ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1905/2008
16 Μαρτίου, 2011
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 28, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
2. ΣΤΑΥΡΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ
3. ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΔΡΟΥΛΑ
4. ΣΤΑΥΡΟΥ ΧΑΡΟΥΛΑ
Αιτήτριες
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
.......................
Ηλ. Στεφάνου, για τις αιτήτριες
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
..........................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Οι αιτήτριες με την παρούσα προσφυγή, ζητούν από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή παράλειψη της Καθ' ής η Αίτηση, που περιέχεται στην επιστολή/απάντηση της ημερομηνίας 19/11/08 στο έγγραφο αίτημα των Αιτητριών ημερομηνίας 31/07/08 για να επιστρέψει στις Αιτήτριες και/ή τους προσφέρει, επί καταβολή της τιμής κτήσεως, την ακίνητη ιδιοκτησία τους, ήτοι το ¼ μερίδιο έκαστης επί του ακινήτου με Αριθμό Τεμαχίου 729, Φ/Σχ. 30/14Ε2, Τμήμα 3, με Αριθμό εγγραφής 3/803 στην Ενορία Άγιος Γεώργιος, Λατσιά, που απαλλοτριώθηκε με το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως αρ. 613 ημερομηνίας 20/8/2000 δια την κατασκευή του κύριου οδικού δικτύου στην περιοχή του Γ.Σ.Π. Λευκωσία, αλλά μέχρι σήμερα ο σκοπός δεν κατέστη εφικτός είναι άκυρη και εστερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος ως αντισυνταγματική, παράνομη και/ή ως κατάχρηση εξουσίας και/ή συνιστά παράλειψη οφειλόμενης εκ του Συντάγματος και του Νόμου ενέργειας και ότι παραλείφθηκε έπρεπε να είχε εκτελεστεί.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι αιτήτριες ήταν ιδιοκτήτριες ανά ¼ μερίδιο έκαστη του τεμαχίου 729, Φ/Σχ. 30/14Ε2, Τμήμα 3 και Αριθμό Εγγραφής 3/803 στην ενορία Αγίου Γεωργίου στα Λατσιά, (πρώην τεμάχιο 37).
Στις 20/8/1999, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης με αρ. 1000, με την οποία γνωστοποιήθηκε ότι διάφορα τεμάχια, συμπεριλαμβανομένου και μέρους του πιο πάνω τεμαχίου (τότε τεμ. 37), ιδιοκτησίας των αιτητριών, ήταν αναγκαία «για τους ακόλουθους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για τη δημιουργία, βελτίωση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία και η απαλλοτρίωσή της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή τη διαμόρφωση/κατασκευή του κύριου οδικού δικτύου στην περιοχή ανέγερσης του νέου σταδίου Γ.Σ.Π.»
Στις 18/8/2000 δημοσιεύτηκε σχετικό Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με αριθμό 613. Οι αιτήτριες αποδέχτηκαν την αποζημίωση και, αφού αυτή καταβλήθηκε, η ιδιοκτησία περιήλθε και ακολούθως ενεγράφη επ' ονόματι των καθ' ων η αίτηση. Εννέα περίπου χρόνια αργότερα, οι αιτήτριες, με επιστολή του δικηγόρου τους ημερ. 31/7/2008, ζήτησαν την ανάκληση της απαλλοτρίωσης και την επιστροφή του ακινήτου και ότι ήταν πρόθυμες να επιστρέψουν το ποσό που τους είχε καταβληθεί ως αποζημίωση για το λόγο ότι ενώ έχουν παρέλθει 8 περίπου χρόνια από την ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης «δεν το έχουν χρησιμοποιήσει για τον σκοπό της απαλλοτρίωσης ή/και ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν κατέστη εφικτός ή/και άλλως πως».
Σε απάντηση της εν λόγω επιστολής, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, με επιστολή του ημερ. 7/8/2008 πληροφόρησε τις αιτήτριες ότι το αίτημά τους διαβιβάστηκε στο αρμόδιο τμήμα του Υπουργείου για εξέταση, επιφυλάχθηκε δε να τις ενημερώσει για τα περαιτέρω μόλις έχει στα χέρια του τη σχετική έκθεση.
Οι αιτήτριες επανήλθαν αξιώνοντας και πάλιν ανάκληση της απαλλοτρίωσης και επιστροφή του ακινήτου με νέα επιστολή του δικηγόρου τους ημερ. 26/9/2008.
Στην εν λόγω επιστολή απάντησαν οι καθ' ων η αίτηση με την επιστολή τους ημερ. 19/11/2008 (προσβαλλόμενη απόφαση) με την οποία ουσιαστικά πληροφορούν τις αιτήτριες ότι το αίτημά τους για ανάκληση της απαλλοτρίωσης και επιστροφή του επίδικου ακινήτου δεν μπορεί να ικανοποιηθεί γιατί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ισχύει μέχρι σήμερα.
Το περιεχόμενο της συγκεκριμένης επιστολής στο ουσιαστικό του μέρος έχει ως εξής:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην προς εσάς ταυτάριθμη επιστολή μου ημερ. 7/08/08 και σε συνέχεια αυτής σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
2. Το τεμάχιο με αρ. 729 του Φύλλου/Σχεδίου 30.14.Ε2, επηρεάστηκε από την απαλλοτρίωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερ. 20/08/99 με αρ. Α.Δ.Π. 1000, με σκοπό τη διαμόρφωση/κατασκευή του κύριου οδικού δικτύου στην περιοχή του νέου Γ.Σ.Π.
3. Μέρος του υπό αναφορά οδικού δικτύου έχει ήδη κατασκευασθεί, ενώ προωθείται η συμπλήρωση του με την κατασκευή ανισόπεδου κόμβου στη συμβολή του Αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας-Λεμεσού με το δρόμο που διέρχεται νότια του νέου σταδίου Γ.Σ.Π. και της επέκτασής του τόσο προς ανατολικά (μέχρι τη Λεωφόρο Λεμεσού στα Λατσιά), όσο και προς δυτικά (μέχρι τη συμβολή του με τη Λεωφόρο Λ.Δ. Βικέλα στο Στρόβολο). Πληροφοριακά αναφέρεται ότι για την απόκτηση της επιπρόσθετης γης που απαιτείται για το σκοπό αυτό, έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με αρ. 4245 ημερ. 8/02/08, γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης με αρ. Α.Δ.Π. 133. Επιπρόσθετα αναφέρεται ότι το Τμήμα Δημοσίων Έργων έχει ήδη ετοιμάσει τη μελέτη των κατασκευαστικών σχεδίων για το πιο πάνω έργο και αναμένεται ότι μέχρι το τέλος του 2008, θα προβεί στη δημοσίευση προσφορών για την κατασκευή του.
4. Το Έργο αυτό έχει χαρακτηρισθεί ως έργο προτεραιότητας, που στόχο έχει την απάμβλυνση του κυκλοφοριακού προβλήματος στην είσοδο της Λευκωσίας, γιατί με την υλοποίησή του θα διευκολυνθεί η διακίνηση μεταξύ των ανατολικών και δυτικών περιοχών (Ανθούπολη, Λακατάμια, Λατσιά, Γέρι), θα επιτευχθεί η σύνδεση των περιοχών αυτών με τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού και ταυτόχρονα θα εξυπηρετηθούν ευρύτερες κυκλοφοριακές διακινήσεις, με παράκαμψη των κεντρικών περιοχών της Λευκωσίας.
5. Με βάση τα πιο πάνω, γίνεται αντιληπτό ότι ο σκοπός της Απαλλοτρίωσης του υπό αναφορά τεμαχίου ισχύει μέχρι σήμερα και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατή η ανάκλησή της και επιστροφή του στους παραπονούμενους ιδιοκτήτες.
6. Είμαι στη διάθεσή σας για οποιεσδήποτε περαιτέρω πληροφορίες χρειαστείτε.»
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω άρνησης των καθ' ων η αίτηση να ικανοποιήσουν το αίτημα των αιτητριών για επιστροφή του ακινήτου, καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητριών με τη γραπτή του αγόρευση προωθεί τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) παράβαση του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος, (β) καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, στο άρθρο 15 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, (Ν. 15/62 όπως τροποποιήθηκε) και στο άρθρο 52 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(1)/99) και (γ) παραβίαση της αρχής του κράτους δικαίου.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υποστηρίζει την ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ζητά την απόρριψη της προσφυγής.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Θεωρώ τους πιο πάνω λόγους ακύρωσης ως συναφείς με την έννοια ότι αφορούν τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο συνήγορος των αιτητριών υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση είναι αντίθετη με το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος. Ισχυρίζεται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει επιτευχθεί, παρότι έχει παρέλθει ο καθοριζόμενος από το Σύνταγμα χρόνος των τριών ετών. Τονίζει δε πως μέχρι και σήμερα, εννέα δηλαδή χρόνια μετά την εν λόγω απαλλοτρίωση, οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν χρησιμοποιήσει το απαλλοτριωθέν μέρος ή οποιοδήποτε τμήμα του κτήματος τους για το νόμιμο σκοπό που επιτάσσει η απαλλοτρίωση. Επιπρόσθετα υπογραμμίζει πως εφόσον παραβιάστηκε η προθεσμία του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος, οι καθ' ων η αίτηση ώφειλαν να επιστρέψουν την απαλλοτριωθείσα περιουσία, αφού κανένα μέτρο που να καθιστά το σκοπό της απαλλοτρίωσης εφικτό δεν έχει ληφθεί και καμιά ενέργεια που να σκοπεύει την υλοποίηση του σκοπού δεν έχει γίνει.
Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση υποστηρίζεται ότι ο σκοπός της επίμαχης απαλλοτρίωσης δεν έχει καταστεί ανέφικτος αλλά αντιθέτως είναι εφικτός αφού η διοίκηση από την πρώτη στιγμή αμέσως μετά το διάταγμα απαλλοτρίωσης έχει προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες και έλαβε ουσιαστικά μέτρα, όπως ετοιμασία ρυθμιστικών και κατασκευαστικών σχεδίων για το όλο έργο, το οποίο όμως λόγω της πολυπλοκότητάς του απαιτούσε χρονοβόρα διαδικασία.
Παραθέτω αυτούσιο το ουσιαστικό μέρος της γραπτής αγόρευσης των καθ' ων η αίτηση:
«Έχοντας υπόψη τις αναφερθείσες αποφάσεις, και με βάση το υλικό της επίδικης υπόθεσης, συνάγουμε το συμπέρασμα, ότι ο σκοπός της επίμαχης απαλλοτρίωσης δεν έχει καταστεί ανέφικτος, αλλά αντιθέτως έχει αποβεί εφικτός.
Συγκεκριμένα η Διοίκηση από την πρώτη στιγμή αμέσως μετά το διάταγμα απαλλοτρίωσης είχε προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες, είχε λάβει ουσιαστικά μέτρα τα οποία καθιστούσαν το σκοπό της απαλλοτρίωσης υλοποιήσιμο-εφικτό.
Ειδικότερα η Διοίκηση είχε ετοιμάσει ρυθμιστικά και κατασκευαστικά σχέδια, και γενικά είχε προβεί σε μελέτη του όλου έργου, το οποίο όμως λόγω της πολυπλοκότητας του, απαιτούσε χρονοβόρα διαδικασία.
Συνεπώς η Διοίκηση δεν αδράνησε και/ή δεν αμέλησε στο να καταστήσει το σκοπό της απαλλοτρίωσης, εφικτό. Είχε λάβει όλα τα ουσιαστικά μέτρα, τα οποία καθιστούσαν το σκοπό της απαλλοτρίωσης υλοποιήσιμο.
Η καθυστέρηση όμως που παρατηρήθηκε στην πραγματοποίηση του έργου είναι απόλυτα δικαιολογημένη, υπό τις περιστάσεις, αφού το όλο έργο, απαιτεί χρονοβόρες διαδικασίες, λόγω της τεράστιας πολυπλοκότητας του.
Όμως το πλέον κρίσιμο σημείο, που απαιτεί η νομολογία, δηλαδή το εφικτό του σκοπού της απαλλοτρίωσης, έχει επιτευχθεί, και αυτό έχει σημασία.
Σ' όλο το διαρρεύσαν διάστημα φαινόταν συνεχώς το εφικτό του αναληφθέντος έργου.»
Απαντητική Αγόρευση από πλευράς αιτητριών δεν έχει καταχωρηθεί.
Όπως έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, όπου η Πλήρης Ολομέλεια ανασκόπησε τη νομολογία αναφορικά με το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος και ειδικά για τα όρια του εφικτού και ανέφικτου του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το καθοριστικό κριτήριο για τυχόν επιστροφή ακίνητης ιδιοκτησίας που απαλλοτριώθηκε δεν είναι αν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει επιτευχθεί εντός των προβλεπομένων τριών ετών, αλλά αν ο σκοπός αυτός είναι εφικτά πραγματοποιήσιμος, με τη διοίκηση να υποχρεούται να έχει προβεί σε ενέργειες, αναλόγως της περίπτωσης, οι οποίες είναι ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Ο πρώην ιδιοκτήτης (εδώ οι αιτήτριες) βαρύνεται να αποδείξει όχι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή ότι κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν έχει προβεί στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως της περίπτωσης, θα κρίνονταν ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.
Το θέμα πρέπει να εξετάζεται με βάση τα γεγονότα της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης γιατί τότε μόνο μπορεί να αποφασιστεί το κατά πόσο η διοίκηση (απαλλοτριούσα αρχή) προέβηκε στα δέοντα διαβήματα για επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Για παράδειγμα αν η απαλλοτρίωση αφορά την ανέγερση ενός κτιρίου (όπως ήταν η περίπτωση στην προαναφερθείσα υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ), τότε είναι πιο εύκολο να αποφασιστεί το θέμα. Αν όμως το έργο είναι η δημιουργία οδικού δικτύου, όπως η παρούσα περίπτωση, που είναι ένα μεγάλο και πολύπλοκο έργο, που καλύπτει αριθμό ακινήτων με διαφορετικούς συνήθως ιδιοκτήτες, τότε το κριτήριο δεν πρέπει να είναι το αν μέσα στην συγκεκριμένη ακίνητη ιδιοκτησία έχει αρχίσει οποιαδήποτε εργασία. Παρόλο ότι στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση θα μπορούσαν να παρατεθούν περισσότερες λεπτομέρειες των διαβημάτων στα οποία προέβηκε η διοίκηση για υλοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης, εντούτοις από τους διοικητικούς φακέλους που παρουσιάστηκαν ενώπιον μου ως τεκμήρια (βλ. ιδιαίτερα την επιστολή ημερ. 1/11/2010 προς Γενικό Εισαγγελέα που είναι στο φάκελο τεκμ. 4), προκύπτει ότι από τις 12/9/2002 (η απαλλοτρίωση έγινε στις 18/8/2000) γίνονταν προσπάθειες υλοποίησης του έργου οπότε διαφάνηκε ότι εκτός από το Δήμο Στροβόλου, εμπλεκόταν και ο Δήμος Λατσιών, αφού το ανατολικό σκέλος του ανισόπεδου κόμβου παρά το νέο ΓΣΠ, αφορούσε ακίνητη ιδιοκτησία που εμπίπτει στα δημοτικά όρια του Δήμου Λατσιών .
Προκύπτει λοιπόν από το εν λόγω ιστορικό ότι ο σκοπός υλοποίησης του όλου έργου ουδέποτε εγκαταλείφθηκε, αλλά αντίθετα προωθείτο με την ταχύτητα που επέτρεπαν οι περιστάσεις και η φύση του όλου έργου. Επομένως η όλη καθυστέρηση φαίνεται να ήταν δικαιολογημένη. Προκύπτει από το διοικητικό φάκελο ότι τα κατασκευαστικά σχέδια άρχισαν πριν την παρέλευση των 3 ετών από την ημέρα της απαλλοτρίωσης και μάλιστα μέρος του όλου έργου, σε άλλα βέβαια ακίνητα που απαλλοτριώθηκαν για τον ίδιο σκοπό, είχε ήδη γίνει προ πολλού. Το κριτήριο δεν είναι αν το όλο έργο έχει ολοκληρωθεί μέσα στα 3 έτη ή μέσα στην περίοδο που αρχικά προγραμματίστηκε.
Η προαναφερθείσα υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ., διαφοροποιείται πλήρως από την παρούσα. Είχε εκεί απαλλοτριωθεί το ακίνητο από τις 6/12/1992 για σκοπούς ανέγερσης νέου κυβερνητικού τυπογραφείου. Πέρασαν 6 χρόνια χωρίς να ανεγερθεί τούτο και η αιτήτρια ζήτησε επιστροφή του με επιστολή ημερ. 6/4/1998 αίτημα που απορρίφθηκε με επιστολή ημερ. 16/4/1999 με την αιτιολογία ότι (α) ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει εγκαταλειφθεί και (β) ότι έχουν ήδη εκπονηθεί τα αρχιτεκτονικά σχέδια και η στατική μελέτη και το τεμάχιο θα χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που έχει απαλλοτριωθεί. Καταχωρήθηκε προσφυγή η οποία όμως απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα την καταχώρηση έφεσης. Η πλήρης Ολομέλεια, που επιλήφθηκε τελικά της έφεσης, έκρινε ότι με βάση γεγονότα που προέκυπταν από το φάκελο της διοίκησης (α) η αρχιτεκτονική μελέτη έγινε το 1996, δηλαδή 4 χρόνια μετά την απαλλοτρίωση και (β) μέχρι και την καταχώρηση της προσφυγής προέκυπτε ότι υπήρξε αβεβαιότητα στην απαλλοτριούσα αρχή αναφορικά με το όλο έργο δηλαδή αν θα γινόταν στο απαλλοτριωθέν ακίνητο ή σε άλλο χώρο. Σχετικά στην σελ. 188 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Με όλα αυτά υπ' όψη όντως μπορεί να συναχθεί ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει καταστεί εφικτός. Όχι μόνο μέσα σε τρία χρόνια μετά από την απαλλοτρίωση αλλά ούτε και μέχρι την ημέρα που απερρίφθη το αίτημα της Εφεσείουσας για επιστροφή του κτήματος ή που κατεχωρήθη η προσφυγή και ακόμα, αν αυτό ήταν σχετικό, ούτε μέχρι σήμερα. Κατακράτηση του κτήματος από τη Δημοκρατία υπό αυτές τις συνθήκες θα ισοδυναμούσε με εσαεί δέσμευση του εν αναμονή και σε περίπτωση που το κράτος θα απεφάσιζε οποτεδήποτε να οριστικοποιήσει και υλοποιήσει την πρόθεση του να το χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του Τυπογραφείου. Αυτό θα ήταν έξω από τα πλαίσια του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το εφικτό του οποίου ασφαλώς κρίνεται σε συνάρτηση με τα δεδομένα της απαλλοτρίωσης, και θα απέληγε σε προσπορισμό αδικαιολόγητου οφέλους στο κράτος και πρόκληση αντίστοιχης αδικίας στον ιδιοκτήτη αν, ως συνήθως, η αξία του κτήματος έχει εν τω μεταξύ αυξηθεί.............................................................................»
Θέμα καταστρατήγησης της αρχής της αναλογικότητας δεν τίθεται στην παρούσα περίπτωση. Τέτοιο θέμα θα εξεταζόταν κατά τον χρόνο της απαλλοτρίωσης αν εγειρόταν ένσταση σ' αυτή με το δικαιολογητικό ότι υπήρχαν άλλα, πιο κατάλληλα ακίνητα για επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης, από αυτό των αιτητριών. (βλ. Ψάλτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 452).
Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν ορθή.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον των αιτητριών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ