ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

[Υπόθεση Αρ. 1627/2007]

 

7 Φεβρουαρίου, 2011

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

PHILIPS COLLEGE LTD

Aιτητές

 

ν.

                             ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.       ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

2.       ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ

3.       ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

 

 

Μ. Φλωρέντζος για τους αιτητές.

Ρ. Βραχίμη Πετρίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας  για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Με τη θεραπεία Α οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης Ιδιωτικών Πανεπιστημίων (η Επιτροπή), ημερομηνίας 8.9.07, με την οποία «η αίτηση της αιτήτριας για ίδρυση, λειτουργία και εγγραφή Ιδιωτικού Πανεπιστημίου, απορρίφθηκε και/ή αναστάληκε η εξέτασή της και/ή η λήψη απόφασης για δυο χρόνια».  Θα δούμε πως η αναφορά σε «απόρριψη» δεν είχε τη θέση της.  Η Επιτροπή αποφάσισε την αναβολή της εξέτασης για δυο χρόνια, στην οποία πρέπει να θεωρηθεί ότι παραπέμπει η αναφορά σε «αναστολή».

 

Προκύπτει από το κείμενο, και ξεκαθαρίστηκε στη συνέχεια, πως η προσφυγή δεν στρέφεται κατά του κύρους των εγκρίσεων όμοιων αιτήσεων τρίτων.  Η αναφορά έγινε, αχρείαστη θα έλεγα, στο κείμενο της θεραπείας, ενόψει της θέσης των αιτητών πως η απόρριψη της δικής τους αίτησης έγινε κατά δυσμενή διάκριση προς τους τρίτους των οποίων η αίτηση εγκρίθηκε.  Στις αγορεύσεις περιλήφθηκαν και εκτεταμένα επιχειρήματα σε σχέση με τη νομιμοποίηση των αιτητών να προσβάλουν τις εγκρίσεις των αιτήσεων των τρίτων.  Το αναγνώρισαν στη συνέχεια και οι αιτητές πως αυτά δεν είχαν τη θέση τους στην παρούσα προσφυγή.  Άσκησαν οι αιτητές άλλη προσφυγή, την 1688/07, κατά των εγκρίσεων των αιτήσεων των τρίτων και εκ του περισσού τα ανέπτυξαν και εδώ.  Σημειώνω, συναφώς, πως οι καθ' ων η αίτηση, ενόψει της εμβέλειας της παρούσας προσφυγής, που περιορίζεται στο κύρος της απόφασης της Επιτροπής για αναβολή της εξέτασης της αίτησης των αιτητών, απέσυραν αίτημά τους για συνεκδίκαση και των δυο προσφυγών.  Επίσης σημειώνω πως και η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση ότι η απόφαση για έγκριση των αιτήσεων των τρίτων δεν είναι συναφής ώστε να ήταν δυνατό να περιληφθεί στο ίδιο δικόγραφο, δεν έχει πλέον υπόβαθρο. 

 

Με τη θεραπεία Β οι αιτητές προσέβαλαν απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου όμοιου ουσιαστικά περιεχομένου με εκείνη της Επιτροπής.  Με την αναγνώριση πως δεν υπάρχει τέτοια απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η θεραπεία αποσύρθηκε, ως στερούμενη αντικειμένου.

 

Είναι, πλέον, η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση πως η αναβολή που αποτελεί το μόνο αντικείμενο της προσφυγής, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη και πως, συναφώς, η προσφυγή είναι πρόωρη.  Η αίτηση των αιτητών, όπως εξηγούν, δεν απορρίφθηκε αλλά παρέμεινε εκκρεμής.  Η διαδικασία δεν τερματίστηκε αλλά θα συνεχίζεται μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης από το Υπουργικό Συμβούλιο για απόρριψη ή έγκριση της αίτησης.  Η αναβολή εντάσσεται μέσα στη διαδικασία εξέτασης της αίτησης και είναι, προσθέτουν, προπαρασκευαστική.  Έλεγχος της σ' αυτό το στάδιο θα συνιστούσε ανεπίτρεπτο ουσιαστικά έλεγχο και υποκατάσταση της τεχνοκρατικής κρίσης της Επιτροπής.

 

Σε συμφωνία προς την αντίθετη άποψη των αιτητών καταλήγω πως η απόφαση για αναβολή συνιστά εκτελεστή πράξη, υποκείμενη σε αναθεώρηση κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος.  Η Επιτροπή, κατά το άρθρο 11(5) του περί Ιδιωτικών Πανεπιστημίων (Ίδρυση, Λειτουργία και Έλεγχος) Νόμου του 2005 (Ν. 109(Ι)/2005 όπως τροποποιήθηκε) (ο Νόμος), έχει τρεις δυνατότητες.  Κατά την πρώτη, υποβάλλει αιτιολογημένη εισήγηση για έγκριση της αίτησης.  Σε τέτοια περίπτωση, το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά το άρθρο 12 του Νόμου, έχει εξουσία, παρά την εισήγηση της Επιτροπής, να απορρίψει την αίτηση.  Ή, σε πρώτο στάδιο, να επιτρέψει την εγγραφή του πανεπιστημίου στο Μητρώο.  Για να ακολουθήσει η διαδικασία προς έκδοση άδειας λειτουργίας του πανεπιστημίου όπως την προβλέπουν τα άρθρα 14 κ.επ. του Νόμου.  Δεν αφορά στην παρούσα υπόθεση αυτή η περίπτωση.  Κατά τη δεύτερη δυνατότητα, η Επιτροπή υποβάλλει αιτιολογημένη εισήγηση για απόρριψη της αίτησης.  Στην ουσία όμως, σ' αυτή την περίπτωση, δεν έχουμε απλώς εισήγηση.  Κατά το άρθρο 12(β) του Νόμου, όπως είναι η θέση, ορθώς, και των δυο πλευρών, το Υπουργικό Συμβούλιο  μπορεί να επιτρέψει την εγγραφή πανεπιστημίου που είναι το πρώτο στάδιο μέχρι την έκδοση, κατά τα επόμενα, άδειας λειτουργίας, «εφόσον η Επιτροπή Αξιολόγησης εισηγείται τούτο».  Επομένως, η «εισήγηση» της Επιτροπής για απόρριψη της αίτησης, οδηγεί τη διαδικασία σε λήξη.  Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν έχει πλέον εξουσία να επιτρέψει την εγγραφή και το δέχονται και οι καθ' ων η αίτηση πως «τέτοια απόρριψη», από την Επιτροπή, θα ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη.  Ούτε, όμως, αυτή η περίπτωση αφορά στην παρούσα υπόθεση εξ ου και δεν έχει ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση από το Υπουργικό Συμβούλιο σε σχέση με την αίτηση των αιτητών.

 

Κατά την τρίτη δυνατότητα, η Επιτροπή υποβάλλει αιτιολογημένη εισήγηση για την «αναβολή λήψης απόφασης για συγκεκριμένη χρονική περίοδο μέσα στην οποία οι αιτητές θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα που θα οδηγήσουν στην έγκριση της αίτησης».  Τέτοια αναβολή, κατά το άρθρο 11(7) του Νόμου, μπορεί να αποφασιστεί «μόνο για μια φορά και για μια συγκεκριμένη περίοδο που καθορίζει και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη του ενός έτους και ούτε μεγαλύτερη των δύο ετών, παρέχοντας πλήρη αιτιολογία για την αναβολή και εισηγήσεις προς τους αιτητές για τη λήψη κατάλληλων μέτρων που θα οδηγήσουν στην ικανοποίηση των προϋποθέσεων εγγραφής του πανεπιστημίου στο Μητρώο».  Οπότε, ακολουθεί η διαδικασία του άρθρου 13 του Νόμου για υποβολή από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή του πανεπιστημίου έκθεσης προόδου «στην οποία να αναφέρονται τα συγκεκριμένα μέτρα που έχουν ληφθεί από τους αιτητές προκειμένου να επιτραπεί η εγγραφή του πανεπιστημίου στο Μητρώο». Διευκρινίζεται στην ίδια παράγραφο πως εάν δεν υποβληθεί έγκαιρα τέτοια έκθεση προόδου η αίτηση απορρίπτεται.  Και, αναλόγως, ακολουθεί η υποβολής νέας τελικής εισήγησης της Επιτροπής και η έγκριση ή απόρριψη της αίτησης.

 

Η «αναβολή» συνιστά μέτρο ασφαλώς δυσμενές για τους αιτητές.  Καθηλώνει την αίτησή τους για το καθορισμένο χρονικό διάστημα, ανατρέπει τους προγραμματισμούς τους και, ούτως ή άλλως, δεν καθιστά δυνατή την έγκριση της αίτησής τους, βεβαίως με προφανές οικονομικό αντίκτυπο.  Αυτό δε, στη βάση της δεσμευτικής για το Υπουργικό Συμβούλιο κρίσης πως υπάρχουν προϋποθέσεις που θα έπρεπε να είχαν ικανοποιηθεί και δεν ικανοποιήθηκαν.  Ακριβώς δε, εν προκειμένω, η Επιτροπή αποφάσισε την αναβολή για τη μέγιστη περίοδο των δυο ετών, όπως ρητώς εξηγεί στην εισήγηση της ημερομηνίας 8.9.07, «ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην ΠΔΕ. να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την απάλειψη των σοβαρών αδυναμιών που αναφέρονται στην έκθεση της ΕΑΙΠ, ημερομηνίας 23 Ιουνίου 2007, και οι οποίες αναλύονται περαιτέρω πιο πάνω».

 

Αποδοχή της προδικαστικής ένστασης θα σήμαινε πως αυτή η δυσμενής για τους αιτητές κρίση της Επιτροπής είναι ανέλεγκτη.  Όπως το θέτουν, διότι έλεγχος της θα σημαίνει ανεπίτρεπτη εισχώρηση σε τεχνοκρατικά θέματα.  Επομένως, όπως προτείνουν, οι αιτητές δεν έχουν επιλογή, όσο και αν θεωρούν πως παρανόμως διαπιστώθηκαν αδυναμίες και προσδιορίστηκαν μέτρα προς αντιμετώπισή τους.  Θα είναι υποχρεωμένοι να αναμένουν την πάροδο των δυο ετών και, περαιτέρω, να συμμορφωθούν με τις κρίσεις για αδυναμίες, προς τις οποίες για νομικούς λόγους ενδεχομένως διαφωνούν, παίρνοντας «κατάλληλα» μέτρα.  Δεν μπορώ να συμμεριστώ αυτή την άποψη. Και προκαταρκτική/προπαρασκευαστική να ήταν η απόφαση για αναβολή, θα ήταν δυνατή η προσβολή της αυτοτελώς εφόσον παρήγαγε δυσμενή έννομα αποτελέσματα αφ' εαυτής.  Νοουμένου, βεβαίως, ότι δεν θα έχει ακολουθήσει η τελική απόφαση που θα την απορροφήσει.  (Βλ. συναφώς την Κοινοπραξία Cyprus Airports Group v. Kυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ 16/2007, ημερομηνίας 7.7.2009)Δεν υπάρχει όμως εδώ καν τέτοια προοπτική.  Δεν είναι νοητή η έκδοση απόφασης, στην περίπτωση, έγκρισης ή απόρριψης από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Στο έδαφος που καλύπτει, η απόφαση της Επιτροπής, είναι οριστική και, όπως εκτιμώ, οι αιτητές δικαιούνται να ζητήσουν έλεγχο της νομιμότητας της, ως εκτελεστής διοικητικής πράξης που παράγει αυτοτελώς τα συγκεκριμένα έννομα αποτελέσματα, υποχρεωτικώς, για την περίοδο που καθορίστηκε.  Θα δούμε δε πως στους λόγους ακυρότητας που προβάλλουν οι αιτητές, περιλαμβάνονται και εισηγήσεις για παράνομη συγκρότηση και σύνθεση της Επιτροπής, πλημμέλειες ασύνδετες προς «τεχνοκρατική κρίση».  Και που αυτή είναι δυνατό να υποβληθεί όχι σε ουσιαστικό έλεγχο αλλά έλεγχο νομιμότητας.  Σημειώνω δε τους ισχυρισμούς των αιτητών για ελλιπή έρευνα και πλάνη.  Η αναβολή είναι ξεχωριστή θεσμική εξουσία ασκούμενη υπό τους δικούς της όρους και επαγόμενη δικά της υποχρεωτικά έννομα αποτελέσματα, χωρίς επέλευση των οποίων δεν θα μπορεί να είναι δυνατή η έγκριση της αίτησης.  Δεν είναι απλό βήμα στη διαδικασία αφού ενσωματώνει κρίσεις δεσμευτικές, αν παραμείνουν, και συνακολούθως υποχρεώσεις.

 

Με την απόρριψη της προδικαστικής ένστασης προβάλλουν, ως κατά πρώτον εξεταστέοι, οι ισχυρισμοί αναφορικά με το νόμιμο της συγκρότησης της Επιτροπής.  Η συγκρότηση της Επιτροπής καθορίζεται από το άρθρο 10 του Νόμου.  Θα είναι επταμελής, με πενταετή θητεία και σ' αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, ο εκάστοτε Πρόεδρος του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης (Σ.ΕΚ.Α.Π.), ως Πρόεδρος,  και δυο μέλη του.  Περαιτέρω, τέσσερα πρόσωπα τα οποία κατέχουν θέση μόνιμου Καθηγητή ή αντίστοιχη θέση, με έδρα σε τρεις διαφορετικές χώρες και που διαθέτουν ικανοποιητική εμπειρία σε θέματα διοίκησης πανεπιστημίου.  Παραθέτω το σχετικό μέρος του άρθρου 10:

 

«(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, με εισήγηση του Υπουργού καταρτίζει επταμελή Επιτροπή Αξιολόγησης, με πενταετή θητεία, σκοπός της οποίας είναι η εξέταση των υποβληθεισών αιτήσεων.

 

(2)  Στην Επιτροπή Αξιολόγησης συμμετέχουν -

 

(α) ο εκάστοτε Πρόεδρος του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης - Πιστοποίησης, ο οποίος ενεργεί ως πρόεδρος∙

 

(β) δυο μέλη του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης - Πιστοποίησης τα οποία ορίζει ο Υπουργός∙ και

 

(γ) τέσσερα πρόσωπα που ορίζει ο Υπουργός, τα οποία κατέχουν θέση μόνιμου καθηγητή ή αντίστοιχη θέση, με έδρα σε τρεις διαφορετικές χώρες, και τα οποία διαθέτουν ικανοποιητική εμπειρία σε θέματα διοίκησης πανεπιστημίου».

 

Λήφθηκαν τρεις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου σε σχέση με τη συγκρότηση της Επιτροπής και πρέπει να τις δούμε με τη σειρά.  Η πρώτη ήταν η απόφαση ημερομηνίας 5.12.05.  Στην αριστερή της στήλη καταγράφοντα τα ονόματα.  Στη δεξιά, οι ιδιότητες υπό τις οποίες διορίζονται.  Οι αιτητές θεωρούν πως εξ αρχής και χωρίς αυτό να έχει θεραπευθεί στη συνέχεια, διορίστηκαν τέσσερα μέλη υπό την ιδιότητά τους ως μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π. αντί δυο, για όσο χρονικό διάστημα διατηρούν την ιδιότητα του μέλους του Σ.ΕΚ.Α.Π.  Ενώ διορίστηκαν μόνο δυο μέλη ως κατέχοντες θέση Μόνιμου Καθηγητή ή αντίστοιχη θέση, με πενταετή θητεία.  Όμως, προσεκτική ανάγνωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου δεν δικαιολογεί την εισήγηση πως διαπράχθηκε αυτό το κεφαλαιώδες λάθος.  Η ιδιότητα στο δεξιό μέρος δεν αναγράφεται για το κάθε μέλος ξεχωριστά.  Τα μέλη ομαδοποιούνται και η ιδιότητα υπό την οποία διορίστηκαν εξαρτάται από το πώς θα διαβαστεί η αντιστοίχηση προς τις ιδιότητες, στα δεξιά.  Επελέγη η μέθοδος των αγκύλων « ) »  και, πράγματι, εκ πρώτης όψεως, οι αγκύλες που παραπέμπουν στις ιδιότητες φαίνονται να κατατάσσουν τα τέσσερα πρώτα μέλη, μετά τον Πρόεδρο, σε διοριζόμενους ως μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π.  Οπότε, παραμένουν οι άλλοι δυο.  Αυτό, όμως, δεν θα ήταν ασφαλές κριτήριο.  Υπάρχουν, εν πάση περιπτώσει, και δυο σημαντικά στοιχεία που δείχνουν πως στην πραγματικότητα είναι στα δυο πρώτα μέλη, την Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού και Κώστα Παντελίδη που αντιστοιχεί η εξήγηση στα δεξιά πως διορίζονται για όσο χρονικό διάστημα διατηρούν την ιδιότητα του μέλους του Σ.ΕΚ.Α.Π. Όταν έληξε η θητεία της Ελπίδας Κεραυνού-Παπαηλιού στο Σ.ΕΚ.Α.Π., με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4.10.06, αυτή αντικαταστάθηκε από τον Μιχαήλ Χαλιάσο, Καθηγητή στο Goethe University της Φραγκφούρτης «ως μέλος της εν λόγω Επιτροπής, για όσο χρονικό διάστημα διατηρεί την ιδιότητα του μέλους του Σ.ΕΚ.Α.Π.».  Στην ίδια απόφαση, στην παράγραφο 43, προστέθηκε η ακόλουθη εξήγηση: «Ο κ. Κώστας Παντελίδης, Καθηγητής στο Imperial College του Λονδίνου, παραμένει ως μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης Ιδιωτικών Πανεπιστημίων καθότι διατηρεί την ιδιότητα του μέλους του Σ.ΕΚ.Α.Π.».  Όμως, αν διαβάζαμε την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 5.12.05 με τον τρόπο που εισηγούνται οι αιτητές, θα έπρεπε να αναφερθεί ως παραμένων και ο Ιωάννης Χαραλάμπους του Metropolitan University του Λονδίνου.  Όπως και ο Κώστας Παντελίδης.  Αυτό, αφού αν θεωρούσαμε πως μετά τον Πρόεδρο ακολουθούν, στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 5.12.05, τέσσερα ονόματα ως διοριζόμενα ως εκ της ιδιότητάς τους ως μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π. και για όσο τη διατηρούσαν, ο Ιωάννης Χαραλάμπους θα ήταν ο τέταρτος.  Δεν αναφέρομαι και στον Χριστόφορο Πισσαρίδη που θα ήταν ο τρίτος, επειδή σε σχέση με αυτόν, ενόψει της παραίτησης του, διορίστηκε άλλος προς αντικατάστασή του.  Όπως θα δούμε, στη συνέχεια, όταν έληξε η θητεία της Ελπίδας Κεραυνού-Παπαηλιού στο Σ.ΕΚ.Α.Π. αυτή αντικαταστάθηκε από το Μ. Χαλιάσο. Με την ίδια απόφασή της, της 4.10.06, η Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού διορίστηκε ως μέλος της Επιτροπής, σε αντικατάσταση του Χριστόφορου Πισσαρίδη ο οποίος είχε υποβάλει παραίτηση.  Αν διαβάζαμε την απόφαση της 5.12.05 με τον τρόπο που εισηγούνται οι αιτητές, θα ήταν και ο Χριστόφορος Πισσαρίδης στους τέσσερις που θα είχαν διοριστεί ως εκ της ιδιότητας τους ως μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π. και για όσο θα διατηρούσαν αυτή την ιδιότητα.  Εν τούτοις, όταν η Ελπίδα Κερανού-Παπαηλιού διορίστηκε, στις 4.10.06, σε αντικατάστασή του, καθορίστηκε ρητά πως διοριζόταν για περίοδο μέχρι τη λήξη της θητείας του κ. Πισσαρίδη, δηλαδή μέχρι τις 4.12.10.  Δηλαδή, μέχρις ότου θα συμπληρώνονταν τα πέντε χρόνια της θητείας για την οποία διορίστηκε ο Χρ. Πισσαρίδης.  Δεν θα ήταν δε και νοητό να αντικατασταθεί μέλος διορισθέν ως εκ της ιδιότητάς του ως μέλος του Σ.ΕΚ.Α.Π. από πρόσωπο που δεν διατηρούσε πλέον αυτή την ιδιότητα.

 

Θεωρώ ότι ορθά διαβαζόμενη η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 5.12.05 έχει ως ακολούθως:  Ως Πρόεδρος της Επιτροπής διορίστηκε ο Κώστας Παπανικόλας, Ομότιμος, όπως αναγνωρίζεται, Καθηγητής στο Ινστιτούτο Επιταχυντικών Συστημάτων & Εφαρμογών, του Πανεπιστημίου Αθηνών:  Για όσο χρονικό διάστημα θα διατηρούσε την ιδιότητα του Προέδρου του Σ.ΕΚ.Α.Π.  Ως μέλη, ως εκ της ιδιότητας τους ως μελών του Σ.ΕΚ.Α.Π., για όσο θα διατηρούσαν αυτή την ιδιότητα, η Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού, Καθηγήτρια, Αντιπρύτανις Ακαδημαϊκών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ο Κώστας Παντελίδης, Καθηγητής στο Chemical Engineering Department του Imperial College του Λονδίνου.  Τελικά, ως μέλη, οι τέσσερις που ακολουθούν, ως κατέχοντες θέση μόνιμου Καθηγητή ή αντίστοιχη θέση με έδρα σε τρεις διαφορετικές χώρες.  Αυτοί είναι οι Χρ. Πισσαρίδης, Καθηγητής στο Department of Economics του London School of Economics and Political Science, Iωάννης Χαραλάμπους, Ομότιμος, όπως αναγνωρίζεται, Καθηγητής στο Centre Personnel/Director of the Cyprus Studies Centre στο Metropolitan University του Λονδίνου, Χρυσόστομος Νικίας, Καθηγητής, Provost and Senior Vice President of Academic Affairs του  University of Southern California των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και ο Nικόλας Παπαμιχαήλ, Ομότιμος, όπως καθορίζεται, Καθηγητής στο Τμήμα Μαθηματικών και Στατιστικής του  Πανεπιστημίου Κύπρου (Παράρτημα Α της Ένστασης).

 

Ακολούθησε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4.10.06.  Η θητεία του Κ. Παπανικόλα ως Προέδρου του Σ.ΕΚ.Α.Π. έληξε και αυτός αντικαταστάθηκε από το Γ. Φιλοκύπρου, Καθηγητή στο Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του Πανεπιστημίου Αθηνών, ως Προέδρου του Σ.ΕΚ.Α.Π. και για όσο θα διατηρούσε αυτή την ιδιότητα.  Το ίδιο, όπως ήδη σημείωσα, και σε σχέση με την Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού της οποίας επίσης η θητεία, ως μέλος του Σ.ΕΚ.Α.Π., είχε λήξει.  Στη θέση της διορίστηκε, ως μέλος του Σ.ΕΚ.Α.Π. και για όσο θα διατηρούσε αυτή την ιδιότητα, ο Μιχαήλ Χαλιάσος.  Ταυτόχρονα, με την ίδια απόφαση, επειδή ο ένας από τους 4 που διορίστηκαν για πέντε χρόνια, ο Χρ. Πισσαρίδης, υπέβαλε παραίτηση, διορίστηκε στη θέση του η Ελπίδα Κεραυνού - Παπαηλιού, όπως είδαμε, για το υπόλοιπο της πενταετούς θητείας για την οποία εκείνος διορίστηκε.

 

Η τελευταία απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου σε σχέση με τη συγκρότηση της Επιτροπής, λήφθηκε στις 18.4.07. Ο Χρυσόστομος Νικίας υπέβαλε παραίτηση και «για το υπόλοιπο της θητείας της Επιτροπής», όπως δηλαδή και στην περίπτωση της αντικατάστασης του Χρ. Πισσαρίδη, διορίστηκε ο Μ. Γιαννεσκής, Professor of Fluid Mechanics and Head of the School of Physical Sciences and Engineering στο King´s College του Λονδίνου.

 

Επομένως, τελικά, κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησης των αιτητών, που υποβλήθηκε στις 9.3.06 και, πάντως, κατά το χρόνο της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης της Επιτροπής στις 8.9.07, η Επιτροπή απαρτιζόταν από τους πιο κάτω οι οποίοι και την υπέγραψαν:

 

Γιώργος Φιλοκύπρου, Πρόεδρος, ως Πρόεδρος του Σ.ΕΚ.Α.Π. για όσο θα διατηρούσε αυτή την ιδιότητα.

Οι Μιχαήλ Χαλιάσος και Κώστας Παντελίδης ως μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π. για όσο θα διατηρούσαν αυτή την ιδιότητα.

Οι Ιωάννης Χαραλάμπους, Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού, Νικόλας Παπαμιχαήλ και Μιχάλης Γιαννεσκής ως μέλη για πενταετή ή προς συμπλήρωση πενταετούς θητείας.

 

 

Με την απόρριψη των ισχυρισμών των αιτητών αναφορικά με το ποιοι διορίστηκαν υπό την ιδιότητα του μέλους του Σ.ΕΚ.Α.Π. και ποιοι για πενταετή θητεία, παραμένουν τρεις βασικοί ισχυρισμοί τους.  Κατά τον πρώτο, ήταν παράνομη η εξάρτηση του διορισμού του Προέδρου και των Μελών ως Προέδρου και Μελών του Σ.ΕΚ.Α.Π. αντιστοίχως, από τη διατήρηση αυτής της ιδιότητας.  Συναφώς δε και η αντικατάσταση όσων, όπως είδαμε, έληξε η θητεία τους εκεί. Η θητεία της Επιτροπής ρητά καθορίζεται ως πενταετής και ουσιαστικά, κατά την εισήγηση  των αιτητών, προστέθηκαν φράσεις - όροι που δεν περιέχονται στο Νόμο.  Η θητεία όλων θα έπρεπε να ήταν πενταετής, χωρίς όρους ή εξαρτήσεις, προς διασφάλιση του ανεξάρτητου της Επιτροπής  προς το οποίο στοχεύουν αυτές οι νομοθετικές ρυθμίσεις.  Όπως προσθέτουν, μόνο για σοβαρή νόμιμη αιτία και με πράξη ειδικά αιτιολογημένη θα ήταν επιτρεπτή η αντικατάσταση.  Δεν μπορώ να δεχτώ αυτή την άποψη.  Το άρθρο 10(1) αναφέρεται, βέβαια σε πενταετή θητεία της Επιτροπής αλλά, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ' ων η αίτηση, πρέπει να έχουμε υπόψη ολόκληρη τη νομοθετική ρύθμιση.  Ως πρόεδρος διορίζεται ο «εκάστοτε» Πρόεδρος του Σ.ΕΚ.Α.Π. και δυο άλλα μέλη πρέπει να είναι μέλη του Σ.ΕΚ.Α.Π.  Έπεται πως ενυπάρχει στη νομοθετική ρύθμιση ότι αυτοί θα μπορούν να παραμένουν ως Πρόεδρος και μέλη της Επιτροπής, μόνο εφόσον διατηρούν την ιδιότητα υπό την οποία διορίστηκαν.  Διαφορετικά, με την απώλεια της ιδιότητας αυτής, θα είχαμε Επιτροπή που δεν θα ήταν συγκροτημένη σύμφωνα με τις ρητές διατάξεις του Νόμου.

 

Κατά το δεύτερο ισχυρισμό των αιτητών, δεν έχουμε Επιτροπή της οποίας τα τέσσερα μέλη που διορίστηκαν με πενταετή θητεία ή προς συμπλήρωση της προέρχονται από τρεις διαφορετικές χώρες.  Από τα τέσσερα μέλη, όπως εν τέλει συγκρότησαν την Επιτροπή, προέρχονται από πανεπιστήμια δυο χωρών ως ακολούθως:  Ο Ιωάννης Χαραλάμπους και ο Μιχάλης Γιαννεσκής από το Λονδίνο.  Η Ελπίδα Κεραυνού-Παπαηλιού και ο Νικόλας Παπαμιχαήλ από την Κύπρο.  Ο ισχυρισμός είναι βάσιμος και στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.  Οι καθ' ων η αίτηση, αναφερόμενοι στην τελική συγκρότηση της Επιτροπής, όπως αυτή προέκυψε με την απόφαση της 18.4.07, θεωρούν ότι ικανοποιείται η νομοθετική πρόνοια επειδή ο Μιχάλης Χαλιάσος προέρχεται από τη Φραγκφούρτη.  Όμως ο Μιχάλης Χαλιάσος είχε διοριστεί υπό την ιδιότητα του ως μέλος του Σ.ΕΚ.Α.Π. και για όσο θα διατηρούσε αυτή την ιδιότητα κατά το άρθρο 10(2)(β).  Η απαίτηση για έδρα σε τρεις διαφορετικές χώρες αυτοτελώς αναφέρεται στα τέσσερα μέλη της Επιτροπής που διορίζονται, υπό τους όρους, βεβαίως, του άρθρου 10(2)(γ).   Ανεξάρτητα από τέτοια ιδιότητα εκείνοι οι τέσσερις πρέπει να προέρχονται από τρεις διαφορετικές χώρες.

 

Ο τρίτος ισχυρισμός των αιτητών αφορά στο παραδεκτό πως οι τρεις από τους διορισθέντες ήσαν «Ομότιμοι Καθηγητές».  Αυτός είναι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Γιώργος Φιλοκύπρου αλλά κακώς, όπως κρίνω, το επιχείρημα επεκτάθηκε και ως προς αυτόν.  Στην περίπτωσή του, ό,τι απαιτείται από το άρθρο 10(2)(α) είναι η ιδιότητα του Προέδρου του Σ.ΕΚ.Α.Π.  Μετά είναι οι Ιωάννης Χαραλάμπους και Νικόλας Παπαμιχαήλ που περιλαμβάνονται στους τέσσερις δυνάμει του άρθρου 10(2)(γ).  Εισηγούνται οι αιτητές πως ο «Ομότιμος» Καθηγητής, που είναι Καθηγητής ο οποίος αφυπηρέτησε, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέχει θέση Μόνιμου Καθηγητή ή αντίστοιχη θέση, με έδρα.  Οι καθ' ων η αίτηση, δέχονται, βεβαίως, πως τα πιο πάνω μέλη έχουν αφυπηρετήσει από τη μόνιμη θέση Καθηγητή που κατείχαν στα πανεπιστήμιά τους.  Θεωρούν όμως ότι «διατηρούν τη θέση τους μόνιμα και έχουν τη δυνατότητα να διδάσκουν, να συμμετέχουν σε συμβουλευτικές  επιτροπές διδακτορικών προγραμμάτων και να έχουν ερευνητική δραστηριότητα».  Επομένως, «αποτελεί η θέση του ομότιμου καθηγητή «αντίστοιχη θέση».  Επικαλούνται συναφώς τους περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Ομότιμοι Καθηγητές) Κανονισμούς του 1999 (ΚΔΠ 284/99), τους Κανόνες για Ομότιμους Καθηγητές και τα βιογραφικά σημειώματα των δυο μελών.

 

Γιατί τα βιογραφικά σημειώματα θα ήταν δυνατό  να βοηθήσουν στο ερμηνευτικό ζήτημα που εγείρεται δεν εξηγείται.  Εν πάση περιπτώσει, δεν καθορίζεται τί ακριβώς από τα βιογραφικά σημειώματα είναι το σχετικό.  Περαιτέρω δεν εξηγείται γιατί οι Κανονισμοί και οι Κανόνες σε σχέση με το Πανεπιστήμιο Κύπρου θα ήταν δυνατό να βοηθήσουν ερμηνευτικά στην περίπτωση του Ιωάννη Χαραλάμπους που είχε υπηρετήσει στο Metropolitan University  του Λονδίνου.  Σημειώνω δε πως, κατά το σχετικό λήμμα στο λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη «Ομότιμος καθηγητής» είναι «τιμητικός τίτλος που αποδίδεται σε καθηγητές πανεπιστημίου μετά την αποχώρησή τους από την ενεργό υπηρεσία».  Με την εξήγηση πως ενώ μέχρι το 1982 (βλ. και το λήμμα «πανεπιστημιακός») αυτός απονεμόταν σε όλους τους αφυπηρετήσαντες, έκτοτε απονέμεται,  στην Ελλάδα, με ειδική απόφαση.  Αλλά και κατά την ΚΔΠ 284/99 και τους Κανόνες προκύπτει πως οι Ομότιμοι Καθηγητές δεν κατέχουν «θέση» στο Πανεπιστήμιο.  Πρόκειται, όπως ρητά καθορίζεται, για «τίτλο» που απονέμεται κατά διακριτική εξουσία σε καθηγητές που αφυπηρετούν και οι οποίοι έχουν επιδείξει αξιόλογο διδακτικό, ερευνητικό και κοινωνικό έργο με δικαιώματα και υποχρεώσεις που αναφέρονται στους Κανόνες για Ομότιμους Καθηγητές ως ακολούθως:

 

«Ο τίτλος του Ομότιμου Καθηγητή απονέμεται με απόφαση της Συγκλήτου, ύστερα από πρόταση του Τμήματος και έγκριση του Συμβουλίου της Σχολής, σε Καθηγητές που εξέρχονται της υπηρεσίας μετά από ευδόκιμη θητεία και προσφορά στο Πανεπιστήμιο και την επιστήμη.

 

Η πρόταση του Τμήματος λαμβάνεται με πλειοψηφία δύο τρίτων του συνόλου των ακαδημαϊκών μελών του Συμβουλίου του Τμήματος. Σε περίπτωση που το Συμβούλιο του Τμήματος έχει λιγότερα από οκτώ μέλη η πρόταση προχωρεί μόνο όταν συγκεντρώσει τα δύο τρίτα των ακαδημαϊκών μελών του Συμβουλίου της Σχολής.

 

Δικαιώματα και Υποχρεώσεις

 

Οι Ομότιμοι Καθηγητές μπορούν να συνεχίσουν να διευθύνουν ερευνητικά προγράμματα του Πανεπιστημίου τα οποία άρχισαν πριν τη συνταξιοδότηση τους. Σε περίπτωση κατά την οποία ερευνητικά προγράμματα τα οποία διευθύνονται από Ομότιμο Καθηγητή συνεπάγεται απασχόληση προσωπικού ή χρήση χώρων ή εξοπλισμού του Πανεπιστημίου απαιτείται έγκριση του Συμβουλίου του Τμήματος.

 

Με αιτιολογημένη απόφαση του Συμβουλίου Τμήματος μπορεί να ανατεθεί σε Ομότιμους Καθηγητές διδακτικό έργο ή να συνεχίσουν να υπηρετούν ως ερευνητικοί σύμβουλοι ή να μετέχουν ως μέλη εξεταστικών επιτροπών για διδακτορικές διατριβές.

 

Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν το Συμβούλιο του Τμήματος διαθέτει σε Ομότιμους Καθηγητές χώρο και άλλες διευκολύνσεις για συνέχιση της επιστημονικής τους δραστηριότητας. Οι Ομότιμοι Καθηγητές τηρούν την ισχύουσα νομοθεσία και τις αποφάσεις των Πανεπιστημιακών οργάνων.

 

Ο τίτλος του Ομότιμου Καθηγητή μπορεί να αφαιρεθεί για σοβαρούς λόγους, με απόφαση της Συγκλήτου ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του Τμήματος μέσω της Οικείας Σχολής».

 

Δεν νομίζω ότι δικαιολογείται να εξισωθεί ο τίτλος του Ομότιμου Καθηγητή,  όσο και αν αυτός δυνητικά θα επάγεται συνέχιση δραστηριοτήτων, όπως πιο πάνω, στο πανεπιστήμιο, με κατοχή Μόνιμης θέσης Καθηγητή ή αντίστοιχης θέσης σ' αυτό με έδρα.  Μάλιστα το γεγονός πως η «έδρα» θα πρέπει να είναι «σε τρεις διαφορετικές χώρες» παρέχει ένδειξη αναφορικά με τη στόχευση, για την εισαγωγή της «αντίστοιχης θέσης», αφού θα έχουμε υποχρεωτικά, πρόσωπα που προέρχονται από απροσδιόριστες ξένες χώρες, ενδεχομένως με διαφορετικά συστήματα ή ρυθμίσεις ως προς το μόνιμο διδακτικό προσωπικό στα πανεπιστήμιά τους.  Επομένως, ήταν και ως προς αυτό παράνομη η συγκρότηση της Επιτροπής.

 

Η διαπίστωση πως ήταν παράνομη η συγκρότηση της Επιτροπής, πλήττει τη διαδικασία στη ρίζα της.  Επομένως, δεν δικαιολογείται η εξέταση των υπόλοιπων ισχυρισμών των αιτητών.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.700 έξοδα πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

/μσιαμπαρτά


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο