ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 743/2008)
5 Μαρτίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΑΠ ΚΟΝΣΤΡΑΚΤΙΟΝ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Γ. Αμπίζας, για τους Αιτητές.
Ελ. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στα Μητρώα Φ.Π.Α. από 1.7.1992 και ασχολούνται με οικοδομικές και χωματουργικές εργασίες, διαχωρισμό και πωλήσεις οικοπέδων και μίσθωση διαμερισμάτων.
Το Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. Λάρνακας, ασκώντας τις εξουσίες του με βάση τους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι 2007, διενήργησε φορολογικό έλεγχο με σκοπό την επιβεβαίωση της ορθότητας των στοιχείων που περιέχονται στις φορολογικές δηλώσεις που υπέβαλαν οι αιτητές στην ΄Εφορο Φ.Π.Α. σε σχέση με τα βιβλία και αρχεία που τηρούν.
Ο έλεγχος ολοκληρώθηκε στις 18.6.2007. Εξετάστηκαν οι φορολογικοί περίοδοι από 1.2.2000 μέχρι 31.7.2006. Ο έλεγχος έδειξε ότι οι αιτητές δεν είχαν αποδώσει φόρο εκροών ύψους £5.719,86 για συγκεκριμένο τιμολόγιο ημερομηνίας 31.7.2006. Επίσης δεν είχαν αποδώσει φόρο εκροών για επιπρόσθετη πληρωμή ύψους £639.910, αναφορικά με το έργο «Επέκταση της Λεωφόρου Κρύου Νερού μέχρι το δρόμο του Κάβο Γκρέκο στην Αγία Νάπα», το οποίο ολοκληρώθηκε με βάση το Δελτίο Τελικής Παραλαβής και Απαιτήσεων στις 25.11.2004, με την εξόφληση του πιο πάνω ποσού να εκκρεμεί.
Οι αιτητές παρέλειψαν να αποδώσουν το ποσό φόρου £95.986,50 που αναλογούσε μέσα σε 18 μήνες για την ολοκλήρωση του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 48(γ) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών του 2001, Κ.Δ.Π. 314/2001.
΄Εχουν εκπέσει φόρο εισροών ύψους £1.080,41, για τιμολόγια στα οποία είτε δεν διαχωρίζεται το ποσό Φ.Π.Α. από τη συνολική αξία του τιμολογίου, είτε δεν αναγράφουν το όνομα των αιτητών, ως του προσώπου προς το οποίο παραδόθηκαν τα αγαθά ή παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες. Στα τιμολόγια αναγράφεται άλλο όνομα.
Εν όψει των πιο πάνω διαπιστώσεων, η ΄Εφορος Φ.Π.Α. έκρινε ότι οι φορολογικές δηλώσεις τις οποίες είχαν οι αιτητές υποβάλει για την υπό έλεγχο περίοδο ήταν ελλιπείς ή περιείχαν σφάλματα. Ως εκ τούτου προέβη σε βεβαίωση φόρου με βάση το άρθρο 34 του Ν.246/1990 και το άρθρο 49 του Ν.95(Ι)/2000.
Στη συνέχεια πληροφόρησε με επιστολή τους αιτητές ότι όφειλαν να καταβάλουν ποσό φόρου ύψους £102.786,77. Στις 26.7.2007 οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση στην Έφορο Φ.Π.Α. με βάση το άρθρο 51Α των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000-2007, κατά της πιο πάνω διοικητικής απόφασης, μέσω λογιστικού γραφείου.
Κατ΄ αρχήν αποδέχτηκαν το ποσό των £5.719,86 που βεβαιώθηκε για συγκεκριμένο τιμολόγιο, ενώ αποδέχτηκαν επίσης μέρος από το ποσό των £95.986,50 που αναλογεί σε επιπρόσθετη πληρωμή ύψους £639.910, για το έργο «Επέκταση της Λεωφόρου Κρύου Νερού μέχρι το δρόμο του Κάβο Γκρέκο στην Αγία Νάπα». Αποδέχτηκαν επίσης και άλλα τιμολόγια συνολικού ύψους £102.786,777 ως φόρο εκροών και απόδοση στην Υπηρεσία Φ.Π.Α. του ποσού των £60.095,95. Παράλληλα δεν αποδέχτηκαν την απόδοση φόρου εκροών συνολικού ύψους £35.890,57 που αντιστοιχούσε στο ποσό των £239.270,44.
Η ένσταση απορρίφθηκε στις 13.3.2008 και η παρούσα προσφυγή προσβάλλει ακριβώς την πιο πάνω απόφαση. Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν υπό νομική και πραγματική πλάνη, γιατί θεώρησαν ως επιπρόσθετες τις πληρωμές που οι ίδιοι έλαβαν από το Δημαρχείο Αγίας Νάπας για την επέκταση της «Λεωφόρου Κρυού Νερού μέχρι το δρόμο του Κάβο Γκρέκο στην Αγία Νάπα», ως υποκείμενες σε Φ.Π.Α. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν ότι ενώ για το πιο πάνω έργο δικαιούνταν επιπρόσθετη πληρωμή ύψους £639.910,13, δεν είχαν υποχρέωση να αποδώσουν Φ.Π.Α. για το ποσό των £239.270,44, μέρος της πιο πάνω επιπρόσθετης πληρωμής, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό των £35.890,57. Ο λόγος, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, ήταν ότι το ποσό των £239.270,44, αφορούσε τα έξοδα των κεντρικών γραφείων, καθώς και έξοδα χρηματοδότησης, έξοδα τόκων, αδράνεια πόρων παραγωγής και αποζημιώσεις, τα οποία σύμφωνα με το Νόμο εξαιρούνται από το Φ.Π.Α.
Στην προσπάθειά τους να επιβεβαιώσουν ότι η αποζημίωση δεν αποτελεί αντικείμενο Φ.Π.Α., διότι δεν αποτελεί αντιπαροχή για οποιαδήποτε συναλλαγή, οι αιτητές παρέπεμψαν σε σχετική νομολογία. Υποστηρίζουν ότι η αποζημίωση δεν δίδεται μόνο σε περίπτωση αθέτησης όρων του συμβολαίου, αλλά και μέσα στα πλαίσια της σύμβασης ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, όπως για παράδειγμα, λόγω παράτασης των όρων συμβολαίου.
Επιπρόσθετα υποβάλλουν ότι τόσο ολόκληρο το ποσό των £639.910,13, όσο και το ποσό των £239.270,44 έπρεπε να τμηματοποιηθούν, λόγω της απαίτησής τους για τη δοθείσα από το μηχανικό παράταση λόγω δικαιολογημένων και αποζημιωτέων συμβάντων, πέραν των αρχικών ποσών που είχαν ήδη πιστοποιηθεί. Οι αιτητές παραδέχονται ότι το μεγαλύτερο μέρος των £639.910,13 αφορούσε αντιπαροχή για προσφερθείσες υπηρεσίες και κατ΄ επέκταση ήταν φορολογητέο, αλλά υποστηρίζουν όμως ότι το ποσό των £239.270,44 αφορούσε μη φορολογήσιμα ποσά τα οποία αντιστοιχούσαν σε υπηρεσίες ή ποσά, οι οποίες ή τα οποία ήταν εξαιρούμενες ή εκτός αντικειμένου του Φ.Π.Α. ή δεν υπόκεινται σε Φ.Π.Α., αφού αποτελούσαν αποζημίωση και κόστος χρηματοδότησης, καθώς και τόκους.
Η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί. Πριν όμως προχωρήσουμε θα ήθελα να σημειώσω ότι ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 1990, Ν.246/90 έχει καταργηθεί από τους περί Φόρων Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι του 2011, Ν.95(Ι)/2000.
Το πεδίο εφαρμογής του Φ.Π.Α., επί φορολογητέων συναλλαγών ρυθμίζεται από το άρθρο 7 του Ν.95(Ι)/2000. Προβλέπεται ότι Φ.Π.Α. επιβάλλεται επί οποιασδήποτε παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιείται στη Δημοκρατία, όταν είναι φορολογητέα συναλλαγή που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκεί. Φορολογητέα συναλλαγή είναι κάθε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας και δεν είναι εξαιρούμενη.
Η έννοια της συναλλαγής καθορίζεται από τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 8 του Νόμου. Προβλέπεται ότι ο όρος «συναλλαγή» περιλαμβάνει όλα τα είδη παράδοσης ή παροχής, όχι όμως οτιδήποτε πραγματοποιείται χωρίς αντιπαροχή. Παροχή υπηρεσιών αποτελεί και οτιδήποτε δεν αποτελεί παράδοση αγαθών, αλλά πραγματοποιείται έναντι αντιπαροχής (συμπεριλαμβανομένης της παραχώρησης ή εκχώρησης οποιουδήποτε δικαιώματος που πραγματοποιείται έναντι αντιπαροχής).
Οι αιτητές στην ένστασή τους αναφέρουν ότι ζητήθηκε χρονική παράταση για την αποπεράτωση του έργου από 19.3.2003 μέχρι τις 24.10.2003, παράταση η οποία δόθηκε ύστερα από απόφαση του μηχανικού του έργου. Ο μηχανικός του έργου αξίωσε περαιτέρω να γίνουν χωματουργικές εργασίες με μειωμένη παραγωγή, να αλλαχθεί η φύση της εκτέλεσης των χωματουργικών εργασιών, να γίνουν πρόσθετες τοπογραφικές εργασίες και να εκτελεστούν πρόσθετα μέτρα ασφάλειας. Ως επακόλουθο οι αιτητές χρειάστηκαν να διατηρήσουν το προσωπικό τους στο εργοτάξιο για περίοδο πέραν των επτά μηνών αξίωσαν την καταβολή επιπρόσθετης πληρωμής ύψους £639.910,13 πέραν από τα ποσά που είχαν ήδη πιστοποιηθεί.
Οι καθ΄ων η αίτηση εξέτασαν τους πιο πάνω ισχυρισμούς των αιτητών και κατέληξαν ότι το ποσό των £96.678,21, δεν αναφερόταν σε αποζημίωση, αλλά αφορούσε αντιπαροχή για τον επιπρόσθετο χρόνο χρησιμοποίησης του προσωπικού και του εξοπλισμού της εταιρείας, για την εκτέλεση του συμφωνηθέντος έργου. Στη συνέχεια οι καθ΄ ων η αίτηση απορρίπτουν όλους τους ισχυρισμούς των αιτητών για έξοδα χρηματοδότησης, αδράνεια πόρων παραγωγής, αποζημίωση κράτησης λόγω παράτασης κλπ και καταλήγουν ότι αν η προσέγγιση των αιτητών γίνει αποδεκτή, ουσιαστικά ανατρέπεται και καταλύεται η όλη φιλοσοφία του Φ.Π.Α και συνεπώς απέρριψαν την ένσταση.
Συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση των καθ΄ ων η αίτηση αφού τα ποσά που καταβλήθηκαν στους αιτητές δεν συνιστούσαν αποζημίωση, αλλά καταβολή επιπρόσθετης πληρωμής από το Δήμο Αγίας Νάπας, με σκοπό τη διεκπεραίωση επιπρόσθετων εργασιών, ύστερα από απόφαση του μηχανικού του έργου, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι αιτητές στην ένστασή τους. Συνεπώς, ορθά οι καθ΄ων η αίτηση θεώρησαν τη διεκπεραίωση των εργασιών αυτών ως παροχή υπηρεσιών και επέβαλαν Φ.Π.Α. σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Νόμου.
Εξάλλου, για να θεωρηθεί ως αποζημίωση η καταβολή των ποσών στους αιτητές, μετά τη χρονική παράταση του έργου, προφανώς δεν θα έπρεπε να υπήρχε ως υπόβαθρο η οποιαδήποτε παροχή υπηρεσιών. Οι αιτητές παραδέχονται ότι οι πληρωμές αυτές έγιναν για επιπρόσθετες εργασίες οι οποίες απλώς δεν περιλαμβάνονταν στα έγγραφα του συμβολαίου.
Επιπροσθέτως, για σκοπούς επιβολής του Φ.Π.Α., ορθά οι καθ΄ ων η αίτηση θεωρούν ότι τα επί μέρους έξοδα που οι αιτητές ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να φορολογηθούν, δεν μπορεί παρά να αποτελούν τις συνιστώσες της αμοιβής τους για την παροχή περαιτέρω υπηρεσίας, αναφορικά με την αρχική παροχή υπηρεσίας, η οποία ήταν το αντικείμενο του συμβολαίου που υπέγραψαν με το Δήμο Αγίας Νάπας.
Η σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην οποία παρέπεμψαν οι αιτητές δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση, αφού αφορά επιδιορθώσεις αυτοκινήτων από τον εγχώριο εμπορικό αντιπρόσωπο του κατασκευαστή, με βάση σχετική αναλαμβανόμενη εγγύηση προς τους αγοραστές, με τη συμβατική υποχρέωση να αναλαμβάνεται η σχετική επιδιόρθωση από τον αντιπρόσωπο και όχι από τον κατασκευαστή. Το Δικαστήριο είχε αποφασίσει ότι τέτοιες επιδιορθώσεις δεν συνιστούσαν παροχή υπηρεσιών υπό του αντιπροσώπου προς τον κατασκευαστή και δεν ήταν υποκείμενες συνεπώς σε Φ.Π.Α.
Στην παρούσα περίπτωση έχουμε μία εντελώς διαφορετική εικόνα, αφού δεν πρόκειται για αποζημίωση, αλλά για παροχή περαιτέρω υπηρεσιών, η οποία είναι φορολογητέα.
Ανακριβή βρίσκω τον ισχυρισμό των αιτητών ότι οι καθ΄ ων η αίτηση αναγνωρίζουν ότι τα επίδικα ποσά είναι ποσά αποζημίωσης. Τόσο ο προϊστάμενος του Επαρχιακού Γραφείου Φ.Π.Α. Λάρνακας, όσο και η Διευθύντρια Τμήματος Τελωνείων και ΄Εφορος Φ.Π.Α., ουδέποτε αποδέχτηκαν κάτι τέτοιο, ενώ αντίθετα κατέληξαν στην ακριβώς αντίθετη διαπίστωση.
Η τμηματοποίηση ή ο κατακερματισμός των υπηρεσιών που προσέφεραν οι αιτητές στο Δήμο Αγίας Νάπας, δεν ισούται με διαφοροποίηση και της ίδιας της φύσης της υπηρεσίας που ήταν η εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία που θα απολήξει στην επέκταση της Λεωφόρου Κρυού Νερού. Εξάλλου όπως έχει νομολογηθεί (Goodtones Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 707, 713) η εξουσία του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και δεν επεμβαίνει στην κρίση του αρμοδίου οργάνου ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή, ούτε στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης, εκτός αν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή υπέρβαση εξουσίας. Σαν θέμα γενικής αρχής η εκτίμηση των γεγονότων από την ΄Εφορο ευσταθεί σε όλες τις περιπτώσεις που βρίσκεται στο όριο του λογικά εφικτού (βλέπε ακόμα Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. 659, Βαρναβίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376 και Δημοκρατία ν. Λέρνη (1991) 3 Α.Α.Δ. 346).
Στην παρούσα υπόθεση η προσβαλλόμενη απόφαση της Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα γεγονότα που είχε ενώπιόν της η ΄Εφορος.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ