ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 617/12)
1 Ιουνίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.]
IMAD KAHIL,
Αιτητής,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Μονομερής Αίτηση ημερ. 9.4.2012.
Α. Καρεκλάς, για τον Αιτητή.
Μ. Λοίζου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την αίτηση του ο αιτητής ζητά προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η απόφαση κράτησης και/ή απέλασης του μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας προσφυγής και/ή μέχρι νεώτερη διαταγή του δικαστηρίου.
Η αίτηση βασίζεται στη Δ.48 θ.θ.1-8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στους «Διαδικαστικούς Θεσμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Θ.18», στο άρθρο 32 του Ν 14/60, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6, άρθρο 9 και στις συμφυείς εξουσίες του δικαστηρίου. Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Παναγιώτας Πιερή, Ασκούμενης Δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο του δικηγόρου του αιτητή, ημερ. 9.4.12.
Στην ένορκη δήλωση της κας Πιερή αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι ο αιτητής βρίσκεται σε κοινή συμβίωση με Κύπρια υπήκοο, Συριακής καταγωγής, μουσουλμάνα, με την οποία τέλεσε και γάμο, σύμφωνα με το μουσουλμανικό θρήσκευμα, σε τζαμί στη Λάρνακα. Επίσης αναγράφεται ότι ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή με αρ. 1253/11 στο Ανώτατο Δικαστήριο προσβάλλοντας την άρνηση των αρμοδίων Κυπριακών Αρχών να του εκδώσουν σχετική βεβαίωση για να μπορέσει να τελέσει και πολιτικό γάμο με την προαναφερόμενη, στο Δήμο Λευκωσίας. Επιπρόσθετα αναγράφεται στην ένορκη δήλωση ότι στις 10.7.2011 και κατόπιν εκδόσεως διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του, συνελήφθη ο αιτητής και από τότε κρατείται στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών. Ο αρμόδιος Υπουργός παρέτεινε το χρόνο κράτησης του αιτητή με διάταγμα ημερ. 24.1.2012 το οποίο περιήλθε εις γνώση του κατά ή περί την 7.2.2012. Αυτό το διάταγμα παράτασης ημερ. 24.1.2012 είναι που προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή του με αρ. 617/12.
Είναι η θέση του αιτητή ότι σύμφωνα με τον Κυπριακό νόμο (το Κεφ. 105) στον οποίον ενσωματώθηκε σχετική ευρωπαϊκή οδηγία ο αιτητής δεν μπορούσε να κρατηθεί νόμιμα για περίοδο μεγαλύτερη των 6 μηνών από 10.7.2011, δηλαδή πέραν της 10.1.2012 και επομένως για την περίοδο 10.1.2012 μέχρι 24.1.2012 που διατάχθηκε η ανανέωση της κράτησης του αυτός κρατείτο παράνομα. Το μεταγενέστερο διάταγμα του Υπουργού ημερ. 24.1.2012 δεν νομιμοποιεί αναδρομικά την κράτηση του από 10-24.1.2012. Επομένως, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, στην προκείμενη περίπτωση, υπάρχει έκδηλη παρανομία και ένεκα της παρανομίας αυτής ο αιτητής δικαιούται στο ζητούμενο ενδιάμεσο διάταγμα.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υπέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι η υπό εξέταση αίτηση είναι εξ υπαρχής άκυρη επειδή δεν αναγράφεται σ΄ αυτήν ότι βασίζεται στον Κανονισμό 13 του περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 ο οποίος συνιστά και τη μόνη δικαιοδοτική βάση επί της οποίας εκδίδονται ενδιάμεσα διατάγματα, όπως το ζητούμενο, στα πλαίσια προσφυγών δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Επιπρόσθετα η κα. Λοίζου εισηγήθηκε ότι ο αιτητής δεν έχει αποδείξει οποιαδήποτε έκδηλη παρανομία ούτε και ισχυρίζεται οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημιά και επομένως δεν δικαιούται στο ζητούμενο διάταγμα, ούτε και επί της ουσίας.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση είναι ορθή. Πράγματι στην αίτηση δεν αναγράφεται ο Κανονισμός 13 του περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, ο οποίος παρέχει το δικαιοδοτικό έρεισμα για αιτήσεις όπως την υπό εξέταση. Στην υπόθεση Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 164 τονίστηκε ότι ο Κανονισμός 13 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις. Η εξουσία που παρέχεται στο δικαστήριο από τον Κανονισμό 13 είναι διακριτικού χαρακτήρα και ασκείται με φειδώ. Για να πετύχει ένα διάβημα, στη βάση του Κανονισμού 13, χρειάζεται να αποδειχθεί έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης ή ανεπανόρθωτη ζημιά. Δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο προϋποθέσεις.
Στην υπό εξέταση αίτηση αναγράφεται ότι η αίτηση βασίζεται «στους Διαδικαστικούς Θεσμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Θ.18» αλλά δεν μπορώ να θεωρήσω ότι αυτή η αναφορά ισοδυναμεί με αναφορά στον προαναφερόμενο Κανονισμό 13.
Η μη αναφορά στον Κανονισμό 13 κρίθηκε ως μοιραία παράλειψη για την τύχη αιτήσεων για ενδιάμεσα διατάγματα, στα πλαίσια προσφυγών, σε αριθμό πρωτοδίκων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην Υπόθεση 1253/11, Imad Kahil κ.α. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 2.12.2011 (του ιδίου αιτητή) ο αδελφός Δικαστής κ. Ερωτοκρίτου απεφάσισε ότι η δικονομική παρατυπία, της μη αναφοράς στον Κανονισμό 13, οδηγούσε σε ακυρότητα και δεν μπορούσε να θεραπευθεί. Στην Υπόθεση 1144/08, Mohammad Kashif v. Δημοκρατίας, ημερ. 11.7.2008 ο αδελφός Δικαστής κ. Ναθανάηλ είπε ότι η επίκληση των Κανονισμών 18 και 19 του προαναφερόμενου κανονισμού και του άρθρου 32 του Ν 14/60 δεν συνιστούν ορθό δικονομικό υπόβαθρο για αιτήσεις προσωρινών διαταγμάτων, σε προσφυγές. Ο ορθός κανονισμός είναι ο Κανονισμός 13. Στην Υπόθεση 1405/09, Valentina Stoeva v. Δημοκρατίας, ημερ. 10.11.2009 ο αδελφός Δικαστής κ. Παμπαλλής έκρινε ότι, κατ΄ αναλογία προς τις ενδιάμεσες αιτήσεις που καταχωρούνται στα πλαίσια αγωγών και στις οποίες απαραίτητα πρέπει να γίνεται αναφορά στο ορθό άρθρο ή άρθρα που στοιχειοθετούν το νομικό υπόβαθρο της αίτησης, έτσι και στις διαδικασίες ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του προαναφερόμενου διαδικαστικού κανονισμού, θα πρέπει να αναγράφεται το ορθό άρθρο ή ο ορθός θεσμός στον οποίον βασίζεται η αίτηση. Σε υποθέσεις όπως την παρούσα το νομικό υπόβαθρο για στήριξη της αίτησης είναι ο Κανονισμός 13 και επομένως αναφορά σ΄ αυτόν τον Κανονισμό είναι απαραίτητη, αλλιώτικα η αίτηση στερείται του απαραίτητου δικαιοδοτικού υποβάθρου και είναι άκυρη.
Συμφωνώ με την προσέγγιση των αδελφών Δικαστών στις προαναφερόμενες πρωτόδικες αποφάσεις και επομένως καταλήγω στο συμπέρασμα ότι, ενόψει της απουσίας αναφοράς στον προαναφερόμενο Κανονισμό 13, στην αίτηση, αυτή στερείται του αναγκαίου δικαιοδοτικού και δικονομικού υποβάθρου και επομένως είναι άκυρη.
Έστω όμως και αν εξεταστεί η ουσία, θεωρώ ότι ο αιτητής απέτυχε να δείξει ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία, εις βάρος του, στην προκείμενη περίπτωση. Είναι προφανές ότι, καταρχήν, εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης του 6 μηνών, στη συνέχεια συνέχισε να κρατείται για 2 εβδομάδες και μετά εκδόθηκε νέο διάταγμα του αρμόδιου Υπουργού για παράταση του αρχικού διατάγματος για άλλους 12 μήνες. Η έκδοση αρχικού διατάγματος κράτησης για 6 μήνες και η, στη συνέχεια, παράταση της περιόδου κράτησης για άλλους 12 μήνες, καλύπτεται από το άρθρο 18ΠΣΤ (παράγραφοι 7 και 8) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε. Δύο αδελφοί Δικαστές, σε πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε Πολιτικές Αιτήσεις για Habeas Corpus, έκριναν ότι, μεταγενέστερη παράταση της περιόδου κράτησης, δεν νομιμοποιούσε προγενέστερη περίοδο παράνομης κράτησης, στα πλαίσια της ερμηνείας του Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε από το Ν 153(Ι)/2011 (με σκοπό την εναρμόνιση με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/115/ΕΚ) (Δέστε: Πολ. Αίτηση 132/11, του Mohammad Khosh Soruor, ημερ. 21.12.2011 και Πολ. Αίτηση 133/11, του Mostafa Haghilo, ημερ. 22.12.2011). Όμως σε άλλη πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε Αίτηση για Habeas Corpus, του παρόντος αιτητή, στην Υπόθεση αρ. 18/12, ημερ. 9.3.2012, σε αντίθεση με τις προαναφερόμενες δύο αποφάσεις, θεωρήθηκε ότι παράταση της κράτησης αιτητή, έστω και μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου, είναι δυνατόν να νομιμοποιεί την κράτηση του και αναδρομικά.
Ενόψει των προαναφερόμενων αντικρουόμενων πρωτοβάθμιων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος αυτού, σε αιτήσεις για Habeas Corpus, δεν μπορώ να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι, στην προκείμενη περίπτωση, υπάρχει έκδηλη, δηλαδή καταφανής, παρανομία, η οποία παρέχει εξουσία στο παρόν δικαστήριο να εκδώσει το ζητούμενο ενδιάμεσο διάταγμα.
Όσον αφορά το κατά πόσον ο αιτητής μπορεί να αντλήσει προστασία από το Ν 7(Ι)/2007, όπως τροποποιήθηκε, ο οποίος παρέχει δικαιώματα σε οικογένειες και μονίμους συντρόφους Ευρωπαίων πολιτών, υπό προϋποθέσεις, και πάλι δεν μπορώ να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία στην προκείμενη περίπτωση. Ο αιτητής δεν έχει δείξει ότι η μή αναγνώριση του μουσουλμανικού του γάμου με Κύπρια πολίτιδα είναι έκδηλα παράνομη, ούτε και ότι η μή αναγνώριση σ΄ αυτόν, οποιονδήποτε δικαιωμάτων δυνάμει του προαναφερόμενου νόμου, είναι έκδηλα λανθασμένη. Συναφώς παρατηρώ ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4(2) (β) του προαναφερόμενου νόμου, η διαρκής σχέση συντρόφου Ευρωπαίου πολίτη πρέπει να είναι δεόντως αποδεδειγμένη. Επιπρόσθετα τα δικαιώματα του συντρόφου ή και των μελών της οικογένειας του Ευρωπαίου πολίτη παρέχονται, από τον προαναφερόμενο νόμο, αν συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις, για τις οποίες δεν δόθηκε οποιοδήποτε στοιχείο στα πλαίσια της εξέτασης της παρούσας αίτησης. Αυτά είναι θέματα που θα εξεταστούν κατά την εκδίκαση της προσφυγής.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω και ιδιαίτερα επειδή θεωρώ την αίτηση ως άκυρη ένεκα σοβαρής δικαιοδοτικής και δικονομικής παράλειψης, απορρίπτω την αίτηση, με έξοδα εις βάρος του αιτητή. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.