ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1767/2009)
22 Ιουλίου, 2011
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΛΗ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Αποστολίδης για Α. Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Δ. Εργατούδη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή, ζητά ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 20.10.09, με την οποία προήγαγαν το ενδιαφερόμενο μέρος, Γιωργούδη Πανίκο «το ΕΜ», στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εκπαίδευσης (ΑΛΕ) στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, από 1.11.09
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Στις 2.9.08 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, στο εξής «η Γενική Διευθύντρια», υπέβαλε προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας «η ΕΕΥ», πρόταση πλήρωσης της πιο πάνω θέσης. Επρόκειτο για θέση προαγωγής την οποία η ΕΕΥ, κατά τη συνεδρία της ημερ. 1.12.2008 αποφάσισε να προκηρύξει με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Για την εν λόγω θέση υποβλήθηκαν συνολικά 11 αιτήσεις.
Ακολούθως η Γενική Διευθύντρια με επιστολές της ημερ. 5.1.09 και 15.7.09, ζήτησε από την ΕΕΥ την πλήρωση ακόμη 2 θέσεων, όμοιων με την επίδικη. Η ΕΕΥ αποφάσισε ότι θα πλήρωνε τις δύο θέσεις χωρίς δημοσίευσή τους, αφού βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη διαδικασία πλήρωσης θέσης, όμοιας με αυτές. Στη συνέχεια η Γενική Διευθύντρια, ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαβίβασε στην ΕΕΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μαζί με κατάλογο των υποψηφίων τους οποίους η Συμβουλευτική πρότεινε για προαγωγή στις επίδικες θέσεις. Μεταξύ αυτών που συστήνονταν, ήταν τόσο η Αιτήτρια, όσο και το ΕΜ.
Η ΕΕΥ, με βάση το εδάφιο (8) του άρθρου 35Β του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν. 10/69, όπως έχει τροποποιηθεί), στο εξής «ο Νόμος», εξέτασε στις 30.9.2009 τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν εκ μέρους των υποψηφίων, για αναθεώρηση του καταλόγου που κατάρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Υποβλήθηκαν δύο ενστάσεις, η μια από την Αιτήτρια και η άλλη από το ΕΜ. Η ένσταση της Αιτήτριας, η οποία αφορούσε αμφισβήτηση του κατά πόσον το ΕΜ πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα, απορρίφθηκε. Η ένσταση του ΕΜ, με την οποία υπέβαλε αίτημα για αναθεώρηση της βαθμολογίας του για το σχολικό έτος 2006-2007, έγινε αποδεκτή, με αποτέλεσμα να αναθεωρηθεί η επίδικη βαθμολόγησή του από 37 σε 38. Περαιτέρω, έλαβε υπόψη επιστολή του ΚΥΣΑΤΣ, ημερ. 16.7.2009, με την οποία αναγνωριζόταν «πτυχίο» που απονεμήθηκε στο ΕΜ από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ως τίτλος ισότιμος προς Μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, με αποτέλεσμα να θεωρήσει ότι το συγκεκριμένο πτυχίο ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας για κατοχή μεταπτυχιακής εκπαίδευσης. Επίσης, κατά την ίδια συνεδρία, η ΕΕΥ κατάρτισε, σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 35Β του Νόμου, τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων στον οποίο περιέλαβε τους υποψηφίους που είχε προτείνει η Συμβουλευτική Επιτροπή, στους οποίους περιλαμβάνονταν η Αιτήτρια και το ΕΜ, ενώ αποφάσισε να τους καλέσει σε προσωπική συνέντευξη.
Στις 20.10.09 η ΕΕΥ, αφού ολοκλήρωσε τη διαδικασία των συνεντεύξεων και έλαβε υπόψη τους ενώπιον της φακέλους των υποψηφίων, αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή σε τρεις από αυτούς, μεταξύ των οποίων και το ΕΜ. Ως ημερομηνία ισχύος της προαγωγής τους, καθορίστηκε η 1.11.09.
Η Αιτήτρια, η οποία δεν επιλέγηκε, προβάλλει 6 λόγους ακύρωσης της πιο πάνω απόφασης:- (1) Κακή συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, (2) μη δέουσα έρευνα και πλάνη περί τα πράγματα ως προς την κατοχή των απαιτούμενων προσόντων από το ΕΜ, (3) μη κατοχή από το ΕΜ του απαιτούμενου προσόντος της πολύ καλής γνώσης ξένης γλώσσας, (4) εσφαλμένη αποτίμηση της αξίας της Αιτήτριας, με βάση τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις της, (5) εσφαλμένη απόδοση υπέρμετρης ή αποκλειστικής σημασίας στο αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης και (6) παράβαση της αρχής της επιλογής του καλύτερου υποψηφίου.
Κακή συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής - Λόγος ακύρωσης 1
Ο συνήγορος της Αιτήτριας, προβάλλει κακή συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, λόγω αντικατάστασης του μέλους Μιχάλη Κωνσταντίνου από τον Ευστάθιο Μιχαήλ. Συγκεκριμένα προβάλλει ότι αυτή η διαφοροποίηση της συγκρότησης της Συμβουλευτικής, μεσούσης της διαδικασίας και ενώ η αρχική συγκρότησή της εγκρίθηκε βάσει του Νόμου από τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, στο εξής «ο Υπουργός», συνιστά παράνομη συγκρότηση. Αυτό γιατί αφενός δεν υπήρξε νέα πράξη του Υπουργού για την αλλαγή αυτή και αφετέρου αυτή δεν αιτιολογήθηκε.
Η ΕΕΥ προβάλλει ότι η αρχική απόρριψη του ονόματος του κ. Ε. Μιχαήλ, από τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής, οφείλεται στο γεγονός ότι ο διορισμός του στη θέση Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, είχε ακυρωθεί. Όμως όταν ο κ. Ευσταθίου επαναδιορίστηκε στη θέση Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, εγκρίθηκε η συμμετοχή του, αφού προηγήθηκε σχετικό Σημείωμα ημερ. 17.12.08 του ίδιου, ως Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, προς τον Υπουργό, από τον οποίο εξασφαλίστηκε η σχετική έγκριση.
Λόγω πολλών ασαφειών σε σχέση με τη συγκρότηση, το Δικαστήριο διέταξε την καταχώρηση συμπληρωματικών αγορεύσεων, οι οποίες επεξηγήθηκαν στο στάδιο των διευκρινίσεων. Επίσης, η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση καταχώρησε επιστολή ημερ. 9.12.2003 (Τεκμήριο 5, το οποίο κατατέθηκε στο στάδιο των διευκρινήσεων) του τότε Υπουργού Παιδείας, με την οποία εκχωρεί τις εξουσίες του που απορρέουν από το Νόμο, στον Γενικό Διευθυντή, αναφορικά με την πλήρωση κενών θέσεων και την πειθαρχική δίωξη λειτουργών. Ο Υπουργός σημειώνει στην επιστολή του, ότι η εκχώρηση άσκησης της πιο πάνω εξουσίας δεν τον αποκλείει από την άσκηση αυτής, σε οποιοδήποτε χρόνο αυτοπροσώπως. Η πλευρά των Καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι στις 3.7.2008 με την αφυπηρέτηση ενός μέλους (Ευλογημένου), την θέση του πήρε ο Χαρ. Κωνσταντίνου. Έτσι, η Συμβουλευτική Επιτροπή για τη συγκεκριμένη θέση, αποτελείτο από την Ολυμπία Στυλιανού, Δέσποινα Φορσιέρ και Χαρ. Κωνσταντίνου. Αυτό προκύπτει από το Υπηρεσιακό Σημείωμα ημερ. 3.7.2008. Γι' αυτή την αλλαγή στη συγκρότηση της Επιτροπής, δεν υπάρχει αμφισβήτηση, αφού η εισήγηση του δικηγόρου της Αιτήτριας αφορά στη μετέπειτα αντικατάσταση του Χ. Κωνσταντίνου με τον Ε. Μιχαήλ.
Στις 17.12.2008, μετά τη λήψη της δαχτυλογραφημένης Σημείωσης του κ. Ε. Μιχαήλ, που ακολούθησε τον επαναδιορισμό του στη θέση που κατείχε προηγουμένως, ζητήθηκε η έγκριση για την αντικατάσταση του Χ. Κωνσταντίνου με τον ίδιο τον Ε. Μιχαήλ. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι αυτή η αλλαγή στη συγκρότηση είναι παράνομη, εφόσον έγινε χωρίς την εξουσιοδότηση της αρμόδιας Αρχής. Από την άλλη, οι Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο Υπουργός ενέκρινε την εισήγηση καταγράφοντας στο κάτω μέρος της χειρόγραφης Σημείωσης του κ. Ε. Μιχαήλ, τη λέξη «Εγκρίνεται», θέτοντας την υπογραφή του και την ημερομηνία «20.12.08». Με αυτό, όπως εισηγήθηκε η κα Εργατούδη, εγκρίνετο τόσο η πλήρωση των θέσεων, όσο και η νέα σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Έτσι η Συμβουλευτική Επιτροπή για τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εκπαίδευσης, αποτελείτο από τις 20.12.2008 και εντεύθεν, από τους Ολυμπία Στυλιανού, Δέσποινα Φόρσιερ και Ευστάθιο Μιχαήλ. Να προσθέσω ότι στις 5.9.2009 η Γενική Διευθύντρια, με επείγουσα επιστολή της, που υπογράφεται εκ μέρους της Γενικής Διευθύντριας από την Τασούλα Χατζηπροδρόμου, προς την ΕΕΥ, την πληροφορεί τόσο για την έγκριση για την πλήρωση των θέσεων, όσο και για τη νέα συγκρότηση της σχετικής Συμβουλευτικής Επιτροπής. Για υποβοήθηση του έργου του Δικαστηρίου, επισύναψε στην αγόρευσή της, τα σχετικά Σημειώματα και επιστολές (Παραρτήματα Ι-ΙΙΙ).
Σύμφωνα με το δικηγόρο της Αιτήτριας, στη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν έπρεπε να συμμετέχει ο Ε. Μιχαήλ, εφόσον μετά την αρχική έγκριση του Υπουργού για τη συμμετοχή του Χ. Κωνσταντίνου, δεν παρείχετο αρμοδιότητα σε άλλο όργανο για αντικατάσταση του Κωνσταντίνου με τον Μιχαήλ. Για την αντικατάσταση χρειαζόταν νέα απόφαση του Υπουργού. Περαιτέρω εισηγήθηκε ότι το χειρόγραφο υπηρεσιακό Σημείωμα ημερ. 18.12.2008 (Παράρτημα 1 στη συμπληρωματική αγόρευση της συνηγόρου των Καθ' ων η αίτηση) το οποίο υπέγραψε ο Υπουργός, δεν μπορεί να αποτελεί έγκριση του Υπουργού για την αλλαγή στη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αλλά αποτελεί την έγκριση του για την πλήρωση μιας άλλης πρόσθετης θέσης. Σύμφωνα με την εισήγηση της δικηγόρου της Αιτήτριας, δεν υπάρχει άρτιο πρακτικό, όπως έπρεπε.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Σύμφωνα με το άρθρο 35Α του Νόμου, η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής καταρτίζεται από την αρμόδια αρχή, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου «σημαίνει τον Υπουργό, ενεργούντα συνήθως δια του Γενικού Διευθυντού του Υπουργείου τούτου.».
Στην προκειμένη περίπτωση δεν χωρεί αμφιβολία, ότι η έγκριση που έδωσε ο Υπουργός στις 20.12.08 αφορούσε τόσο στην έγκριση των νέων θέσεων όσο και στη νέα συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται εύλογα, αφού προηγήθηκε το δαχτυλογραφημένο Σημείωμα ημερ. 17.12.08 του Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης προς τον Υπουργό, καθώς και ξεχωριστή συνοπτική χειρόγραφη Σημείωση ημερ. 18.12.08, του ίδιου προς τον Υπουργό. Κατά την κρίση μου, ο Υπουργός όταν έθετε την υπογραφή του στη χειρόγραφη Σημείωση του Ε. Μιχαήλ, δεν μπορεί να μην έλαβε υπόψη και το δαχτυλογραφημένο Σημείωμα της προηγούμενης ημέρας, το οποίο υπήρχε στο φάκελο και στο οποίο αφορούσε η χειρόγραφη Σημείωση. Στο πάνω μέρος της χειρόγραφης Σημείωσης, υπήρχε επίσης καταχώρηση «Σημείωμα από ΔΑΑΕ[1].17.12.08», το οποίο προφανώς αναφερόταν στο δαχτυλογραφημένο Σημείωμα.
Επομένως, για τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εκπαίδευσης, η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής από 20.12.2008 αποτελείτο από την Ολυμπία Στυλιανού, Πρόεδρο και Ευστάθιο Μιχαήλ και Δέσποινα Φόρσιερ, Μέλη. Με αυτή τη συγκρότηση, η οποία κατά την κρίση μου ήταν καθ' όλα νόμιμη, συνεδρίασε η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως φαίνεται από το σχετικό πρακτικό της Επιτροπής, ημερ. 20.7.2009. Με τη συγκεκριμένη νόμιμη σύνθεση, συστήνετο τόσο το ΕΜ, όσο και η ίδια. Δεν ετέθη θέμα εννόμου συμφέροντος της Αιτήτριας, ενόψει του ότι και η ίδια συστήθηκε, γι' αυτό δεν προτίθεμαι να εξετάσω ένα τέτοιο θέμα.
Περαιτέρω, ο δικηγόρος της Αιτήτριας στη συμπληρωματική του αγόρευση, ανέφερε ότι τα έγγραφα που επισύναψε η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση στη συμπληρωματική της αγόρευση, όχι μόνο δεν ξεκαθαρίζουν το θέμα, αλλά μάλλον το περιπλέκουν. Κατ' αρχάς, στο υπηρεσιακό Σημείωμα ημερ. 3.7.2008 που περιλαμβάνει τη νέα συγκρότηση μετά την αφυπηρέτηση Ευλογημένου, υπάρχει στο πάνω αριστερά μέρος, Σημείωση ότι «Η εξουσία εκχωρήθηκε στη Γ.Δ.», ενώ στο ίδιο αντίγραφο του ίδιου Σημειώματος που επισυνάπτεται στην αγόρευση της δικηγόρου των Καθ' ων η αίτηση, δεν υπάρχει η ίδια χειρόγραφη Σημείωση. Κατά τον ισχυρισμό της δικηγόρου της Αιτήτριας, διαφορές υπάρχουν και στην επιστολή ημερ. 2.8.2008 που στάληκε από τη Γενική Διευθύντρια προς την ΕΔΥ. Τίποτα δεν θα μπορούσε να προκύψει από τη χειρόγραφη Σημείωση, ενόψει:- (α) του άρθρου 35Α(2)(η) του Νόμου ότι αρμόδια αρχή για τον καταρτισμό της συγκεκριμένης Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν ο Υπουργός και (β) της επιστολής εκχώρησης, ημερ. 9.12.2003 (Τεκμήριο 5), του Υπουργού με την οποία χορηγεί γενική εξουσιοδότηση προς τον Γενικό Διευθυντή, με την επιφύλαξη όμως ότι η εκχώρηση άσκησης της πιο πάνω εξουσίας δεν αποκλείει τον ίδιο τον Υπουργό από την άσκηση αυτής της εξουσίας σε οποιοδήποτε χρόνο, αυτοπροσώπως. Όπως προκύπτει, ο Υπουργός ούτως ή άλλως διατηρούσε την εξουσία να προβεί ο ίδιος στη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Μη δέουσα έρευνα και πλάνη περί τα πράγματα ως προς την κατοχή των απαιτούμενων προσόντων από το ΕΜ-Λόγος ακύρωσης 2
Προτού προχωρήσω να εξετάσω την βασιμότητα του πιο πάνω λόγου ακύρωσης, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το μέρος εκείνο του Σχεδίου Υπηρεσίας, που αναφέρεται στα απαιτούμενα προσόντα και το οποίο προβλέπει ότι:
«3. Απαιτούμενα Προσόντα
(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ειδικότητα που να δίνει στον υποψήφιο δικαίωμα διορισμού στη θέση καθηγητή/εκπαιδευτή στις κλίμακες Α8-Α10.
(2) Μεταπτυχιακή εκπαίδευση με τίτλο στον τομέα της ειδικότητας του, ή στην εκπαιδευτική διοίκηση, ή στα παιδαγωγικά ή σε θέμα συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.
(3) Εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ετών, από τα οποία τα δύο (2) να είναι σε θέση με μισθοδοτική κλίμακα όχι κατώτερη από την Α11.
(4) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα και ευθυκρισία.
(5) Άριστη γνώση ελληνικής και πολύ καλή γνώση μιας τουλάχιστον από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Σημ.: Κατά τη δημοσίευση της θέσης, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, θα καθορίζονται η ειδικότητα και ο τομέας της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης που αναφέρονται στο 1 και 2 πιο πάνω, αντίστοιχα.»
Το ΕΜ θεωρήθηκε από την ΕΕΥ ότι πληρούσε την πρόνοια (2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, αφού το ΚΥΣΑΤΣ με επιστολή του ημερ. 16.7.2009 αναγνώρισε το πτυχίο που κατείχε το ΕΜ από το Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1990) ως τίτλο ισότιμο προς Μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα πρακτικά ημερ. 30.9.2009, η ΕΕΥ εξετάζοντας την ένσταση σε σχέση με τον κατάλογο συστηνομένων, διαπίστωσε μεταξύ άλλων, ότι:-
«Στην ίδια πιο πάνω συνεδρία της (ημερομηνίας 30.9.2009), η Επιτροπή εξέτασε τη νομιμότητα της έκθεσης και του καταλόγου που κατήρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή και διαπίστωσε ότι ορθά αυτή θεώρησε μη προσοντούχους τους αιτητές Δημητρίου Χριστιάνα, Ζαμπά Αντώνιο, Λαζούρα Σάββα και Παναγή Κύπρο και τους απέκλεισε από τη διαδικασία πλήρωσης των εν λόγω θέσεων. Το σκεπτικό της απόφασης για αποκλεισμό των πιο πάνω περιέχεται στην παρ. 7 των πρακτικών της συνεδρίας της Επιτροπής ημερομηνίας 30.9.2009. Περαιτέρω, η Επιτροπή μελέτησε τους Προσωπικούς Φακέλους των υπόλοιπων επτά αιτητών που η Συμβουλευτική Επιτροπή θεώρησε προσοντούχους και διαπίστωσε ότι αυτοί κατέχουν όλα τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.»
Ο δικηγόρος της Αιτήτριας προβάλλει ότι η ΕΕΥ έκρινε ότι το ΕΜ κατείχε διδακτορικό τίτλο, ο οποίος είναι συναφής με το βασικό τίτλο σπουδών, ενώ το ΕΜ δεν κατείχε τέτοιο διδακτορικό τίτλο. Διαζευκτικά, προβάλλει ότι το ΕΜ απέκτησε διδακτορικό παράλληλα ή προγενέστερα του πρώτου τίτλου, που είναι σε διαφορετικό θέμα σπουδών και ενώ η Ελληνική Νομοθεσία και συγκεκριμένα το άρθρο 2(9) του Ελληνικού Νόμου 1771/1988, απαγορεύει την παράλληλη φοίτηση σε δύο διαφορετικές Σχολές ή Τμήματα των Α.Ε.Ι. της Ελλάδας. Σύμφωνα με την εισήγηση του δικηγόρου της Αιτήτριας, τόσο η Συμβουλευτική όσο και η ΕΕΥ έπρεπε να ερευνήσουν δεόντως το θέμα αυτό πριν να κρίνουν ότι το ΕΜ πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα. Με την παράλειψή τους, πρόσθεσε, έχουν υποπέσει σε πλάνη περί τα πράγματα. Τις ίδιες θέσεις η Αιτήτρια προέβαλε με την ένστασή της, για την τοποθέτηση της στον επίδικο κατάλογο διοριστέων.
Οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η ΕΕΥ ερεύνησαν δεόντως όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους για σκοπούς διαπίστωσης κατοχής των απαιτούμενων προσόντων. Περαιτέρω η διαπίστωση των δύο σωμάτων προκύπτει από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, η ερμηνεία και η εφαρμογή του οποίου επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου. Όσον αφορά τον πρώτο τίτλο του ΕΜ, προβάλλουν ότι αυτός διαπιστώθηκε ότι πληροί την πρόνοια (2) του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, το οποίο απαιτεί κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου, αφού το ΕΜ προσκόμισε σχετικό πιστοποιητικό αναγνώρισης από το ΚΥΣΑΤΣ του τίτλου στη Μουσική της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ως ισότιμου προς Μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους, οι Καθ' ων η αίτηση προέβησαν σε πλήρη έρευνα των γεγονότων. Κατά την κρίση μου αξιολόγησαν ορθά τα γεγονότα της υπόθεσης προτού καταλήξουν στην επίδικη απόφαση και καμία πλάνη δεν εμφιλοχώρησε στην σκέψη τους. Τόσο η Συμβουλευτική, όσο και η ΕΕΥ, κατά την εξέταση του κατά πόσο οι υποψήφιοι πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα, έκριναν ότι το ΕΜ πληρούσε την πρόνοια (2) του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας που απαιτεί κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου. Ενώπιον της ΕΕΥ, τέθηκε πιστοποιητικό αναγνώρισης από το ΚΥΣΑΤΣ ημερ. 16.7.2009, το οποίο είναι το μόνο προς τούτο αρμόδιο σώμα για αναγνώριση της ισοτιμίας των τίτλων σπουδών. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, διακριτική ευχέρεια ερμηνείας των σχεδίων υπηρεσίας καθώς και πρωτογενών διαπιστώσεων αναφορικά με την κατοχή των απαιτούμενων προσόντων από τους υποψηφίους, έχει μόνο το διορίζον όργανο, ενώ το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις που η ερμηνεία που δίδεται δεν είναι εύλογα επιτρεπτή (βλ. σχετικά τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις Δημοκρατία ν. Κυπρή (1989) 3(Δ) ΑΑΔ 2600, Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) ΑΑΔ 1253 και Δημοκρατία ν. Υψαρίδη κ.α. (1993) 3 ΑΑΔ 347, 354-355). Στην προκειμένη περίπτωση η ΕΕΥ, ως αποφασίζον όργανο ενήργησε εντός των ορίων της διακριτικής της εξουσίας και βασιζόμενη στο σχετικό πιστοποιητικό ισοτιμίας του ΚΥΣΑΤΣ, αιτιολόγησε δεόντως της απόφασή της χωρίς να αφήνει οποιεσδήποτε αμφιβολίες, με αποτέλεσμα ο δικαστικός έλεγχος να είναι απόλυτα εφικτός. Καμιά πλάνη ως προς τα προσόντα του ΕΜ δεν διαπιστώνεται. Η αναφορά της ΕΕΥ στην υπόθεση Λυσιώτη ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1323/07, ημερ. 15.1.2009 και Καπελίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 279, ήταν κατά την άποψή μου εύστοχη
Εσφαλμένη διαπίστωση ότι το ΕΜ πληροί το απαιτούμενο προσόν της «Πολύ Καλής Γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας»-Λόγος ακύρωσης 3
Η ΕΕΥ έκρινε ότι η κατοχή από το ΕΜ του πιστοποιητικού επιτυχίας στις εξετάσεις του Στ΄ έτους στα Αγγλικά των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης (25.6.2009) και η παρακολούθηση μεταπτυχιακών σπουδών στα Πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, αποτελεί τεκμήριο για την κατοχή του απαραίτητου προσόντος της παραγράφου (5) του Σχεδίου Υπηρεσίας, δηλαδή της «Πολύ καλής γνώσης μιας τουλάχιστον από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες». Στην προκειμένη περίπτωση, πρόκειται για την αγγλική γλώσσα.
Ο συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι το ΕΜ πληρούσε το συγκεκριμένο προσόν, γιατί το σχετικό πιστοποιητικό των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης, προς απόδειξη της κατοχής του, προσκομίσθηκε σχεδόν 7 μήνες μετά τη προκήρυξη της επίδικης θέσης ήτοι στις 25.6.2009, ενώ η καταλυτική ημερομηνία είναι η 29.12.2008 δηλαδή αυτή της λήξης υποβολής υποψηφιοτήτων.
Οι Καθ' ων η αίτηση θεωρούν ότι ορθά λήφθηκε υπόψη το πιστοποιητικό προς όφελος του ΕΜ. Προς τούτο η δικηγόρος τους παραθέτει σχετικό απόσπασμα από την επίδικη απόφαση, στο οποίο, επικαλούμενη δύο αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η μια πρωτόδικη και η άλλη της Ολομέλειας, αναφέρει ότι αφού το διορίζον όργανο μπορεί να διεξαγάγει γραπτή ή προφορική εξέταση για την διαπίστωση των γλωσσικών γνώσεων των υποψηφίων, τότε δεν ισχύουν οι αρχές του ουσιώδους χρόνου για την κατοχή του προσόντος αυτού (βλ. Μουσιούττας ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 339/03, ημερ. 24.3.2004 και Σελεάρης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 602). Περαιτέρω προβάλλει ότι η κατοχή της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας από το ΕΜ, αποδεικνύεται και από τις σχετικές αγγλόφωνες μεταδιδακτορικές του σπουδές στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ.
Ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση στη γραπτή της αγόρευση επεσύναψε ως Παράρτημα 9, έγγραφο με τα «Αποδεχτά Τεκμήρια για Γνώση της Ελληνικής, της Αγγλικής, της Γαλλικής και της Γερμανικής Γλώσσας στα Απαιτούμενα από Ορισμένα Σχέδια Υπηρεσίας της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Επίπεδα». Σε ότι αφορά την αγγλική γλώσσα, αναφέρονται τα εξής:-
«ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
(α) Άριστη γνώση
(i) Πτυχίο ή μεταπτυχιακός τίτλος αγγλόφωνου εκπαιδευτικού ιδρύματος πανεπιστημιακού επιπέδου, του εξωτερικού
(ii) Δίπλωμα (Diploma) αγγλόφωνων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανώτερης/ανωτάτης εκπαίδευσης του εξωτερικού διετούς τουλάχιστον διάρκειας
(β) Πολύ καλή γνώση
(i) GCE O-level στην αγγλική γλώσσα με βαθμό C και άνω
(ii) IGCSE στην αγγλική γλώσσα με βαθμό C και άνω
(iii)Cambridge Certificate of Proficiency in English
(iv)Cambridge Advanced Certificate in English με βαθμό C και άνω
(v)ELTS/IELTS με βαθμό 6 και άνω
(vi)TOEFL με βαθμό 550 και άνω (paper-based) ή TOEFL με βαθμό 213 και άνω (computer-based)
(vii)Προγράμματα σπουδών με φοίτηση σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, συνοδευόμενα από πιστοποιητικά επιτυχίας σε σχετικές εξετάσεις*
(viii) Πιστοποιητικό επιτυχίας στις τελικές εξετάσεις της αγγλικής γλώσσας, τουλάχιστον του έκτου έτους, των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης *
(ix)Πτυχίο Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (Α.Τ.Ι.)
(x) Μεταπτυχιακό Δίπλωμα του Μεσογειακού Ινστιτούτου Διεύθυνσης (Mediterranean Institute of Management), του οποίου η γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική
(xi) Δίπλωμα Ανώτερου Ξενοδοχειακού Ινστιτούτου Κύπρου (τριετή προγράμματα σπουδών των οποίων η γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική)
(xii) Προγράμματα πτυχιακού ή μεταπτυχιακού επιπέδου σε ιδιωτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογημένα από το ΣΕΚΑΠ, των οποίων η γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική
(γ) Καλή γνώση
(i) Απολυτήριο αναγνωρισμένης εξατάξιας σχολής Μέσης Εκπαίδευσης ή λυκείου της Κύπρου
(ii)Cambridge First Certificate in English C και άνω
(iii) Πιστοποιητικό επιτυχίας στις τελικές εξετάσεις της αγγλικής γλώσσας, τουλάχιστον του τετάρτου έτους, των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης."
(* Η έμφαση δική μου)
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, είναι αποδεκτό από όλα τα μέρη ότι το ΕΜ, προς απόδειξη της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος της «πολύ καλής γνώσης» της αγγλικής γλώσσας, προσκόμισε σχετικό πιστοποιητικό των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης, με ημερ. 25.6.2009. Όμως με βάση την πάγια τακτική ο χρόνος συνδρομής των απαιτούμενων προσόντων είναι αυτός της λήξης υποβολής υποψηφιοτήτων, ήτοι η 29.12.2008 η οποία στην προκειμένη περίπτωση, είναι η καταλυτική ημερομηνία κατοχής των απαιτούμενων προσόντων. Επομένως, η ΕΕΥ δεν μπορούσε κατά την άποψή μου, να στηριχθεί στο πιστοποιητικό επιτυχίας των Κρατικών Ινστιτούτων, εφόσον αυτό εκδόθηκε μετά τον ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων.
Όμως η ΕΕΥ δεν στήριξε την απόφαση της μόνο στο πιστοποιητικό των Κρατικών Ινστιτούτων. Στηρίχθηκε επίσης στις μεταπτυχιακές σπουδές του ΕΜ σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Συγκεκριμένα, η ΕΕΥ κατά την εξέταση της ένστασης της Αιτήτριας για τον κατάλογο συστηνομένων, ανέφερε ότι:-
«Επιπρόσθετα, ο εν λόγω υποψήφιος, κατά τη διάρκεια των μεταδιδακτορικών του σπουδών στο Goldsmith´s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (1.10.1989-31.1.1990) και στο Πανεπιστήμιο Καλιφόρνιας από τον Ιανουάριο έως τον Αύγουστο του 1990) και κατά το 2000 (6 εβδομάδες), παρέστη σε τάξεις και σεμινάρια και κατάθεσε στο τέλος μεταδιδακτορικές εργασίες. Οι εν λόγω μεταδιδακτορικές σπουδές αποτελούν επίσης τεκμήριο για την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας, αφού συνιστούν σπουδές σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού διάρκειας πέραν του ενός ακαδημαϊκού έτους, με κατάθεση στο τέλος σχετικών εργασιών.»
Ο δικηγόρος της Αιτήτριας, σε σχέση με τα πιο πάνω διερωτάται:-
«Στο 5ο έτος (1989-1990), που είναι και το πρώτο έτος αποφοίτων από την εν λόγω Σχολή, το ενδιαφερόμενο μέρος έπρεπε κανονικά να φοιτά στη Θεσσαλονίκη ως τελειόφοιτος (για το πρώτο πτυχίο ακόμα) και οπωσδήποτε να είναι παρών στις εξετάσεις εκεί των δύο διαφορετικών εξαμήνων (χειμερινό και εαρινό). Πώς μπορεί επομένως στις εξεταστικές Ιανουαρίου και Ιουνίου 1990 να βρίσκεται ταυτόχρονα σε δύο ή τρεις χώρες; Λόγω του πτυχίου των καλών τεχνών που παραδίδει, συνεπάγεται ότι δεν «έχασε» / «απουσίασε» από τις δύο εξεταστικές. Λόγω των δύο μερικώς χρονικά συντρεχουσών προσόντων του Λονδίνου και της Καλιφόρνιας φαίνεται ότι τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου ήταν μέχρι 31/1/90 στο Goldsmith College και από τον Ιανουάριο του 1990 μέχρι και τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς στην Καλιφόρνια!
Τα πιο πάνω επισήμανε και η αιτήτρια κατά την ένστασή της ότι δηλαδή τα δύο προσόντα (μεταδιδακτορικά) δεν έχουν το καθένα διάρκεια ενός τουλάχιστον χρόνου οδήγησε την ΕΕΥ στο αθροιστικό ευφυολόγημα να προσθέτει 3 διαφορετικές περιόδους ακόμη και μετά πάροδο μίας δεκαετίας (με την προσθήκη 6 βδομάδων κατά το 2000) .. για να αποδείξει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος φοίτησε 1 χρόνο και 2 βδομάδες σε αγγλόφωνα ιδρύματα του εξωτερικού άρα δήθεν ξεπερνά τον ένα χρόνο.»
Και πιο κάτω στην αγόρευσή του:-
«Ούτε επίσης μπορεί να γίνει δεκτή η επίκληση της καθ' ης περί τον συνυπολογισμό δήθεν, χρόνου πέραν του ενός ακαδημαϊκού έτους για σπουδές σε αγγλόφωνα ιδρύματα του εξωτερικού.
Ουδείς γνωρίζει, όπως ήδη ανέφερα και πιο πριν, πώς αποκτήθηκε το «μεταπτυχιακό» αυτό προσόν, με ή χωρίς φοίτηση, με αλληλογραφία, με ή χωρίς εξετάσεις. Ούτε υπάρχει πιστοποίηση της αξίας του προσόντος αυτού από το ΚΥΣΑΤΣ.»
Κατά την άποψή μου, τα επιχειρήματα του δικηγόρου της Αιτήτριας ευσταθούν. Η ΕΕΥ στηρίχθηκε στις μεταδιδακτορικές σπουδές του ΕΜ στο Goldsmith College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας για να του αναγνωρίσει δυνάμει της παρ. (vii) των Αποδεχτών Τεκμηρίων, το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Όμως και τα δύο προγράμματα σπουδών δεν φαίνεται να ήταν διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, όπως προβλέπεται στα «Αποδεχτά Τεκμήρια» γνώσης. Το μεν πρώτο πτυχίο, όπως προκύπτει από τους φακέλους, ήταν διάρκειας 4 μηνών (1.10.89-31.1.90), ενώ το δεύτερο 8 μηνών (Ιανουάριος 90-Αύγουστος 90). Η ΕΕΥ δεν μπορούσε να αθροίσει τη χρονική διάρκεια των δύο προγραμμάτων σπουδών, ώστε να συμπληρωθεί η ελάχιστη διάρκεια του ενός έτους. Επειδή σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων, το ΕΜ ολοκλήρωσε τις σπουδές του και στα δύο ακαδημαϊκά ιδρύματα, η ΕΕΥ προτού αναγνωρίσει τις σπουδές του ως τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, όφειλε τουλάχιστον να είχε προβεί σε έρευνα αναφορικά με τη διάρκεια των σπουδών του. Τέτοια δεν φαίνεται να έχει γίνει και επομένως η απόφαση της ΕΕΥ δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη. Το επιχείρημα της κας Εργατούδη ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν ισχύουν οι αρχές του ουσιώδους χρόνου για την κατοχή του προσόντος της γνώσης της αγγλικής καθότι, όπως εισηγήθηκε, το διορίζον όργανο νόμιμα υπέβαλε τους υποψηφίους σε γραπτή εξέταση για να διαπιστώσει τις γλωσσικές τους ικανότητες, δεν ευσταθεί. Η ΕΔΥ στήριζε την απόφαση στα «Τεκμήρια Γνώσης» που προσκόμισε το ΕΜ και επομένως η απόφασή της θα πρέπει να κριθεί στη βάση των όσων η ίδια έλαβε υπόψη.
Ενόψει της επιτυχίας του λόγου ακύρωσης 3, δεν χρειάζεται να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ της Αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς
[1] Αναφέρεται στον Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης.