ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Pavlou Pavlos and Another ν. The Returning Officer & Others (1987) 1 CLR 252
REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) ν. ANTONIOS MOZORAS (1970) 3 CLR 210
PAPACLEOVOULOU ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 187
Κρητιώτη Σαλώμη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 778
Γεωργιάδης Kώστας ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 515
Θαλασσινός Γρηγόρης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 270
Χαραλάμπους Ανδρέας και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 192
Τραττονικόλα Τάσσος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 305
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.340/2010)
5 Σεπτεμβρίου, 2011
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 15, 28, 29 και 146 του Συντάγματος
ΑΔΑΜΟΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
Αιτητής,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΦΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Λ.Λουκαϊδης, για τον Αιτητή.
Φ.Κωμοδρόμος, για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 2 Οκτωβρίου 2008 ο αιτητής, που την εν λόγω περίοδο υπηρετούσε στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας για το αδίκημα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου και συγκεκριμένα πλαστού πιστοποιητικού επιτυχίας στην εξέταση αγγλικών GCE O.Level με βαθμό "C". Ως αποτέλεσμα της καταδίκης του επιβλήθηκε η ποινή της δωδεκάμηνης φυλάκισης.
Ακολούθησε πειθαρχική δίωξη. Eνώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής o αιτητής παραδέχτηκε ενοχή και στις 24 Απριλίου 2009 του επεβλήθη η ποινή του εξαναγκασμού σε παραίτηση. Ασκήθηκε έφεση εναντίον της πιο πάνω απόφασης και το Συμβούλιο Εφέσεων της Αστυνομίας, κατά πλειοψηφία, απέρριψε την έφεση και στις 24 Φεβρουαρίου 2010 επικύρωσε την ήδη επιβληθείσα ποινή, του εξαναγκασμού σε παραίτηση.
Αμφισβητείται με την παρούσα προσφυγή η νομιμότητα της εν λόγω απόφασης και ο αιτητής πρόβαλε ότι η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν πολύ αυστηρή. Ισχυρίστηκε ότι έτυχε άνισης μεταχείρισης, εφόσον, για άλλα μέλη της Αστυνομίας, τα οποία διέπραξαν παρόμοια αδικήματα, τους επιβλήθηκαν επιεικέστερες ποινές. ΄Ισχυσε συνεπώς, κατά την εισήγηση του συνηγóρου του, επιλεκτική δικαιοσύνη. Για το σκοπό ενίσχυσης της θέσης του παρέθεσε λεπτομέρειες άλλων υποθέσεων κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, στις οποίες είχε επιβληθεί η ποινή της αναβολής της ετήσιας προσαύξησης.
Δεν θεωρώ ότι ο ισχυρισμός του αιτητή περί επιλεκτικής δικαιοσύνης ευσταθεί. Το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος κατοχυρώνει την ισοτιμία και ισοπολιτεία ως θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου. Η παράγραφος 1 του άρθρου ορίζει:
«Πάντες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου, της διοικήσεως και της δικαιοσύνης και δικαιούνται να τύχωσι ίσης προστασίας και μεταχειρίσεως».
Το εν λόγω άρθρο προσδίδει έρεισμα στην εξασφάλιση ίσων ευκαιριών και ιδιαιτέρως καθεστώς ισονομίας σε όλους τους πολίτες της χώρας. Βλ.: (Ηλία ν. Δημοκρατίας, 1999 (3) Α.Α.Δ. 884). Το ΄Αρθρο 28 δεν απαγορεύει διακρίσεις που βασίζονται σε αντικειμενική εκτίμηση διαφορετικών αντικειμένων και οι οποίες εδράζονται στο δημόσιο συμφέρον φέρουν δε, ισοζύγιο, μεταξύ του γενικού συμφέροντος της πολιτείας και των δικαιωμάτων και ελευθεριών του πολίτη. Τα πιο πάνω λέχθηκαν στην υπόθεση Παύλου ν. Γενικού Εφόρου Εκλογών κ.ά. (1987) 1 C.L.R. 252. Αναλύεται περαιτέρω στην ιδία απόφαση ότι το ΄Αρθρο 28 συναρτά την ισότητα με την ουσιαστική ομοιογένεια μεταξύ πραγμάτων και καταστάσεων σε αντίθεση με τη φαινομενική ή αριθμητική εξίσωση τους. Σχετικές επίσης επί του θέματος είναι οι υποθέσεις Mikrommatis v. The Republic 2 R.C.C. 125, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 270, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 192 και Τραττονικόλα ν. Δημοκρατίας, Α.Ε.135/2007, ημερ. 13 Απριλίου 2011.
Ούτε η αναφορά που έγινε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή σε άλλες παρόμοιες υποθέσεις, στις οποίες επιβλήθηκαν λιγότερο αυστηρές ποινές, μπορεί να θεμελιώσει την εισήγηση για ύπαρξη άνισης μεταχείρισης, καθότι, κάθε υπόθεση κρίνεται με τα δικά της γεγονότα και περιστατικά. Στην προσβαλλόμενη απόφαση των καθ΄ων η αίτηση γίνεται αναφορά στις εν λόγω υποθέσεις και σχολιάζεται ο λόγος για τον οποίο κάθε περίπτωση διαφοροποιείται απ΄αυτή του αιτητή.
Αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας ότι το Δικαστήριο εξετάζει τη νομιμότητα της πειθαρχικής διαδικασίας που ακολουθήθηκε και όχι την αυστηρότητα της επιβληθείσας ποινής. Σχετικές με τα πιο πάνω θέματα είναι, μεταξύ άλλων, οι Republic v. Antonios Mozoras (1970) 3 C.L.R. 210, Papacleovoulou v. Republic (1982) 3 CLR 187, Παπαχαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 97, Κρητιώτη ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 778 και Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 515, στην οποία επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:-
«Είναι χρήσιμο να παραπέμψουμε και στα Πορίσματα Νομολογίας του Σ.τ.Ε 1929-1959, σελ. 414, όπου προδιαγράφεται ο ίδιος ακριβώς ρόλος του ακυρωτικού δικαστηρίου στο πειθαρχικό δίκαιο:
"Περαιτέρω γίνεται δεκτόν, ότι εις την πειθαρχικήν διαδικασίαν, η εκτίμησις των πραγματικών περιστατικών των συνιστώντων το πειθαρχικόν παράπτωμα και η στάθμισις της βαρύτητος αυτών προς επιβολήν της αρμοζούσης εκάστοτε ποινής ανήκουσιν εις την διακριτικήν εξουσίαν της Διοικήσεως και διαφεύγουσι τον έλεγχον του Συμβουλίου Επικρατείας δικάζοντος επί ακυρώσει, πλην εάν συντρέχη κατάχρησις ή κακή χρήσις της διακριτικής εξουσίας ή πλάνη περί τα πράγματα.
Ο υπό του αρμοδίου όμως οργάνου χαρακτηρισμός ωρισμένων πραγματικών περιστατικών ως συνιστώντων ή μη πειθαρχικόν παράπτωμα, δεν αποτελεί ουσιαστικήν κρίσιν διαφεύγουσαν τον ακυρωτικόν έλεγχον του Σ.τ.Ε., αλλά νομικόν χαρακτηρισμόν των πραγματικών αυτών περιστατικών και υπαγωγήν των εις συγκεκριμένον κανόνα δικαίου ... ... ήτοι ενέργειαν ελεγχομένην ακυρωτικώς."
Τις παραμέτρους του δικαστικού ελέγχου συμπληρώνει η παρακάτω περικοπή στη σελ. 415:
"Εγένετο περαιτέρω δεκτόν ότι είναι γενικώς απαράδεκτοι λόγοι ακυρώσεως πλήττοντες την ουσιαστικήν κρίσιν και εκτίμησιν του ανακριτικού συμβουλίου ... ... ως π.χ. εκείνοι, δι' ων προβάλλεται εσφαλμένη εκτίμησις των αποδεικτικών στοιχείων ... ... ή εσφαλμένη κρίσις ως προς την υποκειμενικήν υπαιτιότητα του πειθαρχικώς διωκομένου αξιωματικού ... ... ή προς την επιμέτρησιν της ποινής ... ... Πλάνη όμως περί τα πράγματα, λόγω αντικειμενικής ανυπαρξίας των πραγματικών περιστατικών, άτινα ήσκησαν ουσιώδη επιρροήν εις την διαμόρφωσιν της κρίσεως του ανακριτικού συμβουλίου, επάγεται ακυρότητα της γνωμοδοτήσεως αυτού ... ..."
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.