ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 567/2009)

 

31 Ιανουαρίου, 2011

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ΄ου η Aίτηση.

- - - - - -

Α. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.

 

Π. Πολυβίου, για το Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Το καθ΄ου η αίτηση Ίδρυμα προκήρυξε στις 4.4.2008 την πλήρωση τριών διαφορετικών κενωθεισών διευθυντικών θέσεων, μεταξύ των οποίων ήταν και η θέση Διευθυντή Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων. Παρά το ότι το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προέβλεπε για Μισθοδοτική Κλίμακα Α14, σύμφωνα με την προκήρυξη, κατόπιν απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του καθ΄ου η αίτηση Ιδρύματος, τα άτομα τα οποία θα εδιορίζοντο στις υπό πλήρωση θέσεις, θα εντάσσονταν στην μισθολογική κλίμακα Α15+2 εάν ήσαν κάτοχοι πανεπιστημιακού διπλώματος, διαφορετικά θα εντάσσονταν στην μισθολογική κλίμακα Α14+2.

 

Ως υποψήφιοι για την πλήρωση της θέσης Διευθυντή Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων προβλήθηκαν ο αιτητής και ακόμα ένας υπάλληλος του Ιδρύματος.

 

Όπως διαφαίνεται από αδιαμφισβήτητα στοιχεία, κατά τη διαδικασία πλήρωσης αυτών των θέσεων, προέκυψαν διαδοχικά δύο προβλήματα. Το πρώτο αφορούσε την απαίτηση των οικείων Σχεδίων Υπηρεσίας όπως ο διορισθησόμενος υποψήφιος κατέχει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Σε σχέση με το θέμα τούτο, κρίθηκε ότι υποψήφιοι, όπως ήταν η ανθυποψήφια του αιτητή για πλήρωση της επίδικης θέσης, οι οποίοι δεν κατείχαν αποδεκτό τεκμήριο του επιπέδου γνώσης της Αγγλικής γλώσσας το οποίο καθοριζόταν στο Σχέδιο Υπηρεσίας, θα έπρεπε να κληθούν όπως παρουσιάσουν αποδεικτικά στοιχεία της κατοχής του. Στην περίπτωση δε κατά την οποία δεν κατείχαν τέτοια αποδεικτικά στοιχεία της κατοχής του, θα καλούνταν να παρακαθήσουν σε εξέταση την οποία ήθελε διεξαγάγει το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για διακρίβωση του επιπέδου γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Η ανθυποψήφια του αιτητή κλήθηκε σε τέτοια εξέταση αλλά, κατόπιν νομικής συμβουλής, δεν παρέστη.

 

Το δεύτερο πρόβλημα το οποίο προέκυψε κατά τη διαδικασία αφορούσε την προκηρυχθείσα απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος για τοποθέτηση στην κλίμακα Α15+2 επιτυχόντος υποψηφίου ο οποίος ήταν κάτοχος πανεπιστημιακού διπλώματος, ενώ επιτυχών υποψήφιος ο οποίος δεν κατείχε τέτοιο δίπλωμα θα ετοποθετείτο στη χαμηλότερη κλίμακα Α14+2. Ηγέρθηκαν αμφιβολίες ως προς την ορθότητα και/ή νομιμότητα αυτής της διαφοροποίησης μεταξύ υποψηφίων, οπότε ζητήθηκε και λήφθηκε γνωμάτευση του νομικού συμβούλου του Ιδρύματος. Τόσο η άποψη του νομικού συμβούλου του Ιδρύματος, όσο και η επίσης ζητηθείσα άποψη του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ήταν ότι ως θέμα αρχής δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνεται διάκριση στη μισθοδοτική κλίμακα με βάση προσόντα, εκεί όπου τα καθήκοντα είναι τα ίδια. Περαιτέρω, εφόσον στα Σχέδια Υπηρεσίας των θέσεων δεν αναφερόταν η κλίμακα Α15+2 θα έπρεπε να γίνουν οι σχετικές διορθώσεις στα Σχέδια.

 

Μετά την εξέλιξη αυτή, το Διοικητικό Συμβούλιο του καθ΄ου η αίτηση Ιδρύματος, αφού εξέτασε τα αναφυέντα προβλήματα σε συνεδρίαση του ημερομηνίας 26.3.2009, αποφάσισε κατά πλειοψηφία όπως διακοπεί η διαδικασίας πλήρωσης των κενωθεισών θέσεων και ανακληθεί η προκήρυξη για την πλήρωσή τους. Την ακύρωση αυτής της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση επιζητεί με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής, θεωρώντας την ανάκληση της προκήρυξης πλήρωσης της θέσης Διευθυντή Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων ως παράνομη και άκυρη.

 

Με την Ένσταση την οποία καταχώρησε το καθ΄ου η αίτηση Ίδρυμα ήγειρε, μεταξύ άλλων, και τέσσερις προδικαστικές ενστάσεις τις οποίες και ανέπτυξε με την αγόρευσή του ο συνήγορός του. Ως εκ της φύσεως τους και λόγω των ενδεχόμενων επιπτώσεων τις οποίες μπορεί να ενέχει η αποδοχή τους, θα τις εξετάσω κατά προτεραιότητα και λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, θα τις εξετάσω μαζί:

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις του καθ΄ου η αίτηση.

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις του καθ΄ου η αίτηση είναι οι ακόλουθες:

 

Ότι:

 

(α) Ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να εγείρει την παρούσα προσφυγή.

 

(β) Ο αιτητής ουδεμία βλάβη υπέστη και ουδέν έννομο συμφέρον είχε να προσβάλει την επίδικη απόφαση.

 

(γ) Καμιά εκτελεστή πράξη και/ή παράλειψη καθήκοντος προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.

 

(δ) Το επίδικο θέμα δεν εμπίπτει εντός των ορίων της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

Προωθώντας τις πιο πάνω ενστάσεις, ο συνήγορος του καθ΄ου η αίτηση έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στους λόγους οι οποίοι είχαν ωθήσει το Ίδρυμα να προχωρήσει στην ανάκληση, λόγους οι οποίοι δεν είχαν καμιά σχέση με την υποψηφιότητα του αιτητή, όπως επίσης και στο στάδιο στο οποίο είχε γίνει η ανάκληση, που ήταν πριν από οποιανδήποτε συμπλήρωση επιλογής υποψηφίου. Με αναφορά δε και παραπομπή σε σχετική νομολογία, εισηγήθηκε ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την υπό κρίση ανάκληση, και/ή ότι η ανάκληση στην παρούσα περίπτωση δεν συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Αντίθετα, η συνήγορος του αιτητή, απορρίπτοντας τη βασιμότητα των προβληθεισών ενστάσεων, έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη θέση ότι ο αιτητής ήταν ουσιαστικά ο μόνος υποψήφιος για προαγωγή στην επίδικη διευθυντική θέση ως ο μόνος αυταπόδεικτα πλήρως προσοντούχος. Έδωσε επίσης βαρύτητα στη θέση ότι στην υπό εξέταση περίπτωση δεν υπήρχε αναγκαιότητα για ανάκληση της προκήρυξης, στην οποία η διαδικασία πλήρωσης της θέσης βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο.

 

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δικωμίτης κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (1992) 4(Α) ΑΑΔ 402 επιβεβαιώθηκε η αρχή ότι η αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να συντάσσει Σχέδια Υπηρεσίας και να τα τροποποιεί με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας (Charalambous v. Republic (1986) 3Α CLR 557) και πως κανένας δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα σε προαγωγή ή διορισμό ή κεκτημένο δικαίωμα ότι τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης δεν θα αλλάξουν προτού πραγματωθεί ο διορισμός ή η προαγωγή, παρά μόνο έχει απλή προσδοκία. (Economides v. Republic (1973) 3 CLR 410). Για τούτο, επανατονίστηκε ότι η πράξη ή απόφαση της αρμόδιας Αρχής να αποσύρει ή να τροποποιήσει Σχέδια Υπηρεσίας, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αιτήσεως ακυρώσεως δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος γιατί αυτή δεν θίγει το έννομο συμφέρον υποψηφίου, εκτός εάν η διαδικασία επιλογής βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο και κριθεί από ασφαλή συμπεράσματα ότι η απόσυρση ή η τροποποίηση αποσκοπούσε στην παρεμπόδιση του διορισμού συγκεκριμένου υποψηφίου. (Matsoukari v. Republic (1986) 3 CLR 1469). Στην ίδια την υπόθεση Δικωμίτη κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (ανωτέρω), μετά την προκήρυξη πλήρωσης δύο κενών θέσεων στο ΡΙΚ και την έναρξη της διαδικασίας για πλήρωσή τους, ανεφύησαν προβλήματα στην ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας των θέσεων. Κατόπιν νομικής συμβουλής, το Ίδρυμα έκρινε ότι ενδείκνυτο η τροποποίηση του Σχεδίου Υπηρεσίας, οπότε και ανακλήθηκε η προκήρυξη πλήρωσης των θέσεων. Με την απόφαση στην προσφυγή που ασκήθηκε από τινές των υποψηφίων κρίθηκε ότι οι αιτητές δεν είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την ανάκληση της προκήρυξης "για το λόγο ότι η όλη διαδικασία ματαιώθηκε σε πολύ αρχικό στάδιο πριν συντελεστεί η τελική πράξη επιλογής και δε δημιουργήθηκε για τους αιτητές κεκτημένο δικαίωμα για προαγωγή. Η ανάκληση δεν έπληξε ειδικά, συγκεκριμένα και μεθοδευμένα τους αιτητές. Η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη γιατί δεν παρήγαγε οποιαδήποτε άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους αιτητές και δεν μπορεί να αποδοθεί στην αρμόδια Αρχή οποιαδήποτε πρόθεση καταστρατήγησης του διορισμού οποιουδήποτε υποψηφίου." (σελ. 409 τόμου Αποφάσεων).

 

Κατ΄ ανάλογο δε τρόπο και εφαρμόζοντας παρόμοια κριτήρια, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χρ. Ιωσηφίδη (1994) 3 ΑΑΔ 495 έκρινε ότι η απόσυρση της πρότασης για την πλήρωση της επίδικης θέσης ήταν παράνομη και λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, εφόσον μοναδικός σκοπός για την απόσυρσή της ήταν φανερά η παρεμπόδιση του διορισμού του αιτητή στην επίδικη θέση, διορισμού ο οποίος είχε ήδη αποφασισθεί.

 

Στην επίσης απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χατζόγλου ν. Πανεπιστημίου Κύπρου κ.ά. (2001) 3 Β ΑΑΔ 687, μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών για την αξιολόγηση των υποψηφίων για πλήρωση θέσεων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, η αρμόδια Αρχή έκρινε ότι κανένας από τους υποψηφίους δεν ήταν κατάλληλος για διορισμό, οπότε και δεν προχώρησε στην πλήρωση των θέσεων. Ο εφεσείων άσκησε προσφυγή, η οποία όμως απορρίφθηκε πρωτόδικα, αφού κρίθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή. Κατ΄ έφεση όμως, αφού διευκρινίστηκε ότι εκτελεστή είναι η απόφαση η οποία παράγει έννομα αποτελέσματα, είναι δηλαδή καθοριστική για τις διεκδικήσεις του εφεσείοντα, κρίθηκε ότι ο εφεσείων είχε έννομο συμφέρον, εφόσον με την επίδικη απόφαση είχε κριθεί ως ακατάλληλος για διορισμό, και με την προσφυγή του ζητούσε αναθεώρηση της απόφασης προς διαπίστωση της νομιμότητας της, την οποία ο ίδιος αμφισβητούσε.

 

Επανερχόμενος στα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, είναι πιστεύω πρόδηλο ότι ο αιτητής, κατ΄ εφαρμογή των πιο πάνω αρχών, δεν έχει δικαίωμα και έννομο συμφέρον να προσβάλλει την απόφαση για ανάκληση της προκήρυξης πλήρωσης της επίδικης θέσης. Το μόνο ίσως έρεισμα το οποίο έχουν οι θέσεις του αιτητή, το οποίο θα μπορούσε να προσδώσει βάση στον ισχυρισμό ότι διαφοροποιεί την περίπτωση του από άλλες περιπτώσεις στη νομολογία, είναι το γεγονός ότι, ενώ ο ίδιος παρουσιάζεται να πληρούσε όλα τα προαπαιτούμενα για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση, η μόνη ανθυποψήφιός του είχε αντιμετωπίσει πρόβλημα με το προαπαιτούμενο της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, η διερεύνηση του οποίου δημιούργησε κάποια εμπλοκή. Αυτά τα στοιχεία μπορεί να λεχθεί ότι έδιδαν στον αιτητή αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας του, πλην όμως, απόφαση για επιλογή του ίδιου ή για αποκλεισμό της ανθυποψηφίου του δεν είχε ληφθεί από το καθ΄ου η αίτηση Ίδρυμα.

 

Επομένως, δεν μπορεί να λεχθεί ότι η όλη διαδικασία βρισκόταν στο πλέον προχωρημένο στάδιό της, δημιουργώντας υπέρ του αιτητή κεκτημένο δικαίωμα.

 

Εκείνο δε το οποίο σίγουρα μπορεί να λεχθεί ήταν ότι η απόφαση για ανάκληση της πλήρωσης της επίδικης θέσης ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδίδουσα στο καθ΄ου η αίτηση οποιαδήποτε πρόθεση για αποφυγή ή καταστρατήγηση της προαγωγής του αιτητή ή για θυματοποίησή του.

 

Οι μόνοι λόγοι οι οποίοι προβλήθηκαν για δικαιολόγηση της ανάκλησης ήσαν καθαρά και τεκμηριωμένα υπηρεσιακής και νομικής φύσεως ή ακόμα και λόγοι χρηστής διοίκησης. Αλλότριος λόγος δεν καταδείχθηκε να υπήρχε, ούτε και ηγέρθηκε προς τούτο σχετικός ισχυρισμός.

 

Επομένως, η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν παρήγαγε έννομα αποτελέσματα ως προς τον αιτητή, ο οποίος και δεν κέκτηται εννόμου συμφέροντος να ζητά την αναθεώρησή της.

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις επιτυγχάνουν και αναπόφευκτα η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Επιδικάζονται εναντίον του αιτητή €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                            Δ.

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο