ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
"IRR. DIVISION ""KATZILOS""" ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1068
AGROTIS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1397
STRAKKA LTD. ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 760
Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 973
Aφρόκηπος Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 281
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1580/2008)
30 Απριλίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΕΡΑΤΙΚΟΥ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Ρ. Ιάσωνος (κα.) για Χρ. Δημητριάδη & Σία, για την Αιτήτρια.
Θ. Πιπερή (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Αντικείμενο της εξεταζόμενης προσφυγής αποτελεί το Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 23.8.2008 με ισχύ μέχρι 13/9/2009 το οποίο εκδόθηκε με βάση το Άρθρο 35(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας την 1.8.2008 με την (ΚΔΠ 309/2008).
Σύμφωνα με το προσβαλλόμενο διάταγμα επαναπροσδιορίστηκαν ως Λευκή Ζώνη ορισμένες περιοχές στο Αστικό Κέντρο της επαρχίας Λεμεσού για σκοπούς καθοδήγησης της ανάπτυξης τους μέχρι την ολοκλήρωση των μελετών που αφορούσαν στις επιπτώσεις και στα μέτρα που θα ήταν αναγκαίο να υιοθετηθούν ενόψει της χωροθέτησης και λειτουργίας του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Το επίδικο διάταγμα αποτελεί το τρίτο στη σειρά διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου αφού είχαν προηγηθεί για τον ίδιο λόγο και σκοπό τα διατάγματα ημερομηνίας 3/7/2006 με ισχύ μέχρι 13/7/2007 που εκδόθηκε με την ΚΔΠ 324/06 και το διάταγμα ημερομηνίας 27/6/2007 με ισχύ 13/7/2008 που εκδόθηκε με την ΚΔΠ 299/07.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι με την έκδοση του επίδικου διατάγματος με το οποίο συνεχίστηκε η παράταση της ισχύος της Λευκής Ζώνης και στην οποία περιλαμβάνετο και η ακίνητη ιδιοκτησία της (τεμάχιο αρ. 820, Αρ. Φ/Σχ. 54/580503), η Διοίκηση ενήργησε παράνομα και καταχρηστικά εφόσον κατά το διάστημα 13/7/2008 μέχρι 1/8/2008 δεν υπήρχε σε ισχύ οποιοδήποτε Διάταγμα Λευκής Ζώνης και η Αιτητρια, που είχε προετοιμαστεί από καιρό για να προωθήσει την ανάπτυξη του πιο πάνω ακινήτου της, είχε αναθέσει στους αρχιτέκτονες της την υλοποίηση σχετικής μελέτης αξιοποίησης του και είχε υποβάλει στις 14.07.2008 αίτηση για πολεοδομική άδεια.
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι, ενόψει της έκδοσης του επίδικου διατάγματος, ο Δήμος Λεμεσού δεν εξέτασε την αίτηση της για πολεοδομική άδεια και με επιστολή του ημερομηνίας 11/9/2008 απάντησε ότι: «Ο Δήμος μας είναι υποχρεωμένος να εξετάζει τις αιτήσεις που υποβάλλονται κοντά του, με βάση το ισχύον νομικό καθεστώς.»
Στις 14/10/2009 τελικά ο Δήμος Λεμεσού αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης για πολεοδομική άδεια για το λόγο ότι το τεμάχιο της αιτήτριας απαλλοτριώθηκε «για την ανέγερση αστικού κέντρου υγείας».
Το δικαίωμα που παρέχεται στο Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το Άρθρο 35 δεν είναι απόλυτο, υπέδειξαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας και επομένως δεν μπορεί να εξασκείται διαδοχικά χωρίς κάθε φορά να υπάρχει επαρκής αιτιολογία . Είναι η θέση τους ότι η επαναλαμβανόμενη επίκληση των προνοιών του Άρθρου 35(1) του Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου στην προκείμενη περίπτωση, οφείλεται στην αδυναμία και στις παραλείψεις της διοίκησης να καθορίσει και να καθοδηγήσει εντός εύλογου χρόνου την ανάπτυξη στην περιοχή, που είχε καθοριστεί ως Λευκή Ζώνη (με τα προηγούμενα διατάγματα).
Από την άλλη πλευρά, οι καθ΄ ων η αίτηση εισηγούνται ότι η πράξη που προσβάλλεται είναι καθ΄ όλα ορθή και νόμιμη, είναι δε αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, με πλήρη και επαρκή αιτιολογία. Εγείρουν όμως ταυτόχρονα και προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, δεδομένου ότι, το επίδικο διάταγμα εξέπνευσε την 13.7.2009 και, εκκρεμούσης της προσφυγής, το ακίνητο της αιτήτριας απαλλοτριώθηκε κατόπιν Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης που είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα στις 13.2.2009, με σκοπό την κατασκευή Αστικού Κέντρου Υγείας για τη στέγαση των Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Ιατρικής Φροντίδας και Εξωτερικών Ιατρείων του Παλαιού Νοσοκομείου Λεμεσού καθώς και Χώρου Στάθμευσης.
Προέχει η εξέταση της προδικαστικής ένστασης στην οποία και επικεντρώθηκαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας, ότι η αιτήτρια υπέστη υλική ζημιά συνεπεία του επίδικου διατάγματος και επομένως ότι το επίδικο διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί με απόφαση του Δικαστηρίου, ώστε η αιτήτρια, βάσει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος, να μπορεί να στραφεί εναντίον των καθ' ων η αίτηση με αγωγή για να διεκδικήσει αποζημιώσεις.
Υποδεικνύουν συναφώς ότι η περιορισμένη χρονική ισχύς της πράξης, δεν εξαφανίζει το δικαίωμα συνέχισης της δίκης εφόσον, σύμφωνα με τη νομολογία, έχουν δημιουργηθεί ή έχουν παραμείνει ζημιογόνα αποτελέσματα. Αναφέρουν προς τούτο ότι η έκδοση του επίδικου διατάγματος ουσιαστικά υποχρέωσε το Δήμο Λεμεσού να μην εξετάσει την αίτηση της αιτήτριας για έκδοση πολεοδομικής άδειας και τελικά να προβεί στην απόρριψη της αίτησής της στερώντας της το συνταγματικό δικαίωμα αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας της και συγκεκριμένα την ανέγερση ενός σημαντικού συγκροτήματος από καταστήματα και γραφεία υψηλής τεχνολογίας που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων, θα της απέδιδαν κέρδος 2.400.000,00 ευρώ. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας αναφέρουν επίσης ότι η αιτήτρια υπέστη περαιτέρω ζημιές που προέκυψαν από την ετοιμασία αρχιτεκτονικών σχεδίων και άλλων συναφών εξόδων και συγκεκριμένα, έξοδα ανερχόμενα σε 22.793,56 ευρώ, που ήταν τα δικαιώματα της αίτησης για πολεοδομική άδεια, και σε 121.86,00 ευρώ που ήταν η αμοιβή για τις αρχιτεκτονικές εργασίες .
Το ότι παραμένει δικαίωμα σε ένα αιτητή να προωθήσει την προσφυγή του παρά την κατάργηση της προσβαλλόμενης πράξης, στην περίπτωση που αυτή έχει επιφέρει ζημιογόνες συνέπειες που παραμένουν, δεν αμφισβητείται ούτε και από τη Δημοκρατία.
Στην απόφαση της Ολομέλειας στη Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 643, σημειώθηκε ότι η δίκη καταργείται όταν λήγει ο χρόνος ισχύος της πράξης ή όταν εξαφανίζεται το αντικείμενο με ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, περιλαμβανομένης και της σιωπηρής ακόμη ανάκλησης. Διατηρείται όμως έννομο συμφέρον προώθησης της προσφυγής, όταν προκύπτουν ενδεχόμενες ζημιογόνες συνέπειες από τη διοικητική πράξη, ενώ αυτή ακόμα βρισκόταν σε ισχύ. Ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι όντως έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκληση της και συντρέχει, επομένως, λόγος για συνέχιση της δίκης. Οι ζημιογόνες, για τον αιτητή, συνέπειες ως προϋπόθεση της διοικητικής δίκης περιλαμβάνουν ζημιά που προκύπτει ευθέως και αποκλειστικά από την ίδια την επίδικη πράξη και όχι από οποιαδήποτε άλλη παρεμφερή αιτία. Οι συνέπειες αυτές πρέπει να αποδειχθούν ως παραμένουσες ή υφιστάμενες.
Στην πρόσφατη απόφαση του δικαστή Ναθαναήλ στην προσφυγή Γεωργία Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ.884/2009, ημερ. 30.11.2010 γίνεται αναφορά στη νομολογία και συνοψίζονται οι σχετικές αρχές. Παραθέτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση στη προσφυγή εκείνη:
«Η απόδειξη αυτών των ενδεχομένων ζημιογόνων συνεπειών δεν θα αφεθεί βεβαίως να εξεταστεί κατά το στάδιο θεμελίωσης αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο κατά το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος, όπου είναι πλέον αναγκαία η προσκόμιση σχετικής και ικανής μαρτυρίας ως προς αυτές. Για να δυνηθεί ο αιτητής να καταφύγει στο Επαρχιακό Δικαστήριο, θα πρέπει προηγουμένως να πετύχει την ακύρωση της διοικητικής πράξης. Αλλά για να το επιτύχει αυτό στις περιπτώσεις όπου το αντικείμενο έχει στο μεταξύ εξαφανιστεί ή αλλοιωθεί λόγω κατάργησης ή ανάκλησης της διοικητικής πράξης, θα πρέπει να πείσει το αναθεωρητικό Δικαστήριο ότι η εκδίκαση της προσφυγής δεν συνεχίζεται επί ματαίω, αλλά λόγω του ότι έχουν όντως προκύψει τέτοιες ζημιογόνες συνέπειες, οι οποίες έστω και εκ πρώτης όψεως, παρουσιάζονται να είναι υπαρκτές και δεδομένες. Και αυτό εναπόκειται στον αιτητή να το δείξει με κατάλληλη και ανάλογη αναφορά σε δεδομένα και στοιχεία υποστηρικτικά της θέσης του. Η διαπίστωση αυτή δεν είναι και δεν μπορεί να είναι θεωρητική, αλλά πραγματική. Το κατάλοιπο της συνέπειας της έκδοσης της διοικητικής πράξης είναι αναγκαίο να διαφανεί ως παράγωγο δυσμενών αποτελεσμάτων στο διοικούμενο, έστω και εκ πρώτης όψεως. (Αφρόκηπος Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 281 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 242-243). Εφόσον εκ πρώτης όψεως διαφανεί αυτή η συνέπεια, τότε η έκταση της ζημιάς αποφασίζεται στο Επαρχιακό Δικαστήριο.»
Σχετική επί του θέματος είναι και η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 27/2008, Γιώργος Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2011. Ο εφεσείων/αιτητής, στην απόφαση εκείνη, ζήτησε από το Δικαστήριο ακύρωση του Διατάγματος, σύμφωνα με το οποίο η ακίνητη περιουσία του είχε τεθεί εντός Ζώνης 1ου βαθμού επικινδυνότητας και οποιαδήποτε οικοδομή, εργασία και δραστηριότητα τερματίζετο. Η Ολομέλεια απορρίπτοντας την έφεση και επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση επανέλαβε την αρχή ότι η δίκη καταργείται με την εξαφάνιση του αντικειμένου της προσφυγής, λόγω απώλειας του εννόμου συμφέροντος του αιτητή, να προωθήσει την προσφυγή του, μετά τη λήξη της ισχύος του διατάγματος, και εφόσον δεν καταδείξει ότι, κατά τη διάρκεια της ισχύος του διατάγματος, έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες. Κρίθηκε ότι ορθά επισημάνθηκε πρωτοδίκως ( Δέστε πρωτόδικη απόφαση Γεώργιος Μ. Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 826/06, ημερ. 29.1.2008) ότι ο εφεσείων/αιτητής δεν είχε επηρεαστεί από το προσβληθέν διάταγμα, εφόσον η άδεια οικοδομής που είχε εξασφαλίσει για ανέγερση κατοικίας, στην προστατευόμενη εκείνη περιοχή, είχε λήξει πριν την έκδοση του προσβληθέντος διατάγματος. Παρατίθεται σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας:
«Αναφορικά με το πότε μια προσφυγή που χάνει το αντικείμενο της, είτε λόγω ανάκλησης της διοικητικής πράξης, είτε διότι έπαψε να ισχύει για οποιοδήποτε λόγο, οδηγεί σε κατάργηση της δίκης ούτως ώστε η υπόθεση να απορρίπτεται χωρίς την ανάγκη να εξεταστεί η ουσία της, αρκετά διαφωτιστική είναι η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973, σελ. 979, στην οποία διαβάζουμε τα ακόλουθα:
«....................................
Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει όταν παραμείνει χωρίς αντικείμενο. Η ανάκληση της διοικητικής πράξης οδηγεί στην εξαφάνιση της πράξης και την κατάργηση της δίκης, εκτός εάν, κατά την περίοδο πριν την ανάκληση, ο αιτητής έχει υποστεί ζημία, η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση - (Christos Malliotis and Others and the Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 189, Irrigation Divison "Katzilos" v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068, σελ. 1080, 1083, Agrotis v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1397, Strakka Ltd v. The Republic of Cyprus, and Another (1988) 3 C.L.R. 760.
Ανεξάρτητα από την ανάκληση της διοικητικής πράξης ή απόφασης, αν στη διάρκεια της ισχύος της παρήχθησαν αποτελέσματα που ζημιώνουν τον αιτητή που δεν αντιμετωπίστηκαν, ή εξαλείφθηκαν με την ανάκληση, η προσφυγή πρέπει να αποφασιστεί από το Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση, για να μπορεί ο αιτητής με βάση την παράγραφο 6 να ζητήσει αποζημίωση.»
Ούτε στην προκείμενη περίπτωση μπορώ να αποδεκτώ τη θέση της αιτήτριας ότι, από την έκδοση του επίδικου διατάγματος, φάνηκε ότι απορρέουν ζημιογόνες συνέπειες. Το προσβαλλόμενο διάταγμα είχε χαρακτήρα προσωρινής δέσμευσης και περιορισμένης χρονικής διάρκειας, για σκοπούς ανάπτυξης της περιοχής. Εφόσον η αιτήτρια δεν είχε εξασφαλίσει, πριν την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος, οποιαδήποτε άδεια αξιοποίησης του ακινήτου της, κρίνω ότι οι κατ΄ ισχυρισμόν ζημιογόνες συνέπειες δεν μπορούν να συνδεθούν άμεσα και να αποδοθούν στο διάταγμα αυτό. Κατά την κρίση μου, οι οποιεσδήποτε ζημιογόνες συνέπειες, είναι συνέπειες που προκύπτουν από την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας για έκδοση πολεοδομικής άδειας.
Οι κατ΄ ισχυρισμόν επομένως ζημιές για την ετοιμασία αρχιτεκτονικών σχεδίων και τα συναφή έξοδα που ισχυρίζεται ότι υπέστηκε η αιτήτρια κατά την υποβολή της αίτησης για έκδοση πολεοδομικής άδειας δεν σχετίζονται με το προσβαλλόμενο διάταγμα αλλά με την απόφαση του Δήμου Λεμεσού να απορρίψει την αίτηση της, απόφαση την οποία η αιτήτρια θα μπορούσε να είχε προσβάλει ξεχωριστά με άλλη προσφυγή. Υπενθυμίζεται ότι η έκδοση και ή απόρριψη έκδοσης πολεοδομικής άδειας αποτελεί ανεξάρτητη εκτελεστή πράξη προσβλητή αφ' εαυτής .
Ο ισχυρισμός ότι αν δεν εκδιδόταν το προσβαλλόμενο διάταγμα, η αιτήτρια θα εξασφάλιζε πολεοδομική άδεια και η Δημοκρατία δεν θα προέβαινε στην απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας της είναι κατά την κρίση μου μη τεκμηριωμένος , γενικός και αόριστος καθώς η αιτήτρια εκλαμβάνει ως δεδομένη την εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας τη στιγμή που τέτοιο ζήτημα εναπόκειται στη διακριτική εξουσία της Διοίκησης. Εξάλλου η κήρυξη λευκής ζώνης σε συγκεκριμένη περιοχή δεν αφορά σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η δράση της διοίκησης προς τη κατεύθυνση της απαλλοτρίωσης είναι σαφής και δεδομένη αλλά αφορά σε περιπτώσεις στις οποίες, ως επί το πλείστον, απαιτείται περαιτέρω καθοδήγηση και διερεύνηση αναφορικά με την ανάπτυξη της συγκεκριμένης περιοχής μέχρι να ολοκληρωθεί ο πολεοδομικός σχεδιασμός και να ληφθεί οριστική απόφαση.
Στην προσφυγή Karoullas και Markoullis Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 2384/2006, ημερ. 1.2.2010, που αφορούσε σε καθορισμό λευκής ζώνης που, εκ των υστέρων, τερματίστηκε, το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη παρά το γεγονός ότι προσκομίστηκε μαρτυρία σχετικά με κατ΄ ισχυρισμόν ζημίες που προέκυψαν από την ετοιμασία αρχιτεκτονικών σχεδίων και άλλων συναφών εξόδων για την ανέγερση οκτώ κατοικιών. Υποδείχθηκε, από το Δικαστήριο, ότι όλα τα έξοδα είχαν γίνει με πρωτοβουλία των εκεί αιτητών χωρίς να προηγηθεί άδεια οικοδομής και εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσαν να συνδεθούν με το τερματισθέν διάταγμα λευκής ζώνης.
Και στην προκείμενη περίπτωση, κρίνω ότι οι κατ΄ ισχυρισμόν ζημιές που υπέστηκε η αιτήτρια δεν πηγάζουν ευθέως από το επίδικο διάταγμα κατά τη διάρκεια που αυτό ήταν σε ισχύ και επομένως δεν μπορούν να αποτελέσουν το νομιμοποιητικό υπόβαθρο της συνέχισης της δίκης.
Ως εκ τούτου η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης της εξεταζόμενης προσφυγής και συνακόλουθα η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1.500.- έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.