ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                (Υπόθεση Αρ. 1481/2009)

 

 26 Ιουλίου, 2011

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΔΡ. ΕΛΕΝΗ ΜΕΛΗ,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Α. Ευσταθίου (κα), για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Η Αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 13.7.2009, με την οποία η Αθανασία Νικολαΐδου, ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ), προάχθηκε στην μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, από 1.9.2009.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Στις 5.1.2009 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (στο εξής «η Γενική Διευθύντρια»), με έγγραφο που διαβίβασε στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), ζήτησε την πλήρωση της πιο πάνω θέσης, η οποία είναι θέση προαγωγής.  Πρόκειται για θέση η οποία όπως αναφέρεται στα πρακτικά της ΕΕΥ, είναι η δεύτερη στην ιεραρχία της Διεύθυνσης Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης στο Υπουργείο Παιδείας και η οποία θεωρείται ως θέση νευραλγική στο εκπαιδευτικό σύστημα.  Μετά τη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, υποβλήθηκαν τρεις αιτήσεις, μεταξύ των οποίων αυτή της Αιτήτριας και του ΕΜ.

 

Ακολούθως, με βάση το άρθρο 35Β(1) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν. 10/1969), όπως τροποποιήθηκε (στο εξής «ο Νόμος»), ο κατάλογος όλων των υποψηφίων μαζί με όλα τα σχετικά έγγραφα, διαβιβάστηκαν στη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία αφού ερεύνησε τα δεδομένα, ετοίμασε Έκθεση την οποία διαβίβασε στην ΕΕΥ, μαζί με όλα τα σχετικά έγγραφα και τον κατάλογο των προσοντούχων υποψηφίων τους οποίους πρότεινε για προαγωγή στην αναφερόμενη θέση.  Σ' αυτόν συμπεριλαμβανόταν η Αιτήτρια, το ΕΜ και ένας άλλος υποψήφιος.

 

Στη συνέχεια η ΕΕΥ σε συνεδρία της στις 13.5.2009, προχώρησε με βάση το εδάφιο (8) του άρθρου 35Β του Νόμου, στην εξέταση της ένστασης που υπέβαλε το ΕΜ για την Έκθεση και τη μη συμπερίληψη των βαθμολογιών της για το έτος 2008 στον κατάλογο που κατάρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή.  Η ΕΕΥ αποδέχθηκε την ένσταση, αποφασίζοντας να λάβει υπόψη της τις σχετικές βαθμολογίες για το 2008, για σκοπούς σύγκρισης μεταξύ των τριών υποψηφίων.  Κατά την ίδια συνεδρία, η ΕΕΥ αφού κατάρτισε, σύμφωνα με το άρθρο 35Β(8) του Νόμου, «τελικό κατάλογο» των υποψηφίων στον οποίο περιέλαβε τους τρεις υποψηφίους που είχε προτείνει η Συμβουλευτική Επιτροπή, αποφάσισε να τους καλέσει σε προσωπική συνέντευξη.

 

Με το πέρας των συνεντεύξεων που τελικά έγιναν στις 13.7.2009, η ΕΕΥ αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία και τα τρία θεσμοθετημένα αξιολογικά κριτήρια, αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στην επίδικη θέση στο ΕΜ, ορίζοντας ότι η προαγωγή της θα ίσχυε από την 1.9.2009.

Εναντίον της απόφασης αυτής, η Αιτήτρια προβάλλει 3 λόγους ακύρωσης, ότι:- (1) Δόθηκε υπέρμετρη σημασία στο αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, παραγνωρίζοντας την υπεροχή της Αιτήτριας στα θεσμοθετημένα κριτήρια, (2) το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης είναι αντίθετο με την όλη εικόνα της Αιτήτριας και (3) δεν υπήρξε δέουσα έρευνα ως προς τη διαπίστωση των προσόντων του ΕΜ, που απαιτούνταν από την παράγραφο 3(4) (ενημερότητα στα εκπαιδευτικά προβλήματα κ.τ.λ.) και 3(6) (ακεραιτότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα κ.τ.λ.) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

 

Υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση και παραγνώριση της υπεροχής της Αιτήτριας στα θεσμοθετημένα κριτήρια.

Το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης είναι αντίθετο με την όλη εικόνα της Αιτήτριας - Λόγοι ακύρωσης 1 και 2

Ενόψει της συνάφειάς τους, θεώρησα σκόπιμο να εξετάσω τους δύο λόγους ακύρωσης μαζί.  Σε σχέση με τον λόγο ακύρωσης 1, η συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι αρχικά η ΕΕΥ (σε σχέση με το κριτήριο της αξίας), αναφέρει ότι πέραν των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων, έλαβε υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης, το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης.  Όμως, στη συνέχεια το καθιστά ως ουσιαστικό κριτήριο και του αποδίδει υπέρμετρη βαρύτητα.  Με τον τρόπο αυτό, παραγνωρίστηκε η υπεροχή της Αιτήτριας σε βαθμολογημένη αξία (κατά τρία εξαίρετα «Ε») και σε αρχαιότητα (η Αιτήτρια κατείχε τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εκπαίδευσης, η οποία είναι η αμέσως προηγούμενη με την επίδικη θέση, από 11.3.2003 ενώ το ΕΜ από 1.2.2007).  Επίσης ότι η ΕΕΥ παραγνώρισε την κατοχή από μέρους της Αιτήτριας του πρόσθετου προσόντος «PhD in Curriculum Studies»,  από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, θεωρώντας ότι το συγκεκριμένο προσόν έχει μόνο οριακή σημασία αφού, όπως αναφέρει στην απόφασή της, το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας δεν προβλέπει ότι πρόσθετα προσόντα αποτελούν πλεονέκτημα.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν τις θέσεις της Αιτήτριας και προβάλλουν ότι η ΕΕΥ, όπως αναφέρει στην απόφασή της, δεν  προσέδωσε υπέρμετρα βαρύνουσα σημασία στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης για την επιλογή του ΕΜ, αλλά μόνο τη βαρύτητα που προβλέπει το άρθρο 35Β(10) του Νόμου.  Η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση, με αναφορά σε σχετική νομολογία, εξήγησε ότι η υπεροχή της Αιτήτριας σε αξία έναντι του ΕΜ κατά 3Ε, δεν θεωρείται έκδηλη.  Περαιτέρω, επειδή πρόκειται για θέση προαγωγής πολύ ψηλά στην ιεραρχία, η σημασία της βαθμολόγησης κατά την προφορική εξέταση είναι μεγαλύτερη.  Έτσι καμία αντίφαση δεν υπήρξε από μέρους της ΕΕΥ, η οποία ενήργησε σύμφωνα με τα όσα επιτάσσει η νομολογία.

 

Οι λόγοι ακύρωσης ευσταθούν.

 

Κατ' αρχάς, για σκοπούς εξέτασης των πιο πάνω λόγων ακύρωσης, θεωρώ απαραίτητη την παράθεση μέρους της προσβαλλόμενης απόφασης στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:-

«5. Συμπερασματικά, η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, όπως αυτά αναλύθηκαν με βάση τα τρία νόμιμα κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, έκρινε ότι η υποψήφια Νικολαΐδου Αθανασία υπερέχει των ανθυποψηφίων της και την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη για προαγωγή στη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση. Αιτιολογώντας την απόφασή της, η Επιτροπή σημείωσε τα ακόλουθα:

 

5.1 Η υποψήφια Νικολαΐδου Αθανασία υπερέχει των ανθυποψηφίων της σε αξία. Πιο συγκεκριμένα, είναι ισοδύναμη με αυτούς στο περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων Υπηρεσιακών Εκθέσεων. Στις υπηρεσιακές εκθέσεις υπερέχει έναντι του Παπούλα Ανδρέα και υστερεί σε κάποιο βαθμό έναντι της Μελή Ελένης.  Παραταύτα, η Νικολαΐδου, υπερέχει έκδηλα έναντί τους όσον αφορά στην απόδοση στην προσωπική συνέντευξη.  Η Επιτροπή σημειώνει ότι, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, για θέσεις που είναι υψηλά στην ιεραρχία, η απόδοση στη συνέντευξη είναι ουσιαστικό στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να του δίδεται αυξημένη βαρύτητα, όταν κρίνεται η προσωπικότητα και οι ικανότητες των υποψηφίων, που είναι σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης (βλ. απόφαση της Ολομέλειας ημερ. 13.12.1990, στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 868 και 869 - Κυπριακή Δημοκρατία Vs Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α. και απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 13.1.2003 στην Προσφυγή Αρ. 854/2001 - Κώστας Μάρκου κ.α. Vs Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΕΕΥ).

 

5.2 Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, η επιλεγείσα υποψήφια έπεισε την Επιτροπή ότι έχει ισχυρή προσωπικότητα και ταυτόχρονα είναι άρτια ενημερωμένη για τις νέες τάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ότι είναι σε θέση να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο που προδιαγράφεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης. Συγκεκριμένα, έχει ξεκάθαρη κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης και μέσα από τις απαντήσεις της στη συνέντευξη διαφάνηκε ότι έχει ιδιαίτερη ικανότητα στην επίλυση προβλημάτων και στην προώθηση διαφόρων θεμάτων που σχετίζονται με την Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υποψήφια είναι η καταλληλότερη για να ασκήσει το νευραλγικό και ιδιαίτερης σημασίας για την Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση ρόλο της θέσης Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση.

 

5.3 Παρόλο που τα πρόσθετα προσόντα που κατέχουν οι δύο ανθυποψήφιοι της επιλεγείσας λήφθηκαν υπόψη κατά τη συνεκτίμηση των τριών νόμιμων κριτηρίων, η Επιτροπή έκρινε ότι αυτά δεν δίνουν προβάδισμα σε οποιοδήποτε υποψήφιο και έχουν οριακή σημασία εφόσον το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν προνοεί ότι πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα.

 

5.4 Σε ότι αφορά την αρχαιότητα, η Νικολαΐδου Αθανασία είναι ισοδύναμη με τον Παπούλα Ανδρέα, ενώ υστερεί έναντι της Μελή Ελένης. Η Επιτροπή, όμως, έκρινε ότι, σύμφωνα και με σχετική νομολογία (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. Ε. 3232 - Ανδρέας Π. Παπανδρέου Vs Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας), η υπεροχή σε αρχαιότητα δεν μπορεί να υπερσκελίσει την υπεροχή σε αξία για πλήρωση υψηλόβαθμων θέσεων.»

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, βασικό κριτήριο για προαγωγή είναι η αξία ενός υποψηφίου, όπως αυτή αναδύεται από τις εμπιστευτικές εκθέσεις και γενικά από τους υπηρεσιακούς φακέλους, οι οποίοι, προσφέρουν χρήσιμους δείκτες για τον προσδιορισμό της αξίας.  Όμως και τα άλλα δύο στοιχεία κρίσης έχουν τη δική τους εξίσου σημαντική σημασία, τα οποία θα πρέπει μαζί με άλλα συμπληρωματικά στοιχεία κρίσης, αν υπάρχουν, να συνυπολογίζονται ώστε να επιλέγεται ο καλύτερος υποψήφιος.  Σε θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, αναγνωρίζεται στη διοίκηση ευρεία διακριτική ευχέρεια (βλ. Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112, Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 414 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 19).  Το Δικαστήριο από τη στιγμή που δεν ασκεί πρωτογενή έλεγχο, δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση με την κρίση του διοικητικού οργάνου αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, έστω και αν το ίδιο θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα.  Όμως, το Δικαστήριο δεν διστάζει να παρέμβει όταν διαπιστώνεται υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας του οργάνου ή παράβαση των αρχών του διοικητικού δικαίου (βλ. Τορνάρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 2619).

 

Από τα στοιχεία των φακέλων προκύπτει ότι η Αιτήτρια υπερέχει σε αξία κατά τρία «Ε», τα οποία μπορεί να μην δίνουν έκδηλη υπεροχή αλλά δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι προσδίδουν κάποια υπεροχή.   Επίσης η Αιτήτρια υπερέχει σε αρχαιότητά κατά 4 σχεδόν χρόνια, κριτήριο το οποίο της προσδίδει υπέρτερη πείρα και κατ' επέκταση προσθέτει στην αξία της.  Αναφορικά με τα προσόντα, κατέχει πρόσθετο προσόν, μάλιστα σε επίπεδο διδακτορικού τίτλου, το οποίο μπορεί να μην προβλέπεται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, αλλά η ΕΕΥ όφειλε να ερευνήσει και να αναφέρει τη σχετικότητά του με τα καθήκοντα της θέσης, η οποία είναι πολύ ψηλά στην ιεραρχία και η κατοχή πρόσθετων προσόντων επιτρέπει στον υποψήφιο να ασκεί καλύτερα τα καθήκοντα της θέσης.  Στο μόνο στοιχείο στο οποίο υπερέχει το ΕΜ είναι η βαθμολόγηση στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΕΥ.  Κατά την άποψή μου, πεπλανημένα η ΕΕΥ προσέδωσε στη βαθμολογία της προφορικής εξέτασης τέτοια βαρύνουσα σημασία, ώστε στην ουσία να τη θεωρήσει αποφασιστικό κριτήριο στην επιλογή του ΕΜ, αντί συμπληρωματικό στοιχείο, ενώ η Αιτήτρια με βάση τα στοιχεία των φακέλων υπερείχε στα υπόλοιπα αξιολογικά κριτήρια (βλ. Δημοκρατία ν. Μιχαήλ Αντωνίου κ.α. (2001) 3 ΑΑΔ 921 και Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164).  Η σημασία που έδωσε η ΕΕΥ στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση επικάλυψε τα άλλα κριτήρια, με αποτέλεσμα, όπως και η ίδια η ΕΕΥ αναφέρει, να παραμείνει ως το ουσιαστικό στοιχείο, υποσκελίζοντας όλα τα άλλα (βλ. Πιλλάς ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1938/08, ημερ. 15.6.2010).   Περαιτέρω, κατά την προφορική εξέταση, η κρίση της ΕΕΥ ότι το ΕΜ «έχει ισχυρή προσωπικότητα και ταυτόχρονα είναι άρτια ενημερωμένη για τις νέες τάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ότι είναι σε θέση να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο που προδιαγράφεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης»,  υπονοώντας ότι η Αιτήτρια υστερεί, δεν είναι εύλογα επιτρεπτή, αφού συγκρούεται με τα σχετικά αξιολογικά κριτήρια στις Ετήσιες Εκθέσεις, στα οποία η Αιτήτρια βαθμολογήθηκε με «Εξαίρετα».

 

Μη δέουσα έρευνα ως προς τα προσόντα του ΕΜ - Λόγος ακύρωσης 3

Το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτεί, μεταξύ άλλων και τα πιο κάτω προσόντα:-

 

 

 

«3. Απαιτούμενα προσόντα

....................

(4) Ενημερότητα πάνω στα εκπαιδευτικά προβλήματα και τάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Κύπρο και σ' άλλες χώρες.

....................

(6) Άριστη γνώση της ελληνικής και πολύ καλή γνώση μιας τουλάχιστον από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.»

 

Η συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι το ΕΜ εσφαλμένα κρίθηκε ότι κατείχε τα πιο πάνω προσόντα των παρ. 3(4) και 3(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Αναφορικά με την παρ. 3(4) του Σχεδίου, ο ισχυρισμός είναι ότι από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις για τα έτη 2007-08, δεν προκύπτει ότι το ΕΜ ασκούσε καθήκοντα που σχετίζονται με τα ζητήματα που αναφέρονται στην παρ. 3(4).  Ούτε το προσόν της παραγράφου 3(6) του Σχεδίου ικανοποιείται, αφού όπως εισηγήθηκε η κα Ευσταθίου, το Πιστοποιητικό Επιτυχίας στα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης που παρουσίασε το ΕΜ, δεν αποδεικνύει και προφορική πολύ καλή γνώση της αγγλικής.  Επειδή η ΕΕΥ χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη Εγκύκλιο με τα Τεκμήρια Γνώσης μιας γλώσσας, δεν σημαίνει ότι τα Τεκμήρια δεν μπορούν να παρακαμφθούν.

 

Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

Κατ' αρχάς θα ήθελα αναφέρω ότι η εξουσία ερμηνείας ενός Σχεδίου Υπηρεσίας ανήκει μόνο στο αποφασίζον όργανο, το οποίο ελέγχεται μόνο αν έχει ασκήσει ορθά τη διακριτική του ευχέρεια και αν δεν έχει εκφύγει από τα ακραία όριά της.  Στην παρούσα περίπτωση, η ΕΕΥ έχει ασκήσει ορθά, κατά την άποψή μου, τη διακριτική της ευχέρεια, αφού όσον αφορά την παράγραφο 3(4), έκρινε μετά από δέουσα έρευνα ότι το ΕΜ πληροί το απαιτούμενο προσόν.  Με βάση τα στοιχεία των φακέλων, το ΕΜ ήταν Ανώτερη Εκπαιδευτικός Λειτουργός από το 2007 και κατά τα έτη 1998-2000 ήταν αποσπασμένη στη Διεύθυνση Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, έτσι είχε άμεση επαφή με τα ζητήματα αυτά.

 

Όσον αφορά την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας, το πιστοποιητικό επιτυχίας του έκτου έτους των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης, περιλαμβάνεται μέσα στα αποδεκτά «Τεκμήρια Πολύ Καλής Γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας», που χρησιμοποιείται για όλους του υποψήφιους.  Αναμφίβολα οι Εγκύκλιοι που χρησιμοποιούνται από διάφορα διοικητικά όργανα, δεν θεωρούνται κανονιστικές διοικητικές πράξεις και παρά την πρακτική τους σημασία, δεν συνιστούν δίκαιο.  Όμως, γίνονται αποδεχτές εφόσον αποσκοπούν στην ενιαία εφαρμογή των προνοιών τους, από διοικητικά όργανα στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής τους ευχέρειας, ώστε να αποφεύγονται οι αυθαιρεσίες (βλ. Μαρκίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 581).  Δεν βλέπω λόγο, εφόσον δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, στην προκειμένη περίπτωση να υπάρξει διαφοροποίηση.  Το ότι η ΕΕΥ νομιμοποιείται να καθιερώσει τέτοια κριτήρια, έχει νομολογηθεί σε αριθμό αποφάσεων.  Σχετικές είναι η Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 650/02, ημερ. 11.11.2003 και Κοντού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1344/00, ημερ. 18.4.2002.  Όπως εκεί τονίστηκε, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή να πείσει το Δικαστήριο ότι το ΕΜ δεν κατείχε το σχετικό προσόν.  Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το βάρος τέτοιας απόδειξης.

 

Ενόψει της επιτυχίας του λόγου ακύρωσης 1, η προσφυγή επιτυγχάνει, με €1400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ της Αιτήτριας.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο