ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 9/1965 - Ο περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμος του 1965
Ν. 95(I)/2006 - Ο περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμος του 2006
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 1419/2010]
10 Φεβρουαρίου 2012
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΕΛΕΝΙΤΣΑ
Αιτήτρια
ν.
ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
H Αιτήτρια παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Μαρία Λοΐζου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, με αίτησή της ημερομηνίας 20.5.10, ζήτησε δημόσιο βοήθημα ως ασθενής, ανίκανη για εργασία. Στην επιστολή ημερομηνίας 29.9.10 που περιλαμβάνει την προσβαλλόμενη απόφαση, καταγράφονται, τυποποιημένοι, εννέα πιθανοί λόγοι απόρριψης τέτοιου αιτήματος. Η αίτηση της αιτήτριας απορρίφθηκε όχι για κάποιο από αυτούς τους λόγους. Δεν τίθεται εν προκειμένω, θέμα ανυπαρξίας κάποιας από τις προϋποθέσεις ουσίας όπως αυτές αντανακλώνται στους αναφερόμενους πιθανούς λόγους απόρριψης. Στην ένδειξη στο έντυπο «άλλοι λόγοι» καταγράφεται η αιτιολογία της απόρριψης:
«(Δ)εν αποδέχεστε την ερμηνεία του άρθρου 27(1) όπως αυτό καθορίζεται από την ισχύουσα Νομοθεσία και Κανονισμούς».
Το πρόβλημα προέκυπτε από το γεγονός ότι η αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια κάποιας ακίνητης περιουσίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3(15) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν. 95(Ι)/2006) σε συνδυασμό προς το εδάφιο 14 αλλά και για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 27(1), εφόσον η αξιοποίηση τέτοιας περιουσίας κρίνεται ως μη εφικτή, ο Διευθυντής Κοινωνικών Υπηρεσιών μπορεί, πριν από την απόφαση του για παροχή δημόσιου βοηθήματος, να «επιβάλει απαγόρευση επί ολόκληρης ή μέρους» τέτοιας ακίνητης περιουσίας, με τη διευκρίνιση του εδαφίου (16) πως ο όρος «απαγόρευση» έχει την έννοια που του αποδίδεται από το άρθρο 12(5)(β) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων του 1965 (Ν. 9/1965) όπως τροποποιήθηκε. Δεν τέθηκε εδώ τέτοιο θέμα. Ο Διευθυντής ζήτησε από την αιτήτρια να υπογράψει δήλωση ως ακολούθως:
«Εγώ η υποφαινόμενη Ελενίτσα Θεοδώρου με ΑΔΤ: 594860, κάτοικος Δερύνειας σας πληροφορώ πως έχω ενημερωθεί για το άρθρο 27(1) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο 95(Ι)2006. Πιο συγκεκριμένα πως οποιοδήποτε ποσό δημοσίου βοηθήματος μου καταβληθεί για οποιαδήποτε περίοδο μπορεί να ανακτηθεί από την περιουσία μου, αφού δεν έχω εξαρτώμενα μου πρόσωπα που βρίσκονται στη ζωή.»
Η αιτήτρια σημείωσε χειρογράφως στο σχετικό έντυπο την άρνησή της να το υπογράψει και ακολούθησε η προσβαλλόμενη απόφαση.
Το άρθρο 27(1), με τον παράτιτλο «ανάκτηση του ποσού δημόσιου βοηθήματος μετά το θάνατο του λήπτη», προβλέπει ως ακολούθως:
«Οποιοδήποτε ποσό δημόσιου βοηθήματος που καταβλήθηκε σε δικαιούχο για οποιαδήποτε περίοδο, μπορεί να ανακτάται από την περιουσία του, εάν δεν έχει εξαρτώμενά του πρόσωπα που βρίσκονται στη ζωή.»
Ό,τι ουσιαστικά υποστηρίζει η αιτήτρια με τις σύντομες χειρόγραφες παραστάσεις της, ήταν πως δεν ήταν νόμιμο να της ζητηθεί υπογραφή τέτοιας δήλωσης. Οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται πως ενήργησαν «σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας». Εξηγούν δε πως «αν η αιτήτρια αποδεχόταν την παροχή δημόσιου βοηθήματος μετά θάνατο η υπηρεσία θα εφάρμοζε το άρθρο 27(1) του Ν. 95(1)/2006 όπως και στις άλλες περιπτώσεις ληπτών δημόσιου βοηθήματος». Περαιτέρω, εν προκειμένω, δεν δεσμεύεται τώρα η περιουσία της αιτήτριας αφού «αυτό όπως προβλέπει το άρθρο 27(1) συμβαίνει μετά θάνατο εφόσον αυτή δεν αποκτήσει απογόνους». Ακριβώς, όμως, αφού δεν τίθεται τώρα ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 27(1) αναδεικνύεται βάσιμο το παράπονο της αιτήτριας. Δεν προκύπτει από πουθενά ζήτημα υπογραφής οποιασδήποτε δήλωσης όπως η ζητηθείσα. Το άρθρο 27(1) θα λειτουργήσει, νοουμένου μάλιστα ότι αυτό θα ισχύει και κατά το θάνατο της αιτήτριας, υπό τους όρους που εκείνο θέτει και που ανάγονται στο μέλλον, μετά το θάνατο της αιτήτριας. Η λειτουργία του ασφαλώς δεν προϋποθέτει προηγούμενη δήλωση περί αναγνώρισης ενημέρωσης ή συγκατάθεση ή δέσμευση. Στην περίπτωση θανάτου θα εφαρμοστεί, όπως τότε θα ερμηνευθεί, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που εκείνο θέτει. Η απαίτηση για υπογραφή της δήλωσης δεν έχει νομικό έρεισμα και η απόρριψη του αιτήματος λόγω της άρνησης της υπογραφής της δήλωσης ως υποδηλώνουσας λανθασμένη ερμηνεία του άρθρου 27(1), πάσχει από πλάνη περί το Νόμο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η αιτήτρια καταχώρησε και χειρίστηκε την υπόθεσή της αυτοπροσώπως και επιδικάζονται υπέρ της τα πραγματικά της έξοδα.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά