ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 643/2010)
28 Μαρτίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 9, 25, 26, 28, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΟΙΒΗ ΚΑΤΣΟΥΡΗ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Αλ. Μαρκίδης και Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά :
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα η απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 11.5.2010 και με την οποία μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 10.5.2010 (προσφυγές 593/07 και 613/07) με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός της αιτήτριας στη θέση του Γενικού Διευθυντή και δια της οποίας αντί να επαναφέρει την αιτήτρια στη θέση Διευθυντή Τουρισμού στον οργανισμό, θέση που κατείχε πριν την ακυρωθείσα απόφαση, τερμάτισε τις υπηρεσίες της θεωρώντας την ότι δεν ανήκει στον ΚΟΤ, όπου υπηρετούσε πριν την ακυρωθείσα απόφαση».
Η αιτήτρια εργαζόταν στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού από το 1985 και από το 1990 προήχθη στη θέση Διευθύντριας Τουρισμού. Με απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμού και έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, που δόθηκε στις 12.12.06, η αιτήτρια διορίστηκε στη θέση Γενικής Διευθύντριας.
Προς τούτο, η αιτήτρια και ο καθ΄ ου η αίτηση, υπέγραψαν σύμβαση εργοδοσίας, πενταετούς διαρκείας, η οποία έληγε στις 26.2.2012.
Σημειώνω συναφώς ότι η αιτήτρια με επιστολή της 26.2.2007 απευθυνόμενη προς το Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου σημείωσε την παραίτηση της από τη θέση Διευθύντριας Τουρισμού και την αποδοχή του διορισμού της στη θέση της Γενικής Διευθύντριας.
Το περιεχόμενο της επιστολής της εκείνης παρατίθεται αυτούσιο:
«Αναφέρομαι στην Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ. 64.758 και ημερ. 12.12.2006, με την οποία εγκρίθηκε η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού να με διορίσει στη θέση του Γενικού Διευθυντή του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού και ως συνέπεια αυτής και επειδή αποδέχομαι το διορισμό, υποβάλλω, με πλήρη επιφύλαξη των δικαιωμάτων μου όπως αυτά πηγάζουν από τη σχετική Νομολογία, την παραίτησή μου από τη θέση Διευθυντή Τουρισμού στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού.»
Εναντίον του διορισμού της αιτήτριας ως Γενικής Διευθύντριας καταχωρήθηκαν οι Προσφυγές 593/07 και 613/07 οι οποίες συνεκδικάστηκαν και στις 10.5.2010, εκδόθηκαν ακυρωτικές αποφάσεις. Οι αποφάσεις εφεσιβλήθηκαν με την Α.Ε. 69/10 η οποία εκκρεμεί.
Σύμφωνα με τον περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Νόμο του 1990 (Ν 115/90), όπως τροποποιήθηκε, και συγκεκριμένα το άρθρο 3(8):
«Σε περίπτωση ακύρωσης, από το Ανώτατο Δικαστήριο, της δυνάμει του παρόντος άρθρου απόφασης για διορισμό οποιουδήποτε προσώπου στη θέση Γενικού Διευθυντή, η υπογραφείσα μεταξύ αυτού και του οικείου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου σύμβαση τερματίζεται από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Στην προκείμενη περίπτωση με την έκδοση των προαναφερόμενων ακυρωτικών αποφάσεων, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ προχώρησε, την ίδια ημέρα, και τερμάτισε την μεταξύ των μερών σύμβαση εργοδοσίας ημερομηνίας 27.2.2007 και με επιστολή του ημερoμηνίας 11.5.2010 γνωστοποίησε την πιο πάνω απόφασή του καλώντας την αιτήτρια να παραδώσει τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκαν στον καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμό και κατείχοντο από αυτή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη ή απόφαση , υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο.
Θεωρώ ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί.
Μετά την ακυρωτική απόφαση στις Προσφυγές 613/2007 και 593/2007, το διοικητικό συμβούλιο του ΚΟΤ, κατά τη συνεδρίασή του, απλά διαπίστωσε τη δημιουργία της κατάστασης που προέκυψε, ενόψει των ρητών προνοιών του Νόμου και της Σύμβασης ημερομηνίας 27.2.2007 που ήταν, ουσιαστικά, ότι η αιτήτρια βρισκόταν εκτός της υπηρεσίας και τούτο διότι αυτή, είχε παραιτηθεί από τη θέση της Διευθύντριας Τουρισμού στον Κυπριακό Οργανισμό πριν την αποδοχή της θέσης της Γενικής Διευθύντριας.
Η οποιαδήποτε επιφύλαξη των δικαιωμάτων της που είχε αναφέρει η αιτήτρια στη σχετική επιστολή της ημερομηνίας 26.2.2007 (έχει παρατεθεί πιο πάνω) προφανώς αφορούσε σε χρηματικές αποζημιώσεις και δεν διαφοροποιεί , κατά την άποψη μου , το γεγονός ότι η αιτήτρια είχε υποβάλει οικειοθελώς και αμετακλήτως την παραίτησή της από την προηγούμενη θέση που κατείχε.
Κρίνω, επομένως, ότι το διοικητικό συμβούλιο εφάρμοσε απλά τις πρόνοιες του Νόμου 115/90 (όπως τροποποιήθηκε) σε συνδυασμό με τις πρόνοιες της Σύμβασης εργοδότησης ημερομηνίας 27.2.2007 που υπογράφηκε μεταξύ της αιτήτριας και του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού. Οι πρόνοιες της υπογραφείσας Σύμβασης από μόνες τους δημιούργησαν, μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Προσφυγές υπ΄ αριθμό 593/2007 και 613/2007, νέα νομική τάξη πραγμάτων αναφορικά με τον τερματισμό της υπηρεσίας της αιτήτριας, χωρίς να έχει παρεμβληθεί οποιαδήποτε απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση.
Παρατηρώ συναφώς ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της αιτήτριας που απορρέουν από την πιο πάνω σύμβαση εργοδότησης, κατά ακολουθία της απόφασης του Δικαστηρίου, αποτελούν ζητήματα που δεν ανάγονται στο τομέα του δημοσίου δικαίου αλλά του ιδιωτικού δικαίου.
Συνακόλουθα κρίνω ότι το Συμβούλιο κατά την επίδικη συνεδρία του δεν έλαβε οιανδήποτε απόφαση εκτελεστού χαρακτήρα[1] η οποία να δύναται να αποτελέσει το αντικείμενο Προσφυγής με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας με σκοπό να στηρίξει την επιχειρηματολογία του ότι οι καθ΄ ων η αίτηση είχαν υποχρέωση να επαναφέρουν την αιτήτρια στη θέση που κατείχε προηγουμένως στον Οργανισμό, δηλαδή εκείνης της Διευθύντριας Τουρισμού και να την αποκαταστήσουν, παραπέμπει σε νομολογία και υποθέσεις που σχετίζονται με την αποκατάσταση υπαλλήλων στη δημόσια υπηρεσία, όπου στις περιπτώσεις εκείνες υπάρχει διαφορετική ρύθμιση.
Συγκεκριμένα στο άρθρο άρθρο 45 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου ( Ν. 1/90) προβλέπεται ότι:
«45.(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η προαγωγή ενός υπαλλήλου σε μία θέση ακυρώνεται ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, η Επιτροπή μπορεί, αν κατά την επανεξέταση δεν αποφασίσει την εκ νέου προαγωγή του στη θέση αυτή και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στο εδάφιο (2), να αποφασίσει την προαγωγή ή την υπεράριθμη προαγωγή του, ανάλογα με το αν υπάρχει ή όχι κενή θέση, σε θέση στην οποία κατά πάσα λογική πιθανότητα θα προαγόταν, αν δε γινόταν η προαγωγή του που ακυρώθηκε.»
Θεωρώ ότι οι υποθέσεις εκείνες τις οποίες ο ευπαίδευτος συνήγορος επικαλέστηκε προς στήριξη της επιχειρηματολογίας του, διαφέρουν από την εξεταζόμενη, καθώς κάτι ανάλογο του άρθρου 45 του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου ( Ν. 1/90) πουθενά δεν προβλέπεται στους περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1970 (όπως τροποποιήθηκαν)).
Ενόψει των ανωτέρω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.
[1] (Εκτελεστή είναι η πράξη της ενεργού διοίκησης που παράγει αυτή καθ' εαυτή έννομο αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό. Δέστε: Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 A.A.Δ. 198).