ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 834/2008)
13 Οκτωβρίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
2. ΜΙΤΣΗ ΣΤΕΛΛΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ,
3. ΤΣΟΥΝΤΑ ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΙΜΟΥ,
Αιτήτριες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τις Αιτήτριες.
Λαμπρινή Λάμπρου Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Σωτήρης Οικονομίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Αρ. 4 - Χατζηνικόλα Παναγιώτα.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, οι αιτήτριες αμφισβητούν την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 3/1/2008, με την οποία διορίστηκαν, κατόπιν επανεξέτασης, στο Στρατό της Δημοκρατίας ως Αξιωματικοί, με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, αναδρομικά από 1/2/1993, τα ενδιαφερόμενα μέρη: Δημήτρης Θωμά (Ε.Μ.1), Ελένη Χρυσοστόμου (Ε.Μ.2), Μελανή Χριστοφή (Ε.Μ.3), Παναγιώτα Χατζηνικόλα (Ε.Μ.4), Λίνα Σταύρου (Ε.Μ.5), Τάσος Ασπρόφτα (Ε.Μ.6), Ευρυδίκη Ζησίμου (Ε.Μ.7), Φυτούλα Παπαδοπούλου (Ε.Μ.8) και Έλενα Μαυρομουστάκη (Ε.Μ.9).
Το ιστορικό της υπόθεσης ξεκινά από το 1992, όταν, με σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, το Υπουργείο ΄Αμυνας ανακοίνωσε ότι γίνονταν δεκτές αιτήσεις από Κύπριους πολίτες, άνδρες και γυναίκες, για την πλήρωση εννέα κενών θέσεων Αξιωματικών, στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού, στο Στρατό της Δημοκρατίας. Μεταγενέστερα, με απόφαση του Υπουργού ΄Αμυνας, οι υπό πλήρωση θέσεις αυξήθηκαν σε δέκα. Oι θέσεις επρόκειτο να κατανεμηθούν στα σώματα του στρατού ως εξής: Δύο (2) στο Δικαστικό, Πέντε (5) στο Στρατολογικό, Δύο (2) στο Οικονομικό και Μία (1) στο Υλικού Πολέμου. Σύμφωνα με τη δημοσίευση, όσοι από τους αιτητές πληρούσαν τα καθοριζόμενα ως απαιτούμενα προσόντα, θα υποβάλλονταν σε υγειονομική και ψυχοτεχνική εξέταση και αθλητική δοκιμασία, για διαπίστωση της καταλληλότητάς τους για υπηρεσία στο Στρατό, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κ. 6(2)(στ) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990, (Κ.Δ.Π. 90/90), (όπως τροποποιήθηκαν), (οι «Κανονισμοί»).
Οι αιτήτριες διεκδίκησαν διορισμό, υποβάλλοντας σχετικές αιτήσεις ως ακολούθως: Η Αικ. Κωνσταντινίδου, πτυχιούχος Νομικής, για τις θέσεις στο Δικαστικό και Στρατολογικό Σώμα και οι αιτήτριες Στ. Μιτσή και Γ. Τσούντα, πτυχιούχες στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, για τις θέσεις στο Οικονομικό Σώμα και στο Σώμα Υλικού Πολέμου. Αιτήσεις για το Οικονομικό Σώμα και το Σώμα Υλικού Πολέμου υπέβαλαν και τα Ε.Μ. 1, 2 και 3, ενώ τα Ε.Μ. 4, 5, 6, 7, 8 και 9 για το Δικαστικό και το Στρατολογικό Σώμα.
Υγειονομική Επιτροπή, που συγκροτήθηκε κατά τα προβλεπόμενα στον Κ. 6(2)(στ) των Κανονισμών, έκρινε τις αιτήτριες ως ακατάλληλες για υπηρεσία στο Στρατό, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό τους από τη συνέχεια της διαδικασίας επιλογής, η οποία κατέληξε στο διορισμό των ενδιαφερομένων μερών ως Αξιωματικών με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού από 1/2/1993.
Οι αιτήτριες προσέβαλαν τον αποκλεισμό τους με την Προσφυγή Αρ. 402/93, με αποτέλεσμα την ακύρωση, στις 13/9/1995, των διορισμών, για το λόγο ότι η απόφαση της Υγειονομικής Επιτροπής δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη - (βλ. Κωνσταντινίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (1995) 4 Α.Α.Δ. 1772). Έφεση δύο εκ των ενδιαφερομένων μερών εναντίον της πιο πάνω απόφασης απορρίφθηκε - (βλ. Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 13).
Το Υπουργείο ΄Αμυνας επανεξέτασε την υπόθεση, υπό το φως των ευρημάτων της ακυρωτικής απόφασης. Η Υγειονομική Επιτροπή που επανασυστάθηκε από τον Υπουργό Άμυνας έκρινε, εκ νέου, τις αιτήτριες ως ακατάλληλες για στρατιωτική υπηρεσία και το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Υπουργού, αποφάσισε τον αναδρομικό διορισμό των ενδιαφερομένων μερών.
Νέα προσφυγή των αιτητριών είχε επιτυχή κατάληξη, γιατί, όπως επισημάνθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, κατά την επανεξέταση, θα έπρεπε να είχαν ανασυσταθεί και λειτουργήσει όχι μόνο η Επιτροπή Σωματικής Ικανότητας αλλά και οι άλλες επιτροπές, όπως η Επιτροπή Αθλητικής Δοκιμασίας, Ψυχοτεχνικής Δοκιμασίας και Γραπτής και Προφορικής Εξέτασης. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι υπήρξε παράβαση των αρχών της ισότητας και της χρηστής διοίκησης σε σχέση με την αποδοχή αναλύσεων από ιδιωτικό χημείο - (βλ. Κωνταντινίδου Αικατερίνη κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 807/96, 24/9/99).
Η πιο πάνω απόφαση εφεσιβλήθηκε από τη Δημοκρατία. Η Ολομέλεια έκρινε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε, κατά πρώτο, να κρίνει κατά πόσο οι αιτήτριες - εφεσίβλητες θα μπορούσαν να ήταν προσοντούχες, με αναφορά σε ό,τι απασχόλησε την Υγειονομική Επιτροπή, για σκοπούς καθορισμού της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος αμφισβήτησης των μετέπειτα σταδίων της διαδικασίας. Αποδεχόμενη την έφεση, κατέληξε ότι η προσφυγή θα έπρεπε να εξεταστεί εκ νέου, με προτεραιότητα το εν λόγω ζήτημα - (βλ. Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (Αρ. 1) (2002) 3 Α.Α.Δ. 220).
Ακολούθως, η Ολομέλεια, αφού εξέτασε η ίδια την προσφυγή, με επίκεντρο το παραδεκτό της υποψηφιότητας των εφεσιβλήτων - αιτητριών, έκρινε ότι, κατά τον καθορισμό των σωματικών προσόντων των Αξιωματικών για απευθείας διορισμό στο Στρατό της Δημοκρατίας, κατά τα προβλεπόμενα στον Κ. 6(2)(ε) των Κανονισμών, δεν ασκήθηκε η ρυθμιστική εξουσία του Υπουργού. Λήφθηκε υπόψη εξωγενές στοιχείο, ήτοι εμπιστευτική στρατιωτική διαταγή ως προς τα αναγκαία σωματικά προσόντα, ενώ, σύμφωνα με τον πιο πάνω Κανονισμό, μόνο ο Υπουργός ΄Αμυνας μπορεί να καθορίσει σωματικά προσόντα - (βλ. Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (Αρ. 1), (πιο πάνω)).
Το Υπουργείο ΄Αμυνας, υπό το φως των ευρημάτων της πιο πάνω ακυρωτικής απόφασης, προέβη σε νέα επανεξέταση. Θεώρησε ότι, για να υπάρξει συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, θα έπρεπε να καθοριστούν από τον αρμόδιο Υπουργό σωματικά προσόντα και, επιπρόσθετα, αιματολογικά κριτήρια. Η Υγειονομική Επιτροπή που επανασυστάθηκε θεώρησε, με βάση τα προσόντα που καθορίστηκαν, ότι οι αιτήτριες ήταν ακατάλληλες. Ως αποτέλεσμα, οι αιτήτριες αποκλείστηκαν και επαναδιορίστηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Οι αιτήτριες αμφισβήτησαν και πάλι το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, με αποτέλεσμα την ακύρωσή του. Κρίθηκε ότι, κατά την επανεξέταση, δεν έπρεπε να λαμβανόταν υπόψη ο εκ των υστέρων καθορισμός σωματικών προσόντων από τον Υπουργό, γιατί, έτσι, εισήχθη ανεπίτρεπτα νέο στοιχείο στο καθεστώς του ουσιώδους χρόνου - (βλ. Κωνσταντινίδου Αικατερίνη κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 409/03, 22/2/05).
Το Υπουργείο ΄Αμυνας επανεξέτασε την υπόθεση, υπό το φως των ευρημάτων της πιο πάνω ακυρωτικής απόφασης και των σχετικών συμβουλών του Γενικού Εισαγγελέα. Στα πλαίσια της επανεξέτασης, ο Υπουργός ΄Αμυνας αποφάσισε την επανασύσταση της Υγειονομικής Επιτροπής, για να εξετάσει την καταλληλότητα των υποψηφίων για υπηρεσία στο Στρατό. Αποφασίστηκε, επίσης, κατόπιν συνεννόησης των Υπουργών ΄Αμυνας και Υγείας, «... όπως ως Υγειονομική Επιτροπή λειτουργήσει η υπάρχουσα Επιτροπή Εξετάσεως Σωματικής Ικανότητας, (Ε.Ε.Σ.Ι.), δηλαδή η Επιτροπή που είχε συσταθεί και εξέτασε την καταλληλότητα των υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο». Η Επιτροπή, αφού επανεξέτασε την καταλληλότητα των υποψηφίων, ετοίμασε πρακτικό, το οποίο ήταν πανομοιότυπο με εκείνο της πρώτης απόφασής της του 1993 βάσει της οποίας οι αιτήτριες είχαν κριθεί ακατάλληλες και αποκλείστηκαν. Η Ειδική Επιτροπή που επανασυστάθηκε, στη συνέχεια, για σκοπούς κατάταξης των υποψηφίων σε σειρά καταλληλότητας, αφού έλαβε υπόψη την απόφαση της Υγειονομικής Επιτροπής, θεώρησε δεδομένο τον αποκλεισμό των αιτητριών και δεν συμπεριέλαβε οτιδήποτε σχετικό με αυτές στο πρακτικό που υπέβαλε στον Υπουργό. Ακολούθησε Πρόταση του Υπουργείου ΄Αμυνας προς το Υπουργικό Συμβούλιο, χωρίς οποιαδήποτε μνεία των αιτητριών για το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, τα οποία, τελικά, επαναδιορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Η πιο πάνω απόφαση ακυρώθηκε και πάλι, στα πλαίσια νέας προσφυγής της αιτήτριας. Βλ. Κωνσταντινίδου Αικατερίνη του Δημητρίου κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 193/06, 20/7/07, στην οποία κρίθηκε ότι η επίκληση από την Επιτροπή Εξέτασης Σωματικής Ικανότητας της απόφασης του Υπουργού ημερομηνίας 9/6/2005 για τον καθορισμό σωματικών προσόντων ήταν απαράδεκτη και αντίθετη με τα αποφασισθέντα στην Προσφυγή Αρ. 409/2003. Επιπρόσθετα, επισημάνθηκε ότι η Επιτροπή Εξέτασης Σωματικής Ικανότητας τελούσε υπό πλάνη αναφορικά με την πιο πάνω Υπουργική απόφαση, η οποία, στην πραγματικότητα, δεν είχε καθορίσει «τα σωματικά προσόντα που πρέπει να πληροί ένας υποψήφιος» και ότι τα συγκεκριμένα προσόντα τα οποία απαιτούντο κατά το χρόνο δημοσίευσης των θέσεων ήταν μόνο εκείνα τα οποία περιέχονταν στο ειδικό πληροφοριακό έντυπο, που μπορούσαν να προμηθευτούν οι ενδιαφερόμενοι από το Υπουργείο ΄Αμυνας ή τα κατά τόπους Στρατολογικά Γραφεία.
Ακολούθησε νέα επανεξέταση από το Υπουργείο ΄Αμυνας, σύμφωνα και με τη σχετική εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα. Αποφασίστηκε από τον Υπουργό, όπως και στην προηγούμενη διαδικασία, η επανασύσταση της Υγειονομικής Επιτροπής από την υφιστάμενη Επιτροπή Εξετάσεως Σωματικής Ικανότητας η οποία είχε εξετάσει την καταλληλότητα των υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Ενημερώθηκε η Διεύθυνση Υγειονομικού και, στις 24/9/2007, συνεδρίασε η τριμελής Υγειονομική Επιτροπή. ΄Οπως σημειώθηκε στο σχετικό πρακτικό της, η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη και μελέτησε την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Προσφυγή Αρ. 193/06, τις σχετικές διατάξεις των Κανονισμών, την απόφαση του Υπουργού ημερομηνίας 30/8/2007 και το φάκελο με τις Ιατρικές και Εργαστηριακές Εξετάσεις όλων των υποψηφίων που διεκδικούσαν διορισμό, προέβηκε στην επανεξέταση της καταλληλότητας για υπηρεσία στο Στρατό της Δημοκρατίας των εν λόγω υποψηφίων.
Οι αιτήτριες κρίθηκαν ακατάλληλες για υπηρεσία στο Στρατό.
Στη συνέχεια, με απόφαση του Υπουργού ΄Αμυνας ημερομηνίας 16/11/2007, συγκροτήθηκε εκ νέου πενταμελής Ειδική Επιτροπή, όπως προβλέπεται στον Κ. 6(3) των Κανονισμών, για την κατάταξη των υποψηφίων κατά σειρά καταλληλότητας.
Η Ειδική Επιτροπή, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 14/12/2007, αφού, όπως σημείωσε στο πρακτικό της, έλαβε υπόψη την ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 193/2006, τις σχετικές διατάξεις του Κ. 6 των Κανονισμών, τα στοιχεία των αιτήσεων των υποψηφίων, τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης στην ειδικότητα της θέσης για την οποία είχαν διαγωνισθεί οι υποψήφιοι κατά τον ουσιώδη χρόνο και τα αποτελέσματα των άλλων εξετάσεων/δοκιμασιών που είχαν υποβληθεί, καθώς και την απόφαση της επανασυσταθείσας Υγειονομικής Επιτροπής ημερομηνίας 24/9/2007 και την εντύπωση που είχε σχηματίσει η Επιτροπή Αξιολόγησης κατά την προφορική συνέντευξη των υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατέταξε τους υποψηφίους κατά σειρά καταλληλότητας κάθε ειδικότητας σε βαθμολογικό πίνακα. Σ' αυτόν δεν περιλήφθηκαν οι αιτήτριες.
Ακολούθως, το Υπουργείο ΄Αμυνας, με την υπ' Αρ. 41/2008 Πρότασή του, ημερομηνίας 20/12/2007, εισηγήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο το διορισμό των εννέα ενδιαφερομένων μερών, που επελέγησαν από τον Υπουργό ΄Αμυνας ως οι καταλληλότεροι, σημειώνοντας ότι οι «τρεις αιτήτριες στην Προσφυγή Αρ. 409/2003 δεν επιλέγηκαν για διορισμό επειδή η Υγειονομική Επιτροπή που επανασυστάθηκε στα πλαίσια επανεξέτασης της υπόθεσης αποφάσισε ότι δεν ήταν, για λόγους υγείας, κατάλληλες για υπηρεσία στο Στρατό της Δημοκρατίας».
Το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του ημερομηνίας 3/1/2008, αποφάσισε να διορίσει τα ενδιαφερόμενα μέρη ως Αξιωματικούς, με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, αναδρομικά από 1/2/1993.
Οι αιτήτριες καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή, αμφισβητώντας για ακόμη μια φορά τη νομιμότητα των διορισμών.
Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει ότι οι αιτήτριες στερούνται εννόμου συμφέροντος προώθησης της προσφυγής τους, γιατί δεν είχαν κριθεί ως υγειονομικά κατάλληλες για υπηρεσία στο Στρατό από την Υγειονομική Επιτροπή, με αποτέλεσμα να αποκλειστούν από την παραπέρα διαδικασία πλήρωσης των επίδικων θέσεων.
Είναι νομολογημένο ότι, από τη στιγμή που αμφισβητείται η εκτίμηση της διοίκησης αναφορικά με την κατοχή των προσόντων, αυτή καθίσταται επίδικο θέμα και ο αιτητής δε χάνει το έννομο συμφέρον του να επιδιώξει αναθεώρησή της - (βλ. Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά., (πιο πάνω)· Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1127). Το ζήτημα, άλλωστε, του γενικότερου εννόμου συμφέροντος των αιτητριών έχει, ήδη, κριθεί από την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (Αρ. 2) (2002) 3 Α.Α.Δ. 571, στην οποία επισημάνθηκαν τα εξής (σελ. 575):-
«Πιθανολογείται επομένως το έννομο συμφέρον των εφεσιβλήτων να προσβάλουν το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών[1] το οποίο τους παρέχει λόγο στις αποφάσεις που λήφθηκαν για το διορισμό τους.»
Συνεπώς, ο ισχυρισμός των καθ' ων η αίτηση δεν ευσταθεί.
Προβάλλεται, επιπρόσθετα, από την πλευρά των καθ' ων η αίτηση, ότι η αιτήτρια Αικ. Κωνσταντινίδου, η οποία είχε υποβάλει αίτηση για διορισμό στο Στρατολογικό και στο Δικαστικό Σώμα, δεν έχει έννομο συμφέρον προσβολής του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών 1 και 2 στο Οικονομικό Σώμα και του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους 3 στο Σώμα Υλικού Πολέμου. Επίσης, οι αιτήτριες Στ. Μιτσή και Γ. Τσούντα, οι οποίες διεκδικούσαν διορισμό στις θέσεις του Οικονομικού Σώματος και του Σώματος Υλικού Πολέμου, στερούνται εννόμου συμφέροντος προσβολής των διορισμών των ενδιαφερομένων μερών 4 και 5 και των ενδιαφερομένων μερών 6, 7, 8, και 9 στο Δικαστικό και Στρατολογικό Σώμα, αντίστοιχα, εφόσον, και σε περίπτωση ακύρωσης των συγκεκριμένων διορισμών, οι ίδιες δε θα είχαν οποιοδήποτε όφελος, αφού δεν υπήρχε προοπτική διορισμού τους σε Σώματα διαφορετικά από εκείνα για τα οποία είχαν, με βάση τα προσόντα τους, υποβάλει σχετική αίτηση.
Το σκέλος της προδικαστικής ένστασης που αφορά το έννομο συμφέρον συγκεκριμένων αιτητριών σε σχέση με την προσβολή συγκεκριμένων ενδιαφερομένων μερών που διορίστηκαν σε Σώματα στα οποία δεν υπήρχε προοπτική διορισμού των αιτητριών ευσταθεί. Στις Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά., (πιο πάνω) και Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (Αρ. 1), (πιο πάνω), συζητήθηκε η γενικότερη πτυχή του εννόμου συμφέροντος των αιτητριών να προσβάλουν την απόφαση διορισμού των ενδιαφερομένων μερών, σε συνάρτηση με το λόγο αποκλεισμού τους, που κατέστη επίδικο ζήτημα. Η Ολομέλεια, όμως, επικύρωσε την πρωτόδικη κρίση αναφορικά με το επί μέρους θέμα νομιμοποίησης συγκεκριμένων αιτητριών να αμφισβητήσουν τους διορισμούς ενδιαφερομένων μερών σε Σώματα για τα οποία αυτές δεν είχαν επιδείξει ενδιαφέρον και δεν είχαν υποβάλει αίτηση.
Τα πιο πάνω ισχύουν και στην παρούσα. Η αιτήτρια Κωνσταντινίδου στερείται εννόμου συμφέροντος προσβολής των διορισμών των ενδιαφερομένων μερών 1, 2, 3, όχι, όμως, το διορισμό των υπολοίπων ενδιαφερομένων μερών, ενώ οι αιτήτριες Μιτσή και Τσούντα δεν νομιμοποιούνται να προσβάλουν το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών 4, 5, 6, 7, 8 και 9, αλλά προσβάλλουν, μετ' εννόμου συμφέροντος, το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών 1, 2 και 3.
Ισχυρίζονται οι αιτήτριες ότι, κατά τη διαδικασία επανεξέτασης που οδήγησε στην επίδικη απόφαση, πεπλανημένα λήφθηκε υπόψη από τους καθ' ων η αίτηση μόνο η ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 193/2006, ενώ όλες οι ακυρωτικές αποφάσεις που προηγήθηκαν επέβαλλαν σ' αυτούς καθήκον ενεργού συμμόρφωσης. Ειδικότερα, κατά την εισήγηση, αγνοήθηκε πλήρως η ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 402/93 και η επιστολή του Δρ. Μ. Αγκαστινιώτη, Υπεύθυνου Κέντρου Θαλασσαιμίας, ημερομηνίας 19/1/1993, για την οποία υπήρξε στην απόφαση σχετική αναφορά.
Επιπρόσθετα, η Υγειονομική Επιτροπή, που επανασυστάθηκε για σκοπούς επανεξέτασης, δεν είχε ειδικό ιατρό στη σύνθεσή της ούτε και αναζήτησε την άποψη ειδικού, που να ανέτρεπε τη γνώμη του Δρ. Μ. Αγκαστινιώτη, αγνοώντας τα λεχθέντα στην Προσφυγή Αρ. 402/93. Περαιτέρω, η Υγειονομική Επιτροπή, χρησιμοποιώντας, για σκοπούς διαπίστωσης της υπηρεσιακής καταλληλότητας των υποψηφίων, τα αιματολογικά κριτήρια που είχαν καθοριστεί από τον Υπουργό με την απόφασή του ημερομηνίας 6/2/2003, η οποία κρίθηκε ως πάσχουσα λόγω ανεπίτρεπτης εισαγωγής νέου στοιχείου στο καθεστώς του ουσιώδους χρόνου, παραβίασε το δεδικασμένο της Προσφυγής Αρ. 409/03. Τα μόνα προσόντα που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη ήταν τα προσδιοριζόμενα στο Ειδικό Πληροφοριακό ΄Εντυπο που προμηθεύονταν οι ενδιαφερόμενοι μαζί με την αίτησή τους κατά τον ουσιώδη χρόνο, όπως υποδείχθηκε από το Δικαστήριο στην Προσφυγή Αρ. 193/2006 (ύψος, βάρος) και τα οποία πληρούσαν οι αιτήτριες, οι οποίες είχαν προσληφθεί στο Στρατό ως Εθελόντριες Υπαξιωματικοί πριν από τον ουσιώδη χρόνο και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να υπηρετούν χωρίς πρόβλημα.
Ισχυρίζονται, τέλος, οι αιτήτριες ότι η απόφαση της Υγειονομικής Επιτροπής, αναφορικά με τους λόγους της ακαταλληλότητας των αιτητριών, είναι αναιτιολόγητη, καθότι αναφέρεται σε υποθετικές παρενέργειες του προβλήματος των αιτητριών μετά από πάροδο 16 ετών από τον ουσιώδη χρόνο και με δεδομένη την αντίθετη εκδοχή του ειδικού ιατρού Αγκαστινιώτη, που, όπως έχει σημειωθεί, δόθηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο και δεν αντικρούστηκε.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, επικαλούμενη τον Κ. 6(2)(στ) των Κανονισμών και την ευρεία διακριτική ευχέρεια της Υγειονομικής Επιτροπής σε σχέση με το ζήτημα της διαπίστωσης της καταλληλότητας των υποψηφίων για απευθείας διορισμό σε βαθμό Αξιωματικού, υποβάλλει ότι, σε αντίθεση με τα σωματικά προσόντα, τα «υγειονομικά προσόντα», ενόψει της ιδιαιτερότητας των καθηκόντων του μόνιμου Αξιωματικού, δεν μπορούν να προκαθοριστούν με λεπτομερή και περιοριστικό τρόπο. Κατά την εισήγησή τους, εναπόκειται στα μέλη της Επιτροπής, που, ως μόνιμοι Στρατιωτικοί Ιατροί, έχουν άμεση γνώση των καθηκόντων των Αξιωματικών, να κρίνουν την καταλληλότητα, από υγειονομικής απόψεως, των υποψηφίων για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.
Παραπέμποντας στο πρακτικό της Υγειονομικής Επιτροπής ημερομηνίας 24/9/2007, οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή, με βάση τις επιστημονικές της γνώσεις και τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις των αυξημένων καθηκόντων της θέσης Αξιωματικού του Στρατού, έκρινε και πάλι τις αιτήτριες ως ακατάλληλες για υπηρεσία, αιτιολογώντας τα ευρήματα για την κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Προσθέτουν δε ότι τα ευρήματα που καταγράφηκαν από την Επιτροπή συνιστούν θέματα ειδικών γνώσεων, τα οποία δεν ελέγχονται από το Δικαστήριο. Αναφορικά δε με το επιχείρημα των αιτητριών ότι η Υγειονομική Επιτροπή δεν συμπεριλάμβανε στη σύνθεσή της ειδικό ιατρό, η θέση των καθ' ων η αίτηση είναι ότι, κατά την επανεξέταση, τα καθήκοντα της Υγειονομικής Επιτροπής ασκήθηκαν από την Επιτροπή Εξέτασης Σωματικής Ικανότητας, όπως είχε συσταθεί για τον ίδιο σκοπό κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Σύμφωνα με τον Κ. 6 των Κανονισμών:-
«(2) Ο υποψήφιος για απευθείας διορισμό ως Αξιωματικός πρέπει απαραιτήτως:
..............................
(ε) να έχει τα σωματικά προσόντα που θα καθορίζονται από καιρό σε καιρό με απόφαση του Υπουργού·
(στ) να έχει κριθεί κατάλληλος για υπηρεσία στο στρατό από υγειονομική επιτροπή που συγκροτείται για το σκοπό αυτό από τον Υπουργό σε συνεννόηση με τον Υπουργό Υγείας·»
Δεν αμφισβητείται - και ορθά - ότι οι προηγούμενες ακυρωτικές αποφάσεις δημιούργησαν δεδικασμένο μεταξύ των διαδίκων, αναφορικά με τα επίδικα, κατά περίπτωση, ζητήματα.
΄Οπως, ήδη, σημειώθηκε, ο λόγος της πρώτης ακυρωτικής απόφασης στην Προσφυγή Αρ. 402/93 ήταν η ανεπάρκεια της αιτιολογίας της απόφασης της Υγειονομικής Επιτροπής, η οποία είχε αποκλείσει τις αιτήτριες για τους ακόλουθους λόγους: Κωνσταντινίδου Αικατερίνη - λόγω «αναιμίας Hb:11.4», Μιτσή Στέλλα λόγω «Στίγμα β Μεσογειακής Αναιμίας Hb:11.2» και Τσούντα Γεωργία λόγω «ετερόζυγου αιμοσφαιρινοπάθειας Hb:10.7». Στην πιο πάνω απόφαση, σημειώθηκε ότι η Επιτροπή δεν συμπεριελάμβανε κανένα ειδικό ιατρό στον τομέα της θαλασσαιμίας και έγινε, επίσης, αναφορά σε επιστολή ιατρού - (Υπεύθυνου του Κέντρου Θαλασσαιμίας) - με εξειδίκευση στο θέμα, ο οποίος είχε την άποψη ότι οι πιο πάνω παθήσεις δεν επηρέαζαν την απόδοση και τις δραστηριότητες του ατόμου. Στην Προσφυγή Αρ. 409/2003, κρίθηκε ότι ο εκ των υστέρων καθορισμός σωματικών προσόντων, στα οποία είχαν συμπεριληφθεί και αιματολογικά κριτήρια, ήταν απαράδεκτος, γιατί παραβίαζε το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.
Υποδείχθηκε obiter ότι η διαδικασία μπορούσε να προχωρήσει και χωρίς καθορισμό σωματικών προσόντων.
Στην τελευταία ακυρωτική απόφαση στην Κωνσταντινίδου Αικατερίνη του Δημητρίου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 193/06, (πιο πάνω), το Δικαστήριο ανάφερε και τα εξής:-
«Επισφραγίστηκε έτσι η άποψη της Ε.Ε.Σ.Ι, την οποία παρέθεσα και πιο πάνω, ότι 'με βάση τα σωματικά προσόντα που πρέπει να πληροί ένας υποψήφιος, όπως καθορίζονται στην απόφαση του Υπουργού ΄Αμυνας με ημερομηνία 09 Ιουν 05', οι αιτήτριες ήταν ακατάλληλες.
Πρόκειται για άποψη εντελώς απαράδεκτη. Σύμφωνα με την τελευταία δικαστική ακυρωτική απόφαση, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2005 στην προσφυγή αρ. 429/2003 η οποία δεν εφεσιβλήθηκε και την οποία η Ε.Ε.Σ.Ι. ανέφερε στο πρακτικό της, ο Υπουργός δεν μπορούσε να καθορίσει σωματικά προσόντα για τους σκοπούς της επανεξέτασης δεδομένου ότι δεν τα είχε καθορίσει από την αρχή. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
'Με την παρούσα προσφυγή οι αιτήτριες προσβάλλουν την τελευταία απόφαση. Θέτουν ως πρώτο λόγο, πέραν του οποίου δεν θα χρειαστεί να προχωρήσω, ότι κατά την επανεξέταση δεν έπρεπε να λαμβανόταν υπόψη ο εκ των υστέρων καθορισμός σωματικών προσόντων με την απόφαση του Υπουργού, ημερ. 6 Φεβρουαρίου 2003, γιατί έτσι εισαγόταν ανεπίτρεπτα νέο στοιχείο στο καθεστώς του ουσιώδους χρόνου. Πρόκειται για άποψη προδήλως ορθή που δεν επιδέχεται αντίλογο. Στηρίζεται σε πάγια αρχή δικαίου. Η νομολογία επιμένει ότι, όσο είναι δυνατόν, η επανεξέταση κατόπιν δικαστικής ακυρωτικής απόφασης διενεργείται με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς του χρόνου της αρχικής εξέτασης. Ο εκ των υστέρων καθορισμός σωματικών προσόντων δεν μπορεί να επιδράσει αναδρομικά προς αναίρεση της εν λόγω αρχής. Παραβιάστηκε αυτή η αρχή και επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί.'
Επιπλέον επισημαίνω ότι στην πραγματικότητα, με την αναφερθείσα απόφαση του Υπουργού, ημερ. 9 Ιουνίου 2005 (Αρ. Φακ. 12.2.01.104.2), την οποία η Ε.Ε.Σ.Ι. επικαλέστηκε ως τη βάση για τον αποκλεισμό των αιτητριών, δεν καθορίστηκαν 'τα σωματικά προσόντα που πρέπει να πληροί ένας υποψήφιος'. Η Ε.Ε.Σ.Ι. τελούσε υπό πλάνη. Παραθέτω ολόκληρο το κείμενο της απόφασης του Υπουργού:
'Απόφαση Υπουργού ΄Αμυνας
Αναφορικά με την επανασύσταση της Υγειονομικής Επιτροπής
για εξέταση της καταλληλότητας, για υπηρεσία στο Στρατό, των
υποψηφίων για απευθείας διορισμό ως αξιωματικών στον Στρατό της Δημοκρατίας, στις θέσεις που προκηρύκτηκαν με τη
Γνωστοποίηση με αρ. 1879 που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη
Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 2713 και ημερομηνία 5.6.1992
Αφού έλαβα υπόψη:
(α) την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή με αρ. 409/2003, που εκδόθηκε στις 22.2.2005,
(β) τη νομική συμβουλή της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, που περιέχεται στην επιστολή της με στοιχεία Γ.Ε./Υποθ./Αριθ.409/03 και με ημερομηνία 17.3.2005, σύμφωνα με την οποία δεν ενδείκνυται η καταχώριση έφεσης επί της εκδοθείσας απόφασης και ότι η επανεξέταση της υπόθεσης θα πρέπει να γίνει υπό το φως των ευρημάτων της εκδοθείσας απόφασης,
(γ) τις διατάξεις του Κανονισμού 6(2)(στ) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990, και
για σκοπούς συμμόρφωσης προς τα ευρήματα της πιο πάνω απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου και επανεξέτασης της πλήρωσης των θέσεων Αξιωματικών (Ανθυπολοχαγού) που κενώθηκαν λόγω της ακύρωσης του διορισμού των Ενδιαφερομένων Προσώπων στην εν λόγω υπόθεση,
Αποφασίζω,
την επανασύσταση της Υγειονομικής Επιτροπής που προβλέπεται από τις διατάξεις του προαναφερθέντος Κανονισμού, προκειμένου να επανεξετάσει την καταλληλότητα, για υπηρεσία στο Στρατό, των υποψηφίων που διεκδικούσαν διορισμό στις πιο πάνω θέσεις.
2. Ενόψει τούτου και μετά από συνεννόηση με τον Υπουργό Υγείας,
Αποφασίζω,
΄Οπως ως Υγειονομική Επιτροπή λειτουργήσει η υπάρχουσα Επιτροπή Εξετάσεως Σωματικής Ικανότητας (Ε.Ε.Σ.Ι.), δηλαδή η Επιτροπή που είχε συσταθεί και εξέτασε την καταλληλότητα των υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο.'
Υπενθυμίζω εξ άλλου ότι τα σωματικά προσόντα τα οποία απαιτούντο κατά τον χρόνο της δημοσίευσης των θέσεων ήταν μόνο εκείνα τα οποία, όπως εξήγησε η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, 'περιέχονταν στο ειδικό πληροφοριακό έντυπο που συνόδευε κάθε έντυπο αίτησης, που οι ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να προμηθευτούν από το Υπουργείο ΄Αμυνας ή τα κατά τόπους Στρατολογικά Γραφεία'. Παραθέτω το σχετικό με τα σωματικά προσόντα μέρος του εν λόγω εντύπου:
'στ. Να έχουν τα σωματικά προσόντα που έχουν καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού ΄Αμυνας και τα οποία είναι:
΄Ανδρες
.......................................................................................................
Γυναίκες
(1) Ανάστημα: ΄Οχι μικρότερα από 1.65 μέτρα.
(2) Βάρος : Το ανάστημα σε εκατοστά πλην 100 πλην 7% του υπόλοιπου συν 2 κιλά. Αυτό είναι το ανώτατο βάρος.
Τα σωματικά προσόντα των υποψηφίων θα ελεγχθούν προτού υποστούν την αθλητική δοκιμασία και όσοι δεν τα πληρούν θα αποκλειστούν από την περαιτέρω διαδικασία.'»
Στην κρινόμενη επανεξέταση, ο Υπουργός αποφάσισε στις 30/8/2007 την επανασύσταση της Υγειονομικής Επιτροπής για την επανεξέταση της καταλληλότητας των υποψηφίων για υπηρεσία στο Στρατό. Αποφάσισε, περαιτέρω, ότι ως Υγειονομική Επιτροπή θα λειτουργούσε η υπάρχουσα Επιτροπή Εξετάσεως Σωματικής Ικανότητας, δηλαδή η Επιτροπή που είχε συσταθεί και εξέτασε την καταλληλότητα των υποψηφίων κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Η εν λόγω Επιτροπή, αφού, όπως σημείωσε στο πρακτικό της, έλαβε υπόψη την ακυρωτική απόφαση της Προσφυγής Αρ. 193/2006, τις σχετικές διατάξεις των Κανονισμών, την απόφαση του Υπουργού της 30/8/2007 και το φάκελο των Ιατρικών και Εργαστηριακών εξετάσεων των υποψηφίων, κατέληξε σε σχέση με τις αιτήτριες στα ακόλουθα:-
(α) Κωνσταντινίδου Αικατερίνη:
«Η Επιτροπή αφού διαπίστωσε ότι η υποψήφια πάσχει από αναιμία Hb 11,4gr% και αιμοσφαιρινουρία και αφού σημείωσε ότι λόγω των αυξημένων απαιτήσεων των καθηκόντων της θέσης του Αξκου, υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες περαιτέρω πτώσης του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης επί εδάφους λοιμώξεων ή έντονων σωματικών καταπονήσεων (π.χ. πολυήμερες ασκήσεις, νυχτερινές εκπαιδεύσεις) με πιθανές συνεπακόλουθες κρίσεις απώλειας συνειδήσεως την κρίνει ακατάλληλη για υπηρεσία στο Στρατό.»
(β) Τσούντα Γεωργία:
«Η Επιτροπή αφού διαπίστωσε ότι η υποψήφια πάσχει από αναιμία Hb 10,7gr% και αφού σημείωσε ότι λόγω των αυξημένων απαιτήσεων των καθηκόντων της θέσης του Αξκου, υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες περαιτέρω πτώσης του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης επί εδάφους λοιμώξεων ή έντονων σωματικών καταπονήσεων (π.χ. πολυήμερες ασκήσεις, νυχτερινές εκπαιδεύσεις) με πιθανές συνεπακόλουθες κρίσεις απώλειας συνειδήσεως την κρίνει ακατάλληλη για υπηρεσία στο Στρατό.»
(γ) Μιτσή Στέλλα:
«Η Επιτροπή αφού διαπίστωσε ότι η υποψήφια πάσχει από αναιμία Hb 11,2gr% και αφού σημείωσε ότι λόγω των αυξημένων απαιτήσεων των καθηκόντων της θέσης του Αξκου, υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες περαιτέρω πτώσης του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης επί εδάφους λοιμώξεων ή έντονων σωματικών καταπονήσεων (π.χ. πολυήμερες ασκήσεις, νυχτερινές εκπαιδεύσεις) με πιθανές συνεπακόλουθες κρίσεις απώλειας συνειδήσεως την κρίνει ακατάλληλη για υπηρεσία στο Στρατό.»
Από την παράθεση των πιο πάνω, προκύπτει ότι οι αιτήτριες κρίθηκαν, εκ νέου, ως ακατάλληλες, με βάση αιματολογικά κριτήρια. Παρόλο που δε γίνεται οποιαδήποτε ρητή αναφορά, είναι εμφανές ότι οι αιτήτριες απορρίφθηκαν, λόγω αιμοσφαιρίνης ευρισκόμενης σταθερώς κάτω των 12 γραμμαρίων τοις %, κριτήριο που είχε τεθεί με Υπουργική Απόφαση, σε προηγούμενη επανεξέταση και το οποίο κρίθηκε, στην Προσφυγή Αρ. 409/2003, ότι εισήχθη κατά παράβαση των δεδομένων του ουσιώδους χρόνου.
Επιπρόσθετα, η Υγειονομική Επιτροπή που επανασυστάθηκε, όφειλε, με βάση το δεδικασμένο της πρώτης ακυρωτικής απόφασης στην Προσφυγή Αρ. 402/93, να αιτιολογήσει επαρκώς και ανατρέχοντας στα δεδομένα του ουσιώδους χρόνου (1993) την απόφασή της.
Η ίδια η Επιτροπή δεν προκύπτει από το φάκελο ότι συμπεριέλαβε στη σύνθεσή της ιατρό κατάλληλης εξειδίκευσης σε αιματολογικές ασθένειες. Με δεδομένη την ύπαρξη της γνωμάτευσης του Δρ. Αγκαστινιώτη, ειδικού ως προς τις παρενέργειες χαμηλότερου επιπέδου αιμοσφαιρίνης, δημιουργείτο για την Επιτροπή υποχρέωση πλήρους αιτιολογίας, στην περίπτωση που θα αποφάσιζε ότι οι αιτήτριες ήταν ακατάλληλες.
Η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε στην πιο πάνω υποχρέωσή της και η προσπάθεια διάκρισης του όρου της υπηρεσιακής καταλληλότητας αναλόγως του βαθμού της στρατιωτικής ιεραρχίας, όπως επιχειρήθηκε στο αιτιολογικό της απόφασης της και στην αγόρευση της συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση, δεν έχει έρεισμα στον Κ. 6(2)(στ) των Κανονισμών.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ των αιτητριών όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΧ"Π, ΜΠ
[1] «Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 73.»