ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                      (Υπόθεση Αρ. 688/2009)

9 Ιουνίου, 2011

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

IJLAL AHMET ZEKI MUSTAFA ΑΛΛΩΣ IJLAL ZEKI ΑΛΛΩΣ IJLAL MUSTAFA

               Αιτήτρια,

ν.

 

1.    ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΩΣ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,

2.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,

 

               Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Μ. Ναθαναήλ, για την Αιτήτρια.

Λ. Ουστά, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια, τουρκοκυπριακής καταγωγής, μόνιμη κάτοικος Αυστραλίας συμφώνησε γραπτώς στις 17.5.07 με την εταιρεία Ευάγγελος Δ. Παφίτης Εστέιτς Λτδ να πωλήσει ακίνητο με αρ. εγγραφής 7/434, Φ.Σχ. XL/64.6IV, τεμ. 439, έκτασης 1071 τμ. στη Λάρνακα. Η αιτήτρια απέκτησε την εν λόγω περιουσία δυνάμει εκτέλεσης διαθήκης από τον πατέρα της μέσω διαχείρισης και ενεγράφη ιδιοκτήτρια στις 27.11.92. Ο πατέρας της  εγκατέλειψε την περιουσία του μετά την τουρκική εισβολή και διέμενε στο τουρκοκρατούμενο χωριό Τρίκωμο από το έτος 1974 μέχρι του θανάτου του το 1976. Το ακίνητο είχε παραχωρηθεί σε πρόσφυγα δικαιούχο με άδεια χρήσης προσωρινής ισχύος.

 

Την 17.5.07 προσκομίσθηκε δήλωση μεταβίβασης μαζί με το πωλητήριο έγγραφο προς κατάθεση στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας. Εφόσον η επίδικη Τ/Κ περιουσία, η οποία εγκαταλείφθηκε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές έχει περιέλθει υπό την κηδεμονία του Κηδεμόνα Τ/Κ περιουσιών, ο οποίος τη διαχειρίζεται για την εξυπηρέτηση των αναγκών των προσφύγων, η αίτηση διαβιβάστηκε στο διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών με επιστολή του καθ' ου η αίτηση 1 ημερ. 3.9.08, στην οποία παρατέθηκαν όλα τα γεγονότα και τα σχετικά έγγραφα προς λήψη απόφασης. 

 

Ο Κηδεμόνας Τ/Κ Περιουσιών, αφού εξέτασε το όλο θέμα, αποφάσισε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν πληρούνται οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις, που καθορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφαση 60.821 της 15.9.04 για την κατ' εξαίρεση πώληση της υπό κηδεμονία περιουσίας και γι' αυτό δεν έδωσε την έγκριση του για αποδοχή της δήλωσης πώλησης και κατάθεσης του πωλητηρίου εγγράφου. Έλαβε υπόψη μεταξύ άλλων ότι πρόκειται, για σημαντική σε έκταση και αξία περιουσία, με μεγάλη διαφορά της τιμής πώλησης από την αγοραία αξία.  Σχετική επί του θέματος είναι η επιστολή της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών  ημερ. 18.9.08.  Ο Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας με επιστολή του ημερ. 30.3.09, πληροφόρησε τους ενδιαφερόμενους κατάλληλα για την απόφαση του Κηδεμόνα Τ/Κ περιουσιών και για την απόρριψη του αιτήματος τους.  Αποτέλεσμα ήταν η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής από την αιτήτρια  στις 12.8.08 με την οποία ζητά:

 

«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών υπό την ιδιότητα του ως κηδεμόνα διαχείρισης των Τουρκοκυπριακών περιουσιών που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερομηνίας 30/03/2009 η οποία επισυνάπτεται ως Παράρτημα Α, με την οποία της γνωστοποιήθηκε ότι ο κηδεμόνας έκρινε ότι δεν ικανοποιούνται οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις για να θεωρηθεί η περιουσία της αιτήτριας ως μη εγκαταλειφθείσα, είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και καθετί που παραλήφθηκε, δηλαδή η άρνηση αποδοχής της δήλωσης μεταβίβασης ημερομηνίας 17/05/2007 θα έπρεπε να είχε εκτελεστεί.»

 

 

Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου αλλά του ιδιωτικού και γι' αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Διαζευκτικά, υποστηρίζουν τη νομιμότητα της απόφασης.

 

Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά άρνηση αποδοχής της δήλωσης μεταβίβασης από τον διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, απόφαση η οποία είναι ανέλεγκτη ως εμπίπτουσα στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως ούτε και η απόφαση του καθ' ου η αίτηση 2 για απόρριψη του αιτήματος τους εφόσον αυτή είναι διαφορετική διοικητική πράξη, έστω και αν η άποψη του ελήφθη υποχρεωτικά από τον καθ' ου η αίτηση 1 στα πλαίσια της δέουσας έρευνας πριν την λήψη απόφασης αν θα κάνει δεκτή ή όχι τη δήλωση μεταβίβασης. Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αναφέρεται επιδοκιμαστικά στην Terrain Construction Ltd ν. Υπουργού Εσωτερικών κ.α, υπόθ. αρ. 1125/08, ημερ. 31.1.11, ενώ διαφώνησε με την Ali Ibrahim Houssein Basma v. Δημοκρατίας μέσω του Υπουργού Εσωτερικών, υπόθ. αρ. 1353/08, ημερ. 3.9.09.

 

Το θέμα δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρο στη νομολογία. Η νομολογία ποικίλλει ως προς την αντιμετώπιση του προδικαστικού αυτού ζητήματος αναλόγως είτε με το πρόσωπο του αιτητή είτε τα εγειρόμενα θέματα που αναφύονται προς εξέταση και ειδικότερα το αν αυτά συνδέονται άμεσα με την εφαρμογή του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και άλλα θέματα) (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου Ν.139/91 (ως έχει τροποποιηθεί) ή και το αν η προσφυγή στρέφεται μόνο εναντίον του Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Στις Northgate Ltd ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) ΑΑΔ 1501, A & A Enterprices Ltd ν. Υπουργού Εσωτερικών, υπόθ. αρ. 851/2007, ημερ. 6.2.09 και Ali Ibrahim Houssein Basma (ανωτέρω) απορρίφθηκε η προδικαστική ένσταση και κρίθηκε ότι η προσβαλλόμενη πράξη ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Σε αντίθετη κατάληξη επί των δικών τους δεδομένων και σε κρίση ότι επρόκειτο για πράξεις ιδιωτικού δικαίου οδηγήθηκαν σε απόρριψη οι προσφυγές στις Torgut Yashar v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 454/2002, ημερ. 16.9.04, Φώτης Κιννής ν. Δημοκρατίας μέσω (1) Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και (2) Υπουργού Εσωτερικών, υπόθ. αρ. 456/2002, ημερ. 27.8.09, Zehra Kemal Ahmet ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εσωτερικών ως Κηδεμόνα/Διαχειριστή Τουρκοκυπριακών Περιουσιών,  ΑΕ 110/2007, ημερ.14.02.11.

 

Από τη συγκριτική αναφορά στη νομολογία προκύπτει ότι όπου η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε σε θέμα εφαρμογής του Νόμου  είτε αυτό αφορά στο κατά πόσο οι πωληθείσες περιουσίες ήταν τουρκοκυπριακές είτε στην εφαρμογή των κριτηρίων βάσει της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου 60.861, αυτή θεωρείται ότι εμπίπτει στο δημόσιο δίκαιο.

 

Στη Molivo Ltd ν. 1. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α., υπόθ. αρ. 778/2005, ημερ. 27.11.06 έγινε αποδεκτή ανάλογη προδικαστική ένσταση και έκρινα ότι η εκεί προσβαλλόμενη απόφαση του διευθυντή Κτηματολογίου από την κυπριακή εταιρεία που είχε αγοράσει τουρκοκυπριακή περιουσία, δεν ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Ο λόγος ήταν ότι δεν είχα διαπιστώσει οποιαδήποτε αμφισβήτηση του Νόμου (Ν.139/91) ή και της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου αρ.60.861 ημερ. 15.9.04, εντάσσοντας την περίπτωση στη μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας που ενδιαφέρει μόνο τα μέρη των οποίων τα αστικά δικαιώματα μεταβάλλονται και όχι το κοινό ευρύτερα. (Βλ. επίσης G. Spyropoulos Developers Ltd v. 1. Γενικού Εισαγγελέα κ.α., υπόθ. αρ. 626/2005, ημερ. 4.10.06).

 

Στην παρούσα όμως υπόθεση, η αιτήτρια αμφισβητεί τα κριτήρια που τέθηκαν με την πιο πάνω απόφαση και προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης επί τη βάσει της πλήρωσης των ειδικών κατάλληλων προϋποθέσεων που έθεσε το Υπουργικό Συμβούλιο. Προσβαλλόμενη είναι η   αντίρρηση του καθ' ου η αίτηση 1 με αναφορά στη διαχείριση της περιουσίας από τον Κηδεμόνα. Ωστόσο, όλοι οι λόγοι ακύρωσης όπως το ultra vires της υπουργικής απόφασης και η αμφισβήτηση του κατά πόσο η πωληθείσα περιουσία είναι τουρκοκυπριακή περιουσία σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου , αφορούν στην απόφαση του Κηδεμόνα για την οποία πρώτη φορά έλαβε γνώση η αιτήτρια μέσω της επιστολής ημερ. 30.3.09, αφού εξάλλου είναι ο καθ' ου η αίτηση αρ. 1 που είχε αποταθεί στον Κηδεμόνα για συγκατάθεση. Ενόψει των πιο πάνω δεδομένων της υπόθεσης και της διατύπωσης του αιτητικού της προσφυγής που ουσιαστικά στρέφεται εναντίον της απόφασης του καθ' ου η αίτηση 2, καταλήγω ότι η προδικαστική ένσταση, σε ότι αφορά τον καθ'ου η αίτηση 2, θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Υιοθετώ τα λεχθέντα στην Ali Ibrahim Houssein Basma (ανωτέρω) από τα οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Ενόψει όμως του γεγονότος ότι αναφορικά με τουρκοκυπριακές περιουσίες το θέμα διέπεται από τις πρόνοιες του προαναφερθέντος νόμου 139/91, ως έχει τροποποιηθεί, ούτως ώστε ως μέρος της αιτιολογίας του Διευθυντή Κτηματολογίου για την άρνηση να δεχθεί τη Δήλωση Μεταβίβασης είναι το γεγονός ότι ο Κηδεμόνας δεν έχει δώσει τη συγκατάθεσή του και ενόψει του ότι η Ολομέλεια ήδη αποφάσισε ότι οι αποφάσεις του Κηδεμόνα κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του εν λόγω Νόμου εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, καταλήγω ότι η προδικαστική ένσταση τουλάχιστον όσον αφορά τον καθ΄ ου η αίτηση 2 δεν ευσταθεί.»

 

 

Αναφορικά όμως με την απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου να μη δεχθεί την κατάθεση σύμβασης πώλησης και/ή δήλωσης μεταβίβασης εκφεύγει την αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου  διότι αποτελεί θέμα ιδιωτικού δικαίου. (Βλ. επίσης Νiazí v. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 218, Κολοκάσης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 373). Συνεπώς η προσφυγή εναντίον του καθ'ου ην αίτηση 1 απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

 

Η αιτήτρια διατείνεται ότι στις 27.11.92 που κατέστη ιδιοκτήτρια του ακινήτου είχε αυστραλιανή υπηκοότητα και ότι ουδέποτε απέκτησε κυπριακή υπηκοότητα εφόσον είναι μόνιμος κάτοικος Αυστραλίας από το 1948. Η αιτήτρια γεννήθηκε το 1927 και από της γεννήσεως της ήταν Βρετανή υπήκοος αφού η Κύπρος ήταν τότε αγγλική αποικία. Εφόσον δεν είχε τη συνήθη διαμονή της στην Κύπρο τουλάχιστον 5 χρόνια πριν τη συνθήκη εγκαθίδρυσης δεν απέκτησε ποτέ κυπριακή ιθαγένεια. Συνεπώς, υποστηρίζει, ότι ο Κηδεμόνας εσφαλμένα θεώρησε ότι είναι τουρκοκύπρια και υπό πλάνη απέκτησε εξουσία επί της περιουσίας της αφού αυτή δεν είναι «τουρκοκυπριακή περιουσία» στην έννοια του άρθρου 2 του Νόμου.

 

Παρά τους ισχυρισμούς της αιτήτριας έχω εντοπίσει στο φάκελο πιστοποιητικό με το οποίο φαίνεται ότι απέκτησε την κυπριακή ιθαγένεια την 1.9.05 (παράρτημα Θ, ερυθρό 8 στο φάκελο). Με βάση τα πιο πάνω αναντίλεκτα γεγονότα, ο πατέρας της αιτήτριας και αρχικός ιδιοκτήτης της επίδικης περιουσίας, εγκατέλειψε την περιουσία του λόγω της τουρκικής εισβολής και εγκαταστάθηκε στο κατεχόμενο χωριό Δίκωμο. Ενόψει τούτου, η περιουσία του  περιήλθε, σύμφωνα με το νόμο, στην αρμοδιότητα του Κηδεμόνα δυνάμει του άρθρου 3 ως εγκαταλειφθείσα το 1991. Η εξουσία που απέκτησε ο Κηδεμόνας νόμιμα επί της περιουσίας πριν τη μεταβίβαση της στην αιτήτρια, δεν αναιρείται από την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος είτε από το γεγονός ότι η αιτήτρια έχει αυστραλιανή υπηκοότητα. Εξάλλου, ο ορισμός του όρου «τουρκοκύπριος» αναφέρεται στο χρόνο θέσπισης του νόμου και με βάση τις πρόνοιες του, η επίδικη περιουσία νόμιμα περιήλθε στον Κηδεμόνα.

 

Η αιτήτρια προβάλλει σωρεία ισχυρισμών για να πλήξει το κύρος και τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου 60.821 ημερ. 15.9.04 η οποία φέρει τίτλο «αίτημα Τουρκοκύπριων οι οποίοι μετανάστευσαν στο εξωτερικό πριν τον Ιούλιο του 1974 και Τουρκοκύπριων που αποκτούν συνήθη διαμονή στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας για ανάκτηση ελεύθερης κατοχής των περιουσιών τους για χρήση, απόλαυση, αξιοποίηση ανάπτυξη και/ή εκποίηση». Η απόφαση αυτή κωδικοποίησε τα κριτήρια παραχώρησης άδειας για την αποδοχή δήλωσης μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας από Τουρκοκυπρίους. Η αιτήτρια διατείνεται ότι είναι ultra vires του Νόμου, δεν  εκδόθηκε μέσα σε δυο μήνες από την έναρξη ισχύος του Νόμου όπως προνοεί το άρθρο 16, δεν δημοσιεύτηκε ούτε εγκρίθηκε νομοθετικά ως κανονισμός. Συνεπώς καταλήγει, ότι λήφθηκε με κατάχρηση εξουσίας και κατά παράβαση των άρθρων 54 και 35 του Συντάγματος παραβιάζοντας την αρχή διάκρισης των εξουσιών.

 

Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αντιτείνει ότι η απόφαση εκδόθηκε από το Υπουργικό κατά την άσκηση της εκτελεστικής του εξουσίας δυνάμει του άρθρου 54 του Συντάγματος και όχι δυνάμει του Ν.139/91.

 

Στη Niazi v. Δημοκρατίας (αρ.2) (2009) 3 ΑΑΔ 597, 602 λέχθηκαν τα εξής:

 

«Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι, εν όψει της θέσης της Δημοκρατίας, δεν εξετάσαμε θέμα νομικής ισχύος της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Στον ίδιο το Νόμο δεν δίδεται αρμοδιότητα στο Υπουργικό Συμβούλιο να αποφασίζει για εξαιρέσεις περιουσίας που περιέρχεται στον Κηδεμόνα. Επειδή όμως το θέμα δεν ετέθη και δεν συζητήθηκε, και εφ΄ όσον το θέμα ενδέχεται να αφορά ευρύτερες παραμέτρους, έχουμε εκλάβει, όπως και οι διάδικοι, ως δεδομένη τη νομική ισχύ της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για σκοπούς της απόφασής μας.»

 

 

Πράγματι η επίμαχη απόφαση δεν περιβλήθηκε το νομοθετικό μανδύα των κανονισμών και δεν θα μπορούσε να νομιμοποιηθεί η έκδοση της στην βάση του άρθρου 16 του Νόμου. Ωστόσο θεωρώ ότι το περιεχόμενο ρύθμισης της απόφασης παραπέμπει στο πεδίο εφαρμογής της ασκούμενης από το Υπουργικό Συμβούλιο εκτελεστικής εξουσία δυνάμει του άρθρου 54 του Συντάγματος. Πρόκειται για μια απόφαση πολιτικών θέσεων για τις τουρκοκυπριακές περιουσίες όπως ρητά αναφέρει και η παρ.(ε) σε αυτήν.

 

Η τελευταία τροποποίηση εξάλλου του Νόμου με το Ν.39(Ι)/2010 θέσπισε με την επιφύλαξη του άρθρου 3 προϋποθέσεις άρσης της διαχείρισης συγκεκριμένης τουρκοκυπριακής περιουσίας  ή μέρους αυτής και εξουσιοδοτεί πλέον άμεσα τον Υπουργό να άρει με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση και υπό κατάλληλους  όρους τη διαχείριση λαμβάνοντας υπόψη συγκεκριμένους παράγοντες.

 

Στη προκειμένη περίπτωση η αιτιολογία που δόθηκε για το συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια είναι η εξής:

 

«2. Πληροφορείσθε ότι ο Κηδεμόνας Τ/Κ Περιουσιών αποφάσισε ότι δεν είναι δυνατό να χορηγήσει τη συγκατάθεσή του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου, αφού έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις που καθορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφασή του Αρ. 60.021 και ημερ. 15.9.2004, για να επιτραπεί η σκοπούμενη πώληση της υπό αναφορά Τ/Κ περιουσίας και κυρίως γιατί η πωλήτρια έχει καταστεί ιδιοκτήτρια του κτήματος στις 27.11.1992, δηλαδή μετά την τουρκική εισβολή, ενώ ο αρχικός ιδιοκτήτης και αποβιώσας πατέρας της ήταν εγκατεστημένος στο κατεχόμενο χωριό Τρίκωμο.»

 

 

 

 

Η αιτιολογία συμπληρώνεται και από το ακόλουθο απόσπασμα στην επιστολή ημερ. 30.3.09 (παράρτημα Στ στην αγόρευση των καθ' ων η αίτηση):

 

«Όπως προκύπτει, δεν συντρέχουν οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις που καθορίζονται με τη σχετική Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 60.821 ημερ. 15.09.2004 ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις και δεδομένου στην αγοραπωλησία συνυπάρχει το στοιχείο της καλής πίστης, ο Κηδεμόνας Τ/Κ Περιουσιών μπορεί να επιτρέπει κατ΄ εξαίρεση την πώληση ορισμένων Τ/Κ Περιουσιών, των οποίων οι ιδιοκτήτες αποδεδειγμένα είχαν μεταβεί για μόνιμη εγκατάσταση στο εξωτερικό πριν την Τούρκικη Εισβολή ή δεν έχουν εγκαταλείψει τις ελεύθερες περιοχές. Η πωλήτρια έχει καταστεί ιδιοκτήτρια του κτήματος στις 27.11.1992, δηλαδή μετά την Τουρκική Εισβολή, ενώ ο αρχικός ιδιοκτήτης και αποβιώσας πατέρας της ήταν εγκατεστημένος στο κατεχόμενο χωριό Τρίκωμο.»

 

 

 

 

Θεωρώ ότι η άρνηση του καθ' ου η αίτηση 2 να δώσει τη συγκατάθεση του τεκμηριώθηκε πλήρως και ελήφθη μετά από ενδεδειγμένη έρευνα.

 

Η προσφυγή εναντίον  του καθ΄ ου η αίτηση 1 δεν είναι παραδεκτή και απορρίπτεται. Αναφορικά με τον καθ΄ ου η αίτηση 2, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο