ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 893/2010
15 Ιουνίου, 2011
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 8, 9, 11 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 14 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΝΟΜΟΥ (ΌΠΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ) ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ 164(Ι)/2001 ΚΑΙ 8 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΑΡΘΡΑ 4, 7 ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ ΤΟΥ 1951
MAJED MOHD IBRAHIM QURAISH
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Καθ'΄ων η αίτηση
......................
Νατάσα Χαραλαμπίδου (κα), για τον αιτητή
Β. Καρλεττίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
............................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ζητά από το δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων στην υπόθεση RA09-02731 η οποία του κοινοποιήθηκε στις 06/07/10 και με την οποία απορρίπτεται η ιεραρχική προσφυγή του για παραχώρηση πολιτικού ασύλου, είναι άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και είναι αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής γεννήθηκε στις 26/7/1977, είναι μουσουλμάνος στο θρήσκευμα και κατάγεται από την Ιορδανία. Εισήλθε παράνομα στην Κύπρο στις 18/11/2005 και στις 31/1/2006 υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου μαζί με έντυπο προσωπικών στοιχείων στην Υπηρεσία Ασύλου. Μετά την υποβολή αίτησης η Υπηρεσία Ασύλου απέστειλε επιστολή ημερ. 31/1/2008 με την οποία καλούσε τον αιτητή σε συνέντευξη στις 24/3/2008 και να προσκομίσει όλα τα σχετικά έγγραφα με το αίτημα του. Έγινε η συνέντευξη στις 24/3/2008 από αρμόδιο Λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ο οποίος ετοίμασε εισήγηση ημερ. 20/8/2009 προς τον Προϊστάμενο Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 25/8/2009. Ακολούθησε διοικητική προσφυγή από τη δικηγόρο του αιτητή στις 17/9/2009. Στις 25/8/2010 ετοιμάστηκε έκθεση από αρμόδιο Λειτουργό προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και την ίδια ημέρα η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε την προσφυγή. Η απορριπτική αυτή επιστολή αποστάληκε στον αιτητή και επιδόθηκε σ' αυτόν στις 6/7/2010 με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής στις 7/7/2010.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η ευπαίδευτη δικηγόρος του αιτητή με τη γραπτή της αγόρευση (αρχική και απαντητική) εισηγείται τους εξής λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης: (α) η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αιτιολογία, (β) δεν αξιολογήθηκαν τα στοιχεία που παρουσίασε ο αιτητής και υπήρξε παραβίαση βασικών αρχών δικαιοσύνης και δικαιωμάτων του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, (γ) η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και για κατάχρηση εξουσίας και (δ) ο αιτητής δεν έχει κληθεί να αιτιολογήσει ή για να παρουσιάσει στοιχεία και/ή δικαιολογητικά.
Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εισηγείται την απόρριψη της προσφυγής γιατί κανένας από τους νομικούς ισχυρισμούς του αιτητή δεν ευσταθεί.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Από εξέταση πρώτα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής (καθών η αίτηση), φαίνεται ότι η ουσία της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι γιατί, για τους λόγους που εξηγούνται με λεπτομέρεια στην απόφαση, κρίθηκε αναξιόπιστος. Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε αριθμό αποφάσεων σχετικά με το θέμα αυτό, η ουσία των οποίων είναι ότι, από τη στιγμή που η αρμόδια αρχή έχει ακολουθήσει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000-2004 (Ν. 6(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί), διαδικασία, το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων. (Βλ. μεταξύ άλλων Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, Shahadat v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 573, Batim Bokov v. Δημοκρατίας, (2006) 3 Α.Α.Δ. 614, Αbul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας (2006) 3 A.A.Δ. 585, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 609 και Μehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 578). Όπως διατυπώθηκε σε μια από τις πιο πάνω υποθέσεις (βλ. Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας σελ. 613):
«...το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της, όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί, αλλά υπό κρίση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.»
Παρομοίως στην υπόθεση Κhalifa v. Αναθεωρητής Αρχής (2006) 3 Α.Α.Δ. 402 (επίσης της Πλήρους Ολομέλειας) σελ. 405-406 επαναλήφθηκε ότι:
«..Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων ούτε και υποκαθιστά την κρίση της αρμόδιας διοικητικής αρχής με τη δική του. Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης κατ' εφαρμογή των αρχών δικαίου που διέπουν το θέμα.»
Εξετάζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και στη δική μας περίπτωση, δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να επιτρέπει στο δικαστήριο να επέμβει στην κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής. Αναφέρεται με λεπτομέρεια στους λόγους για τους οποίους ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος. Αποφεύγω να παραθέσω τους λόγους αυτούς, για σκοπούς προστασίας των προσωπικών δεδομένων του αιτητή. Επομένως ο ισχυρισμός περί πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, απορρίπτεται.
Αναφορικά τώρα με το λόγο ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και αιτιολογία, πάλιν κρίνω ότι δεν ευσταθεί. Από μελέτη της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και ιδιαίτερα της Αναθεωρητικής Αρχής, και γενικά του υλικού που ήταν ενώπιον της, φαίνεται ότι έγινε ενδελεχής εξέταση και δόθηκαν επαρκείς λόγοι για την κατάληξη της. Κατά τη συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής είχε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα στην αγγλική γλώσσα, που δήλωσε ότι αντιλαμβάνεται. Η συνέντευξη κράτησε 60 λεπτά. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος ελάχιστος χρόνος για μια συνέντευξη τον οποίο να έχουν παραβεί οι καθ' ων η αίτηση. Αυτή εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και στην παρούσα φαίνεται να ήταν ικανοποιητική.
Σημειώνω ότι παρά την πιο πάνω απόφαση τους οι καθ' ων η αίτηση προχώρησαν και εξέτασαν και το κατά πόσο μπορούσε να αναγνωρισθεί στον αιτητή το καθεστώς της προσωρινής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του Νόμου και κατέληξε ότι δεν δικαιούται. Δεν υπάρχει οτιδήποτε που να δείχνει ότι ήταν εσφαλμένη η πιο πάνω κατάληξη.
Ενόψει όλων των πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι όλοι οι νομικοί λόγοι που αναφέρονται στην αγόρευση του ατιητή έχουν ήδη απαντηθεί από την προαναφερθείσα, αλλά και άλλη, νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω, η προσφυγή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς