ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 1308/2009]
20 Ιουνίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MOHAMAD ALNADER
Αιτητής
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΡΧΗΣ ΑΣΥΛΟΥ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΜΕΣΩ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
Μ. Κληρίδης για τον αιτητή.
Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Συρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία το Μάιο του 2007 και στις 8.6.07 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Αυτό, στη βάση του ισχυρισμού του πως αντιμετώπιζε προβλήματα επειδή, ενώ ήταν μουσουλμάνος, ασπάστηκε το χριστιανισμό.
Υποβλήθηκε σε συνέντευξη και η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα για λόγους που εξήγησε. Άσκησε, μέσω δικηγόρου, διοικητική προσφυγή και η παρούσα αφορά στην απόρριψη της από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.
Η προσβαλλόμενη απόφαση, με αναφορά και στην απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και, βεβαίως, στις απαντήσεις του αιτητή κατά τη συνέντευξη είναι, αντίθετα προς την εισήγηση του αιτητή, αιτιολογημένη, μάλιστα, με λεπτομέρεια. Ο αιτητής, για λόγους που εξηγήθηκαν, κρίθηκε αναξιόπιστος. Δεν έπεισε πως τα περί την αλλαγή της πίστης του ήταν γνήσια. Έγινε συναφώς αναφορά στις λεπτομέρειες των ισχυρισμών του που άλλοτε τον έφεραν να αντιμετωπίζει προβλήματα είτε από το 1982 είτε από το 2001 για να ισχυριστεί, εν τέλει, πως αποφάσισε να γίνει χριστιανός όταν, πλέον, ήλθε στην Κύπρο. Ενόσω ήταν στη Συρία διέκειτο ευμενώς προς το χριστιανισμό και είχε γράψει άρθρα για το χριστιανισμό και στη Συρία και εδώ. Επισημαίνεται, μαζί με άλλα, η αδυναμία του να προσκομίσει κάποια από τα άρθρα που έγραψε όταν ήταν στην Κύπρο και, περαιτέρω, η άγνοιά του για στοιχειώδη περί τη χριστιανική πίστη, όπως τα εξειδικεύει η απόφαση. Εν πάση περιπτώσει, εξήγησε πως οι χριστιανοί, όσο και αν ήταν προηγουμένως μουσουλμάνοι, παρά την ιδιόμορφη κατάσταση που επίσης εξηγείται, δεν υφίσταντο κακομεταχείριση ή αντιμετώπιζαν κινδύνους τέτοιους ώστε να ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000 όπως τροποποιήθηκε).
Ο αιτητής προβάλλει ως λόγο ακυρότητας την κατ' ισχυρισμό μη πληροφόρησή του για το δικαίωμά του να έχει δικηγόρο εξ αρχής, όσο και αν στη συνέχεια άσκησε τη διοικητική προσφυγή μέσω δικηγόρου. Περαιτέρω, υποστηρίζει πως ήταν λανθασμένη η διαδικασία της μετάφρασης από την Αραβική στην Αγγλική χωρίς να υπάρχει το κείμενο και στην Αραβική. Επιπλέον επικαλείται λάθη κατά τη μετάφραση ιδίως ως προς το αν έγραψε άρθρα για το χριστιανισμό ενόσω ήταν στη Συρία. Ήταν άρθρα κατά του Ισλάμ που έγραψε τότε. Για το χριστιανισμό έγραψε άρθρα όταν ήλθε στην Κύπρο όπου βαφτίστηκε ως χριστιανός. Παρουσίασε σχετικό πιστοποιητικό βάπτισης ημερομηνίας 9.9.07 και σ' αυτό το πλαίσιο, ως πρόβλημα της μετάφρασης, αποδίδοντας και παρεμβάσεις στο μεταφραστή, αναφέρθηκε σε λάθος, εμφανώς όμως ορθογραφικό.
Κατά τα άλλα ο αιτητής μέμφεται τη λειτουργό για την προσπάθειά της, με ιησουητική νοοτροπία και αντίληψη ως εάν να ήταν ιερά εξέταση, να αμφισβητήσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Μάλιστα, χωρίς να είχε προσφύγει σε αρμόδιους αναφορικά με την ορθότητα σχετικών απαντήσεών του. Παραβιάζοντας έτσι και το ατομικό δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας. Το ερώτημα, κατά την εισήγησή του, ήταν «κατά πόσο ένας ισλαμιστής που άλλαξε την πίστη του σε χριστιανό (ένας εξωμότης) μπορεί στη Συρία να εκδηλώνει και να ασκεί τα νέα θρησκευτικά του καθήκοντα απρόσκοπτα και χωρίς να φοβάται και να φέρει ελεύθερα τα χριστιανικά σύμβολα». Υποστηρίζει, βεβαίως, πως δεν μπορεί, και επικαλείται και την αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση πως στη Συρία, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, οι χριστιανικές εκκλησίες δεν συνηθίζουν να δέχονται μουσουλμάνους που αλλαξοπιστούν. Με την προσθήκη, όμως, στην οποία δεν αναφέρεται ο αιτητής, πως «το κράτος δέχεται την ύπαρξη και άλλων θρησκειών πέραν του Ισλάμ και ότι μάλιστα οι χριστιανοί απολαμβάνουν όλα τα συναφή με τη θρησκεία τους δικαιώματα». Επειδή δε, ενόψει όλων των επισημάνσεων, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ανέφερε πως ο προσφεύγων θα μπορούσε να μείνει στη Συρία ή στο Λίβανο, μέμφεται τη διάκριση μεταξύ του Λιβάνου και της Κύπρου ως εάν η Κύπρος να μη δεσμεύεται από τις διεθνείς συνθήκες για την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας. Ενώ η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ήταν άλλη διάσταση που τόνιζε. Η αναφορά έγινε ως στοιχείο της αξιοπιστίας σε σχέση με το γνήσιο των ισχυρισμών του αιτητή. Στο Λίβανο, όπως είχε αναφερθεί προηγουμένως στην απόφαση, είχε, κατά τη δική του εκδοχή, κοινωνικούς δεσμούς τέτοιους που θα καθιστούσαν, αν ήταν γνήσιοι, φυσιολογική την κατάληξή του στο Λίβανο αντί σε μια εντελώς ξένη γι' αυτόν χώρα, για τέτοιο λόγο.
Τα περί το δικηγόρο εξ αρχής και τη μετάφραση ή το μεταφραστή δεν τέθηκαν ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων και ανεπιτρέπτως τίθενται για πρώτη φορά. Βλέπε την Ζahmatkesh ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2006) 3 ΑΑΔ 376, και την Postolachi Konstantin ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1458/2009, ημερομηνίας 25.2.2011.
Ως προς την, κατά τα άλλα διαδικασία, αφού μελέτησα όλα τα δεδομένα, δεν διαπιστώνω αιτία ακυρότητας. Οι ερωτήσεις ως προς ζητήματα της χριστιανικής θρησκείας δεν τέθηκαν βέβαια, ως εάν να γινόταν ιερά εξέταση αλλά στην προσπάθεια να διερευνηθεί το γνήσιο της περίπτωσης. Δηλαδή το γνήσιο της θέσης πως ο αιτητής αποφάσισε να ζητήσει πολιτικό άσυλο για λόγους θρησκευτικής πίστης. Ήταν στοιχειώδη ζητήματα και ευλόγως οι απαντήσεις του συνυπολογίστηκαν. Δεν γνώριζε βασικά πράγματα για άνθρωπο που αποφάσισε, όπως υποστήριξε, να εγκαταλείψει τη χώρα του για τη νέα του πίστη. Σε σχέση μάλιστα με την οποία αρθρογραφούσε χωρίς όμως και να μπορέσει να εξειδικεύσει και πολύ περισσότερο να προσκομίσει τέτοιο άρθρο. Έστω άρθρο γραμμένο στην Κύπρο αφού, κατά τη δική του θέση στην αγόρευσή του, δεν ήταν ακόμα χριστιανός στη Συρία αλλά, όπως προκύπτει, έφυγε από εκεί για τα άρθρα του κατά του Ισλάμ. Σημειώνω δε πως εκείνο που στα σχετικά σημεία της προσβαλλόμενης απόφασης τονίζεται δεν είναι το ορθό ή το λανθασμένο ορισμένης εκδοχής αλλά, ακριβώς, παλινδρομήσεις του αιτητή, ως στοιχείο αναξιοπιστίας. Καταλήγω πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν ευλόγως επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας και εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά