ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες υποθ. αρ.207/2008 και 208/2008)
5 Σεπτεμβρίου, 2011
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Υπόθεση αρ.207/2008
1. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΝΕΡΟ «ΚΥΚΚΟΥ ΑΥΛΩΝΑΣ»
2. ΑΡΔΕΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΑΥΛΩΝΑΣ δια του ταμία αυτού Παντελή Λοϊζου
3. ΑΡΔΕΥΤΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΚΟΛΥΜΠΟΣ ή ΧΑΛΟΠΕΤΡΑ» δια του ταμία αυτού Παντελή Λοϊζου.
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Υπόθεση αρ.208/2008
1. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΝΕΡΟ «ΚΥΚΚΟΥ ΑΥΛΩΝΑΣ»
2. ΑΡΔΕΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΑΥΛΩΝΑΣ δια του ταμία αυτού Παντελή Λοϊζου
3. ΑΡΔΕΥΤΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΚΟΛΥΜΠΟΣ ή ΧΑΛΟΠΕΤΡΑ» δια του ταμία αυτού Παντελή Λοϊζου.
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου
Καθ΄ων η αίτηση.
----------------------
Ε.Λοϊζίδου, για τους Αιτητές
Α.Καλησπέρα-Καρή (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση
Π.Χ΄Σάββας: για τα ενδιαφερόμενα μέρη
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Το αρδευτικό τμήμα «Ρυάτικο Ακακίου» (το ενδιαφερόμενο μέρος), υπέβαλε την αίτηση με αριθμό φακέλου ΑΔΧ75/97, στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, για παραχώρηση άδειας χρήσης μέρους της κοίτης του ποταμού «Ακακίου», στην κοινότητα Ακάκι, για ανόρυξη διάτρησης για τις ανάγκες του αρδευτικού τμήματος.
Το Kοινοτικό Nερό «Κύκκου Αυλώνας», το Aρδευτικό Tμήμα Αυλώνας και ο Aρδευτικός Σύνδεσμος «Κόλυμπος ή Χαλόπετρα» (οι αιτητές) υπέβαλαν από κοινού την υπ΄αριθμόν ΑΔΧ375/97, αίτηση, προς το τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, για παραχώρηση άδειας χρήσης μέρους της κοίτης του ποταμού Ακακίου, με στόχο τη δημιουργία εμπλουτιστικών έργων για τη διατήρηση και αναζωογόνηση μέρους της νεκρής ζώνης.
Μετά την ετοιμασία αιτιολογημένης έκθεσης το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε στις 14 Απριλίου 2004, την απόρριψη αμφοτέρων των πιο πάνω υποβληθέντων αιτήσεων από τους αιτητές και από το ενδιαφερόμενο μέρος.
Μετά την πιο πάνω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ακολούθησαν επανειλημμένες συσκέψεις των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών και έγινε εισήγηση όπως ο ΄Επαρχος προτείνει στον Αρδευτικό Σύνδεσμο Αυλώνας να εγγραφεί ως αρδευτικό τμήμα έτσι ώστε το κράτος να μπορεί να το ενισχύσει οικονομικά και περαιτέρω όπως ρυθμιστεί το θέμα των παρανόμων διατρήσεων στην Αυλώνα. Ταυτοχρόνως, έγινε εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο όπως τροποποιηθεί η απόφαση για απόρριψη της αιτήσεως του αρδευτικού τμήματος Ρυάτικο Ακακίου. Δεν θα προχωρήσω σε ανάλυση των διαδραματισθέντων γιατί δεν είναι αναγκαίο σ΄αυτό το στάδιο.
Υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη έκθεση προς το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο τελικώς, στις 24 Σεπτεμβρίου 2007, αποφάσισε την παραχώρηση άδειας χρήσης προς το Αρδευτικό Τμήμα «Ρυάτικο Ακακίου» μέρους της κοίτης του ποταμού «Ακακίου», της κοινότητας Ακακίου, έκτασης 100τμ. με την καταβολή ανάλογου ετησίου τέλους για περίοδο 5 χρόνων με δυνατότητα ανανέωσης. Ταυτοχρόνως, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης των αιτητών για την εκμίσθωση επίσης μέρους του ποταμού μεγαλύτερης έκτασης, από το τμήμα που παραχωρήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος, γιατί, όπως αναφέρεται, η αίτηση δεν ικανοποιούσε τις πρόνοιες των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεση) Κανονισμών του 1989-2005.
Αυτό το μέρος της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, με το οποίο παραχωρήθηκε η άδεια χρήσης προς το ενδιαφερόμενο μέρος, χαρακτηρίζουν οι αιτητές, με την προσφυγή 207/2008, ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος. Στα πλαίσια της προσφυγής 208/2008 οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα του άλλου σκέλους της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου που αφορά την απόρριψη της αιτήσεως τους για παραχώρηση άδειας χρήσης.
Στα πλαίσια της υποβληθείσας ένστασης εκ μέρους της Δημοκρατίας προτάθηκε προδικαστικώς ότι οι αιτητές 2 και 3 στερούνται της δυνατότητας προώθησης της εν λόγω προσφυγής γιατί, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία για τα Αρδευτικά Τμήματα Κεφ.342 και τους Αρδευτικούς Συνδέσμους Κεφ.115, η καταχώρηση προσφυγής προϋποθέτει την εξασφάλιση έγκρισης από τον ΄Επαρχο Λευκωσίας, κάτι το οποίο στην προκείμενη περίπτωση δεν υπάρχει. Ταυτοχρόνως, προβάλλουν ως δεύτερη προδικαστική ένσταση την αδυναμία προώθησης της προσφυγής από τους αιτητές 1 οι οποίοι δεν έχουν οποιανδήποτε νομική υπόσταση.
Το βασικό παράπονο που προβλήθηκε από πλευράς αιτητών εδράζεται στο γεγονός ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου περιορίζεται στη φράση «δεν καλύπτεται από τους περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεσης Κανονισμών). Δεν υπάρχει, πρόσθεσε η ευπαίδευτη συνήγορος οποιονδήποτε στοιχείο που να τεκμηριώνει τη διεξαγωγή έρευνας και η απόφαση αυτή, εν πάση περιπτώσει, είναι και χωρίς αιτιολογία. Χαρακτήρισε περαιτέρω την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ως αυθαίρετη αφού είχε προηγηθεί η απόφαση ημερ. 14 Απριλίου 2004, με την οποία είχαν απορριφθεί οι αιτήσεις τόσον του ενδιαφερόμενου μέρους όσο και των αιτητών. Το τι ακολούθησε, εισηγήθηκε η συνήγορος, είναι μια σειρά από ευνοϊκών αποφάσεων της διοίκησης προς το ενδιαφερόμενο μέρος και δυσμενών για τους αιτητές.
Υπήρξε παραβίαση της υποχρέωσης της διοίκησης για ίση μεταχείριση των πολιτών αφού το Υπουργικό Συμβούλιο έκρινε με διαφορετικά κριτήρια δύο αιτήσεις που βασίζοντο ουσιαστικά στα ίδια περιστατικά. Η προβληθείσα αιτιολογία είναι ελλιπής και δεν μπορεί να οδηγήσει σε άσκηση του αναγκαίου δικαστικού ελέγχου. Τέλος, οι αιτητές εισηγούνται ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης αφού οι καθ΄ων η αίτηση συμπεριφέρθηκαν μεροληπτικά και με κακή πίστη.
Από πλευράς καθ΄ων η αίτηση, πέραν από τις προδικαστικές ενστάσεις, η ευπαίδευτη συνήγορος εισηγήθηκε ότι δεν μπορεί να προβληθεί θέμα ισότητας, αφού, όπως φαίνεται από το ίδιο το σκεπτικό της απόφασης, τα γεγονότα και περιστάσεις που περιβάλλουν τις δύο αιτήσεις δεν ήταν τα ίδια. Ως προς το θέμα της επάρκειας της αιτιολόγησης η συνήγορος εισηγήθηκε ότι παρόλο που είναι λακωνική, είναι περιεκτική και συμπληρώνεται από το φάκελο της υπόθεσης. Ο Κανονισμός 10 των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεση Κανονισμών) του 1989-2005, σαφώς δεν καλύπτει την περίπτωση των αιτητών. Από τον ίδιο το φάκελο της υπόθεσης φαίνεται ξεκάθαρα πώς και ποια γεγονότα λήφθησαν υπόψη για να οδηγηθεί η διοίκηση στη συγκεκριμένη απόφαση ικανοποιώντας το αναγκαίο στοιχείο της δέουσας έρευνας. Με τα ίδια επιχειρήματα έχει απαντηθεί και η εισήγηση για παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης.
Το ενδιαφερόμενο μέρος υιοθέτησε τόσο τις προβληθείσες προδικαστικές ενστάσεις όσο και το περιεχόμενο των εισηγήσεων της Δημοκρατίας τονίζοντας ότι οι εργασίες που πραγματοποιούν ή που θα πραγματοποιούσαν οι αιτητές δεν επηρεάζει τα, όπως ανέφερε, λαγούμια των αιτητών.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών απαντώντας στο θέμα των προδικαστικών ενστάσεων ανέφερε ότι αυτές δεν εγείρονται επαρκώς, μέσα στο πλαίσιο της ενστάσεως, συνεπώς δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η διατύπωση της προδικαστικής ενστάσεως επικεντρώνεται στη νομιμοποίηση των αιτητών να εγείρουν την παρούσα προσφυγή. Σ΄αυτό επικεντρώθηκε η θεματολογία και των δύο πλευρών.
Στα πλαίσια της συζήτησης της αίτησης κατατέθηκαν από πλευράς αιτητών και με τη σύμφωνη γνώμη των καθ΄ων η αίτηση, δύο Βεβαιώσεις του Επάρχου Λευκωσίας, ημερ. 27 Οκτωβρίου 2010, τεκμ. 7 και 8, με τα οποία προσδιορίζοντο ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Επιτροπής του Αρδευτικού Τμήματος Αυλώνας (αιτητές 2) και ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Επιτροπής του Αρδευτικού Συνδέσμου «Κόλυμπος ή Χαλόπετρα» (αιτητές 3).
Σύμφωνα με τον περί Αρδευτικών Τμημάτων (Χωριά) Νόμο, Κεφ.342, άρθρο 29, ένα αρδευτικό τμήμα για να μπορεί να προχωρήσει μια νομική διαδικασία πρέπει, μεταξύ άλλων, να προσδιορίζεται ότι εγείρεται υπό του ταμία της Επιτροπείας, όπως συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση για τους αιτητές αρ.2, πλην όμως περαιτέρω απαιτείται το εξής:
«Νοείται ότι καμιά αγωγή δεν δύναται να καταχωρηθεί και κανένα άλλο ένδικο μέσο δεν δύναται να ληφθεί από αρδευτικό τμήμα χωρίς προηγούμενη απόφαση της Επιτροπείας η οποία λαμβάνεται κατά απόλυτη πλειοψηφία των μελών αυτής και για το σκοπό αυτό με γραπτή συγκατάθεση του Επάρχου».
Ανάλογη ρύθμιση απαντάται και στον περί Αρδευτικών Συνδέσμων (Ιδιωτικόν ΄Υδωρ) Νόμο Κεφ.115. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 19, του Νόμου πέραν από την αναγκαιότητα έγερσης οποιουδήποτε ενδίκου μέσου από τον ταμία της Επιτροπείας, όπως συνέβη στην περίπτωση των αιτητών αρ.3, απαιτείται όπως η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής εξασφαλίσει «και έγκριση του Επάρχου».
Η επιφύλαξη των πιο πάνω άρθρων καθιστά συνεπώς, τη γραπτή συγκατάθεση του Επάρχου (άρθρου 29 Κεφ.342) και την έγκριση του Επάρχου (άρθρο 19 Κεφ.115), ως προϋπόθεση για την άσκηση αγωγής ή λήψη οποιουδήποτε άλλου ενδίκου μέσου.
Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπάρχει, ούτε κατατέθηκε, οποιαδήποτε γραπτή συγκατάθεση, είτε έγκριση του Επάρχου, για προώθηση αυτών των δύο προσφυγών ενώπιον του Δικαστηρίου, από πλευράς των αιτητών 2 και 3.
Η αναφορά σε «ένδικο μέσο» που απαντάται με αμφότερα τα πιο πάνω νομοθετήματα, αποφασίστηκε στην υπόθεση Irrigation Division "Katzilos" v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068 και έτυχε επιβεβαίωσης στην υπόθεση Μαυρουδής και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 123, ότι περιλαμβάνει και την άσκηση προσφυγής με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.
Στην ίδια την υπόθεση Μαυρουδής αποφασίστηκε ότι η έλλειψη εξουσιοδότησης, «έθετε την προσφυγή εκποδών».
Στην περίπτωση του αιτητή 1 υπάρχει και περαιτέρω κώλυμα γιατί η προώθηση της προσφυγής δεν έγινε από ή εκ μέρους του ταμία της Επιτροπείας, όπως προσδιορίζεται τόσο στον περί Αρδευτικών Τμημάτων Νόμο είτε στον περί Αρδευτικών Συνδέσμων Νόμο, αφήνω που σ΄όλες τις συσκέψεις που προηγήθηκαν της επίδικης απόφασης ο ΄Επαρχος ζητούσε από τους αιτητές να προχωρήσουν σε εγγραφή των αιτητών 1, ως αρδευτικό τμήμα για σκοπούς παροχής βοήθειας.
Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι η προδικαστική ένσταση της Δημοκρατίας θα πρέπει να επιτύχει καθότι οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται να προωθήσουν τις εν λόγω προσφυγές.
Ως αποτέλεσμα τούτου αμφότερες οι αιτήσεις απορρίπτονται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών. Ενόψει του γεγονότος ότι οι δύο αυτές προσφυγές είχαν από το αρχικό τους στάδιο συνεκδικαστεί, επιδικάζεται ένα σετ εξόδων.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.