώς επίσης και να διορίσουν το Ε/Μ στη θέση ως Αναπληρωτή Διευθυντή Τουρισμού από 22/7/10, ημερομηνία της δικαστικής απόφασης, κατά έκδηλη καταστρατήγηση της δικαστικής απόφασης, είναι αντισυνταγματική, καταχρηστική, παράνομη, άκυρη, και χωρίς κανένα νόμιμο αποτέλεσμα.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, (στο εξής «το Διοικητικό Συμβούλιο»), μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 45/2005 ημερ. 22/1/2008 (Δημητριάδου ν. Χατζηχάννα κ.α. (2008) 3 ΑΑΔ 57), σε συνεδρία του στις 3/4/2008, αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, να προάξει το ενδιαφερόμενο μέρος Αννίτα Δημητριάδου στη θέση Διευθυντή Τουρισμού σε υπεράριθμη βάση από 15/7/2002 και στη συνέχεια στην πρώτη κενωθείσα μόνιμη θέση Διευθυντή Τουρισμού, Τμήμα Τουριστικής Οργάνωσης (Στρατηγικής), από 27/2/2007. Εναντίον της εν λόγω απόφασης, οι αιτητές της παρούσας προσφυγής καταχώρησαν την προσφυγή υπ' αρ. 827/2008 στην οποία εξεδόθη ακυρωτική απόφαση στις 22/7/2010. Κρίθηκε ότι εσφαλμένα εφαρμόστηκε στην προκείμενη περίπτωση από τον καθ' ου η αίτηση, το άρθρο 45 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90, όπως έχει τροποποιηθεί), αφού η προαγωγή σε υπεράριθμη θέση είναι διαδικασία η οποία δεν προβλέπεται πουθενά στους περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1970 όπως τροποποιήθηκαν, καθώς και ότι η επίδικη θέση, ως θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν μπορούσε να πληρωθεί χωρίς να προηγηθεί η προκήρυξή της.
Η υπό αναφορά πρωτόδικη απόφαση εφεσιβλήθηκε από το ενδιαφερόμενο μέρος με την Α.Ε. 124/2010, η οποία εκκρεμεί. Στη συνέχεια το Διοικητικό Συμβούλιο σε συνεδρία του στις 25/8/2010, αφού μελέτησε και σχετικό σημείωμα του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή του καθ' καθ' ου η αίτηση ημερ. 17/8/2010, αποφάσισε τα ακόλουθα:
«(α) Ενόψει της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 827/2008, η κα Α. Δημητριάδη επανέρχεται στη θέση που κατείχε πριν από το διορισμό της στη θέση Διευθυντή Τουρισμού, δηλαδή στη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού.
(β) Βάσει του Άρθρου 13(1) των περί ΚΟΤ (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών και λόγω του ότι ο κάτοχος της θέσης Διευθυντή Τουρισμού έχει να εκτελέσει νομοθετικά καθήκοντα, διορίζεται η κα Α. Δημητριάδου, στη θέση Αναπληρωτή Διευθυντή Τουρισμού, στο Τμήμα Τουριστικής Οργάνωσης, αναδρομικά από 22.7.2010 (ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου).
(γ) Ο Οργανισμός θα αναμένει το αποτέλεσμα της έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης την οποία καταχώρησε η κα Α.Δημητριάδου προσωπικά, προτού αποφασίσει αν θα προκηρύξει την κενή θέση Διευθυντή Τουρισμού ή όχι.
(δ) Ο Οργανισμός να προχωρήσει με τροποποίηση του Νόμου του ΚΟΤ έτσι που να τυγχάνει εφαρμογής στον Οργανισμό το Άρθρο 45.»
Από τη διατύπωση του αιτητικού της προσφυγής προσβάλλονται οι υπό (β) και (γ) πιο πάνω αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του καθ' ου η αίτηση.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τη γραπτή της αγόρευση (αρχική και απαντητική) η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών προωθεί τους εξής ουσιαστικά λόγους ακύρωσης:
(α) Η αναθεωρητική έφεση που καταχώρησε το ενδιαφερόμενο μέρος, δεν αναστέλλει το ακυρωτικό αποτέλεσμα και την υποχρέωση συμμόρφωσης του ΚΟΤ. Παραβιάστηκε με την επίδικη απόφαση το δεδικασμένο και το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος.
(β) Η απόφαση του ΚΟΤ να αναμένει το αποτέλεσμα της Α.Ε. 124/2010 που καταχώρησε το ενδιαφερόμενο μέρος και παράλληλα ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους ως Αναπληρώτριας της θέσης, καταστρατηγεί κατάφωρα την ακυρωτική απόφαση. Η υποχρέωση συμμόρφωσης με την ακυρωτική απόφαση πηγάζει απευθείας από το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος. Εν προκειμένω επιβαλλόταν η πλήρωση της θέσης με προκήρυξη, και
(γ) Η απόφαση του ΚΟΤ να διορίσει το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Αναπληρωτή Διευθυντή Τουρισμού στο Τμήμα Τουριστικής Οργάνωσης έρχεται σε αντίθεση με όσα καθορίζονται στον Καν. 13 των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1970, όπως έχουν τροποποιηθεί.
Από πλευράς του καθ' ου η αίτηση εγείρεται προδικαστικά ζήτημα εννόμου συμφέροντος των αιτητών να προσβάλουν τον αναπληρωματικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους που έγινε με βάση τον Καν. 13 των πιο πάνω Κανονισμών. Υποστηρίζεται ειδικότερα από μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου του καθ' ου η αίτηση, ότι ο συγκεκριμένος διορισμός δεν έγινε στη βάση διαδικασίας επιλογής και σύγκρισης μεταξύ υποψηφίων (δηλαδή των αιτητών), και αυτό φαίνεται κατά την άποψή του και από το αιτητικό της προσφυγής όπου οι αιτητές δεν διεκδικούν για τον εαυτό τους τον εν λόγω διορισμό. Εισηγείται επίσης ότι οι αιτητές δεν θα ωφεληθούν από τυχόν ακύρωση του επίδικου αναπληρωματικού διορισμού. Διαζευκτικά της πιο πάνω ένστασης υποστηρίζεται η ορθότητα και νομιμότητα των επίδικων αποφάσεων.
Από πλευράς του ευπαιδεύτου συνηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους με ξεχωριστή ένσταση που καταχώρησε στο Δικαστήριο στις 7/2/2011 εγείρονται προδικαστικά τα ακόλουθα ζητήματα:
(α) Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλονται από μέρους των αιτητών δυο χωριστές και αυτοτελείς πράξεις ή/και παραλείψεις που δεν είναι συναφείς μεταξύ τους και δεν αποτελεί η μια προϋπόθεση της άλλης. Συνεπώς η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως προς τη δεύτερη πράξη του αναπληρωματικού διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Τουρισμού από 22/7/2010.
(β) Σύμφωνα με τη νομοθεσία και τους Κανονισμούς περί ΚΟΤ δεν υπάρχει νομική υποχρέωση του καθ' ου η αίτηση για την προκήρυξη πλήρωσης κενών θέσεων.
(γ) Οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος προσβολής του αναπληρωματικού διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση του Αναπληρωτή Διευθυντή Τουρισμού από 22/7/2010 αφού δεν διεκδικούν για τον εαυτό τους τον εν λόγω διορισμό αλλά και γιατί ο συγκεκριμένος διορισμός δεν ήταν αποτέλεσμα σύγκρισης και αξιολόγησης μεταξύ υποψηφίων.
(δ) Δεν θα ωφεληθούν οτιδήποτε οι αιτητές με την ακύρωση του Αναπληρωματικού Διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους.
(ε) Δεν μπορούν οι αιτητές να ασκούν προσφυγή ταυτόχρονα κατά πράξης και παράλειψης.
(στ) Δεν υπήρχε υποχρέωση επανεξέτασης της υπόθεσης μετά την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή αρ. 827/2008 ημερ. 22/7/2010 για το λόγο ότι η απόφαση εφεσιβλήθηκε με την Α.Ε. 124/2010 η οποία εκκρεμεί.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αρχίζω από την προδικαστική ένσταση που αφορά τον αναπληρωματικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους. Αυτή, με όσα διατυπώνονται πιο πάνω, βασίζεται ουσιαστικά σε δυο λόγους: (α) ότι συμπροσβάλλεται με την απόφαση να μην προχωρήσει ο καθ' ου η αίτηση με την προκήρυξη της θέσης όπως ήταν η υποχρέωση του, σύμφωνα με τους αιτητές, μετά την ακυρωτική απόφαση της 22/7/2010 και (β) διότι οι ίδιοι οι αιτητές δεν θα ωφεληθούν και/ή δεν ζήτησαν αυτοί να διορισθούν.
Αναφορικά με το (α) πιο πάνω λόγο, διαφωνώ με τη θέση του ευπαιδεύτου δικηγόρου του καθ' ου η αίτηση ότι η απόφαση για αναπληρωματικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους δεν είναι συναφής με την απόφαση να μην προχωρήσει ο καθ' ου η αίτηση σε προκήρυξη της θέσης. Οι δυο αποφάσεις είναι άμεσα συναφείς και η μια (αναπληρωματικός διορισμός) άμεσο επακόλουθο της άλλης με την έννοια που ανέπτυξε η νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων, Συμεωνίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 278, 274). Επομένως αυτή η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
Αναφορικά τώρα με το (β) πιο πάνω λόγο ένστασης, αφού εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις έχω καταλήξει, βασιζόμενος και στα όσα αποφασίστηκαν, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Δέσπω Συμεού ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, υποθ. αρ. 1186/2005 ημερ. 16/4/2007, όπου τα γεγονότα ήσαν παρόμοια, ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί. Έλαβα επί του προκειμένου υπόψη και τη σαφή θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών ότι οι ίδιοι δεν διεκδίκησαν αναπληρωματικό διορισμό και ότι η θέση τους είναι απλώς ότι δεν είχε δικαίωμα ο καθ' ου η αίτηση να προχωρήσει σε πλήρωση της θέσης με αναπληρωματικό διορισμό. Άλλωστε, όπως ανέφερε τέτοιος διορισμός οποιουδήποτε από τους αιτητές θα ήταν επίσης παράνομος. Επομένως η προσφυγή όσον αφορά τον αναπληρωματικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους απορρίπτεται.
Οι υπόλοιποι λόγοι που εγείρονται από πλευράς καθ' ου η αίτηση και ενδιαφερόμενου μέρους υπό μορφή προδικαστικής ένστασης αποτελούν ταυτόχρονα και λόγους για την ουσία της προσφυγής, δηλαδή κατά πόσο όφειλε ο καθ' ου η αίτηση να προχωρήσει άμεσα, μετά την ακύρωση απόφασης, σε προκήρυξη της θέσης, ή όχι.
Το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος διαλαμβάνει τα εξής:
«5. Η κατά την τέταρτην παράγραφο του παρόντος άρθρου απόφασις δεσμεύει παν δικαστήριον, όργανον ή αρχήν εν τη Δημοκρατία, και τα περί ων πρόκειται όργανα, αρχαί ή πρόσωπα υποχρεούνται εις ενεργόν συμμόρφωσιν προς ταύτην.»
Με την απόφαση στην 827/2008 (που εφεσιβλήθηκε με την ΑΕ 124/2010 η οποία εκκρεμεί) το Δικαστήριο, αφού ανέφερε ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση είχε βασιστεί στο άρθρο 45 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) που όμως δεν τυγχάνει εφαρμογής και για το ΚΟΤ κατέληξε ως ακολούθως:
«Η προαγωγή σε υπεράριθμη θέση είναι διαδικασία η οποία δεν προβλέπεται πουθενά στους περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσης και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1970 (όπως τροποποιήθηκαν). Ούτε υπάρχει πουθενά οποιαδήποτε πρόνοια η οποία να αναφέρει ότι σε περιπτώσεις προαγωγών ή όπου δεν υπάρχει σχετική ρύθμιση, θα τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου. Στις περιπτώσεις που πρόθεση του νομοθέτη ήταν να εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου γίνεται ρητή αναφορά. Όπως π.χ. στην περίπτωση διορισμών επί δοκιμασία (άρθρο 9), πειθαρχική διαδικασία (άρθρο 47).
Συνακόλουθα θεωρώ ότι εσφαλμένα οι καθ' ων η αίτηση εφάρμοσαν το άρθρο 45 του Ν. 1/90, και καταλήγω ότι οι αιτητές έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την επίδικη απόφαση, αφού τους στέρησε, η μη προκήρυξη, τη δυνατότητα διεκδίκησης της θέσης.
Ως αναπόφευκτη συνέπεια, η απόρριψη της πιο πάνω προδικαστικής ένστασης, απολήγει σε επιτυχία του λόγου ακυρώσεως που προβάλλουν οι αιτητές, ότι δηλαδή η πλήρωση της επίδικης θέσης δεν μπορούσε να πληρωθεί χωρίς να προηγηθεί η προκήρυξη της, ως θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής. Η διασφάλιση της αρχής της ισότητας επέβαλλε δημοσιοποίηση της εν λόγω θέσης έτσι ώστε να είχαν οι ενδιαφερόμενοι, μεταξύ των οποίων και οι αιτητές, τη δυνατότητα υποβολής αίτησης.»
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι αυτό που είχε υποχρέωση ο καθ' ου η αίτηση να πράξει ως αποτέλεσμα της ακυρωτικής απόφασης στην 827/2008 ήταν (α) να επαναφέρει το ενδιαφερόμενο μέρος, της οποίας η προαγωγή ακυρώθηκε στην προτέρα της θέση και (β) σε περίπτωση που αποφάσιζε να πληρώσει τη θέση να προκηρύξει αυτή. Με το (α) έχει συμμορφωθεί. Το ερώτημα είναι αν είχε υποχρέωση να προχωρήσει άμεσα με την πλήρωση της θέσης οπότε είχε και υποχρέωση σύμφωνα με την ακυρωθείσα απόφαση να την προκηρύξει, ή όχι. Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του καθ' ου η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους, επικαλούμενοι την απόφαση στην υπόθεση Χατζηγεωργίου ν. ΡΙΚ (1999) 3 ΑΑΔ 42, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει νομική υποχρέωση πλήρωσης μιας θέσης, εκτός αν σχετική νομοθετική πρόνοια επιβάλλει τούτο, κάτι που εδώ, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, δεν υπάρχει, ισχυρίστηκαν ότι ορθά ο καθ'ου η αίτηση αποφάσισε να αναμένει το αποτέλεσμα της Α.Ε. 124/2010 αφού παρόμοια διαδικασία ακολούθησε και κατά την πρωτόδικη διαδικασία (βλ. υπόθεση αρ. 1186/2005 ημερ. 16/4/2007) στην Α.Ε. 45/2005 Αννίτα Δημητριάδου ν. ΚΟΤ (2008) 3 ΑΑΔ 57. Το Δικαστήριο (Γαβριηλίδης Δ) απέρριψε την προσφυγή όπου ζητούνταν παρόμοιες θεραπείες όπως και στην παρούσα με την αιτιολογία ότι το Διοικητικό Συμβούλιο ενώ είχε δικαίωμα να μην περιμένει την εκδίκαση της έφεσης, δεν είχε υποχρέωση να περιμένει.
Από πλευράς της ευπαιδεύτου δικηγόρου του αιτητή προβάλλεται η θέση ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να μην προκηρύξει και πληρώσει κανονικά τη θέση αλλά να προβεί σε αναπληρωματικό διορισμό, αποτελεί κατάχρηση εξουσίας και υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας.
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις: Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Kyproxil Designs Ltd. v. Panos Englezos & Co. Ltd. (1988) 1 CLR 546), με βάση το δικό μας δικαιϊκό σύστημα, μια πρωτόδικη απόφαση θεωρείται τελική, παρά την καταχώρηση έφεσης και διατηρεί τον τελικό της χαρακτήρα εκτός αν ανατραπεί, οπότε η ανατροπή της ενεργεί αναδρομικά. Έτσι τα όσα λέχθηκαν περί του αντιθέτου στην υπόθεση Stephanidou v. Ioannides (1985) 1 CLR 718 ήσαν (α) obiter και (β) εν πάση περιπτώσει εσφαλμένα. Στη σελ. 549 της υπόθεσης Kyproxil Designs Ltd., πιο πάνω. ο Δικαστής Πικής (όπως ήταν τότε) ανάφερε τα ακόλουθα:
«Ιn our judgment the statement in Stepanidou (supra) quoted above, was not only obiter but with respect also wrong. The principle permeating every aspect of our judicial system is that first instance judgments are final, an attribute they retain unless reversed on appeal. Even in that situation, the reversal operates retrospectively. The appellate process is not an extension of the trial or a continuation of it. It is a forum for the review of the soundness of the adjudication and the judgment, in no way designed to diminish the finality of first instance judgments."
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η πρωτόδικη απόφαση στην προσφυγή αρ. 827/2008 ημερ. 22/7/2010 (Παμπαλλής Δ) παρά το ότι εφεσιβλήθηκε θεωρείται τελική και ο καθ' ου η αίτηση θα έπρεπε να συμμορφωθεί με αυτή. Στο ένα σκέλος, επαναφορά δηλαδή του ενδιαφερόμενου μέρους στην προηγούμενη θέση, το έχει πράξει. Όσον αφορά όμως την προκήρυξη της θέσης αυτό δεν έχει γίνει. Όλα τα γεγονότα της υπόθεσης που φαίνεται να είναι κοινώς παραδεκτά, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πλήρωση της θέσης ήταν και είναι αναγκαία, γιαυτό, άλλωστε και ο καθ' ου η αίτηση προέβηκε σε αναπληρωματικό διορισμό παρακάμπτοντας έτσι την ανάγκη για προκήρυξη της θέσης, όπως η υποχρέωση του μετά την ακυρωτική απόφαση. Επομένως καταλήγω ότι ώφειλε ο καθ' ου να προχωρήσει σε προκήρυξη της θέσης και η απόφαση να αναμένει το αποτέλεσμα της Αναθεωρητικής Έφεσης 124/2010 κρίνω ότι αντίκειται στο πνεύμα του Άρθρου 146.5 του Συντάγματος και της αρχής ότι μια απόφαση είναι τελική παρά την ύπαρξη έφεσης. Επί του προκειμένου διαφωνώ με τα όσα διατυπώθηκαν στην υπόθεση Δέσπω Συμεού ν. ΚΟΤ, υπόθ. αρ. 1186/2005 ημερ. 16/4/2007 από τον αείμνηστο αδελφό Δικαστή Γαβριηλίδη, ότι μπορούσε ο ΚΟΤ να αναμένει το αποτέλεσμα της έφεσης. Το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης ήταν απλώς το εξής:
«Όσον αφορά την υπό (α) απόφαση, δεν στοιχειοθετείται λόγος ακυρώσεως. Με την απόφασή του να επαναφέρει τη Δημητριάδου στη θέση την οποία κατείχε πριν την ακυρωτική απόφαση στις προσφυγές 1094/2000 και 1103/2000, το Συμβούλιο συμμορφώθηκε πλήρως με την ακυρωτική απόφαση. Το Συμβούλιο, αν και είχε το δικαίωμα, δεν είχε, ταυτόχρονα, και την υποχρέωση να προχωρήσει, σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, στην επανεξέταση του θέματος της πλήρωσης της θέσης και τούτο διότι, εναντίον της ακυρωτικής απόφασης, εκκρεμούσε η έφεση και η αντέφεση στην ΑΕ45/2005, η απόφαση στην οποία, ενδεχομένως, να επηρέαζε το αποτέλεσμα της διαδικασίας επανεξέτασης.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Κρίνω ότι η πιο πάνω διατύπωση, όπως την έχω υπογραμμίσει, (που δε φαίνεται να βασίζεται σε νομολογία), δεν συνάδει με την αρχή περί του τελεσίδικου μιας απόφασης όπως την ανάπτυξα πιο πάνω.
Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι η προσφυγή ως προς το πρώτο σκέλος της, δηλαδή την παράλειψη του ΚΟΤ να προχωρήσει με την προκήρυξη της θέσης ευσταθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον του καθ' ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο. Όσον αφορά τα έξοδα μεταξύ αιτητών και ενδιαφερόμενου μέρους δεν δίδεται καμιά διαταγή.
Η παράλειψη του καθ' ου η αίτηση να προχωρήσει με την προκήρυξη της θέσης κηρύσσεται άκυρη και παν το παραλειφθεν έδει να έχει εκτελεστεί.
Αναφορικά με το μέρος της προσφυγής που αφορά τον αναπληρωματικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους αυτή απορρίπτεται.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ