ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1439/2008)
31 Μαρτίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΕΡΕΙΔΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Γεώργιος Καραπατάκης, για την Αιτήτρια.
Γιάννα Χατζηχάννα-Ευαγόρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Αλέξανδρος Ταλιαδώρος, για Ενδιαφερόμενο Μέρος ΄Αριστο Αριστοτέλους.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (η «Ε.Ε.Υ.»), ημερομηνίας 2/6/2008, με την οποία ο ΄Αριστος Αριστοτέλους, ενδιαφερόμενο μέρος, προήχθη στη θέση Βοηθού Διευθυντή Α΄ Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης για τη Φυσική Αγωγή, (η «επίδικη θέση»), από 1/9/2008.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, μετά την προκήρυξη 89 θέσεων Βοηθού Διευθυντή Α΄ Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης, σε διάφορες ειδικότητες, για την επίδικη θέση, η οποία είναι θέση προαγωγής, υποβλήθηκαν, από Βοηθούς Διευθυντές Φυσικής Αγωγής, 17 αιτήσεις. ΄Ολοι οι αιτητές, κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, πληρούσαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, καθώς κρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία, στη συνέχεια, προχώρησε σε αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας και της αξίας των υποψηφίων, καθώς και σε μελέτη των προσόντων τους, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του ΄Αρθρου 35Β του περί της Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969, (Ν. 10/69), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος). Με βάση τα πιο πάνω, κατάρτισε τον Κατάλογο των προτεινομένων για προαγωγή, ο οποίος περιλάμβανε όλους τους υποψηφίους. Στη συνέχεια, ετοίμασε ΄Εκθεση, την οποία, μαζί με τον Κατάλογο, υπέβαλε, στις 7/3/2008, στην Ε.Ε.Υ. Η ΄Εκθεση και ο Κατάλογος των προτεινομένων αναρτήθηκαν στην πινακίδα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.
Η Ε.Ε.Υ., στη συνεδρία της ημερομηνίας 14/5/2008, εξέτασε ένσταση που υπέβαλε το ενδιαφερόμενο μέρος για αναθεώρηση του Καταλόγου. Αφού έλαβε υπόψη όσα αυτό ανέφερε, την αποδέχτηκε και του παραχώρησε μία μονάδα πρόσθετων προσόντων για το δίπλωμα της Σχολής Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΣΕΛΜΕ) του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Αθηνών, που κατέχει, αυξάνοντας, ανάλογα, το σύνολο των μονάδων του και διορθώνοντας τον Τελικό Κατάλογο.
Στη συνέχεια, η Ε.Ε.Υ. προχώρησε στην εξέταση της νομιμότητας του Καταλόγου που καταρτίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, αφού διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι διέθεταν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, κατάρτισε τον Τελικό Κατάλογο των υποψηφίων - (΄Αρθρο 35Β(8) του Νόμου), στον οποίο, με βάση τη συνολική βαθμολογία, η αιτήτρια κατετάγη δεύτερη, με 197.50 μονάδες και το ενδιαφερόμενο μέρος ένατο, με 194.33 μονάδες. Αποφάσισε, επίσης, όπως όλοι οι υποψήφιοι που περιλαμβάνονταν στον Τελικό Κατάλογο κληθούν σε προσωπική συνέντευξη και καθόρισε τη βαρύτητα των έξι κριτηρίων που προβλέπονται στο ΄Αρθρο 35Β(10)(β) του Νόμου, αιτιολογώντας την αποτίμηση μονάδων για το κάθε ένα από αυτά. Καθόρισε, επίσης, τους τομείς σε σχέση με τους οποίους θα υποβάλλονταν οι ερωτήσεις κατά τη συνέντευξη και τον τρόπο αξιολόγησης και βαθμολόγησης της απόδοσης κάθε υποψηφίου.
Στη συνέντευξη, η οποία έλαβε χώρα στις 2/6/2008, από τους 17 υποψηφίους προσήλθαν οι 11, οι οποίοι, αρχικά, αξιολογήθηκαν από τον Πρώτο Λειτουργό Εκπαίδευσης, που παρίστατο ως εκπρόσωπος της Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης. Με βάση τις κρίσεις του, η βαθμολογία για το σύνολο των έξι κριτηρίων ήταν: για το ενδιαφερόμενο μέρος 3.50 μονάδες και για την αιτήτρια 2.50 μονάδες.
Με την αποχώρηση του Πρώτου Λειτουργού, η Ε.Ε.Υ. προχώρησε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων, με βάση τα προκαθορισμένα κριτήρια. Αναφορικά με την αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος σημειώθηκαν στα πρακτικά τα εξής:-
«Ιερείδου Σωτηρία (ΠΜΠ 5223)
ι. Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα: (0,05 μονάδες)
Η από μέρους της παρακολούθηση των παιδαγωγικών και μεθοδολογικών εξελίξεων όσον αφορά την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην πληροφορική, είναι μέτρια και περιορίζεται μόνο σε ευκαιριακή ανάγνωση ορισμένων άρθρων.
ιι. Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης: (0,10 μονάδες)
Η κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης όσον αφορά την φιλοσοφία της εφημερίας ήταν μέτρια και περιορίστηκε στην επισήμανση μερικών τομέων, χωρίς ομαδοποίηση και κατάταξη των ενεργειών στις οποίες θα προέβαινε.
ιιι. Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων: (0,05 μονάδες)
Η προσέγγιση του προβλήματος των κλοπών στις ειδικές αίθουσες ήταν αποσπασματική και νεφελώδης, χωρίς οποιαδήποτε κριτική εμβάθυνση σε επί μέρους πτυχές.
ιν. Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων: (0,10 μονάδες)
΄Εχει μέτριο βαθμό επικοινωνίας λόγω αρκετών δυσκολιών στην κατανόηση των ερωτήσεων και στη διατύπωση σαφών και καίριων απαντήσεων.
ν. Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία): (0,10 μονάδες)
Η παρουσία της χαρακτηριζόταν από κάποια αμηχανία, ενώ οι απόψεις που εξέφρασε δεν ήταν συγκροτημένες.
νι. Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια): (0,10 μονάδες)
Ο από μέρους της χειρισμός της γλώσσας ήταν σχεδόν μέτριος, αφού παρουσίασε αρκετές δυσκολίες στο ρυθμό της έκφρασης και την κατοχή του αναγκαίου λεξιλογίου.
Γενικός Χαρακτηρισμός: Σχεδόν Μέτρια (0,50)»
«Αριστοτέλους ΄Αριστος (ΠΜΠ 8305)
ι. Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα: (0,80 μονάδες)
Η παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωσή του σχετικά με τις τάξεις μικτής ικανότητας στη Φυσική Αγωγή είναι πάρα πολύ καλή και είναι αποτέλεσμα πρόσφατης και συνεχούς παρακολούθησης της σχετικής βιβλιογραφίας και εφαρμογής της σε μεγάλο βαθμό στην καθημερινή σχολική πρακτική.
ιι. Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης: (0,80 μονάδες)
Αντιλαμβάνεται πάρα πολύ καλά το ρόλο και τις ευθύνες της θέσης γύρω από τα καθήκοντα και του υπεύθυνου τομέα, θέμα για το οποίο διατύπωσε τα γενικότερα πλαίσια.
ιιι. Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων: (0,80 μονάδες)
Τοποθετείται κριτικά στο πρόβλημα σχετικά με την άθληση ως αντίβαρο της παχυσαρκίας, επισημαίνοντας τις κυριότερες πτυχές και εμβαθύνοντας στην ουσία του προβλήματος.
ιν. Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων: (0,80 μονάδες)
Ο βαθμός επικοινωνίας του ήταν πάρα πολύ καλός. Οι ερωτήσεις-απαντήσεις βρίσκονταν σε άμεσο συσχετισμό, με μικρές μόνο παρεκβάσεις και η τεκμηρίωση των θέσεών του ήταν βασισμένη σε μεγάλο βαθμό στις υπάρχουσες θεωρίες αλλά και στην καθημερινή εμπειρία.
ν. Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία): (0,40 μονάδες)
Είναι άνθρωπος με ήρεμο χαρακτήρα, ενθουσιασμό και αρκετές απόψεις που, όταν πρέπει, προσαρμόζει στο όλο κλίμα της συζήτησης, ενώ η παρουσία του δεν είχε οποιαδήποτε προβλήματα.
νι. Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια): (0,40 μονάδες)
Ο από μέρους της χειρισμός της γλώσσας ήταν πάρα πολύ καλός, με κάποια ωστόσο χάσματα λόγου και μερικές αδυναμίες στην επιλογή λεξιλογίου.
Γενικός Χαρακτηρισμός: Πάρα Πολύ Καλά (4,00)»
Στη συνέχεια, η Ε.Ε.Υ., λαμβάνοντας υπόψη τις μονάδες του κάθε υποψηφίου στον Τελικό Κατάλογο που κατάρτισε η ίδια και τις μονάδες που έδωσε κατά την αξιολόγηση της απόδοσης κάθε υποψηφίου στη συνέντευξη, προχώρησε σε συνολική αξιολόγηση ενός εκάστου των υποψηφίων και, με βάση τις πιο πάνω μονάδες, διαμόρφωσε τη συνολική βαθμολογική σειρά κατάταξης, προσφέροντας προαγωγή στους έξι υποψηφίους που συγκέντρωσαν τις περισσότερες μονάδες. Μεταξύ αυτών ήταν και το ενδιαφερόμενο μέρος, με 198.33 μονάδες, ενώ η αιτήτρια, με 198 μονάδες, κατέλαβε την έβδομη θέση και δεν επιλέγηκε για προαγωγή.
Για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, η αιτήτρια προβάλλει ότι:-
1. Η ενδιάμεση απόφαση της Ε.Ε.Υ. για εξέταση και αποδοχή της ένστασης του ενδιαφερομένου μέρους παραβιάζει το ΄Αρθρο 35Β(7)(8) του Νόμου, στερείται δέουσας έρευνας και είναι το αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης.
2. Η επίδικη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του ΄Αρθρου 35Β(10) του Νόμου, γιατί δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στα αποτελέσματα της προσωπικής συνέντευξης· και
3. Η ενδιάμεση απόφαση της Ε.Ε.Υ. αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιόν της προσωπική συνέντευξη στερείται επαρκούς και νόμιμης αιτιολογίας.
Η αιτήτρια, επικαλούμενη τις πρόνοιες των εδαφίων (7) και (8) του ΄Αρθρου 35Β του Νόμου[1], όπως, επίσης, και εκείνες του ΄Αρθρου 11(2)[2] του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99), υποστηρίζει ότι, εφόσον ο Κατάλογος των προτεινομένων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αναρτήθηκε στην πινακίδα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού στις 7/3/2008, η ένσταση του ενδιαφερομένου μέρους, η οποία υποβλήθηκε εκπρόθεσμα - την ενδεκάτη ημέρα - δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη από την Ε.Ε.Υ. Η αποδοχή της, ενόψει των πιο πάνω, συνιστά παράβαση των διατάξεων των πιο πάνω ΄Αρθρων και είναι αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα. Η αποδοχή της ένστασης, η οποία ήταν εκπρόθεσμη, ήταν ουσιαστικής σημασίας στη σειρά βαθμολογικής κατάταξης και ήταν αυτή που διαμόρφωσε την τελική διαφορά των 0.33 μονάδων, που οδήγησε, εν τέλει, στην προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους αντί της ίδιας.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης του πιο πάνω ισχυρισμού, για το λόγο ότι η υποβολή ένστασης είτε εμπρόθεσμα είτε εκπρόθεσμα αυτή έγινε δεν επηρεάζει ούτε αφορά την αιτήτρια, αλλά αφορά την ίδια την Ε.Ε.Υ. και τη διακριτική της ευχέρεια. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι η προθεσμία του ΄Αρθρου 35Β(7) του Νόμου είναι ενδεικτική, επειδή στο εδάφιο (8) του ιδίου ΄Αρθρου αναφέρεται ότι η Ε.Ε.Υ. εξετάζει τη νομιμότητα του καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ανεξάρτητα εάν έχουν ή όχι υποβληθεί ενστάσεις. Στην παρούσα περίπτωση, Η Ε.Ε.Υ. είχε, εκ του νόμου, υποχρέωση να ελέγξει τη νομιμότητα του Καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, προς το σκοπό είτε διόρθωσής του είτε επικύρωσής του. Εφόσον εντόπισε την παράλειψη απόδοσης στο ενδιαφερόμενο μέρος μίας επιπρόσθετης μονάδας, είχε υποχρέωση να διορθώσει την παράλειψη.
Από πλευράς ενδιαφερομένου μέρους, σε σχέση με τον εν λόγω λόγο ακυρότητας, υποστηρίζεται ότι αυτός δεν είναι δεόντως δικογραφημένος και αιτιολογημένος στα νομικά σημεία της αίτησης, ούτε αφορά σε ζήτημα δημοσίας τάξεως, για να μπορεί να εξεταστεί. Σε σχέση με την ουσία του ισχυρισμού, με αναφορά στο ΄Αρθρο 11(2) του Ν. 158(Ι)/99, και το ΄Αρθρο 35Β(8) του Νόμου, το οποίο επιβάλλει στην Ε.Ε.Υ. την υποχρέωση να εξετάζει η ίδια τη νομιμότητα του καταλόγου ο οποίος καταρτίζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, γίνεται εισήγηση ότι αυτός δεν πρέπει να γίνει αποδεκτός.
Η αιτήτρια δε στερείται του δικαιώματος να εγείρει τον πιο πάνω ισχυρισμό, από τη στιγμή που η επιπρόσθετη μονάδα η οποία παραχωρήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος διαμόρφωσε την τελική κατάταξή του στον Κατάλογο. Ο ισχυρισμός της, όμως, δεν ευσταθεί. Η προθεσμία η οποία τάσσεται είναι ενδεικτική.
Το ΄Αρθρο 35Β(8) του Νόμου παρέχει στην Ε.Ε.Υ. την εξουσία να εξετάζει τη νομιμότητα του καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι υποβληθεί ενστάσεις. Στα πλαίσια ελέγχου της νομιμότητας του καταλόγου, η Ε.Ε.Υ. υποχρεούται να εξετάζει όσα περιέρχονται σε γνώση της, με βάση τα στοιχεία των σχετικών φακέλων.
Στη Δημοκρατία ν. Σαμάρα (2004) 3 Α.Α.Δ. 253, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 260)
«΄Οπως τώρα έχει διαμορφωθεί το άρθρ. 35Β (8) δίδεται εξουσία στην Επιτροπή να κάμει τον τελικό κατάλογο αφού λάβει υπόψη δύο πράγματα. Πρώτο αφού εξετάσει έστω και χωρίς ενστάσεις τη νομιμότητα του καταλόγου και δεύτερο αφού εξετάσει και τις τυχόν υπάρχουσες ενστάσεις. Αυτές οι ενστάσεις δυνατό ν' αφορούν θέματα νομιμότητας αλλά και άλλα που είναι πέραν αυτής και που η Επιτροπή μόνον κατόπιν ένστασης μπορεί να εξετάσει. Και ερχόμαστε και πάλιν στο κρίσιμο ερώτημα. Τι υποχρεούται από μόνη της στο πλαίσιο έρευνας της νομιμότητας του καταλόγου να εξετάσει; Είναι κατά την άποψη μας όσα η ίδια μπορεί ν' αντιληφθεί με βάση τα ενώπιον της στοιχεία. Στοιχεία που μπορούν να ληφθούν υπόψη ενόψει της επικείμενης προαγωγής. Και αυτά τα στοιχεία δεν μπορεί να είναι άλλα απ' αυτά που η Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση τις ρητές πρόνοιες του άρθρ. 35Β παραγρ. 1 έως 6 έπρεπε η ίδια να εξετάσει και τηρήσει. ΄Οσα άλλα θέματα είναι πέραν αυτών για να εξετασθούν και ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση του καταλόγου χρειάζεται να τεθούν υπόψη της Επιτροπής με ένσταση. Η Επιτροπή δηλαδή εξετάζει αν η Συμβουλευτική Επιτροπή εξετέλεσε νόμιμα και ορθά το έργο της με βάση όσα οι πρόνοιες των παραγράφων 1 μέχρι 6 του άρθρ. 35 Β της επιβάλλουν.»
(Βλ., επίσης, ΄Ηβη Ερωτοκρίτου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 141/06, 13/3/09.)
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 35Β(4) του Νόμου, η Συμβουλευτική Επιτροπή, για σκοπούς καταρτισμού του καταλόγου των υποψηφίων που συστήνει και τον καθορισμό της σειράς προτεραιότητάς τους, προβαίνει σε αριθμητική αποτίμηση των διαφόρων κριτηρίων, περιλαμβανομένων και των προσόντων όλων των προσοντούχων υποψηφίων, σε σχέση με τα οποία αυτή δίνει από μία μέχρι πέντε μονάδες, με αιτιολογημένη απόφασή της, για το ψηλότερο σε επίπεδο πρόσθετο προσόν, το οποίο είναι συναφές με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης.
Στην παρούσα περίπτωση, το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το δίπλωμα ΣΕΛΜΕ. Του απονεμήθηκε μετά από μονοετή φοίτηση και επιτυχία στις σχετικές εξετάσεις και βρίσκεται στο φάκελό του. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, στην ΄Εκθεσή της, προφανώς εκ παραδρομής, δεν έδωσε οποιαδήποτε μονάδα στο ενδιαφερόμενο μέρος για το πρόσθετο προσόν του, σε αντίθεση με άλλον υποψήφιο, στον οποίο, για το ίδιο δίπλωμα, έδωσε μία μονάδα. Η Ε.Ε.Υ., στα πλαίσια εξέτασης της ένστασης, εντόπισε το λάθος και διόρθωσε τον Κατάλογο. ΄Ηταν, άλλωστε, υποχρεωμένη να εξετάσει και από μόνη της την ύπαρξη πρόσθετων προσόντων στους φακέλους των υποψηφίων και να διερευνήσει κατά πόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή πίστωσε τον κάθε υποψήφιο με τις ανάλογες μονάδες, κατά τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 35Β(4) του Νόμου. Η ενέργειά της ήταν στα πλαίσια των εκ του νόμου υποχρεώσεών της.
Υποστηρίζει, περαιτέρω, η αιτήτρια ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του ΄Αρθρου 35Β(10) του Νόμου και τούτο γιατί δόθηκε από την Ε.Ε.Υ. υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη, με αποτέλεσμα την ανατροπή της έκδηλης υπεροχής της σε αξία και αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους, η προαγωγή του οποίου ήταν αποτέλεσμα της υπεροχής του στη συνέντευξη. Επιπρόσθετα, εισηγείται ότι ο καθορισμός των πέντε μονάδων για την απόδοση στην προσωπική συνέντευξη από την Ε.Ε.Υ. παραβιάζει τις πρόνοιες του πιο πάνω ΄Αρθρου, επειδή η σχετική απόφαση λήφθηκε πριν από τη διεξαγωγή της συνέντευξης και επειδή ο αριθμός των πέντε μονάδων που παραχωρήθηκαν κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχει ο νόμος στην Ε.Ε.Υ. διαδραμάτισαν, αντίθετα με τη θέληση του νομοθέτη, καθοριστικό ρόλο στην προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους, το οποίο υπερίσχυσε της ίδιας, μετά από μια απλή πρόσθεση από αυτήν των μονάδων του Τελικού Καταλόγου και των μονάδων της συνέντευξης.
Οι καθ' ων η αίτηση, στα πιο πάνω, απαντούν ότι η απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη συνιστά ξεχωριστό στοιχείο κρίσης στα πλαίσια των κριτηρίων του ΄Αρθρου 35Β(10) του Νόμου, στο οποίο, εφόσον πρόκειται για θέση ψηλά στην ιεραρχία, μπορεί να δίδεται αυξημένη βαρύτητα - (βλ. Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 105· Γενακρίτου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 497).
Ανάλογα εισηγείται και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας δεν ευσταθούν. Η αριθμητική αποτίμηση των επί μέρους κριτηρίων επιβάλλεται από το ίδιο το ΄Αρθρο 35Β του Νόμου, το οποίο, σε σχέση με την προσωπική συνέντευξη η οποία γίνεται από την Ε.Ε.Υ., προβλέπει τα εξής:-
«(9) Στη συνέχεια η Επιτροπή καλεί τους υποψηφίους οι οποίοι περιέχονται στους τελικούς καταλόγους σε προσωπική συνέντευξη:
Εννοείται ότι κατά τις συνεντεύξεις μπορεί να παρευρίσκεται ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας ή ο Διευθυντής του οικείου Τμήματος ή εκπρόσωπός τους και να εκφέρει τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές.
(10) Μετά το τέλος των προσωπικών συνεντεύξεων η Επιτροπή προβαίνει στην επιλογή των καλυτέρων υποψηφίων από τους υποψηφίους οι οποίοι περιέχονται στους τελικούς καταλόγους, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα:
..................................................................................................................
(β) στις περιπτώσεις υποψηφίων οι οποίοι περιέχονται στον κατάλογο ο οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4), τις μονάδες που έχει κάθε υποψήφιος στον κατάλογο τις οποίες η Επιτροπή μπορεί να αυξήσει μέχρι 6, ως ακολούθως:
(ι) μέχρι 5, ανάλογα με την απόδοση κάθε υποψηφίου στην προσωπική συνέντευξη ως ακολούθως:
5,00 μονάδες για εξαιρετική απόδοση·
4,50 μονάδες για σχεδόν εξαιρετική απόδοση·
4,00 μονάδες για πάρα πολύ καλή απόδοση·
3,50 μονάδες για σχεδόν πάρα πολύ καλή απόδοση·
3,00 μονάδες για πολύ καλή απόδοση·
2,50 μονάδες για σχεδόν πολύ καλή απόδοση·
2,00 μονάδες για καλή απόδοση·
1,50 μονάδες για σχεδόν καλή απόδοση·
1,00 μονάδα για μέτρια απόδοση·
0,50 μονάδα για σχεδόν μέτρια απόδοση.
Νοείται ότι η Επιτροπή, για την αξιολόγηση της απόδοσης κάθε υποψηφίου στην προσωπική συνέντευξη, θα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια για το κάθε ένα από τα οποία προκαθορίζει τη βαρύτητα του σε μονάδες:
- Ενημέρωση σε θέματα της ειδικότητάς του ή, σε περίπτωση πλήρωσης διοικητικής θέσης, σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα·
- κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης·
- κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων σχετικών με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, σε περίπτωση πλήρωσης διοικητικής θέσης·
- αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης απόψεων και θέσεων·
- προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία)·
- γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια).
(ιι) 0,5 μέχρι 1 μονάδα, που δίνεται με αιτιολογημένη απόφαση για πρόσθετο προσόν, το οποίο είναι συναφές με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης και το οποίο αποκτήθηκε από τον υποψήφιο μετά τη λήξη της προθεσμίας για υποβολή αιτήσεων:
................................................................................................................»
Η Ε.Ε.Υ., όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία της προσωπικής συνέντευξης, προβαίνει στην επιλογή των καλύτερων υποψηφίων από αυτούς που περιέχονται στον τελικό κατάλογο, λαμβάνοντας υπόψη τις μονάδες που έχει ο κάθε ένας. Σ' αυτές, μπορεί να προσθέσει άλλες έξι μονάδες: μέχρι πέντε, ανάλογα με την απόδοση κάθε υποψηφίου στη συνέντευξη και από 0.5 μέχρι 1.00 μονάδα για κατοχή πρόσθετου σχετικού προσόντος, που αποκτήθηκε μετά την υποβολή των αιτήσεων για προαγωγή. Η διαβάθμιση της βαθμολογίας, ανάλογα με το επίπεδο της απόδοσης των υποψηφίων στη συνέντευξη, καθορίζεται στο ίδιο το ΄Αρθρο 35Β(10)(β)(ι) του Νόμου, ενώ η Επιτροπή προκαθορίζει τη βαρύτητα των έξι κριτηρίων αξιολόγησης, στα οποία κατανέμονται, κατά την κρίση της, οι μονάδες της συνέντευξης. Επομένως, οι ισχυρισμοί της αιτήτριας για παραβίαση του ΄Αρθρου 35Β(10) του Νόμου δεν ευσταθούν.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, στα πλαίσια των προνοιών του Νόμου και, ειδικότερα, του ΄Αρθρου 35Β αυτού, για πλήρωση θέσεων προαγωγής που ανήκουν στο διδακτικό προσωπικό, όπως η επίδικη, η προσωπική συνέντευξη προσλαμβάνει, στο μέτρο που οι μονάδες που αποδίδονται σε αυτήν προστίθενται σε αυτές του τελικού καταλόγου που αφορούν τα υπόλοιπα κριτήρια - (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), συγκεκριμένη βαρύτητα, η οποία, ανάλογα των βαθμολογικών δεδομένων των υποψηφίων, δυνατό να επιφέρει αλλαγές στην τελική κατάταξη. Αυτό ακριβώς συνέβη στην περίπτωση της αιτήτριας, η οποία, με βάση τη βαθμολογική αποτίμηση των κριτηρίων αξίας, προσόντων, αρχαιότητας, είχε περισσότερες μονάδες από το ενδιαφερόμενο μέρος - (197.50 έναντι 194.33) - η «σχεδόν μέτρια», όμως, απόδοσή της στη συνέντευξη, η οποία της απέφερε μόνο 0.50 μονάδες, σε συνάρτηση με την «πάρα πολύ καλή» απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους, που του προσέδωσε 4.00 μονάδες, διαφοροποίησε την τελική συνολική βαθμολογία και την έθεσε εκτός της πρώτης εξάδας των επικρατέστερων σε μονάδες υποψηφίων, στους οποίους προσφέρθηκε προαγωγή. Κάτω από τις περιστάσεις που επισημάνθηκαν και με βάση το νομικό πλαίσιο της διαδικασίας που αναφέρθηκε, οι ισχυρισμοί για υπέρμετρη βαρύτητα της προσωπικής συνέντευξης δε γίνονται δεκτοί. ΄Οπως λέχθηκε στη Γενακρίτου κ.α. ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω):- (σελ. 525-526)
«Η εισήγηση των αιτητών πως τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων άσκησαν αποφασιστική επίδραση στην επιλογή των ενδιαφερομένων μερών και πως τα αποτελέσματα αυτά παρέμειναν αναιτιολόγητα, δεν ευσταθεί.
..............................................................................................................
Από τα σχόλια που έκαμε η Επιτροπή μετά τις συνεντεύξεις, τα οποία παραθέσαμε σε προηγούμενο στάδιο, είναι φανερό ότι προέβη στις ομόφωνες αξιολογήσεις της με βάση τα πιο πάνω κριτήρια. Οι αξιολογήσεις αυτές δίνουν εν μέρει την αιτιολογία για τις πρόσθετες μονάδες που απέδωσε, η οποία συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο των φακέλων. Το γεγονός ότι ενώ ορισμένοι υποψήφιοι επροηγούντο στους καταλόγους της Συμβουλευτικής άλλων υποψηφίων, μετά τις συνεντεύξεις έποντο, για το λόγο ότι η Επιτροπή έδωσε περισσότερες μονάδες σε άλλους υποψήφιους, δε συνιστά παρανομία εφόσον τέτοια εξουσία δίνεται στην Επιτροπή από το νόμο.»
Τέλος, η αιτήτρια αμφισβητεί την επάρκεια της αιτιολογίας της αξιολόγησης της απόδοσης των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη. Επικαλούμενη σχετική αναφορά που σημειώθηκε στα πρακτικά της Ε.Ε.Υ., ημερομηνίας 14/5/2008, ότι «... κάθε μέλος της Επιτροπής θα προβαίνει στη δική του αξιολόγηση του υποψηφίου στο καθένα από τα έξι κριτήρια και, στο τέλος, θα δίνεται ο τελικός βαθμός, μετά από συζήτηση της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά», υποβάλλει ότι οι ξεχωριστές και επί μέρους αξιολογήσεις δεν έχουν εντοπιστεί στο διοικητικό φάκελο. Αναφέρεται, επίσης, σε κάποιες «Σημειώσεις Συνεντεύξεων», οι οποίες υπήρχαν στο φάκελο καταγεγραμμένες σε έναν «τελικό κατάλογο πράσινου χρώματος» και οι οποίες την εμφάνιζαν να προηγείται του ενδιαφερομένου μέρους στη συνολική βαθμολογία, αλλά, στη συνέχεια, αλλοιώθηκαν και διαγράφηκαν, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί στα πρακτικά η βαθμολογία, με την οποία έχει προβάδισμα το ενδιαφερόμενο μέρος. Η ασάφεια που προκύπτει από τις πιο πάνω διαπιστώσεις, καταλήγει, καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, στα πιο πάνω, απαντά ότι τα τελικά αποτελέσματα της συνέντευξης καταγράφηκαν στα πρακτικά με σαφήνεια και ότι οι σημειώσεις και η νοητική λειτουργία των μελών της Επιτροπής δεν ελέγχονται από το δικαστήριο.
Ο συνήγορος του ενδιαφερομένου μέρους εισηγείται ότι ο ισχυρισμός είναι απαράδεκτος, καθότι δεν είναι δεόντως δικογραφημένος, αλλά και αβάσιμος, γιατί η Επιτροπή έχει αιτιολογήσει πλήρως στα πρακτικά της τόσο τη γενική αξιολόγηση όσο και τις επί μέρους μονάδες που παραχώρησε σε κάθε υποψήφιο στα προκαθορισμένα κριτήρια.
Ο ισχυρισμός προβάλλεται μεν παραδεκτά - (καλύπτεται από το νομικό σημείο αρ. 3 της αίτησης) - είναι, όμως, ουσιαστικά, αβάσιμος. Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στη συνέντευξη, μαζί με το αιτιολογικό της βαθμολογίας που δόθηκε στα επί μέρους κριτήρια διατυπώθηκε με επάρκεια στα πρακτικά της Ε.Ε.Υ.. Τα όσα αυτή κατέγραψε στα σχετικά αποσπάσματα των πρακτικών που αφορούν τους διαδίκους μεταφέρουν με σαφήνεια τις εντυπώσεις της από την απόδοσή τους.
Οι προσωπικές αξιολογήσεις και οι σημειώσεις ενός εκάστου των μελών της Ε.Ε.Υ., όπως έχει νομολογηθεί, δεν ελέγχονται και δεν εμπίπτουν στην έννοια του πρακτικού των εργασιών συνεδρίας συλλογικού διοικητικού οργάνου - (βλ. Σωτηρίου κ.ά. ν. Κολοκοτρώνη κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 452). Στην εν λόγω απόφαση, ο Νικολάου, Δ., για το ζήτημα των σημειώσεων, πρόσθεσε τα εξής:- (σελ. 458-459)
«Ενώ οι σημειώσεις δεν αποτελούν μέρος του προβλεπόμενου πρακτικού, εντούτοις όπου γίνεται επίκληση σ' αυτές για την ανανέωση μνήμης και τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου προς επιβεβαίωση της έλευσης αυτής της δυνατότητας, δεν θα απέκλεια χρήση του περιεχομένου τους όπου με αυτό αντικατοπτρίζεται ευκρινώς ορισμένη κατάσταση. Χρήση όχι άμεσα συναρτημένη με την ουσία οποιασδήποτε πτυχής της ληφθείσας απόφασης αλλά σε σχέση με το κατά πόσο έχει ή όχι νόημα η επίκληση.
Το ζητούμενο δεν είναι βέβαια το κατά πόσο υπάρχει επί μέρους αντιστοιχία μεταξύ σημείωσης και τελικής τοποθέτησης. Γιατί μεσολαβεί η ελευθερία συλλογισμού - με τη συμβολή και της συζήτησης όπου πρόκειται για συλλογικό όργανο - που μπορεί να επιφέρει μεταβολή. ...»
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] «(7) Κάθε επηρεαζόμενος εκπαιδευτικός λειτουργός μπορεί να ζητήσει την αναθεώρηση του καταλόγου που τον αφορά με γραπτή ένστασή του η οποία υποβάλλεται στην Επιτροπή μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την ημέρα της ανάρτησης του καταλόγου.
(8) Η Επιτροπή εξετάζει και αποφασίζει ως προς τις ενστάσεις το ταχύτερο δυνατό και στη συνέχεια, αφού εξετάσει τη νομιμότητα του καταλόγου που καταρτίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ανεξάρτητα από το αν έχουν ή όχι υποβληθεί ενστάσεις, καταρτίζει τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.»
[2] «(2) Οι προθεσμίες που τάσσονται για υποβολή αιτήσεων από τους διοικουμένους για ικανοποίηση αιτήματος είναι, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το νόμο, ανατρεπτικές.»