ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΣΥΝΕΚΔ. ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ 386/2010 ΚΑΙ 387/2010

 

 

7 Σεπτεμβρίου, 2011.

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Υπόθεση αρ. 386/2010

 

ΕΛΕΝΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

Αιτήτρια

 

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

............................

Υποθεση αρ. 387/2010

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Αιτήτρια

 

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

.............................

Α. Παναγιώτου, για τις αιτήτριες και στις δυο προσφυγές

Μ. Θεοκλήτου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Οι αιτήτριες με τις παρούσες προσφυγές ζητούν όπως η απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία τερμάτισαν το επίδομα ανεργίας από 4/1/2010 είναι άκυρη και στερημένη νομικού αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Οι αιτήτριες και στις δυο προσφυγές εργάζονταν στην Εκπαίδευση ως καθηγήτριες και κατέβαλλαν κανονικά τις εισφορές στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.  Οι αιτήτριες αφυπηρέτησαν από την Ελπαιδευτική Υπηρεσία την 1/9/2009 και από την ημερομηνία αυτή λάμβαναν επίδομα ανεργίας.  Σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου επίδομα ανεργίας πληρώνεται σε ασφαλισμένο μισθωτό πρόσωπο που ικανοποιεί τις προϋποθέσεις εισφοράς και είναι άνεργος, ικανός και διαθέσιμος για εργασία.  Σύμφωνα με τον τροποποιητικό νόμο 22(Ι)/2009 από 4/1/2010 ασφαλισμένοι που αφυπηρετούν κανονικά ή πρόωρα (ως η περίπτωση των αιτητριών) και λαμβάνουν σύνταξή ή άλλο συνταξιοδοτικό ωφέλημα από επαγγελματικό σχέδιο που εφαρμόζει ο εργοδότης τους και στο οποίο οι ίδιοι δεν κατέβαλλαν εισφορές, δεν θα δικαιούνται σε επίδομα ανεργίας, εκτός αν αποκτήσουν δικαίωμα σε επίδομα ανεργίας με βάση τις εισφορές τους από νέα απασχόληση.

 

Από 4/1/2010 που τέθηκε σε ισχύ ο πιο πάνω αναφερόμενος τροποποιητικός Νόμος 22(Ι)/2009, οι αιτήτριες παρόλο που εξακολουθούσαν να υπογράφουν ως άνεργες δεν πληρώνονται το επίδομα ανεργίας αλλά δικαιούνται πιστώσεις ανεργίας για 156 ημέρες, ως προνοείται στο νέο τροποποιητικό νόμο.  Ενημερώθηκαν γραπτώς οι αιτήτριες και εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχώρησαν τις παρούσες προσφυγές.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητριών στις γραπτές του αγορεύσεις ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί για τους ακόλουθους λόγους τους οποίους κατατάσσει κάτω από τους εξής τίτλους:  (α) το νομοθετικό καθεστώς - δικαίωμα, (β) είναι κεκτημένο δικαίωμα, σεβασμός νομιμότητα, (γ) υπάρχει άνιση και δυσμενής μεταχείριση (δ) λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή τροποποιητικού νόμου 22(Ι)/2009, και (ε) στερείται αιτιολογίας.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση απορρίπτει όλους τους λόγους ακύρωσης και εισηγείται την απόρριψη της προσφυγής.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αρχίζω με την παράθεση του κειμένου της επιστολής ημερ. 28/1/2010 (που είναι ουσιαστικά το ίδιο και στις δυο υποθέσεις) με το οποίο οι αιτήτριες πληροφορήθηκαν περί της απόφασης για τερματισμό του επιδόματος.  Αυτό έχει ως εξής:

 

«Αναφέρομαι στην αίτηση σας της 02/09/2009 για ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΝΕΡΓΙΑΣ από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και σας πληροφορώ ότι το επίδομα σας τερματίζεται από 4/01/2010, γιατί σύμφωνα με τροποποίηση της Νομοθεσίας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ασφαλισμένοι που αφυπηρετούν κανονικά ή πρόωρα και λαμβάνουν σύνταξη ή άλλο συνταξιοδοτικό ωφέλημα από Επαγγελματικό Σχέδιο Συντάξεων του Εργοδότη στο οποίο οι ίδιοι δεν κατέβαλαν εισφορές, από 4/1/2010 δεν καθίστανται δικαιούχοι Επιδόματος Ανεργίας, εκτός αν αποκτήσουν δικαίωμα από νέα απασχόληση.

 

Εάν συνεχίζετε να είστε άνεργος/η, ικανός/ή και διαθέσιμος/η για εργασία, μπορείτε να υπογράφετε άνεργος/η και θα σας παραχωρηθούν πιστώσεις.»

 

Παραθέτω επίσης και τη σχετική νομοθετική πρόνοια (επιφύλαξη στο άρθρο 32(1) του Νόμου) όπως εισάχθηκε με το νόμο 22(Ι)/2009 στην οποία βασίζεται η προσβαλλόμενη απόφαση.  Αυτή έχει ως εξής:

 

«Νοείται ότι κανένα πρόσωπο ανεξάρτητα από την ηλικία του, δεν δικαιούται σε επίδομα ανεργίας, νοουμένου ότι το εν λόγω πρόσωπο αφυπηρέτησε πρόωρα ή αφυπηρέτησε δυνάμει εθίμου, νόμου, επαγγελματικού σχεδίου, συλλογικής συμφωνίας, σύμβασης ή κανόνων εργασίας και, λόγω της αφυπηρέτησής του, λαμβάνει σύνταξη ή και άλλο συνταξιοδοτικό ωφέλημα, για το οποίο το εν λόγω πρόσωπο δεν έχει καταβάλει οποιαδήποτε εισφορά:

 

Νοείται, περαιτέρω, ότι κάθε πρόσωπο, το οποίο εμπίπτει στις πρόνοιες της προηγούμενης επιφύλαξης, αποκτά δικαίωμα για επίδομα ανεργίας, νοουμένου ότι μετά την αφυπηρέτηση του, απασχολήθηκε εκ νέου και πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις εισφοράς από τη νέα του απασχόληση.»

 

Με τον (α) πιο πάνω λόγω ακυρώσεως ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητριών ισχυρίζεται ότι εφόσον οι αιτήτριες αφυπηρέτησαν την 1/9/2009, τα δικαιώματα τους, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος επιδόματος ανεργίας, πρέπει να διέπονται από το νόμο όπως ίσχυε τότε και δεν είναι νομικά επιτρεπτή η εκ των υστέρων αποστέρηση τους.  Η ίδια ουσιαστικά θέση προωθείται και με τον (β) πιο πάνω λόγο ακυρώσεως, ότι δηλαδή οι αιτήτριες έχουν κεκτημένο δικαίωμα για επίδομα ανεργίας το οποίο δεν μπορεί να τους αφαιρεθεί.  Επομένως έπρεπε, σύμφωνα με τον (ε) λόγο ακυρώσεως, ο νόμος 22(Ι)/2009 να ερμηνευθεί και εφαρμοστεί κατά τρόπο που να μην επηρεάζει τα νόμιμα δικαιώματα που ήδη απέκτησαν οι αιτήτριες κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης τους, δηλαδή την 1/9/2009.  Επικαλέστηκε η πλευρά των αιτητριών το γεγονός ότι οι αιτήτριες δέχθηκαν να ενταχθούν στο αναλογικό σχέδιο των κοινωνικών ασφαλίσεων βασιζόμενες ότι μέσα στα άλλα οφέλη που θα είχαν, ήταν και η λήψη του επιδόματος ανεργίας.  Ο ισχυρισμός αυτός δεν πρέπει να ευσταθεί εφόσον όπως ορθά αναφέρει και η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, πρόνοια για ανεργιακό επίδομα υπήρχε και στη νομοθεσία που ίσχυε πριν το νόμο 41/1980.  Προχωρεί ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητριών, έστω και ακροθιγώς και εγείρει θέμα αντισυνταγματικότητας της σχετικής νομοθετικής πρόνοιας.  Συγκεκριμένα αναφέρει στην αγόρευση του τα εξής:  «Γιαυτό είναι η θέση μας ότι τόσο οι σχετικές πρόνοιες του τροποποιητικού νόμου 22(Ι)/2009 εφόσον ήθελε θεωρηθεί ότι επηρεάζουν το εν λόγω δικαίωμα της αιτήτριας, όσο και η επίδικη πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση που κατ' εφαρμογήν τούτου τερμάτισαν το εν λόγω δικαίωμα της αιτήτριας, θα πρέπει να θεωρούνται ως αντισυνταγματικά και παράνομα και πλήρως νομικά εσφαλμένα.»

 

Εξέτασα τα πιο πάνω και τα όσα επικαλείται η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση προς υποστήριξη της προσβαλλόμενης απόφασης.  Αρχίζοντας από το λεκτικό του νόμου, κρίνω ότι τούτο είναι σαφές και κατ' εφαρμογή του, ορθά και νόμιμα οι καθ' ων η αίτηση τερμάτισαν τη χορήγηση του επιδόματος.  Μόνο αν η εν λόγω πρόνοια κηρυχθεί αντισυνταγματική, θα μπορεί να έχει επιτυχία η προσφυγή. 

 

Ενόψει του τεκμηρίου συνταγματικότητας των νόμων, η πιο πάνω νομοθετική πρόνοια τεκμαίρεται συνταγματική, εκτός αν οι αιτήτριες αποδείξουν το αντίθετο και μάλιστα στο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.  (βλ. μεταξύ άλλων Attorney-General v. Ibrahim (1964) C.L.R. 195, 232, The Board for Registration of Architects and Civil Engineers v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 650, 654-655 και Meropi Michael Loizou v. Sewage Board of \Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122, 127).

 

Είναι επίσης σαφώς νομολογημένο ότι η συνταγματικότητα νόμου είναι θέμα νομικό και πρέπει να προσδιορίζεται επακριβώς στα δικόγραφα.  (Βλ. μεταξύ άλλων Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598 και Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 862). 

 

Στις παρούσες υποθέσεις, πολύ γενικά με το νομικό λόγο (6) των προσφυγών, και με την προαναφερθείσα γενική αναφορά στις γραπτές αγορεύσεις των αιτητριών προβάλλεται ο ισχυρισμός αυτός χωρίς εξειδίκευση και αναφορά για το ποιό Άρθρο του Συντάγματος παραβιάζεται και πώς.  Με τα ενώπιον μου γεγονότα κρίνω ότι το προαναφερθέν τεκμήριο συνταγματικότητας δεν έχει ανατραπεί και επομένως ο ισχυρισμός για αντισυνταγματικότητα απορρίπτεται. 

 

Αναφορικά με τον επηρεασμό κεκτημένων δικαιωμάτων των αιτητριών, αυτό μπορούσε να γίνει με σαφή νομοθετική πρόνοια.  (Βλ. Republic of Cyprus v. Menelaou (1982) 3 C.L.R. 419, 428 που επικαλέστηκε η πλευρά των καθ' ων η αίτηση).  Εδώ το δικαίωμα αυτό αφαιρέθηκε με σαφή νομοθετική πρόνοια.  Κάπως σχετική είναι και η υπόθεση Παύλου & άλλοι ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 584

 

Από τη στιγμή που το γράμμα του νόμου είναι σαφές χωρίς να επιδέχεται άλλης ερμηνείας, το δικαστήριο είναι υπόχρεο να το εφαρμόσει έστω και αν οδηγούμαστε σε παράλογα ή ακόμα και άδικα αποτελέσματα.  Η αρμοδιότητα για να καταστεί ένα νομοθέτημα δίκαιο ανήκει στη Βουλή.  (βλ. μεταξύ άλλων Kanaris ν. Tosοun (1969) 1 C.L.R. 637).  Εδώ έκρινα ότι η σχετική νομοθετική πρόνοια είναι σαφής. 

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό των αιτητριών ότι υφίστανται άνιση και δυσμενή μεταχείριση, κρίνω ότι επίσης δεν ευσταθεί.  Κατ' αρχήν προβάλλεται ο ισχυρισμός αυτός αόριστα και χωρίς ακριβή προσδιορισμό των κατηγοριών που ο νόμος ευνοεί ενώ αδικεί τις αιτήτριες.  Έχει νομολογηθεί ότι ο όρος «ίσοι ενώπιον του νόμου» στο Άρθρο 28.1 του Συντάγματος, δεν αναφέρεται σε ακριβή αριθμητική ισότητα αλλά διασφαλίζει μόνο κατά των αυθαίρετων διαφοροποιήσεων και δεν αποκλείει εύλογες διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσης των πραγμάτων. (βλ. μεταξύ άλλων Mikrommatis & the Republic (Minister of Finance & Another) 2 R.S.C.C. 125, 131, Panayides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 107, Republic v. Avakian (1972) 3 C.L.R. 294 και Antoniades & Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 641).  Εδώ δεν έχει καταδειχθεί ότι πρόσωπα που βρίσκονται στην ίδια ή ουσιαστικά την ίδια θέση με τις αιτήτριες έχουν τύχει διαφορετικής, πιο ευνοϊκής, μεταχείρισης. 

 

Ενόψει των πιο πάνω οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον των αιτητριών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο.

 

 

Η προσβαλλόμενη με την κάθε προσφυγή απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146. 4(α) του Συντάγματος.

 

                                                                         Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

/ΚΑΣ

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο