ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 147/2011)
21 Φεβρουαρίου 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
----------------------------------
Μ. Παπαντωνίου (κα), για τον Αιτητή.
Ι. Παπαζαχαρία, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Στην υπόθεση Αντώνης Αντωνίου ν. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Πάφου αρ. 1529/09, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε με το σκεπτικό του ημερ. 22.10.2010, ότι η απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 26.8.2009 με την οποία η προσφορά του ίδιου με την παρούσα προσφυγή αιτητή για την εκμετάλλευση των σχολικών κυλικείων της Πάφου δεν έγινε δεκτή, ήταν άκυρη λόγω κακής σύνθεσης του συλλογικού οργάνου των καθ΄ ων κατά τη λήψη της απόφασης και λόγω, εν πάση περιπτώσει, αναιτιολόγητης κρίσης. Συνακόλουθα, η κατακύρωση της προσφοράς σε άλλο πρόσωπο και συγκεκριμένα στην Ανδρούλλα Ποουτίδου, ακυρώθηκε.
Οι καθ΄ ων (εφεξής «η Εφορεία»), συμμορφούμενοι με το ακυρωτικό αποτέλεσμα επανεξέτασαν την αίτηση του αιτητή για την κατακύρωση σ΄ αυτό της εκμετάλλευσης των κυλικείων και αποφάσισαν σε ειδική συνεδρία ημερ. 10.12.2010, όπως απορρίψουν την προσφορά για το λόγο ότι ο αιτητής κατέχει και διαχειρίζεται άλλο κυλικείο στο Δημοτικό Σχολείο Πολεμίου με τη σύζυγο του, όπως ο ίδιος ανέφερε στα έγγραφα της προσφοράς του. Η βάση της απόφασης έγκειτο σε παλαιά απόφαση της Σχολικής Εφορείας Πάφου να μην κατακυρώνονται προσφορές σε προσφοροδότες που κατέχουν άλλο κυλικείο σε σχολείο της Πάφου ούτως ώστε να βοηθούνται περισσότερες οικογένειες. Εναντίον της απόφασης αυτής εγείρεται η παρούσα προσφυγή.
Τίθεται και πάλι ζήτημα σύνθεσης της Εφορείας και κατά συνέπεια παράβαση του δεδικασμένου, εφόσον κατά τη λήψη της απόφασης στις 24.11.2010 παρίστατο ο προϊστάμενος του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας για τήρηση των πρακτικών, ενώ ο εκ των μελών Παναγιώτης Χαραλάμπους που ήταν παρών στη συνεδρία όταν έγινε και προσωπική συνέντευξη, ήταν απών κατά την επίδικη συνεδρία. Παράλληλα, ο ταμίας Κυριάκος Χατζηκυριάκου δεν φαίνεται να ενημερώθηκε για το περιεχόμενο της συνεδρίας κατά την οποία είχαν γίνει προσωπικές συνεντεύξεις. Περαιτέρω, η απόφαση που λήφθηκε είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα διότι ο αιτητής κατά τον ουσιώδη χρόνο ουδέποτε κατείχε ο ίδιος κυλικείο, αλλά απλά βοηθούσε τη σύζυγο του στα κυλικεία τα οποία η ίδια είχε αναλάβει. Επομένως, ο ίδιος ουδέποτε κατείχε ή διαχειριζόταν άλλο κυλικείο με τη σύζυγο του, ούτε δήλωσε ποτέ κάτι τέτοιο στην προσφορά του.
Η απόφαση, σύμφωνα με τον αιτητή, πάσχει και διότι η Εφορεία υιοθέτησε κριτήρια προηγούμενης απόφασης της, χωρίς αυτά να είχαν καταστεί όροι του διαγωνισμού και χωρίς η Εφορεία να είχε δώσει οποιαδήποτε ειδική αιτιολογία γιατί να απορρίψει την προσφορά του αιτητή που ήταν ψηλότερη και καλύτερη από αυτή του ενδιαφερομένου μέρους. Τέλος, η απόφαση της Εφορείας λήφθηκε απαράδεκτα με μυστική ψηφοφορία ή κατά τρόπο ελλιπή σε σημείο που δεν είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Δεν αναφέρεται στα πρακτικά η απόδοση των υποψηφίων κατά την προσωπική συνέντευξη, ούτε τα άτομα που ψήφισαν υπέρ και εναντίον ή κατά πόσο η απόφαση ήταν ή όχι ομόφωνη.
Η Εφορεία αναφορικά με το ζήτημα της σύνθεσης παραπέμπει στον περί Σύστασης και Λειτουργίας Σχολικών Εφορειών Νόμο αρ. 108(Ι)/97, ο οποίος διέπει τις συνεδρίες της. Η παρουσία του προϊσταμένου της Σχολικής Εφορείας είχε σαφή ρόλο, αυτό της τήρησης των πρακτικών και δεν υπάρχει ίχνος υποψίας για επηρεασμό ή ανάμειξη στη λήψη της απόφασης. Όσον αφορά την απουσία μελών της Εφορείας από τη συγκεκριμένη συνεδρία, αυτή η απουσία δεν εξυπακούει από μόνη της αντικανονικότητα και δεν τεκμηριώνονται οι προς το αντίθετο ισχυρισμοί.
Ως προς την ουσία, η εισήγηση είναι ότι με βάση τα έγγραφα προσφοράς, η Εφορεία δεν δεσμευόταν να αποδεχθεί την πιο ψηλή ή οιανδήποτε προσφορά, ο δε αιτητής όφειλε να συμμορφώνετο με τις πρόνοιες του Νόμου αρ. 60(Ι)/2000 και μόνο μια προσφορά για εκμετάλλευση ενός κυλικείου θα κατακυρωνόταν κατά προσφοροδότη. Ο αιτητής όμως δήλωσε στην προσφορά του ημερ. 31.8.2009, ότι ο ίδιος με τη σύζυγο του διαχειριζόταν τα κυλικεία σχολείων του Πολεμίου, το συμβόλαιο για το Δημοτικό Σχολείο Πολεμίου βρισκόμενο σε ισχύ κατά την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς. Επομένως, η Εφορεία νόμιμα αποφάσισε την μη κατακύρωση της προσφοράς στον αιτητή ενεργώντας με καλή πίστη και ισότιμα εφόσον απέκλεισε για τον ίδιο λόγο και τον πρώτο καλύτερο προσφοροδότη για το Ε΄ Δημοτικό, Δημήτρη Αθανασίου, του οποίου η σύζυγος εκμεταλλευόταν το κυλικείο του Γυμνασίου Απ. Παύλου.
Μετά την επιφύλαξη της απόφασης και κατά τη διάρκεια της μελέτης της υπόθεσης, διαπιστώθηκε πρόβλημα σε ό,τι αφορούσε την ενημέρωση του ενδιαφερομένου μέρους για την ύπαρξη της προσφυγής προς την οποία δεν εντοπιζόταν επίδοση της στο φάκελο. Επανανοίχθηκε λοιπόν η υπόθεση σε σχέση με το θέμα. Η συνήγορος του αιτητή ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι επίδοση είχε γίνει εξ αρχής και συγκεκριμένα από τις 14.2.2011 αλλά εκ λάθους δεν είχε καταχωρηθεί στο φάκελο. Κρίθηκε ορθότερο από το Δικαστήριο να επιδοθεί εκ νέου η αίτηση ακύρωσης ενόψει του ότι αφενός το ενδιαφερόμενο μέρος φέρεται, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση επίδοσης, να μην είχε αποδεχθεί την επίδοση, αρνούμενο να υπογράψει και αφετέρου η όλη διαδικασία εξελίχθηκε στην απουσία του.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο ζήτησε διευκρινίσεις αναφορικά με το δικαίωμα του εκάστοτε προϊσταμένου του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας να παρακάθεται στις συνεδρίες της Εφορείας και να τηρεί πρακτικά. Δηλώθηκε από τον συνήγορο της Εφορείας ότι ο εκάστοτε προϊστάμενος δεν είναι μέλος της Επιτροπής της Σχολικής Εφορείας και ότι αυτός είναι κυβερνητικός υπάλληλος που «.. πρέπει να έχει με εσωτερικό κανονισμό και το σχέδιο υπηρεσίας να προβλέπει ότι στα καθήκοντα του είναι η τήρηση πρακτικών». Με δεδομένη την παρατήρηση του Δικαστηρίου ότι δεν είχαν επισυναφθεί στην ένσταση ή την αγόρευση που ακολούθησε οποιοιδήποτε κανονισμοί ή σχετική εξουσιοδότηση της Εφορείας που να επιτρέπει στον Προϊστάμενο του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας να λαμβάνει πρακτικά, ζητήθηκε χρόνος προς διερεύνηση του όλου ζητήματος. Αυτό έλαβε χώραν στις 24.1.2012.
Κατά την επόμενη εμφάνιση στις 7.2.2012, καταχωρήθηκε η νέα επίδοση που έγινε προς το ενδιαφερόμενο μέρος στις 2.2.2012. Σύμφωνα με τον επιδότη, η αίτηση ακύρωσης παρελήφθη από το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο όμως αρνήθηκε να υπογράψει. Κατά συνέπεια φωνάχθηκε, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση, ούτε οιοσδήποτε συνήγορος ή άλλο άτομο εμφανίσθηκε εκ μέρους του. Όσον αφορά το έτερο θέμα που τέθηκε στις 24.1.2012, ο συνήγορος που εμφανίσθηκε εκ μέρους του κ. Παπαζαχαρία, παρέπεμψε απλώς στο άρθρο 21 του Νόμου αρ. 158(Ι)/99, αναφορικά με τη δυνατότητα να παρίσταται άτομο προς τήρηση των πρακτικών. Δεν παρουσιάστηκε οποιοσδήποοε εσωτερικός κανονισμός ή κάτι άλλο που να αφορούσε την τήρηση των πρακτικών από άτομο που δεν είναι μέλος της Εφορείας.
Παρόλο που το ζήτημα της πάσχουσας σύνθεσης δεν αναδείχθηκε στην αγόρευση του αιτητή ως καίριο θέμα, αλλά ενσωματώθηκε σε μια παράγραφο κάτω από την «παράβαση δεδικασμένου», προέχει βεβαίως η εξέταση του εφόσον η σύνθεση διοικητικού οργάνου ανατρέχει στη ρίζα της νομιμότητας, ως ζήτημα δημοσίας τάξης, της ληφθείσας απόφασης, (δέστε Γεώργιος Αλετράρης ν. Δήμου Λευκωσίας, υπόθ. αρ. 719/10, ημερ. 31.1.2012). Διαπίστωση προβλήματος σε σχέση με τη σύνθεση πλήττει καίρια την απόφαση την οποία και καθιστά άκυρη, του θέματος δυνάμενου να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, (δέστε Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 134 και Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 3 Α.Α.Δ. 130).
Σύμφωνα με την απόφαση αρ. 1529/09, που προαναφέρθηκε στην αρχή του παρόντος σκεπτικού, υπήρξε κακή σύνθεση της Εφορείας κατά τη συνεδρία της ημερ. 28.6.2009, λόγω της μη αναφοράς στα πρακτικά ότι είχαν αποχωρήσει από την εν λόγω συνεδρία, ή και την προηγηθείσα στις 15.7.2009, είτε ο Κώστας Κυριάκου, είτε ο Θεόδωρος Παπαθεοδώρου, αντίστοιχα. Αμφότεροι ήταν προϊστάμενοι του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας Πάφου, η δε παρουσία τους είχε μοναδικό σκοπό τη λήψη των πρακτικών. Το εκεί Δικαστήριο έκρινε στη βάση νομολογίας ότι ακόμα και απλή παρουσία μη μέλους του συλλογικού διοικητικού οργάνου κατά τη λήψη απόφασης, καθιστά τρωτή τη νομιμότητα της σύνθεσης. Κατά τη διαδικασία λήψης της επίδικης απόφασης παρουσιάζεται το ίδιο πρόβλημα. Τέθηκε στη συνεδρία της Εφορείας ημερ. 10.11.2010 (Παράρτημα Β στην ένσταση), το ζήτημα της ακυρωτικής απόφασης και οι λόγοι αυτής και η Εφορεία αποφάσισε να επαναξιολογήσει τις προσφορές σε ειδική συνεδρία, ώστε να επέλθει συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση. Εκ παραδρομής προφανώς γίνεται σε δύο σημεία των εν λόγω πρακτικών σε «Ανώτατο Δικαστήριο Πάφου», δεν φαίνεται δε να τέθηκε με σαφήνεια και ο λόγος ακυρότητας που αφορούσε στην μη αποχώρηση των δύο προαναφερομένων προσώπων.
Στην τελική συνεδρία ημερ. 24.11.2010, τα πρακτικά της οποίας δεν επισυνάφθηκαν είτε στην ένσταση, είτε στη γραπτή αγόρευση της Εφορείας, (εμπεριέχονται όμως στο διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε κατά τις διευκρινίσεις ως Τεκμ. «Α»), και πάλι παρουσιάζεται να τηρεί πρακτικά ο Κώστας Κυριάκου, Προϊστάμενος του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας. Από αυτή την άποψη και εφόσον δεν φαίνεται να είχε αποχωρήσει από τη συνεδρία διαπιστώνεται και πάλι πρόβλημα και παραβίαση του δεδικασμένου της απόφασης στην υπ΄ αρ. 1529/09 προσφυγή. Το ζητούμενο βεβαίως είναι αν ο Κ. Κυριάκου δικαιωματικά παρευρίσκετο στη συνεδρία για τήρηση των πρακτικών, αν είχε δε αυτό το δικαίωμα, τότε σαφώς και δεν επιβαλλόταν η αποχώρηση του πριν τη λήψη της οποιασδήποτε απόφασης. Γι΄ αυτό και αναζητήθηκαν οι απόψεις της Εφορείας κατά το επανάνοιγμα της υπόθεσης, ως προς τις συνθήκες παρουσίας του Κ. Κυριάκου στις συνεδρίες, ώστε να νομιμοποιείται η εκ μέρους του τήρηση πρακτικών.
Ο περί Σχολικών Εφορειών Νόμος αρ. 108(Ι)/97, ως τροποποιήθηκε, προνοεί με το άρθρο 4, την εκλογή ή ορισμό της Εφορείας, σε δήμο, κοινότητα ή σύμπλεγμα. Για δήμο, όπως εδώ, η Εφορεία αποτελείται από έντεκα μέλη, με βάση δε το άρθρο 6(α) καταρτίζεται σε σώμα με την εκλογή προέδρου, αντιπροέδρου, γραμματέα και ταμία, των υπολοίπων ασκούντων
τα καθήκοντα τους ως μέλη. Με το άρθρο 9, υπάρχει απαρτία στις συνεδρίες της Εφορείας εφόσον παρίσταται πέραν του ημίσεως του αριθμού των μελών της, προεδρεύει δε ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος, εάν ο πρώτος απουσιάζει, και οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών. Πουθενά όμως στον εν λόγω Νόμο δεν υπάρχει πρόνοια για το άτομο που τηρεί τα πρακτικά στις συνεδρίες. Η τήρηση των πρακτικών αναλαμβάνεται κατά κανόνα και στη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων από εκείνο το μέλος, που ως μέλος της Εφορείας, εκλέγεται ως Γραμματέας, (δέστε Επαμεινώνδα Σπηλιωτοπούλου: «Το Ελληνικό Δημόσιο Δίκαιο: οι βασικοί κανόνες» (2005), σελ. 169, αλλά, κατά κανόνα, ο γραμματέας κατά τα λαμβανόμενα στο Ελληνικό δημόσιο δίκαιο, δεν είναι μέλος του συλλογικού οργάνου.).
Ο Κ. Κυριάκου, ως ορθά δηλώθηκε και κατά το επανάνοιγμα, δεν είναι μέλος της Εφορείας και επομένως για να δικαιούτο να παρίστατο στις συνεδρίες και να τηρεί πρακτικά θα έπρεπε να είχε προς τούτο σχετική εξουσιοδότηση είτε εκ του Νόμου, είτε εκ κανονισμών εκδοθέντων δυνάμει του Νόμου, είτε εκδοθέντων νομίμως και εσωτερικώς από την ίδια την Εφορεία, κατ΄ εξουσιοδότηση του Νόμου. Ο ίδιος ο Νόμος είναι σιωπηλός. Κανονισμοί δεν φαίνεται να εκδόθηκαν, ούτε το Δικαστήριο παρεπέμφθη σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς, ούτε ακόμα και εσωτερικούς, που ο κ. Παπαζαχαρία δήλωσε κατά το επανάνοιγμα ότι υπήρχαν και έδιδαν δικαίωμα στον εκάστοτε προϊστάμενο του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας να τηρεί τα πρακτικά. Λέχθηκε επίσης κατά το επανάνοιγμα ότι ο προϊστάμενος του Γραφείου είναι κυβερνητικός υπάλληλος και είτε με εσωτερικό κανονισμό, είτε με το σχέδιο υπηρεσίας, δύναται να τηρεί πρακτικά ως μέρος των καθηκόντων του. Κατά τις περαιτέρω διευκρινίσεις, όμως, δεν παρουσιάστηκε τέτοιο σχέδιο υπηρεσίας, το οποίο θα ήταν εν πάση περιπτώσει αμφίβολο αν από μόνο του μπορούσε να κάλυπτε το νομοθετικό ή το κανονιστικό κενό.
Το μόνο που προβλήθηκε ως δίδον δικαίωμα παρουσίας και λήψης των πρακτικών ήταν το άρθρο 21(1) του Νόμου αρ. 158(Ι)/99. Προνοείται εκεί ότι το συλλογικό όργανο το οποίο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση, δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο αν παρίσταται πρόσωπο μη εξουσιοδοτημένο από το νόμο, ακόμη και αν δεν έλαβε μέρος στη συνεδρία, «... εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών». Ακριβώς εδώ ελλείπει η διαπίστωση της αρμοδιότητας του προϊσταμένου του Γραφείου Σχολικής Εφορείας προς τήρηση των πρακτικών. Στην απουσία ρητής νομοθετικής εξουσιοδότησης στο Νόμο αρ. 108(Ι)/97, (σ΄ αντίθεση παρατηρείται ότι ο περί Σχολικών Κυλικείων Νόμος αρ. 60(Ι)/2000, προνοεί συγκεκριμένα με το άρθρο 8(1) αυτού, ότι σ΄ όλες τις συνεδριάσεις του Κ.Ε.Ε.Σ.Κ. τηρούνται πρακτικά από τον γραμματέα), αναμενόταν από την Εφορεία εξήγηση ως προς το ότι ο προϊστάμενος είναι «αρμόδιος» για την τήρηση των πρακτικών, εφόσον τέθηκε το ζήτημα από τον αιτητή για δεύτερη μάλιστα φορά. Ούτε καν εξηγήθηκε, ούτε παρουσιάζεται οτιδήποτε από το διοικητικό φάκελο, ποια η επακριβής νομική σχέση, αν υπάρχει, μεταξύ της Εφορείας και του Γραφείου της Σχολικής Εφορείας.
Υπό το φως των ανωτέρω, πιστοποιείται αναρμοδιότητα του Κ. Κυριάκου να παρίστατο στη συνεδρία και να λαμβάνει πρακτικά, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στη λήψη της απόφασης. Αυτό, διότι όπως εξηγείται και στο σύγγραμμα του Δημητρίου Κόρσου: «Διοικητικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος», 3η έκδ. σελ. 401, «η παρουσία των ξένων προς τη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου προσώπων .. μόνη θα μπορούσε να επηρεάσει τη γνώμη των μελών.».
Έχει τεθεί επίσης ζήτημα και ως προς τους Παναγιώτη Χαραλάμπους, μέλους και του Κυριάκου Χατζηκυριάκου, ταμία. Ως προς τον πρώτο, ότι ήταν παρών κατά τη συνεδρία στην οποία έγιναν προσωπικές συνεντεύξεις των προσφοροδοτών, αλλά απών κατά την επίδικη συνεδρία και ως προς τον δεύτερο ότι δεν φαίνεται, ενώ ήταν παρών, να είχε ενημερωθεί κατά την επίδικη συνεδρία ως προς το περιεχόμενο της συνεδρίας όταν έλαβαν χώραν οι προσωπικές συνεντεύξεις. Η Εφορεία απλώς απαντά στη δική της αγόρευση ότι η απουσία μελών της δεν εξυπακούει και ανικανότητα, ούτε σημαίνει ότι δεν υπήρξε κανονική κλήση αυτών.
Πράγματι κατά την επανεξέταση στις 24.11.2010 καταγράφηκε η απουσία του Π. Χαραλάμπους, ενώ ήταν παρών κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις που έγιναν στη συνεδρία ημερ. 15.7.2009, όταν λήφθηκαν συνεντεύξεις, μεταξύ άλλων, και από τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος. Εφόσον η επανεξέταση ανατρέχει στο χρόνο της αρχικής πράξης, η Εφορεία όφειλε κατά το άρθρο 58 του Νόμου αρ. 158(Ι)/99, να λάβει υπόψη της το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της τότε απόφασης. Αναμφίβολα αποτελούσε πραγματικό γεγονός ότι έγιναν προφορικές συνεντεύξεις, οι οποίες αποτελούσαν μέρος της όλης διαδικασίας που οδήγησε στην τότε ακυρωθείσα πράξη. Κατά τη νομολογία, η νοητική διεργασία των μελλών συλλογικού οργάνου κατά την προφορική ενώπιον του συνέντευξη δεν μπορεί να υποκατασταθεί κατά την επανεξέταση εφόσον αφορούν στην υποκειμενική κρίση των μελών του οργάνου. (Δημοκρατία ν. Αντωνίου (αρ. 1) (2002) 3 Α.Α.Δ. 103, Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2001) 3 Α.Α.Δ. 1037 και οι υποθέσεις που εκεί αναφέρονται). Αφήνοντας κατά μέρος το γεγονός ότι κατά την επενεξέταση ουδέν ανεφέρθη ως προς το ζήτημα των αρχικών συνεντεύξεων, προκύπτει πρόβλημα σύνθεσης εφόσον κατά το άρθρο 21(4) του Νόμου αρ. 158(Ι)/99, αν μεταξύ του χρόνου που εκδόθηκε η ακυρωθείσα πράξη και του χρόνου της επανεξέτασης δεν επήλθε οποιαδήποτε αλλαγή στη σύνθεση του οργάνου, τότε «καλούνται τα μέλη που μετείχαν στη συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η πράξη που ακυρώθηκε.». Και εδώ πέραν της καταγραφής ότι ο Π. Χαραλάμπους ήταν απών για προσωπικούς λόγους, δεν παρουσιάστηκε οποιοδήποτε στοιχείο ότι είχε όντως νομότυπα κληθεί να παραστεί κατά την επανεξέταση.
Όσον αφορά τον ταμία Γ. Χατζηκυριάκου, δεν παρουσιάζεται στο πρακτικό ημερ. 24.11.2010 οποιαδήποτε καταγραφή ενημέρωσης του, εφόσον απουσίαζε από τη συνεδρία όταν έγιναν οι προφορικές συνεντεύξεις, κατά παράβαση του άρθρου 22 του Νόμου αρ. 158(Ι)/99. Αλλά και εν πάση περιπτώσει, κακώς συμμετείχε στη συνεδρία εφόσον, όπως ήδη λέχθηκε, οι προφορικές συνεντεύξεις αφήνουν νοητικό αποτύπωμα στα μέλη του συλλογικού οργάνου που δεν μπορούν να επεξηγηθούν ή μεταφερθούν σε νέα συνεδρία στην οποία συμμετέχει μέλος που απουσίαζε κατά την προηγηθείσα.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, παρέλκει η συζήτηση επί των υπολοίπων θεμάτων που ηγέρθηκαν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ