ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2007) 1 ΑΑΔ 224
Γεωργίου Παναγιώτης Λουκά και Άλλος ν. Δημοκρατίας (2007) 2 ΑΑΔ 418
Τριφύλλης Θωμάς ν. Τμήματος Τελωνείων (2006) 4 ΑΑΔ 479
Varellas Pavlos Ph. Trading Co. Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Aρ. 1) (2006) 4 ΑΑΔ 773
Varellas Pavlos Ph. Trading Co. Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2006) 4 ΑΑΔ 907
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΒΡΙΣΗΙΔΑ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 654/2010, 22/3/2013
ΑΘΗΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , Υπόθεση αρ. 219/2011, 25/6/2012
CH KOLOKOTRONIS AUTOMOTIVES LIMITED ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπoθεση Αρ. 1255/2010, 15/1/2013
ΝΙΚΟΛΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1356/2011, 2/4/2013
ΔΗΜΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α., Υπoθεση Αρ. 698/2010, 29/8/2012
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΟΛΙΝΙΩΤΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Υπόθεση Αρ. 1404/2011, 30/8/2012
ΤΑΚΗΣ ΤΙΜΟΘΕΟΥ ν. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ κ.α., Υπoθεση Αρ. 379/2010, 13/5/2013
O ONISIFOROU MOTORS LTD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1254/2010, 4/10/2012
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 462/2010)
8 Σεπτεμβρίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΣΠΡΟΜΑΛΛΗΣ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
ΤΜΗΜΑ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α. Σοφοκλέους, για τον Αιτητή.
Αλ. Καλησπέρα (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Α. Απόφαση και/ή δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 28/01/2010 με την οποία επέβαλαν και/ή βεβαίωσαν και/ή εισέπραξαν το ποσό των €3.206,00 ως φόρο εγγραφής κατά την εγγραφή στα μητρώα των Καθ' ων η αίτηση του μεταχειρισμένου μηχανοκίνητου οχήματος με αριθμό πλαισίου WBAFB72080LD31062 και αριθμό μηχανής 21505507 είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Ο αιτητής έφερε στην Κύπρο από το Ηνωμένο Βασίλειο το μεταχειρισμένο μηχανοκίνητο όχημα του, κατασκευής BMW με αριθμό πλαισίου WBAFB72080LD31062 και αριθμό μηχανής 21505507 (θα αναφέρεται πιο κάτω ως «Μεταχειρισμένο Όχημα»), το οποίο εκτελωνίστηκε από το Τμήμα Τελωνείων την 11/1/2010.
Την 28/01/2010, ο αιτητής ενέγραψε το Μεταχειρισμένο Όχημα στα μητρώα των καθ' ων η αίτηση με αριθμούς εγγραφής ΚXC355.
Κατά τον υπολογισμό και επιβολή του οφειλόμενου φόρου εγγραφής την 28/01/2010, οι Καθ' ων η αίτηση εφάρμοσαν τις πρόνοιες των παραγράφων 1, 6 και 6Γ του Μέρους Ι του Παραρτήματος των περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμων του 1972 έως 2009, οι οποίες προνοούν ότι όλα τα επιβατικά μηχανοκίνητα οχήματα ιδιωτικής χρήσης επιβαρύνονται με φόρο εγγραφής, ο οποίος υπολογίζεται με βάση τον κυβισμό της μηχανής του οχήματος και τη μάζα εκπεμπόμενου διοξειδίου του άνθρακα C02 (συνδυασμένος κύκλος) του οχήματος.
Oι εν λόγω νομοθετικές πρόνοιες, ισχυρίζεται ο αιτητής, αντιβαίνουν προς το άρθρο 90 της Συνθήκης της ΕΚ καθώς δεν περιέχουν ειδική ρύθμιση που να αφορά στη μείωση του φόρου εγγραφής ανάλογα με την αξία του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που θα εγγραφεί για πρώτη φορά στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αφής στιγμής δε λαμβάνεται καθόλου υπόψη η πραγματική υποτίμηση της αξίας του Μεταχειρισμένου Οχήματος, αυτό έχει ως επακόλουθο το Μεταχειρισμένο Όχημα να φορολογείται ως εάν να ήταν καινούργιο. Σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΚ , επισημαίνει περαιτέρω ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο σε εθνικό μεταχειρισμένο αυτοκίνητο (που είχε φορολογηθεί προηγουμένως, συνήθως ως καινούργιο) που είναι ομοειδές με το εισαγόμενο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο φθίνει, κατ΄ αναλογίαν προς την πραγματική μείωση της αξίας του αυτοκινήτου. Επομένως καταλήγει η εισήγηση του αιτητή, η μείωση του φόρου που εφαρμόζεται στο εισαγόμενο μεταχειρισμένο όχημα (σε σχέση με το φόρο που θα επιβάρυνε το εν λόγω όχημα ως καινούργιο) πρέπει να είναι ανάλογη με την πραγματική μείωση της αξίας του οχήματος.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αναγνωρίζουν ότι σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΚ , η φορολόγηση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που ήταν προηγουμένως εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη πρέπει να περιορίζεται μέσα στα όρια του καταλοίπου του φόρου που παραμένει ενσωματωμένος στην αξία των ομοειδών «εγχώριων» μεταχειρισμένων αυτοκινήτων ώστε να μην παραβιάζεται το εδάφιο 1 του άρθρου 90 της συνθήκης ΕΚ) και το οποίο ρητά προνοεί ότι «Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα στα προϊόντα άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους οποιασδήποτε φύσεως, ανωτέρους από εκείνους που επιβαρύνουν άμεσα ή έμμεσα τα ομοειδή εθνικά προϊόντα».
Όμως, ισχυρίζονται στη συνέχεια οι καθ΄ ων η αίτηση, ο αιτητής όφειλε να θέσει ενώπιον της Διοίκησης στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ο φόρος ο οποίος επιβλήθηκε στο μεταχειρισμένο όχημα του ήταν υψηλότερος από το φόρο της εναπομείνασας αξίας ομοειδούς μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που είναι ήδη εγγεγραμμένο στα μητρώα της Δημοκρατίας. Εφόσον ο αιτητής δεν προέβηκε σε τέτοια ενέργεια και δεν μερίμνησε περί τούτου, η προσφυγή του θα πρέπει να απορριφθεί .
Στην πιο πάνω επιχειρηματολογία , ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή απαντά ότι η περίπτωση του αιτητή διαφοροποιείται από εκείνες τις περιπτώσεις που, με βάση τη νομοθεσία, επιτρέπονται φορολογικές εκπτώσεις ή απαλλαγές και κατ΄ επέκταση εναπόκειται στον ίδιο το διοικούμενο να μεριμνήσει και να παρουσιάσει στη διοίκηση όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να δείξει ότι δικαιούται ρητά στις καθοριζόμενες εκπτώσεις και απαλλαγές.
Η υφιστάμενη νομοθεσία των περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμων του 1972 έως 2009, δεν παρέχει στον αιτητή την ευχέρεια να αμφισβητήσει το ποσό του φόρου εγγραφής, όπως αυτό καθορίζεται από τις συγκεκριμένες του διατάξεις , γεγονός το οποίο, σύμφωνα πάντοτε με την εισήγηση του αιτητή, παραβιάζει το εδάφιο 1 του άρθρου 90 της συνθήκης ΕΚ. Γίνεται επί του προκειμένου παραπομπή στην απόφαση του ΔΕΚ, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2011, C-393/98, Gomes Valente, στην οποία μεταξύ άλλων τονίστηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Ως προς το δεύτερο ζήτημα, μπορεί να υποστηριχθεί ότι μια αντικειμενική κλίμακα, η οποία ναι μεν αντικατοπτρίζει τη γενική εξέλιξη της αποσβέσεως της αξίας των οχημάτων, αλλά κατά τρόπο στερούμενο ακρίβειας, συμβιβάζεται, παρ' όλ' αυτά, με το άρθρο 95 της Συνθήκης, αν συνοδεύεται με τη δυνατότητα του κυρίου εισαγομένου οχήματος ν' αμφισβητήσει ενδίκως την εφαρμογή της κλίμακας αυτής επί του οχήματός του.
Είναι αληθές ότι, αν ο κύριος μεταχειρισμένου οχήματος έχει τη δυνατότητα ν' αμφισβητήσει την εφαρμογή της αντικειμενικής κλίμακας επί του οχήματός του, αποδεικνύοντας ότι οδηγεί σε φορολόγηση υπερβαίνουσα το κατάλοιπο του φόρου που εναπομένει ενσωματωμένο στην αξία ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που είναι ήδη εγγεγραμμένα στα μητρώα του οικείου κράτους, η δημιουργία διακρίσεων από ένα σύστημα φορολογήσεως που στηρίζεται σε μια τέτοια κλίμακα μπορεί ν' αποφευχθεί.
................................
Έστω και αν η Πορτογαλική Κυβέρνηση ανέφερε επί ακροατηρίου ότι υπήρχε πάντα η δυνατότητα να αμφισβητηθεί μια φορολόγηση ενώπιον των δικαστηρίων. δεν απέδειξε ότι το επίδικο στην κύρια δίκη φορολογικό σύστημα περιείχε το δικαίωμα του φορολογουμένου ν' αποδείξει ότι η αντικειμενική κλίμακα ήταν απρόσφορη για τον προσδιορισμό της πραγματικής αξίας του μεταχειρισμένου οχήματος το οποίο εισήγαγε.»
Η πιο πάνω θέση και προσέγγιση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή, ως προς το επίδικο ζήτημα, με βρίσκει σύμφωνο.
Προκύπτει ότι κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, οι Καθ' ων η αίτηση εφάρμοσαν τις πρόνοιες των παραγράφων 1, 6 και 6Γ του Μέρους Ι του Παραρτήματος των περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμων του 1972 έως 2009 και επέβαλαν ως φόρο εγγραφής το ποσό που θα επέβαλλαν σε οποιοδήποτε καινούργιο επιβατικό μηχανοκίνητο όχημα ιδιωτικής χρήσης που θα είχε τον ίδιο κυβισμό μηχανής με το επίδικο Μεταχειρισμένο Όχημα.
Το ΔΕΚ έχει αποδεχθεί ότι ναι μεν μπορεί να υπάρχει φορολόγηση εισαγόμενων (από άλλα Κράτη Μέλη) μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, όμως αυτή η φορολόγηση πρέπει να περιορίζεται μέσα στα όρια του καταλοίπου του φόρoυ που παραμένει ενσωματωμένος στην αξία των ομοειδών εγχώριων, μεταχειρισμένων αυτοκινήτων ώστε να μην παραβιάζεται το εδάφιο 1 του άρθρου 90 της συνθήκης ΕΚ.
Δέστε επίσης τις αποφάσεις του ΔΕΚ στις οποίες έγινε αναφορά και με επιμέλεια συνοψίστηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή και στις οποίες τονίστηκε ότι το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο σε εγχώριο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, που είναι ομοειδές με το εισαγόμενο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, πρέπει να αναλογεί στην πραγματική μείωση της αξίας του: Απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 1990, 47/88, Επιτροπή κατά Δανίας (Συλλογή 1990, σ. 1-450), Απόφαση της 9ης Μαρτίου 1995, C-345/93, Nunes Tadeu (Συλλογή 1995, σ. 1-479), Απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 1997, C-375/95, Επιτροπή κατά Ελλάδος (Συλλογή 1997, σ. 1-5981), Απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2001 στην υπόθεση C-393/98, Gomes Valente (Συλλογή 1998, σ. 1-1327), Απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2006, C-290/05 και C-333/05, Nadasdi.
Επίσης σχετικές, ως προς το ζήτημα της φορολόγησης εισαγόμενων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων σε συνάρτηση με τις πρόνοιες του άρθρου 90 της συνθήκης, είναι και οι ακόλουθες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου: Προσφυγή Αρ. 1161/2004, ημερομηνίας 11/7/2006, Προσφυγή Αρ 333/2005, 17/7/2006, Αρ. 639/2005, 11/8/2006, Προσφυγή Αρ.702/2005, 11/8/2006, Προσφυγή 336/2005, 6/9/2006, Προσφυγή 279/2006, 5/10/2006, Προσφυγή 325/2005, 21/12/2006, Προσφυγή 335/2005, 16/3/2007, Προσφυγή 69/2006, 15/5/2007.
Στις πιο πάνω αναφερόμενες προσφυγές, όλες οι επίδικες διοικητικές πράξεις ακυρώθηκαν καθώς οι σχετικές πρόνοιες του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου, οι οποίες προνοούσαν ότι κατά τον τελωνισμό μεταχειρισμένων οχημάτων, που ήταν προηγουμένως εγγεγραμμένα σε κράτη μέλη θα έπρεπε να καταβάλλεται φόρος κατανάλωσης ως εάν να ήταν καινούργια, ήταν αντίθετες με τις πρόνοιες του άρθρου 90 της συνθήκης ΕΚ.
Προς συμμόρφωση με τις πιο πάνω αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η νομοθετική εξουσία προέβηκε στην τροποποίηση του Νόμου (Ν.91(1)/2004), θεσπίζοντας τον περί Φόρων Κατανάλωσης (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 2006 (Ν.144(1)/2006) με τον οποίο εισήχθη το Μέρος Δ του Τέταρτου Παραρτήματος που προνοεί τα ακόλουθα:
«Για τα μεταχειρισμένα μηχανοκίνητα οχήματα, ο συνολικός φόρος κατανάλωσης θα διαφοροποιείται σύμφωνα με τα ποσοστά απομείωσης τα οποία θα καθορίζονται σε γνωστοποίηση που εκδίδεται από το Διευθυντή. Για την κατάρτιση των ποσοστών απομείωσης ο Διευθυντής δύναται να λαμβάνει υπόψη αντικειμενικά κριτήρια όπως την παλαιότητα, τα διανυθέντα χιλιόμετρα, τη γενική κατάσταση, το σύστημα οχήματος προώθησης, το σήμα και τον τύπο του οχήματος.»
Όμως, στον περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμο του 1972 , όπως εύστοχα παρατηρεί ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή , δεν έχει εισαχθεί αντίστοιχη πρόνοια που να αφορά ειδική ρύθμιση στη μείωση του φόρου εγγραφής ανάλογα με την αξία του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που πρόκειται να εγγραφεί για πρώτη φορά στην Κυπριακή Δημοκρατία. Με το υφιστάμενο επομένως νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στο φόρο εγγραφής για μεταχειρισμένα οχήματα δεν διασφαλίζεται μείωση του φόρου ανάλογα με την πραγματική μείωση της αξίας του εισαγόμενου μεταχειρισμένου οχήματος και επομένως η επίδικη φορολογία εγγραφής στην υπό εξέταση υπόθεση θα πρέπει να ακυρωθεί ως μη συνάδουσα με το άρθρο 90 της Συνθήκης ΕΚ.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται απόφαση ως η παράγραφος Α του αιτητικού. Έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, υπέρ του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.