ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ.658/2008)

 

18 Μαρτίου, 2011

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΑΜΙΑΝΟΥ-ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ,

 

Αιτήτρια,

 

-ν-

 

ΔΗΜΟΣ ΛΑΤΣΙΩΝ,

 

Καθ΄ου η Aίτηση.

- - - - - -

Α. Ευτυχίου, για την Αιτήτρια.

 

Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου & Σία, για τον Καθ΄ου η Αίτηση.

 

Μ. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

- - - - - -

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                        

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι μια από τις πέντε συνιδιοκτήτριες του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/3853, Τεμάχιο 3275 Φ/Σχ. ΧΧΧ/15.W.1, Τμήμα Β στα Λατσιά, η ιδιοκτησία επί του οποίου καταμερίζεται ως ακολούθως:

 

Αιτήτρια: 1/4 μερίδιο

Γεωργία Χ"Δαμιανού: 1/4 μερίδιο

Αντρούλα Κουτσίδου: 1/8 μερίδιο

Κωνσταντία Κουτσίδου: 1/8 μερίδιο

Μαρία Δαμιανού: 1/4 μερίδιο

 

Επί του ρηθέντος τεμαχίου το οποίο, με συμφωνία μεταξύ των συνιδιοκτητριών, χωρίστηκε σε πέντε μέρη, οι συνιδιοκτήτριες ανήγειραν οικοδομές. Στις 4.4.1988 οι συνιδιοκτήτριες υπέγραψαν συμφωνία διαχωρισμού του ακινήτου σε οικόπεδα επί τοπογραφικού σχεδίου και υπέβαλαν από κοινού προς τον καθ΄ου η αίτηση Δήμο αίτηση για άδεια διαχωρισμού σε πέντε τμήματα, άδεια η οποία εκδόθηκε κατά την 5.2.1989.

 

Μεταγενέστερα, όμως, και κατόπιν επιτόπιας εξέτασης από υπάλληλο του Κτηματολογίου, η αιτήτρια αντιλήφθηκε ότι η εκδοθείσα από τον καθ΄ου η αίτηση άδεια για διαχωρισμό του κτήματος δεν ανταποκρινόταν στη συμφωνία η οποία είχε γίνει επί χάρτου μεταξύ των συνιδιοκτητριών, εφόσον, όπως ισχυρίζεται, είχε αφαιρεθεί μέρος του εμβαδού του τμήματος που αναλογούσε στην ίδια, προς όφελος του τμήματος που αναλογούσε στο ενδιαφερόμενο μέρος, συνιδιοκτήτρια Γεωργία Χατζηδαμιανού. Απέστειλε τότε η αιτήτρια επιστολή, ημερομηνίας 24.2.2005, στον καθ΄ου η αίτηση Δήμο και ζήτησε τον προσωρινό παραμερισμό της αίτησης για διαχωρισμό του κτήματος ενώ, με άλλη επιστολή της ημερομηνίας 28.2.2005 προς το Διευθυντή Κτηματολογίου, ζήτησε όπως τερματισθεί κάθε περαιτέρω ενέργεια διαχωρισμού των οικοπέδων και όπως αποσυρθεί η σχετική αίτηση. Όπως εξηγούσε η αιτήτρια στην επιστολή της, ζητούσε όπως ακυρωθεί η αίτηση για διαχωρισμό του κτήματος, καθότι παραβιάστηκε η βασική συμφωνία διαχωρισμού του 1979, η οποία ίσχυε, δεδομένου ότι οι συνιδιοκτήτριες είχαν ανεγείρει οικίες στις οποίες κατοικούν πριν από το 1987.

 

Οι λόγοι που πρόβαλε η αιτήτρια για τη ζητούμενη ακύρωση εκτέθηκαν στην επιστολή, ως ακολούθως:

 

". 1. Η αίτηση στηρίζεται στη συμφωνία διαχωρισμού που έγινε με την άδεια οικοδομής αρ. 4861, ημερ. 21/2/1979, το σχέδιο της οποίας υπογράφεται από όλους τους συνιδιοκτήτες, και, επίσης επισυνάπτεται. Η όποια τροποποίηση των σχεδίων έγινε μεταγενέστερα έγινε χωρίς τη δική μου έγκριση και/ή χωρίς τη δική μου αντίληψη, καθόσον οι τροποποιήσεις που έγιναν επί χάρτου ήταν ασήμαντες και/ή μη διακριτές, αλλά όταν το όλο σχέδιο τέθηκε επί του εδάφους (υποδείχθηκαν από το κτηματολόγιο) φάνηκαν οι διαφορές (από το ό,τι συμφωνήθηκε), και για το λόγο αυτό υποβλήθηκε άμεση και επί τόπου ένσταση στους λειτουργούς του Κτηματολογίου. Επί τούτου διερωτούμαι σε ποια βάση οι λειτουργοί του Κτηματολογίου στηρίχθηκαν για πρόσφατη ενέργεια οριοθέτησης.

 

2. Ο όποιος χώρος πρασίνου απαιτείται έπρεπε να αποκοπεί/αφαιρεθεί από το υπό διαχωρισμό οικόπεδο αρ. «1», το οποίο α) λόγω του μεγέθους του, έχει ανεβάσει το όλο εμβαδό του κτήματος πέραν των 2500 τ.μ, β) το βόρειο σύνορο του υπό διαχωρισμό οικοπέδου αρ. «1» βρίσκεται πλησιέστερα προς τον παρακείμενο ποταμό «Καλόγηρο», και, άρα, το δημόσιο συμφέρον, εξυπηρετείται από την αφαίρεση χώρου πρασίνου από το υπό διαχωρισμό οικόπεδο αρ. «1» παρά και από το υπό διαχωρισμό οικόπεδο αρ. «2», που βρίσκεται πολύ πιο μακριά από τον Ποταμό.."

 

Παρά το γεγονός ότι η άδεια διαχωρισμού είχε ήδη εκδοθεί από τις 5.7.1989, μετά τη λήψη της ανωτέρω επιστολής, ο καθ΄ου  η αίτηση Δήμος πληροφόρησε με επιστολή του ημερομηνίας 8.6.2008 τις συνιδιοκτήτριες του ακινήτου ότι "η άδεια σας για διαχωρισμό του πιο πάνω τεμαχίου αποσύρεται."

 

Ακολούθησε η υποβολή αίτησης προς τον καθ΄ου η αίτηση από το ενδιαφερόμενο μέρος για την έκδοση επ΄ονόματί της Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης σε σχέση με το μερίδιο που κατείχε στο υπό διαίρεση τεμάχιο όπου βρίσκεται η κατοικία της. Τριμελής Επιτροπή, η οποία συστάθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου αρ. 229(Ι)/2004, σε συνεδρίασή της, αποφάσισε όπως γνωματεύσει θετικά ως προς το αίτημα του ενδιαφερόμενου μέρους, με το ακόλουθο σκεπτικό:

 

". Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα του Προέδρου της, την έκθεση της αρμόδιας Αρχής και το περιεχόμενο του φακέλλου του Δήμου Λατσιών με αρ. ΔΕΠ 4 και σημείωσε ότι ο μοναδικός λόγος μη έκδοσης του Πιστοποιητικού Έγκρισης, με βάση το άρθρο 10 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου είναι ένσταση της κατόχου του οικοπέδου με αρ. 2, με την αιτιολογία της αθέτησης συμφωνίας. Η Επιτροπή θεωρεί ότι εάν οποιοσδήποτε από τους ιδιοκτήτες είχε ένσταση για την εκδοθείσα άδεια διαίρεσης θα έπρεπε να υποβάλει Ιεραρχική Προσφυγή κατ΄ επίκληση του άρθρου 18 του ίδιου Νόμου. Εφόσον δεν υπεβλήθη Ιεραρχική Προσφυγή στον τασσόμενο από τον Νόμο χρόνο η άδεια διαίρεσης κατέστη οριστική. Για τούτο η Επιτροπή αποφάσισε, με βάση τις εξουσίες που διαθέτει από το άρθρο 5 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου να γνωματεύσει θετικά στο περιεχόμενο της αίτησης και καλέσει την αρμόδια Αρχή να ενεργήσει σύμφωνα με το εδάφιο (8)(α) του ίδιου Νόμου. Διευκρινίζεται ότι η θετική γνωμάτευση αφορά έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης για το οικόπεδο αρ. 1 (Α στο κτηματικό σχέδιο) όπως ακριβώς προνοείται από την άδεια διαίρεσης. ."

 

Μετά ταύτα, ο καθ΄ου η  αίτηση Δήμος προχώρησε στην έκδοση επ΄ ονόματι του ενδιαφερόμενου μέρους, Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης ημερομηνίας 28.1.2008 για μέρος του διαχωρισμού για το τμήμα 1, όπως δεικνύετο στο σχέδιο της άδειας διαίρεσης.

 

Την εγκυρότητα της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση Δήμου Λατσιών για την έκδοση του προαναφερθέντος Πιστοποιητικού, προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια, για την ακύρωση της οποίας προβάλλει διάφορους λόγους ακύρωσης, τους οποίους θα εξετάσω στη συνέχεια.

 

1ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό παράβαση και/ή εσφαλμένη εφαρμογή και/ή ερμηνεία του Νόμου.

 

Η αιτήτρια στην αγόρευσή της υποβάλλει ότι οι καθ΄ων η αίτηση παρέβηκαν ή εσφαλμένα εφάρμοσαν τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο αρ. 229(Ι)/2004 ("ο Νόμος") και ειδικότερα τα άρθρα 3, 4, 5 και 6 του Νόμου. Τα άρθρα 3 και 4 του Νόμου προβλέπουν τα ακόλουθα:

 

"3. Ανεξάρτητα και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του Νόμου, η αρμόδια αρχή δύναται, με σκοπό τη χορήγηση έγκρισης υφιστάμενης οικοδομής ή υπό δημιουργία οικοπέδου, κατόπιν σχετικής αίτησης προς αυτή, να εκδίδει, ύστερα από γνωμάτευση της Επιτροπής ειδικό πιστοποιητικό έγκρισης.

 

4.-(1) Τηρουμένης της πιο κάτω επιφύλαξης, δικαίωμα υποβολής αίτησης για έκδοση ειδικού πιστοποιητικού έγκρισης από την αρμόδια αρχή, όπως αναφέρεται πιο πάνω, έχει ο ιδιοκτήτης υφιστάμενης οικοδομής ή υπό δημιουργία οικοπέδων μόνο εφόσον επί του επηρεαζόμενου ακινήτου υπάρχουν δικαιώματα αγοραστών ή συνιδιοκτητών που αποκτήθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου:

 

Νοείται ότι σε περίπτωση που ο πιο πάνω ιδιοκτήτης δεν προβεί στις δέουσες ενέργειες για εξασφάλιση ειδικού πιστοποιητικού έγκρισης εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, οποιοσδήποτε των συνιδιοκτητών ή οποιοσδήποτε αγοραστής τμήματος της εν λόγω οικοδομής ή του υπό δημιουργία οικοπέδου δικαιούται αυτοτελώς να υποβάλει αίτηση στην αρμόδια αρχή για την έκδοση ειδικού πιστοποιητικού έγκρισης αναφορικά με το δικό του συμφέρον.

 

(2) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης για έκδοση ειδικού πιστοποιητικού έγκρισης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου από συνιδιοκτήτη ή αγοραστή, αυτός υποχρεούται ταυτόχρονα να κοινοποιήσει την αίτησή του στον ιδιοκτήτη ή στον συνιδιοκτήτη με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνσή του στην Κύπρο, προκειμένου δε περί αγοραστή στη διεύθυνσή του που αναγράφεται στο πωλητήριο έγγραφο ή στην τελευταία γνωστή διεύθυνσή του στην Κύπρο και η αίτησή του εξετάζεται μετά την παρέλευση ενός μηνός και εφόσον μέσα στο διάστημα αυτό δεν υποβάλλεται ίδιο αίτημα από τον ιδιοκτήτη ή το συνιδιοκτήτη."

 

Το άρθρο 5 του ίδιου Νόμου προνοεί για τα της σύστασης και λειτουργίας της Τριμελούς Επιτροπής για μελέτη και εξέταση αιτήσεων που υποβάλλονται δυνάμει του Νόμου, το δε άρθρο 6 προβλέπει για το χρόνο υποβολής αιτήσεων και έκδοσης αποφάσεων από την αρμόδια Αρχή.

 

Ουσιώδους σημασίας είναι και το εδάφιο (10) του άρθρου 5 του Νόμου, το οποίο προνοεί ότι:

 

"(10) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ειδικό πιστοποιητικό έγκρισης δύναται να εκδοθεί μόνον αφού υλοποιηθούν οι προϋποθέσεις, οι όροι και οι περιορισμοί που προβλέπονται στον Πίνακα του παρόντος Νόμου:

 

Νοείται ότι κατά τα άλλα το επηρεαζόμενο ακίνητο πρέπει να πληροί τις πρόνοιες του Νόμου."

 

Ο Πίνακας στον οποίο παραπέμπει το άρθρο 5(10) του Νόμου παραθέτει κατάλογο παρατυπιών για τις οποίες η Επιτροπή θα μπορούσε να γνωματεύσει θετικά, ώστε να εκδοθεί Ειδικό Πιστοποιητικό Έγκρισης από την αρμόδια Αρχή. Η παράγραφος 2(γ) του Πίνακα, που εδώ ενδιαφέρει, προβλέπει για θετική γνωμοδότηση στην περίπτωση παρατυπιών που περιγράφονται ως ακολούθως:

 

"Παρατυπίες που αφορούν υφιστάμενες οικοδομές σε υπό δημιουργία οικόπεδα, των οποίων οι άδειες εκδόθηκαν με βάση τις διατάξεις του Νόμου, και οι οποίες έχουν λήξει, χωρίς να ολοκληρωθούν επιτόπου οι απαιτούμενες από την άδεια κατασκευαστικές εργασίες εφόσον:

 

(α) ...................

 

(β) ...................

 

(γ) δεν ολοκληρώθηκαν όλες οι εργασίες, επειδή εκκρεμεί συνοριακή διαφορά ή άλλο πρόβλημα ιδιοκτησιακής φύσεως. Σε τέτοια περίπτωση εντοπίζεται το μέγεθος της συνοριακής διαφοράς και εφόσον επηρεάζεται μικρό τμήμα γης που αφήνει ανεπηρέαστο το μεγαλύτερο τμήμα του διαχωρισμού, η Επιτροπή εισηγείται στην αρμόδια αρχή να ζητήσει ανάλογα από τον ιδιοκτήτη ή τον αγοραστή την ολοκλήρωση των εργασιών στο αντίστοιχο τμήμα που του αναλογεί στο ανεπηρέαστο τμήμα του διαχωρισμού που δεν επηρεάζει άλλη ιδιοκτησία και νοουμένου ότι και στις δύο περιπτώσεις θα υπάρχει η δυνατότητα της άνετης κάρπωσης, σε καθορισμένο από αυτή χρόνο και σε περίπτωση που αυτός συμμορφωθεί. Η αρμόδια αρχή εκδίδει ειδικό πιστοποιητικό έγκρισης για το αντίστοιχο μέρος μόνο αυτό των εργασιών. ..."

 

 

Όπως εισηγείται ο συνήγορος της αιτήτριας στην αγόρευσή του, το επίμαχο Ειδικό Πιστοποιητικό Έγκρισης δεν μπορούσε να εκδοθεί επειδή η έκδοσή του αντιβαίνει στην παράγραφο 2(γ) του Πίνακα. Αυτό, επειδή η αιτήτρια εξέφρασε διαδοχικά την παράκληση όπως παραμεριστεί και αποσυρθεί η υπόθεση για το διαχωρισμό των οικοπέδων με αρ. Φακ. Δ.44/88, λόγω του ότι προέκυψε συνοριακή ή ιδιοκτησιακή διαφορά μεταξύ αυτής και του ενδιαφερόμενου μέρους, η οποία συνίστατο στην αφαίρεση εμβαδού από το τεμάχιο της αιτήτριας προς όφελος του τεμαχίου του ενδιαφερόμενου μέρους κατά παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας. Αυτή η διαφορά, σύμφωνα με τον ίδιο συνήγορο, επηρεάζει δυσμενώς την ιδιοκτησία της αιτήτριας προς όφελος του ενδιαφερόμενου μέρους και η έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού αντιβαίνει τις πρόνοιες της παραγράφου 2(γ) του Πίνακα.

 

Από την άλλη, η πλευρά του καθ΄ου η αίτηση υποβάλλει ότι εφαρμόζονταν στην περίπτωση οι πρόνοιες τις παραγράφου 2(γ) του Πίνακα και εδικαιολογείτο η έκδοση θετικής γνωμοδότησης.

 

Κατ΄ αρχάς, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι δεν εξειδικεύεται από την πλευρά της αιτήτριας, γιατί η συγκεκριμένη διαφορά που προέκυψε, η οποία πράγματι αφορούσε κυρίως σε προσθαφαίρεση εμβαδού γης, θα συνιστούσε κώλυμα στην εφαρμογή της παραγράφου 2(γ) του Πίνακα. Όπως είναι βέβαια φυσικό, η οποιαδήποτε κατ΄ ισχυρισμό αφαίρεση γης από δικαιούμενο πρόσωπο, ή αφαίρεση συμφωνηθέντος εμβαδού ακινήτου, επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματά του. Όμως, είναι ακριβώς την ύπαρξη τέτοιου είδους διαφορών συνοριακής φύσεως που στόχευε στο να παρακάμψει η πρόνοια στην παράγραφο 2(γ), ώστε να μη συνιστούν εμπόδιο στην έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, διαπιστώνεται ότι ο καθ΄ου η αίτηση Δήμος δεν είχε εκδώσει Πιστοποιητικό Έγκρισης του αδειοδοτηθέντος διαχωρισμού για δύο λόγους:

 

α. Επειδή δεν είχε εξασφαλιστεί Πιστοποιητικό Έγκρισης για τις υφιστάμενες οικοδομές σύμφωνα με τον όρο 12 της άδειας διαχωρισμού, λόγω παρατυπιών σε κάποιες από τις κατοικίες, και,

 

β. Επειδή η αιτήτρια ως συνιδιοκτήτρια είχε ζητήσει τον παραμερισμό και αργότερα την ακύρωση της αίτησης διαχωρισμού.

 

Με δεδομένο δε ότι η αναφυείσα διαφορά αφορούσε κατά κύριο λόγο τη διαφωνία ως προς την επί τόπου χωροθέτηση μικρού μέρους του χώρου πρασίνου και αφού, όπως εντόπισε η Επιτροπή, η εκδοθείσα άδεια χωρισμού συνέχισε να υφίσταται, παρά την εκδηλωθείσα διαφωνία της αιτήτριας ως προς την εφαρμογή της μεταξύ των συνιδιοκτητριών συμφωνίας, η ύπαρξη της διαφοράς δεν ήταν εμπόδιο στην ενεργοποίηση των προνοιών της παραγράφου 2(γ) του Πίνακα.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

2ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό αντισυνταγματικότητα των άρθρων 3, 4, 5 και 6 του Νόμου.

 

Σύμφωνα πάντα με το συνήγορο της αιτήτριας, τα άρθρα 3, 4, 5 και 6 του Νόμου αντιβαίνουν προς τα Άρθρα 23 και 28 του Συντάγματος.

 

Με το Άρθρο 23 του Συντάγματος, ως γνωστό διασφαλίζεται το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, περιορισμοί στην άσκηση του οποίου μπορούν μόνο να τεθούν δια Νόμου, όπως προβλέπεται στο άρθρο εκείνο.

 

Είναι η εισήγηση της αιτήτριας ότι τα προαναφερθέντα άρθρα 3-6 του Νόμου με την εφαρμογή τους προκαλούν την αποστέρηση και εξάλειψη ουσιαστικού μέρους του δικαιώματος ιδιοκτησίας και κατοχής της αιτήτριας χωρίς τη συγκατάθεσή της.

 

Περαιτέρω, είναι η εισήγηση της αιτήτριας ότι οι πρόνοιες των προαναφερθέντων άρθρων καταστρατηγούν την αρχή της ισότητας και ίσης προστασίας και μεταχείρισης, η οποία διασφαλίζεται με το Άρθρο 28 του Συντάγματος. Όπως εξηγεί, οι πρόνοιες του Νόμου έγιναν για να εξυπηρετήσουν μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων, διαχωρίζοντας επιλεκτικά και αυθαίρετα, χωρίς κανένα λογικό κριτήριο πρόσωπα που τελούν υπό όμοιες ή ίδιες συνθήκες και που έτυχε συμπτωματικά να καλύπτονται από το Νόμο. Εξανεμίζουν δε στην ουσία το δικαίωμα ισότητας.

 

Ο συνήγορος της αιτήτριας παρέπεμψε σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες σχετίζονται με την εφαρμογή των Άρθρων 23 και 28 του Συντάγματος. [Δήμος Στροβόλου ν. Γιασεμίδου κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 223, Δημοκρατία ν. Κωνσταντίνου (2002) 3 ΑΑΔ 534, κ.ά.].

 

Εκείνο όμως που θα πρέπει να παρατηρηθεί είναι ότι στην υπό εξέταση περίπτωση, με τη λήψη της επίδικης απόφασης και τη συνακόλουθη έκδοση του Ειδικού Πιστοποιητικού, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αποστέρηση μέρους της ακίνητης ιδιοκτησίας της αιτήτριας.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, ούτε το ενδιαφερόμενο μέρος, ούτε η αιτήτρια, ούτε άλλο πρόσωπο από τις συνιδιοκτήτριες μπορούσε να εξασφαλίσει Πιστοποιητικό Έγκρισης του διαχωρισμού επειδή, παρά την έγκριση της σχετικής αίτησης, εντοπίστηκαν κάποιες παρατυπίες στις ανεγερθείσες οικοδομές και επειδή αναφύηκε η διαφορά ως προς τον επί τόπου διαχωρισμό σε σχέση με τον συμφωνηθέντα μεταξύ της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους. Η έκδοση του επίδικου Ειδικού Πιστοποιητικού δεν είχε, ούτε ως στόχο, ούτε ως αποτέλεσμα την επίλυση της "συνοριακής" διαφοράς μεταξύ των δύο εις βάρος της αιτήτριας. Επειδή όμως υπήρχε η άδεια διαχωρισμού, η οποία είχε εκδοθεί και δεν ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε επίσημα και προνοούσε για ένα συγκεκριμένο τρόπο διαχωρισμού που είχε συμφωνηθεί μεταξύ των συνιδιοκτητριών, εκδόθηκε το Ειδικό Πιστοποιητικό και η διαφωνία της αιτήτριας, όπως και η αναφυείσα διαφορά, παρέμεινε εκκρεμούσα. Με αυτή επομένως την έννοια δεν έγινε καμιά αποστέρηση ή αφαίρεση ακίνητης περιουσίας κατά παράβαση των προαναφερθεισών συνταγματικών διατάξεων.

 

Ούτε και βέβαια μπορεί να ευσταθήσει η εισήγηση περί παραβίασης της αρχής της ισότητας που διασφαλίζεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, αφού ο σκοπός και η εφαρμογή των προνοιών του Νόμου δεν είναι άλλος παρά να δώσει μια ευκαιρία νομιμοποίησης την οποία μπορούσαν να αξιοποιήσουν όσα πρόσωπα ικανοποιούσαν τις εκ του Νόμου τιθέμενες προϋποθέσεις, χωρίς άλλη διάκριση.

 

3ος Λόγος Ακύρωσης - Ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να ακουστεί η αιτήτρια.

 

Επικαλείται προς υποστήριξη αυτού του λόγου ακύρωσης η αιτήτρια τις πρόνοιες του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο αρ. 158(Ι)/1999, του άρθρου 5(5)(β)(7)(β) του Νόμου αρ. 229(Ι)/2004 και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5(5)(β) και 5(7)(β) του Νόμου 229(Ι)/2004, η Επιτροπή δύναται να καλεί ενώπιόν της και οποιοδήποτε πρόσωπο κρίνει ότι θα υποβοηθήσει το έργο της και σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5(7)(β) του ίδιου Νόμου, ενημερώνει κατά την κρίση της, ιδιοκτήτες γειτονικών ακινήτων που ενδεχομένως επηρεάζονται από την απόφασή της. Περαιτέρω, το άρθρο 43 του Νόμου αρ. 158(Ι)/1999 διασφαλίζει το δικαίωμα ακρόασης του διοικούμενου, ο οποίος θα επηρεαστεί από οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση δυσμενούς φύσεως για τον ίδιο.

 

Όπως εισηγείται η αιτήτρια, στην παρούσα περίπτωση, η Επιτροπή δεν της παραχώρησε αυτό το δικαίωμα ακρόασης πριν από τη λήψη της γνωμοδότησής της, αν και ήταν ενήμερη για τις ενστάσεις της αιτήτριας.

 

Ο λόγος αυτός ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

Κατ΄ αρχάς, όπως είναι εμφανές από το ίδιο το λεκτικό της σχετικής πρόνοιας στο Νόμο αρ. 229(Ι)/2004, η Επιτροπή δεν είχε υποχρέωση όπως ακούσει ή ενημερώσει την αιτήτρια περί της εξέτασης την οποία διεξήγαγε, αλλά κάτι τέτοιο επαφίετο στην κρίση της και θα μπορούσε ασφαλώς να το πράξει, αν τούτο κρινόταν αναγκαίο.

 

Εν πάση όμως περιπτώσει, όπως διαπιστώνεται από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, η Επιτροπή ήταν πλήρως ενήμερη ως προς τις ενστάσεις και απόψεις της αιτήτριας τις οποίες και έλαβε υπόψη. Πέραν της ενημέρωσης την οποία είχε με επιστολή του Δημάρχου Λατσιών, επισημαίνεται και το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος με επιστολή του ημερομηνίας 27.1.2006 προς τις άλλες συνιδιοκτήτριες, μεταξύ των οποίων και την αιτήτρια, τις ενημέρωνε ότι είχε αποταθεί για την έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης για το μερίδιο της και σ΄ εκείνη την περίπτωση, η αιτήτρια εξέφρασε και πάλι τις απόψεις της, με την επιστολή της ημερομηνίας 28.3.2006, αντίγραφο της οποίας επισυνάφθηκε στην Ένσταση.

 

Επομένως, εύλογα εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι απόψεις, ενστάσεις και παραστάσεις της αιτήτριας ήσαν γνωστές στον καθ΄ου η αίτηση και λήφθηκαν υπόψη και, επομένως, δεν υπήρχε ανάγκη περαιτέρω ακρόασης ή ενημέρωσης.

 

4ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό ύπαρξη πλάνης ως προς τα πράγματα και το Νόμο.

 

Κάτω από αυτό το λόγο ακύρωσης, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, αντί να εξετάσει τα νόμιμα στοιχεία κρίσης που προβλέπονται στον Πίνακα του άρθρου 5(10) του Νόμου ως προϋπόθεση για την έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού, στηρίχθηκε, πεπλανημένα, στο ότι εκδόθηκε άδεια διαχωρισμού γης σε οικόπεδα κατά της οποίας, όπως ανέφερε, η αιτήτρια δεν καταχώρησε ιεραρχική προσφυγή και η οποία δεν είχε σχέση με τα στοιχεία κρίσης που έπρεπε η Επιτροπή να εξετάσει. Όπως δε περαιτέρω ισχυρίζεται η αιτήτρια, πεπλανημένα ήταν που ανέφερε στην έκθεσή της η Επιτροπή ότι ο μοναδικός λόγος μη έκδοσης Πιστοποιητικού Έγκρισης από το Δήμο με βάση το άρθρο 10 του Κεφ. 96 ήταν η ένσταση της αιτήτριας με αιτιολογία την αθέτηση συμφωνίας. Στην πραγματικότητα, στη σχετική επιστολή του Δήμου ημερομηνίας 13.12.2006 αναφερόταν ότι οι λόγοι ήσαν η ύπαρξη παρατυπιών στις ανεγερθείσες κατοικίες και ο παραμερισμός της αίτησης διαχωρισμού που ζήτησε η αιτήτρια.

 

Τα πιο πάνω γεγονότα και, ιδιαίτερα το γεγονός ότι η Επιτροπή ανέφερε ως μοναδικό πρόβλημα στην έκδοση Πιστοποιητικού Έγκρισης τις ενστάσεις της αιτήτριας παρά το ότι ο οικείος Δήμος είχε θέσει και θέμα παρατυπιών στην ανέγερση των κατοικιών, είναι πράγματι ορθά. Όμως, σε σχέση με τούτο, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι κατ΄ ουδένα λόγο δεν επηρεάστηκε το σκεπτικό της γνωμοδότησης, δεδομένου ότι, στη σχετική επιστολή του, ο Δήμος είχε αναφέρει προς την Επιτροπή ότι, σε περίπτωση που η αιτήτρια θα ήρε την ένστασή της, ο ίδιος ο Δήμος δεν θα είχε ένσταση στην έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού ενώ, παράλληλα, και η ίδια η αιτήτρια με την επιστολή της ημερομηνίας 28.3.2006 προς τις συνιδιοκτήτριες της, με κοινοποίηση προς το Δήμο, ανέφερε ότι δεν θα είχε ούτε η ίδια ένσταση στην έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης για τις οικοδομές, νοουμένου μόνο ότι δεν θα επηρεαζόταν η έκταση της ιδιοκτησίας της, χωρίς να θέσει έτσι οποιοδήποτε άλλο θέμα ως κώλυμα. Εξάλλου, και στην επιστολή της ημερομηνίας 24.2.2005 προς το Δήμο Λατσιών και το Κτηματολόγιο, η ίδια η αιτήτρια ζητούσε όπως "παραμεριστεί" η διαδικασία διαχωρισμού, δίδοντας ως μοναδικό λόγο ότι "ο επικείμενος διαχωρισμός δεν συνάδει επακριβώς με τα σύνορα που έχουν προταθεί κατά την υποβολή της αίτησης διαχωρισμού".

 

Επομένως, η Τριμελής Επιτροπή, που επιλαμβανόταν αιτήματος για έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης, εδικαιολογείτο να λάβει υπόψη της ως το μόνο ουσιαστικό κώλυμα τις ενστάσεις της αιτήτριας ως προς το διαχωρισμό.

 

Συνακόλουθα, ούτε αυτός ο λόγος ένστασης μπορεί να ευσταθήσει.

 

5ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός ότι εκδόθηκε Ειδικό Πιστοποιητικό Έγκρισης αναφορικά με άδεια διαίρεσης που δεν υφίστατο.

 

Όπως εισηγείται η αιτήτρια, το Ειδικό Πιστοποιητικό Έγκρισης εκδίδεται με την προϋπόθεση ότι υφίσταται σε ισχύ άδεια διαίρεσης γης σε οικόπεδα, πλην όμως, στην υπό εξέταση περίπτωση, η εκδοθείσα άδεια έληξε και/ή δεν ανανεώθηκε και/ή εγκαταλείφθηκε και/ή αποσύρθηκε, χωρίς η γη να διαιρεθεί ακόμα.

 

Σε σχέση με αυτή τη θέση της αιτήτριας, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι με τον Πίνακα στον οποίο παραπέμπει το άρθρο 5(10) του Νόμου αρ. 229(Ι)/2004, και πιο συγκεκριμένα με την παράγραφο 2(γ), έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης μπορεί να γίνει μεταξύ άλλων και στις σε σχέση με:

 

"Παρατυπίες που αφορούν υφιστάμενες οικοδομές σε υπό δημιουργία οικόπεδα, των οποίων οι άδειες εκδόθηκαν με βάση τις διατάξεις του Νόμου και οι οποίες έχουν λήξει, χωρίς να ολοκληρωθούν επί τόπου οι απαιτούμενες από την άδεια κατασκευαστικές εργασίες εφόσον:

 

(α) ....................

 

(β) ....................

 

(γ) δεν ολοκληρώθηκαν όλες οι εργασίες επειδή εκκρεμεί συνοριακή διαφορά ή άλλο πρόβλημα ιδιοκτησιακής φύσεως.."

 

 

Επομένως, δεν συνιστά κώλυμα η λήξη της ισχύος άδειας οικοδομής και/ή διαχωρισμού για σκοπούς του Νόμου και, εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια ενημερωθείσα περί του αιτήματος για έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης δεν είχε εγείρει οποιοδήποτε σχετικό θέμα, ούτε και προσέβαλε προηγουμένως την ορθότητα ή νομιμότητα της έκδοσης της άδειας διαχωρισμού ενώπιον οποιασδήποτε Αρχής ή Δικαστηρίου.

 

Επομένως, δεν μπορεί να ευσταθήσει ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης.

 

6ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό εκπρόθεσμη υποβολή της αίτησης για έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού από το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Όπως υποστηρίζει η αιτήτρια, η αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους υποβλήθηκε εκπρόθεσμα στις 31.1.2006 εφόσον ο Νόμος αρ. 229(Ι)/2004 δημοσιεύτηκε στις 30.7.2004 με άμεση ισχύ.

 

Η θέση όμως αυτή παραβλέπει, όπως επισημαίνει και ο συνήγορος του καθ΄ο υ η αίτηση στην αγόρευσή του, το γεγονός ότι ο πιο πάνω Νόμος είχε τροποποιηθεί με το Νόμο αρ. 1(Ι)/2006, έτσι ώστε το άρθρο 6 του Νόμου να προνοεί ότι:

 

"6. Αιτήσεις για έκδοση ειδικού πιστοποιητικού έγκρισης δύνανται να υποβληθούν μέχρι την 31ην Δεκεμβρίου 2006 και η αρμόδια αρχή οφείλει να εκδώσει τις αποφάσεις της μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2008."

 

Σημειώνεται δε ότι ο τροποποιητικός Νόμος, ο οποίος έθεσε την ως άνω προθεσμία, τέθηκε σε ισχύ την 27.1.2006 και, επομένως, ίσχυε όταν υποβλήθηκε η αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους κατά την 31.1.2006.

 

Συνακόλουθα, δεν ευσταθεί αυτός ο λόγος ακύρωσης.

 

7ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό μη συμμόρφωση προς τις πρόνοιες του άρθρου 4(2)(3) του Νόμου.

 

Όπως έχει ήδη αναφερθεί και αυτό διαπιστώνεται από τα κατατεθέντα στο Δικαστήριο έγγραφα που αφορούν στα επίδικα θέματα, το ενδιαφερόμενο μέρος με επιστολή του ημερομηνίας 27.1.2006 κοινοποίησε προς την αιτήτρια και προς τις άλλες συνιδιοκτήτριες του ακινήτου το γεγονός ότι είχε υποβάλει αίτηση για έκδοση ειδικού πιστοποιητικού. Όπως όμως παραπονείται η αιτήτρια, κατά παράβαση του άρθρου 4(2)(3) του Νόμου, το ενδιαφερόμενο μέρος δεν επισύναψε στην επιστολή της και τα σχετικά αρχιτεκτονικά σχέδια και άλλα σχέδια, ώστε να ενημερωθεί η αιτήτρια και να υποβάλει τις ακριβείς ενστάσεις της.

 

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 4(2) του Νόμου, συνιδιοκτήτης ο οποίος αποτείνεται για έκδοση Ειδικού Πιστοποιητικού Έγκρισης, υποχρεούται ταυτόχρονα "να κοινοποιήσει την αίτηση του" στον συνιδιοκτήτη με συστημένη επιστολή.

 

Σύμφωνα με το εδάφιο (3) του ίδιου άρθρου, "η αίτηση συνοδεύεται από τροποποιημένα αρχιτεκτονικά ή και άλλα σχέδια στα οποία εμφαίνεται η οικοδομή ή το υπό δημιουργία οικόπεδο, όπως υφίστατο κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης."

 

Εκείνο το οποίο μπορεί κατ΄ αρχάς να παρατηρηθεί είναι ότι το ανωτέρω εδάφιο προνοεί όπως η αίτηση προς την αρμόδια Αρχή συνοδεύεται από τα περιγραφόμενα σχέδια και όχι κατ΄ ανάγκη και η κοινοποίηση της αίτησης, δηλαδή του γεγονότος ότι υποβλήθηκε η αίτηση.

 

Εν πάση όμως περιπτώσει, στην υπό εξέταση περίπτωση, εκείνο που ενδιέφερε και ενοχλούσε την αιτήτρια ήταν ο επί εδάφους διαχωρισμός κατ΄ εφαρμογή των σχεδίων που είχαν υποβληθεί και όχι οποιαδήποτε αρχιτεκτονικά σχέδια οικίας. Η δε αίτηση έκδοσης Ειδικού Πιστοποιητικού εξετάστηκε και αποφασίστηκε στη βάση των γνωστών στην ίδια σχεδίων διαχωρισμού και άδειας διαχωρισμού, χωρίς καμιά τροποποίηση ή διαφοροποίηση την οποία δεν γνώριζε.

 

Επομένως, δεν αποστερήθηκε οποιασδήποτε αναγκαίας γνώσης γεγονότων.

 

Συνακόλουθα, δεν ευσταθεί ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης.

 

8ος και 9ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και μη επαρκής αιτιολογία.

 

Αναπτύσσοντας τους δύο αυτούς λόγους ακύρωσης, η πλευρά της αιτήτριας αναφέρεται σε διάφορα θέματα τα οποία θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη, όπως π.χ. η τήρηση των όρων της άδειας διαχωρισμού κλπ. Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι αυτή η θέση είναι διαμετρικά αντίθετη και αντιφατική με την προηγουμένως εκτεθείσα θέση της, σύμφωνα με την οποία η άδεια διαχωρισμού στην οποία βασίστηκε η Επιτροπή ήταν ανύπαρκτη, ακυρωθείσα, παραμερισθείσα κλπ.

 

Περαιτέρω, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι αντιρρήσεις που προβάλλει η αιτήτρια εδράζονται ίσως σε μια εσφαλμένη αντίληψη ότι, προτού εκδοθεί Ειδικό Πιστοποιητικό Έγκρισης, θα έπρεπε να είχαν όλα καλώς και σύμφωνα με τη νομοθεσία, ενώ είναι ακριβώς ο σκοπός του νομοθέτη όπως, εκεί όπου υπάρχουν και συνεχίζουν να διαπιστώνονται παρατυπίες, να δίδεται κάποια ειδική θεραπεία, παρά την ύπαρξη παρατυπιών και παρά την ύπαρξη, όπως εδώ, συνοριακών ή άλλων εδαφικών συμβατικών διαφορών.

 

Αδυνατώ υπό τις περιστάσεις να καταλήξω σε συμπέρασμα ότι δεν διεξήχθηκε δέουσα και πλήρης έρευνα σε κάθε στοιχείο που ήταν εδώ αναγκαίο, ή ότι δεν δόθηκε επαρκής αιτιολογία για το ακριβές σκεπτικό που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Αναπόφευκτα, η προσφυγή απορρίπτεται και ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα της, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, επιδικάζονται εναντίον της αιτήτριας και υπέρ του καθ΄ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                          Δ.

 

 

/ΧΤΘ                

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο