ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 755/2009)

 

30 Δεκεμβρίου, 2011

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  6,  25,  28,  29,  30  ΚΑΙ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΚΥΡΙΑΚΟΣ  ΖΑΝΑΣ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ  ΚΑΙ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΤΑΞΕΩΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.

Γιάννα Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:-

 

«Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση της καθ' ης η Αίτηση, που παρέτεινε την περίοδο φυλάκισης του Αιτητού ήτο παράνομη, άκυρη και αντισυνταγματική ως επίσης και εναντίον του Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Η απόφαση ελήφθη κατά την 1ην Ιουνίου 2009».

 

 

 

Εκ μέρους της Δημοκρατίας, εγείρονται προδικαστικά δύο ζητήματα -ότι:-

 

1.  Προσβάλλεται ανύπαρκτη διοικητική πράξη, αφού, την 1/6/2009, δεν ελήφθη οποιαδήποτε απόφαση· και

 

2.  Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται εκτελεστότητας.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο αιτητής, από 8/2/1998, τελούσε υπό κράτηση, μέχρι 4/6/1998, που καταδικάστηκε από το Κακουργοδικείο Λεμεσού σε εικοσαετή φυλάκιση για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας -  (Ποινική Υπόθεση Αρ. 5298/98).  Στις 3/3/2003 και ενώ αυτός εξέτιε την πιο πάνω ποινή, με την ευκαιρία της εγκατάστασης του  Προέδρου της Δημοκρατίας, έτυχε του ευεργετήματος της αναστολής της ποινής του κατά το ¼, με Προεδρικό Διάταγμα, (το «Διάταγμα») - (΄Αρθρο 53.4 του Συντάγματος).  Σύμφωνα με τους όρους του Διατάγματος, η ποινή του αιτητή αναστελλόταν για περίοδο τριών ετών από την ημέρα της αποφυλάκισής του.  Σε περίπτωση δε που, οποτεδήποτε προ της παρόδου της περιόδου αναστολής, αυτός διέπραττε νέο αδίκημα και καταδικαζόταν γι' αυτό, είτε μετά την λήξη της εν λόγω περιόδου των τριών ετών, σε ποινή φυλάκισης, η ανασταλείσα ποινή θα ενεργοποιείτο αυτόματα, κατά τρόπο ώστε, μετά την έκτιση της οποιασδήποτε τέτοιας νέας ποινής, ο αιτητής να εκτίσει, στη συνέχεια, το υπόλοιπο της ανασταλείσας ποινής.  Με βάση το Διάταγμα, η ποινή του μειώθηκε στα 15 χρόνια και ως ημερομηνία αποφυλάκισής του ορίστηκε η 8/1/2008, νοουμένου ότι θα επιδείκνυε καλή διαγωγή και εργατικότητα.

 

Την 1/6/2007, στο σπίτι του υιού του αιτητή - σημειώνεται ότι, στις 20/4/2007, αυτός εντάχθηκε στο Κέντρο Καθοδήγησης Εξωιδρυματικής Απασχόλησης και Αποκατάστασης Κρατουμένων και άρχισε να λαμβάνει άδειες εξόδου - ανευρέθηκε ποσότητα ναρκωτικών ουσιών και απαγορευμένων χαπιών «ecstasy», με αποτέλεσμα την παραπομπή του αιτητή στο Επαρχιακό Δικαστήριο και, εν συνεχεία, στο Κακουργιοδικείο Λάρνακας, το οποίο του επέβαλε, στις 17/7/2008, την ποινή της πενταετούς φυλάκισης για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα - (Ποινική Υπόθεση Αρ. 18476/2007).   

 

Στο μεταξύ, ο αιτητής, ο οποίος, σύμφωνα με το Διάταγμα, αποφυλακίστηκε στις 8/1/2008, συνέχισε να κρατείται ως υπόδικος, πλέον, από τις 20/12/2007 μέχρι τις 17/7/2008.

 

Η πιο πάνω νέα καταδίκη του αιτητή από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας ενεργοποίησε τους όρους του Διατάγματος και την ανασταλείσα ποινή, η οποία θα έπρεπε να εκτιθεί μετά την έκτιση της νέας ποινής.

 

Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 12(3) του περί Φυλακών Νόμου του 1996, (Ν. 62(Ι)/96), (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»), σε περίπτωση που κρατούμενος καταδικάζεται να εκτίσει ποινή φυλάκισης μετά τη λήξη άλλης ποινής, το σύνολο των δύο ποινών, λογίζεται μία καταδίκη για σκοπούς υπολογισμού της μείωσης της ποινής την οποίαν ο κρατούμενος μπορεί να εξασφαλίσει λόγω εργατικότητας και καλής διαγωγής.  Συνεπώς, η ποινή του αιτητή είναι δεκαετής φυλάκιση από την ημερομηνία της κράτησής του στις 20/12/2007 και ως νέα ημερομηνία πιθανής αποφυλάκισης του ορίστηκε η 4/1/2015. 

 

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι αυτός θα έπρεπε να απολυθεί στις 8/1/2008 και ότι η συνέχιση της κράτησής του για σκοπούς έκτισης της δεύτερης ποινής φυλάκισης από 20/12/2007 συνιστά υπέρβαση εξουσίας και κακή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των καθ' ων η αίτηση, ενώ, επιπρόσθετα, είναι αναιτιολόγητη και αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης.  Εισηγείται, περαιτέρω, ότι υπήρξε παραβίαση των προνοιών του ΄Αρθρου 12(3) του Νόμου, ότι ο ίδιος ουδέποτε είχε ζητήσει ή υπογράψει οτιδήποτε σε σχέση με την προεδρική χάρη, ότι, στην κάρτα που του χορηγήθηκε παράτυπα, αναγραφόταν πενταετής περίοδος φυλάκισης, ότι στερήθηκε της αμοιβής που εδικαιούτο με βάση το Νόμο, ότι, στην περίπτωση άλλου κατάδικου που διέπραξε αδίκημα ενώ εξέτιε ποινή φυλάκισης, υπήρξε διαφορετικός χειρισμός και ότι ο ίδιος, ενώ κρατείτο ως υπόδικος μετά την «εικονική» αποφυλάκισή του στις 8/1/2008, τοποθετήθηκε σε πτέρυγα με ισοβίτες και βαρυποινίτες, κατά παράβαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

Ο συνήγορος, ο οποίος εκπροσωπούσε τον αιτητή, σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας,  με άδεια του Δικαστηρίου, αποσύρθηκε, επειδή, καθώς δηλώθηκε, προέκυψε διαφωνία μεταξύ τους.   Μετά την εν λόγω εξέλιξη, ο αιτητής, ο οποίος ανέλαβε προσωπικά το χειρισμό της υπόθεσής του, καταχώρισε απαντητική αγόρευση, στην οποία προσδιορίζει το αίτημα του ως εξής:-

 

«Να γίνει συγχώνευση των δύο ποινών δηλαδή 25 χρόνια . και να αρχίζουν από 8-2-1998 ...».

 

 

 

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι το αίτημά του στηρίζεται στις διατάξεις του Νόμου, ο οποίος παραβιάστηκε από τους καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι, σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις καταδίκων, που κατονομάζονται, ενήργησαν με διαφορετικό τρόπο.   Παραπονείται, επίσης, ότι κατά το χρονικό διάστημα που κρατείτο ως υπόδικος (8/1/2008) μέχρι την επιβολή της δεύτερης ποινής από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας, παρέμεινε στην πτέρυγα των καταδίκων, στερούμενος τα προνόμια των υποδίκων και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.  Με άλλη συμπληρωματική αγόρευσή του, που έχει καταχωρηθεί στο φάκελο, με ημερομηνία 12/10/2010, ο αιτητής ζητά επίσης, σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής του, να μεταφερθεί στην ανοικτή φυλακή. 

 

Η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει.  ΄Οπως έχει νομολογηθεί, δεν υπόκεινται σε προσφυγή πράξεις των διοικητικών αρχών που αφορούν στην εύρυθμη λειτουργία και απονομή της δικαιοσύνης και συνδέονται με την άσκηση της δικαστικής εξουσίας της πολιτείας.  Έχει, επίσης, νομολογηθεί ότι οι πιο πάνω πράξεις δεν είναι εκτελεστές διοικητικές αποφάσεις και, ως εκ τούτου, παραμένουν εκτός της εμβέλειας του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος - (βλ. Καρατσής v. Δημοκρατίας κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 220 και Ανδρέας Αριστοδήμου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1248/00, 8/4/02, όπως αυτή επικυρώθηκε στην Αριστοδήμου v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 1).

 

Στην παρούσα περίπτωση, η παράταση της φυλάκισης του αιτητή μετά την 8/1/2008 ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της εμπλοκής του σε αξιόποινη πράξη εντός της περιόδου αναστολής της ποινής του, σύμφωνα με το Διάταγμα, και, τελικά, της νέας καταδίκης του από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας, η οποία ενεργοποίησε τον σχετικό όρο του Διατάγματος, με το οποίο έτυχε του ευεργετήματος της αναστολής του ¼ της ποινής που του είχε αρχικά επιβληθεί.  Σε ό,τι αφορά την κράτησή του ως υποδίκου από τις 20/12/2007 μέχρι τις 17/7/2008 με βάση δικαστικό ένταλμα, αυτή συνιστά άσκηση δικαστικής λειτουργίας και δεν είναι δεκτική προσβολής με προσφυγή.

 

Αναφορικά με τις θεραπείες που διατυπώθηκαν αποσπασματικά στις αγορεύσεις του αιτητή, για συγχώνευση των δύο ποινών και καθορισμό της ημερομηνίας έναρξής τους, μεταφορά του σε ανοικτή φυλακή, ακύρωση της καταδίκης του και απελευθέρωσή του, αυτές αποτελούν αιτήματα για τα οποία το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία στα πλαίσια του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος.  ΄Οπως τονίστηκε στην Οικονόμου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 530:- (σελ. 533-534):-

 

«Οι θεραπείες που μπορεί να παρασχεθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 του ΄Αρθρου 146.  Είναι συνυφασμένες με το αντικείμενο της αναθεώρησης, την απόφαση, πράξη ή παράλειψη που τίθεται προς αναθεώρηση.  Περιορίζονται στην επικύρωση ή ακύρωση, μερικώς ή εξ ολοκλήρου, της απόφασης, πράξης ή παράλειψης η οποία προσβάλλεται και την αποκήρυξη συνεχιζόμενης παράλειψης με το διατακτικό να εκτελεστεί παν παραλειφθέν.  Η τελευταία θεραπεία δεν μας αφορά, σχετίζεται αποκλειστικά με παραλείψεις στην εκπλήρωση καθήκοντος το οποίο οριστικοποιεί ο νόμος.  Ο προσδιορισμός της θεραπείας είναι άρρηκτα συνυφασμένος με τον καθορισμό της πράξης, απόφασης ή παράλειψης η οποία προσβάλλεται.

 

Στην προσφυγή του εφεσείοντα δεν καθορίζονται οι αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις που προσβάλλονται ούτε επιζητείται θεραπεία γνωστή στο Σύνταγμα.  Προστακτικό διάταγμα μπορεί να εκδοθεί βάσει της παραγράφου 4(γ) μόνο στην περίπτωση παράλειψης εκπλήρωσης καθήκοντος, το οποίο θετικά επιβάλλει ο Νόμος.  (Βλ. Γεωργιάδης v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 165Δήμος Λάρνακας v. Mobil Oil Ltd. (1995) 3 Α.Α.Δ. 400. Mustafa Humza Uludag v. Republic, 5 R.S.C.C. 131. Police Association and Others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 1. The Cyprus Tannery Ltd v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 405. Ekaterini Colocassidou Costea v. Republic (1983) 3 C.L.R. 115.)»

 

 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. 

 

Λαμβάνοντας  υπόψη ότι ο αιτητής εκτίει ποινή φυλάκισης, δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                      Δ.

/ΜΣ, ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο