ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Υποθ. Αρ.669/2009)

 

2 Μαϊου, 2012

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΑΡΙΟΣ ΚΟΥΤΣΟΦΤΑΣ,

                                                              Αιτητής,

-και -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Στ.Νικολάου, για τον Αιτητή.

Α.Μαππουρίδης, για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, («ΕΔΥ»), με την οποία διορίστηκαν στη θέση του δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία, οι:  1.  Αγγελική Κάρνου, 2. Δήμητρα Παπαστεφάνου,  3.  Λίνα Χ΄Αθανασίου και 4.  Δήμητρα Καλλή.

 

Η ΕΔΥ, ικανοποιώντας αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα για πλήρωση τεσσάρων κενών θέσεων δικηγόρου της Δημοκρατίας («η θέση»), προχώρησαν στις 8 Φεβρουαρίου 2008, σε ανάλογη δημοσίευση.

 

Υποβλήθηκαν 58 αιτήσεις, οι οποίες προωθήθηκαν στο Γενικό Εισαγγελέα ως Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Με επιστολή του τελευταίου ημερ. 24 Οκτωβρίου 2008, υποβλήθηκε προκαταρκτικός κατάλογος στον οποίο περιλαμβάνοντο τόσο ο αιτητής, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Η ΕΔΥ με απόφαση της ημερ. 14 Νοεμβρίου 2008, διεύρυνε τον κατάλογο των υποψηφίων με την προσθήκη, στον τελικό κατάλογο, δύο νέων υποψηφίων ανεβάζοντας τον αριθμό σε 18, αποφασίζοντας παράλληλα να καλέσει όλους τους υποψήφιους σε προφορική συνέντευξη, παρουσία του Γενικού Εισαγγελέα. 

 

Οι προφορικές συνεντεύξεις είχαν διεξαχθεί σε δύο διαδοχικές συνεδρίες, 2 και 4 Φεβρουαρίου 2009, και με τη συμπλήρωση τους, ο Γενικός Εισαγγελέας προχώρησε σε ανάλογη αξιολόγηση όλων των υποψηφίων.  Στις 5 Φεβρουαρίου 2009,  η ΕΔΥ, αφού προέβη σε αξιολόγηση των υποψηφίων, αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στη θέση δικηγόρου της Δημοκρατίας στα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι η απόφαση της ΕΔΥ, για διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, ήταν αποτέλεσμα πλάνης λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι δεν λήφθηκε υπόψη και ούτε αξιολογήθηκε το πλεονέκτημα το οποίο κατείχε ο αιτητής, με βάση το σχέδιο υπηρεσίας. 

 

Στο σχέδιο υπηρεσίας υπάρχει η εξής πρόνοια:

 

«Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στα νομικά ή πείρα με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα». 

 

Είναι αποδεκτό ότι ο αιτητής εκτελούσε καθήκοντα δημόσιου κατήγορου από το έτος 2000 μέχρι το έτος 2005 και συνεχίστηκε μέχρι την ημέρα που διορίστηκε στη μόνιμη θέση δημοσίου κατηγόρου που έγινε το 2005, και επίσης ως την ημέρα που  υπέβαλε την αίτηση για την παρούσα θέση.  Το γεγονός ότι τα καθήκοντα τα οποία εκτελούσε ο εν λόγω αιτητής, αποτελούν μέρος των καθηκόντων του δικηγόρου της δημοκρατίας, επιβεβαιώθηκε από σχετική βεβαίωση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερ. 3 Μαρτίου 2008.  Αυτή η βεβαίωση, ισχυρίστηκε ο συνήγορος, ήταν ενώπιον της ΕΔΥ, και παρόλο που διατυπώνεται ισχυρισμός ότι εξετάστηκε, ουσιαστικώς δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη. 

 

Παραπονείται ο αιτητής και γιατί η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά τη συνεδρία της ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2008, όπου εξετάστηκε η ύπαρξη πλεονεκτήματος από τους υποψήφιους, αφού παραθέτει ονομαστικά τα άτομα τα οποία διαθέτουν πλεονέκτημα, με μια γενικότητα καταγράφεται ότι «οι υπόλοιποι υποψήφιοι δεν διαθέτουν πλεονέκτημα».  Τούτο δε έγινε χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε, όπως προσδιορίζει ο δικηγόρος, διευκρίνιση γιατί δεν έγινε αναφορά στο πλεονέκτημα που διαθέτει ο αιτητής. 

 

Σημειώνω ότι στη συνεδρία της ΕΔΥ ημερ. 24 Νοεμβρίου 2008, όπου έγινε συζήτηση αναφορικά με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αναφέρθησαν τα εξής: 

 

«όσον αφορά το πλεονέκτημα η ΕΔΥ, με βάση τα ενώπιον της στοιχεία, υιοθέτησε τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Η Επιτροπή προβληματίστηκε ιδιαίτερα κατά πόσο δύο υποψήφιοι οι Αργυρού Ιωάννης και Κουτσόφτας Μάριος, οι οποίοι κατέχουν θέση δημοσίου κατηγόρου, Αστυνομίας, Νομική Υπηρεσία από 1.9.05, διαθέτουν και αυτοί το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης.  Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή μελέτησε τα καθήκοντα και τις ευθύνες του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης δημοσίου κατηγόρου Αστυνομίας, νομική υπηρεσία, και προέβη σε σύγκριση τους με τα καθήκοντα και τις ευθύνες που προνοούνται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δικηγόρου της Δημοκρατίας.  Επίσης, έλαβε υπόψη το περιεχόμενο σχετικής επιστολής του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η οποία βρίσκεται επισυνημμένη στην αίτηση του Κουτσόφτα Μάριου και στην οποία αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι τα καθήκοντα της θέσης δημοσίου κατηγόρου αποτελούν μέρος των καθηκόντων του δικηγόρου της Δημοκρατίας.

 

Η Επιτροπή, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιον της σχετικά στοιχεία και αφού έλαβε υπόψη και το σχετικό πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αποφάσισε να υιοθετήσει την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι δηλαδή οι Αργυρού Ιωάννης και Κουτσόφτας Μάριος, δεν κατέχουν το πλεονέκτημα.»

 

Επί του προκειμένου, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, εισηγήθηκε ότι, μελετώντας το πιο πάνω πρακτικό της ΕΔΥ, καταφαίνεται ότι η Επιτροπή δεν κατέληξε σε αυθαίρετα συμπεράσματα έλαβε υπόψη τόσο την επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα όσο και τα καθήκοντα της θέσης του δικηγόρου της Δημοκρατίας, συγκρινόμενα με τα καθήκοντα του δημοσίου κατηγόρου.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή, πρόσθεσε, πρόεδρος της οποίας ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας, έδωσε τη βαρύτητα που ήθελε, θεωρώντας ότι δεν υπάρχει πλεονέκτημα εκ μέρους του αιτητή.  ΄Ηταν στη συνέχεια η εισήγηση του κ.Μαππουρίδη ότι η ΕΔΥ καθοδηγήθηκε και άσκησε τη δική της κρίση η οποία δεν μπορεί να ανατραπεί από το Δικαστήριο εκτός εάν καταφανεί ότι αυτή ασκήθηκε εκτός των ορίων της διακριτικής εξουσίας που έχει. 

 

Ο αιτητής περαιτέρω εισηγείται ότι η απόφαση της ΕΔΥ, καθίσταται επισφαλής, εάν το Δικαστήριο αποδεχθεί ότι υπήρχε πλεονέκτημα προς όφελος του αιτητή.  Ο συνήγορος περαιτέρω εισηγήθηκε ότι ο αιτητής υπερέχει όλων των ενδιαφερομένων μερών στα αποτελέσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Και επίσης υπερέχει έναντι όλων των ανθυποψηφίων του σε πείρα σχετική με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, συναφώς και σε αξία.  Υστερεί οριακά, όπως πρόσθεσε, έναντι των ανθυποψηφίων του στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης ενώπιον της ΕΔΥ. 

 

Το κρίσιμο, κατά την άποψη μου, ζήτημα, είναι η αντίκριση που έγινε από την ΕΔΥ στο θέμα του πλεονεκτήματος που προσδίδει το σχέδιο υπηρεσίας σε άτομα που κατέχουν «πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης».

 

Δεν είναι, όπως σημείωσα αμφισβητούμενο ότι ο αιτητής κατείχε πείρα, ως δημόσιος κατήγορος, όπως εξάγεται από την βεβαίωση του Γενικού Εισαγγελέα, ημερ. 3 Μαρτίου 2008.

 

Το επόμενο ερώτημα αναφύεται σε συνάρτηση με τον τρόπο που το αξιολόγησε η ΕΔΥ.

 

Υπάρχει, πρέπει να πω, μια παραδοξότητα στον τρόπο που διατυπώνεται η απόφαση της ΕΔΥ, ημερ. 24 Νοεμβρίου 2008, όπως την παραθέτουν πιο  πάνω.  Υιοθέτησε αρχικώς τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής επί του θέματος.  Στη συνέχεια προχωρεί από μόνη της, καθηκόντως βέβαια, και συγκρίνει τα καθήκοντα της θέσης του δημοσίου κατηγόρου και του δικηγόρου της Δημοκρατίας και καταλήγει, ότι «αφού μελέτησε τα στοιχεία και αφού έλαβε υπόψη και το σχετικό πόρισμα της Συμβουλευτικής αποφάσισε να υιοθετήσει την απόφαση ... ότι δεν κατέχουν πλεονέκτημα». 

 

Τι αποφάσισε η Συμβουλευτική Επιτροπή;  Όπως σημείωσα στη συνεδρία της ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2008, που εξετάστηκε το θέμα της ύπαρξης πλεονεκτήματος από όλους τους υποψήφιους, παρατίθενται μόνο τα ονόματα, όσων διαθέτουν πλεονέκτημα, και απλώς διατυπώνεται η θέση ότι οι υπόλοιποι «δεν διαθέτουν» τέτοιο.

 

Πώς θα μπορούσε η ΕΔΥ να στηριχθεί και μάλιστα να υιοθετήσει ένα τόσο αναιτιολόγητο συμπέρασμα.  Όταν μάλιστα το θέμα της ενδεχόμενης ύπαρξης πλεονεκτήματος του αιτητή, που εστιαζόταν σε πείρα, ήταν αντικείμενο βεβαίωσης του Γενικού Εισαγγελέα που ήταν ενσωματωμένη στην αίτηση του αιτητή.  Τίποτα δεν καταγράφεται στην εν λόγω απόφαση της Συμβουλευτικής (30 Σεπτεμβρίου 2008) που να μπορεί να βοηθήσει να γίνει αντιληπτό το σκεπτικό, πόσο μάλλον να θεωρηθεί ότι είναι αρκούντως αιτιολογημένη η απόφαση.

 

Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο της Δημοκρατίας, όσα αναφέρει στην αγόρευση του και επιχειρηματολόγησε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ότι λήφθηκαν υπόψη για την προκείμενη κατάληξη, δεν μπορούν να

ληφθούν υπόψη αφού απουσιάζουν από το σχετικό πρακτικό.

 

Η απουσία κατάλληλης αιτιολογίας στην απόφαση της Συμβουλευτικής, οδηγεί σε εύρημα ότι πάσχει και αναπόφευκτα συμπαρασύρει σε ακυρότητα, εκ πρώτης όψεως, και την απόφαση της ΕΔΥ.

 

Συνειδητά χρησιμοποίησα την εν λόγω φράση γιατί θα πρέπει να εξεταστεί η απόφαση της ΕΔΥ με αναφορά και στο λεκτικό, όπως παρατίθεται.  Λήφθηκε υπόψη και συγκρίθηκε το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης με αυτό του δημοσίου κατηγόρου.  Πουθενά δεν καταγράφεται ή μπορεί να εξαχθεί πώς, πού και σε τι εστιάστηκε η διαφορά.  Ιδιαιτέρως, όταν υπήρχε η βεβαίωση του Γενικού Εισαγγελέα ότι τα καθήκοντα του δημοσίου κατηγόρου «αποτελούν μέρος των καθηκόντων του δικηγόρου της Δημοκρατίας».  Αυτή η φράση επαναλήφθηκε στην απόφαση της ΕΔΥ, χωρίς να δίδεται καμιά εξήγηση επί τούτου, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να ελεγχθεί η ορθότητα της.  Αφήνω που η ολότητα εκτέλεσης καθηκόντων δικηγόρου της Δημοκρατίας, μόνο από τον κάτοχο της θέσης μπορούν να ασκηθούν.

 

Θεωρώ, συναφώς, ότι η απόφαση της ΕΔΥ για απόρριψη της ύπαρξης ή όχι πλεονεκτήματος δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται, με έξοδα υπέρ του αιτητή, όπως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                      Κ.Παμπαλλής,

                                                                                Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο