ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1769 /2009)
29 Φεβρουαρίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
ΣΠΥΡΟΣ ΙΩΑΚΕΙΜ
Αιτητής,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Φ.Κωμοδρόμος, δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης για προαγωγή του Φώτη Ερωτοκρίτου (ενδιαφερόμενο μέρος) στο βαθμό του Υπαστυνόμου (Πυροσβεστική Υπηρεσία).
Η εν λόγω απόφαση είναι το αποτέλεσμα επανεξέτασης, μετά από ακυρωτική απόφαση, η οποία εκδόθηκε στην υπόθεση υπ΄αριθμ. 61/2008 Ιωακείμ ν. Αστυνομίας, ημερ. 13 Απριλίου 2009. Ο λόγος ακύρωσης της εν λόγω απόφασης των καθ΄ων η αίτηση, ήταν η απουσία αιτιολογημένης έκθεσης και απόφασης από την Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων.
Με γνώμονα το πιο πάνω ακυρωτικό αποτέλεσμα, συστάθηκε τριμελής Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων η οποία, στις 28 Αυγούστου 2009, είχε προβεί σε επανεξέταση της ενστάσεως που υπέβαλε ο αιτητής εναντίον της βαθμολογίας που του δόθηκε από την πενταμελή Επιτροπή Αξιολόγησης και τελικώς παραχωρήθηκαν στον αιτητή περαιτέρω μονάδες. Η εν λόγω Επιτροπή προώθησε, στο Συμβούλιο Κρίσεων, σχετική έκθεση με τετραπλάσιο αριθμό υποψηφίων, κατά σειρά επιτυχίας, όπως επίσης τα έντυπα αξιολόγησης κάθε υποψήφιου από την Επιτροπή Αξιολόγησης και την Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων. Η Επιτροπή ανέφερε τα εξής ως προς το θέμα της ενστάσεως του αιτητή:
«Η επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων, αφού μελέτησε τον Προσωπικό φάκελο, το Ατομικό Δελτίο και τα στοιχεία που περιείχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, τα κριτήρια που χρησιμοποίησε η τότε Πενταμελής Επιτροπή Αξιολόγησης όταν προέβαινε στην αξιολόγηση του και το έντυπο αξιολόγησης του, διαπίστωσε προφανές αντικειμενικό σφάλμα σε σχέση με την βαθμολογία στην Παράγραφο ΙΙ.Γ από την τότε Πενταμελή Επιτροπή Αξιολόγησης και τον πίστωσε πρόσθετα με 0.50 της μονάδας, όπως ακριβώς προβλέπει ο Καν. 7(2)(β)(ι) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών και ως εκ τούτου βαθμολογείται στην Παράγραφο αυτή με την ανωτάτη βαθμολογία των τριών μονάδων. Η αιτιολόγηση της απόφασης βασίζεται στο γεγονός ότι τα στοιχεία που περιέχονται στον Προσωπικό του Φάκελο και στο Ατομικό του Δελτίο αντικατοπτρίζουν την έκταση και επίπεδο των ιδιαίτερων επιδεξιοτήτων και ικανοτήτων του, καθώς και το ζήλο στην εκτέλεση των συνήθη αστυνομικών του καθηκόντων.
Όσον αφορά την αξιολόγηση στην Παράγραφο ΙΙ.Α. η τότε επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων, είχε πιστώσει τον αιτητή με 0.50 της μονάδας και ως εκ τούτου βαθμολογήθηκε με την ανωτάτη βαθμολογία των 3 μονάδων.»
Στις 4 Νοεμβρίου 2009 συνήλθε το Συμβούλιο Κρίσεως με νέα σύνθεση. Ετοίμασε σχετική έκθεση, κατάρτισε νέο πίνακα υποψηφίων για προαγωγή, κατά σειρά βαθμολογίας και τα υπέβαλε στον Αρχηγό Αστυνομίας. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την έκθεση.
«9 Το Συμβούλιο Κρίσης, αφού έλαβε υπόψη το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο και τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 16.7.2009 (Βλέπε ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2), μελέτησε όλα τα στοιχεία που αφορούν τον κάθε υποψήφιο, συνυπολόγισε τη βαθμολογία της Επιτροπής Αξιολόγησης, όπως είχε διαμορφωθεί μετά την επανεξέταση των ενστάσεων, καθώς και τη βαθμολογία της προσωπικής συνέντευξης και έχοντας υπόψη τις εξουσίες και αρμοδιότητες του όπως αυτές απορρέουν από την παράγραφο (5) του Κανονισμού 9 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 2004, κατάρτισε νέο Πίνακα με τα στοιχεία όλων των υποψήφιων κατά αλφαβητική σειρά.
10. Το Συμβούλιο Κρίσεως λαμβάνοντας υπόψη το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της επίδικης απόφασης που ακυρώθηκε με την πιο πάνω Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καθώς και το περιεχόμενο της Απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κρίνει ότι ο τρόπος, η διαδικασία και τα αποτελέσματα της προσωπικής συνέντευξης που διενεργήθηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο από το τότε Συμβούλιο Κρίσεως , παρέμειναν άθικτα, αμετάβλητα και ανεπηρέαστα από την ακυρωτική απόφαση. Επομένως δεν τίθεται θέμα διεξαγωγής νέας προσωπικής συνέντευξης.»
Ο Αρχηγός Αστυνομίας υιοθετώντας την αξιολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, αφού είχε εξασφαλίσει υψηλότερη βαθμολογία, υπερείχε έναντι των άλλων υποψηφίων. Σε σχετική επιστολή του ημερομηνίας 18 Νοεμβρίου 2009, ζήτησε την έγκριση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως για την αναδρομική προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση. Η έγκριση δόθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2009 και δημοσιεύθηκε η προαγωγή στις Εβδομαδιαίες Προαγωγές ημερ. 7 Δεκεμβρίου 2009.
Όπως έχω προγενέστερα σημειώσει ο αιτητής προσβάλλει την εν λόγω απόφαση για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους και με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως αμφισβητεί την ορθότητα της ενέργειας του Συμβουλίου Κρίσεως να λάβει υπόψη τις προφορικές συνεντεύξεις που διενεργήθηκαν από το προηγούμενο Συμβούλιο Κρίσεως. ΄Ηταν η εισήγηση του αιτητή ότι με την αλλαγή της συνθέσεως του Συμβουλίου Κρίσεως δεν ήταν εφικτό να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων που έγιναν από το προηγούμενο Συμβούλιο και έπρεπε να διεξαχθούν νέες. Το ακυρωτικό αποτέλεσμα της προηγούμενης προσφυγής κατέληξε επί του προκειμένου, με το οποίο κρίθηκε ότι έπασχε η απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων είχε ως συνακόλουθο να συμπαρασυρθεί και η απόφαση του τότε Συμβουλίου Κρίσεως.
Από την άλλη πλευρά οι καθ΄ων η αίτηση εισηγήθηκαν ότι από τη στιγμή που το αποτέλεσμα του Συμβουλίου Κρίσεως δεν αμφισβητήθηκε, παρέμεινε σε ισχύ και ήταν ορθή η ενέργεια του νέου Συμβουλίου Κρίσεως να το λάβει υπόψη.
Με γνώμονα τον Καν.9(4) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 2004 ΚΔΠ214/2004, το Συμβούλιο Κρίσεως πρέπει να καλεί σε προσωπική συνέντευξη όλους τους υποψήφιους.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Συμβούλιο Κρίσεως, με τη νέα του σύνθεση, θεώρησε ότι τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων που είχαν διεξαχθεί από το προηγούμενο Συμβούλιο, παρέμειναν, άθικτα και ως εκ τούτου δεν προέβη σε οποιεσδήποτε νέες συνεντεύξεις.
Όπως σημείωσα πιο πάνω, η διεξαγωγή, με βάση τον Καν.9(4) προφορικής συνέντευξης, είναι επιτακτική, τα δε αποτελέσματα της επιβάλλεται όπως ληφθούν υπόψη, πάντοτε βέβαια, μέσα στο πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Ως προς τη σημασία των προφορικών συνεντεύξεων εκτενής αναφορά γίνεται στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1037.
Ως προς τον ουσιώδη χρόνο και την αναγκαιότητα διεξαγωγής νέων συνεντεύξεων υπάρχει νομολογία και αναφέρομαι στις Υποθ. 920/2007 και άλλες Παναγιώτου ν. της Δημοκρατίας, ημερ. 5 Οκτωβρίου 2010 και 523/2006 Κυριάκου ν. της Δημοκρατίας, ημερ. 19 Φεβρουαρίου 2008, στις οποίες αποφασίστηκε ότι η διενέργεια νέων συνεντεύξεων επηρεάζει την αρχή ότι η επανεξέταση γίνεται με βάση τα ισχύοντα στον ουσιώδη χρόνο. Οι εν λόγω αποφάσεις είναι πρωτόδικες και δεν αισθάνομαι ότι δεσμεύομαι από αυτές.
Στην υπόθεση Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163, τονίστηκε ότι οι εντυπώσεις αποτελούν την υποκειμενική εκτίμηση των προσώπων που συνθέτουν το συλλογικό όργανο και δεν αποτελούν αντικειμενικό δεδομένο. Η υποκειμενική κρίση των μελών ενός Συμβουλίου αντανακλάται στο αποτέλεσμα των προφορικών συνεντεύξεων.
Ανάλογο θέμα με την παρούσα υπόθεση απασχόλησε το Δικαστήριο στην Υποθ. αρ.763/2003 Ηλία κ.ά. ν. Δημοκρατίας ημερ. 16 Μαϊου 2005 όπου η Παπαδοπούλου Δ., ανέφερε τα πιο κάτω με τα οποία συμφωνώ.
«Και το ερώτημα είναι εάν, κατά την επανεξέταση, παρείχετο στο Συμβούλιο Κρίσεως με τη νέα σύνθεση η δυνατότητα να λάβει υπόψη τις βαθμολογίες του Συμβουλίου Κρίσεως με την προηγούμενη σύνθεση, σε σχέση με τις προσωπικές συνεντεύξεις. Η απάντηση, πιστεύω, πρέπει να είναι αρνητική. Το Συμβούλιο Κρίσεως με τη νέα σύνθεση, για την υποβολή του καταλόγου των συστηθέντων, έλαβε υπόψη, καθώς προκύπτει από τον κατάλογο που ετοίμασε, τη βαθμολογία του προηγούμενου Συμβουλίου Κρίσεως. Η βαθμολογία των προσωπικών συνεντεύξεων του προηγούμενου Συμβουλίου τέθηκε, επίσης, ενώπιον του Αρχηγού Αστυνομίας, ο οποίος και την συνεκτίμησε. Αποτέλεσμα, οι συστηθέντες και, στη συνέχεια, οι προαχθέντες να έχουν επιλεγεί στη βάση ενεργειών και πράξεων του Συμβουλίου Κρίσεως, το οποίο στηρίχθηκε, για τον καταρτισμό του καταλόγου των συστηθέντων, όχι μόνο στη δική του υποκειμενική κρίση αλλά και στην υποκειμενική κρίση του προηγούμενου Συμβουλίου. Η σύσταση, κατ' αλφαβητική σειρά, καθώς προκύπτει από το Παράρτημα Ε της ένστασης, έγινε με βάση τις μονάδες τόσο των προσωπικών συνεντεύξεων (προηγούμενο Συμβούλιο Κρίσεως) όσο και του επεξηγηματικού εντύπου (νέο Συμβούλιο Κρίσεως). Ο κατάλογος είχε ουσιαστική σημασία για την προσβαλλόμενη απόφαση, η εγκυρότητα της οποίας πλήττεται και γι' αυτό το λόγο.»
Επανερχόμενος στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, θεωρώ ότι το Συμβούλιο Κρίσεως δεν ήταν σε θέση και δεν έπρεπε να λάβει υπόψη του, ως μέρος των δεδομένων της υπόθεσης, τις εντυπώσεις για τους υποψήφιους τις οποίες είχε αποκομίσει, σε συνάρτηση με την απόδοση τους, το προηγούμενο Συμβούλιο. Είμαι της άποψης ότι με δεδομένο τη νέα αλλαγή συνθέσεως θα έπρεπε να είχαν, επί του προκειμένου, διεξαχθεί νέες προσωπικές συνεντεύξεις, όπως απαιτεί ο Καν.9(4).
Λαμβανομένης υπόψη της θετικής κατάληξης ως προς το συγκεκριμένο λόγο ακυρώσεως δεν θεωρώ αναγκαίο να προχωρήσω με τους υπόλοιπους λόγους.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.