ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1125/2008)
31 Ιανουαρίου, 2011
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 24, 25, 26, 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
TERRAIN CONSTRUCTION LIMITED,
Αιτήτρια,
-ν-
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,
3. ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,
Καθ΄ων η Aίτηση.
- - - - - -
Μ. Παπαντωνίου, για την Αιτήτρια.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή εγείρονται προς εξέταση και δικαστική απόφανση διάφορα θέματα τα οποία σχετίζονται με τον τρόπο άσκησης εξουσιών του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών και με τη συνταγματικότητα κάποιων από τις πρόνοιες του Νόμου που προσδίδει σ΄ αυτόν εξουσίες. Εγείρονται επίσης θέματα νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης από απόψεως γενικότερων αρχών διοικητικού δικαίου.
Η Serife Shaban, η οποία είναι Τουρκοκυπριακής καταγωγής, μόνιμη κάτοικος Αγγλίας, κατέστη ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στην επαρχία Λάρνακας κατά τον Αύγουστο 2005, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής από τον πατέρα της. Κατά τον Απρίλιο του 2007 η Shaban παρουσίασε στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας δήλωση μεταβίβασης της περιουσίας εκείνης μαζί με αγοραπωλητήριο έγγραφο προς κατάθεση για σκοπούς ειδικής εκτέλεσης. Αγοράστρια στο αγοραπωλητήριο έγγραφο ήταν η αιτήτρια εταιρεία. Η αίτησή της για αποδοχή της δήλωσης πώλησης και κατάθεσης του εγγράφου διαβιβάστηκε για αρμόδια εξέταση στην Υπηρεσία Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών η οποία, αφού εξέτασε το θέμα, υπέβαλε προς τον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, καθ΄ου η αίτηση αρ. 1, πλήρη έκθεση για ενημέρωση και λήψη απόφασης. Ενεργώντας με βάση εξουσίες οι οποίες του παρέχονται από τον περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο αρ. 139/1991, όπως τροποποιήθηκε, ο Κηδεμόνας αποφάνθηκε ότι, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία και δεδομένα, δεν πληρούνταν στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις που καθορίστηκαν για τέτοιο σκοπό από το Υπουργικό Συμβούλιο και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να παράσχει τη συγκατάθεσή του για αποδοχή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου και κατ΄ επέκταση της δήλωσης μεταβίβασης. Ο καθ΄ου η αίτηση αρ. 2 Διευθυντής του Κτηματολογίου, ενημερωθείς για τη θέση του Κηδεμόνα, πληροφόρησε την αιτήτρια εταιρεία, με επιστολή του ημερομηνίας 22.4.2008, περί της μη συγκατάθεσης του Κηδεμόνα και της συνακόλουθης αδυναμίας του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού Λάρνακας όπως προβεί σε αποδοχή του πωλητηρίου εγγράφου για κατάθεση.
Την απόφαση, η οποία εμπεριέχεται στην επιστολή εκείνη για τη μη αποδοχή από τους καθ΄ων η αίτηση του πωλητηρίου εγγράφου και της δήλωσης μεταβίβασης και/ή την μη παροχή προς τούτο συγκατάθεσης, προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια εταιρεία ως αγοράστρια της ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο έγγραφο.
Με την Ένσταση, την οποία καταχώρησαν οι καθ΄ων η αίτηση, προέβαλαν, μεταξύ άλλων, και προδικαστική ένσταση ως προς το παραδεκτό της προσφυγής. Λόγω της φύσης της προδικαστικής ένστασης και των ενδεχόμενων επιπτώσεων τις οποίες δυνατόν να έχει η απόφαση επ΄ αυτής, θα την εξετάσω κατά προτεραιότητα.
Προδικαστική ένσταση ως προς το παραδεκτό ή μη της παρούσας προσφυγής.
Σύμφωνα με τη θέση την οποία πρόβαλαν και προώθησαν οι καθ΄ων η αίτηση στο πλαίσιο της προδικαστικής τους ένστασης, η παρούσα προσφυγή δεν είναι παραδεκτή, καθότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου αλλά του ιδιωτικού δικαίου και ως τέτοια δεν μπορεί να εξετασθεί δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος της Δημοκρατίας. Παραπέμποντας σε σχετική επί του θέματος νομολογία, η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, υπέβαλε ότι καθήκον του καθ΄ου η αίτηση αρ. 1 Υπουργού και κατ΄ επέκταση του καθ΄ου η αίτηση αρ. 3 Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, υπό την ιδιότητα του οποίου ενεργούσε ο Υπουργός, είναι η ρύθμιση και διαχείριση αστικών περιουσιακών δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων, τα οποία εμπίπτουν στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου και ότι, εν πάση περιπτώσει, η εν λόγω διαχείριση περιουσιών δεν αποβλέπει στην εξυπηρέτηση οποιουδήποτε ζωτικού δημόσιου συμφέροντος.
Απορρίπτοντας την πιο πάνω θέση, η πλευρά της αιτήτριας, επίσης με παραπομπή σε σχετική επί του θέματος νομολογία και αυθεντίες, ισχυρίζεται πως, παρόλον ότι η επίδικη συμφωνία ενέχει στοιχεία ιδιωτικού δικαίου, εν τούτοις εμπίπτει στη σφαίρα του διοικητικού δικαίου επειδή εμπλέκονται στοιχεία δημόσιου συμφέροντος και η διοίκηση έχει ασχοληθεί και έχει αποφασίσει ως προς το πώς θα τροχιοδρομούνται και εκτελούνται συμφωνίες όπως η επίδικη. Για την εκτέλεση δε τέτοιων συμφωνιών, καθοριστική είναι και η συγκατάθεση της διοίκησης, ήτοι του καθ΄ου η αίτηση αρ. 3 Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, και του καθ΄ου η αίτηση αρ. 2 Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
Δύο διευκρινιστικής φύσεως παρατηρήσεις θα πρέπει να γίνουν εδώ, προκαταρκτικά:
α. Η απόφαση η οποία άμεσα προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή είναι ουσιαστικά η άρνηση του καθ΄ου η αίτηση αρ. 3 να αποδεχθεί προς κατάθεση τα έγγραφα μεταβίβασης της περιουσίας.
β. Η απόφαση εκείνη, αν και αυτό δεν αναφέρεται ρητά, θα πρέπει να είχε βασιστεί στις πρόνοιες του άρθρου 14(γ) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου αρ. 9/1965.
Σύμφωνα με εκείνο το άρθρο, ο Διευθυντής του Κτηματολογίου μπορεί να αρνηθεί την αποδοχή οποιασδήποτε δήλωσης μεταβίβασης, μεταξύ άλλων, οσάκις η σκοπούμενη μεταβίβαση θα αντέβαινε ή αντέκειτο προς τις διατάξεις οιουδήποτε ετέρου εκάστοτε εν ισχύι νόμου. Στην παρούσα δε περίπτωση, του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και άλλα θέματα) (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου 139/1991, με τις πρόνοιες του οποίου ο Κηδεμόνας μπορεί να αρνηθεί να συγκατατεθεί στη μεταβίβαση Τουρκοκυπριακής περιουσίας.
Με παρόμοιο θέμα είχε ασχοληθεί το Ανώτατο Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Northgate Ltd v. Δημοκρατίας (1995) 4 Γ ΑΑΔ 1501, στην οποία όπως και εδώ, ο Διευθυντής Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ζήτησε οδηγίες από τον Κηδεμόνα κατά πόσο μπορούσε να αποδεχθεί τη μεταβίβαση Τουρκοκυπριακής ακίνητης περιουσίας, δυνάμει σχετικής δήλωσης η οποία είχε υποβληθεί. Τη μη παροχή της συγκατάθεσης του Κηδεμόνα ακολούθησε απορριπτική απάντηση του Διευθυντή Κτηματολογίου προς την αγοράστρια εταιρεία, η οποία και προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο. Επιλαμβανόμενο εγερθείσας προδικαστικής ένστασης, το Δικαστήριο (Γ. Χρυσοστομής, Δ.) έκρινε ότι με την εξουσία την οποία του δίδει ο Νόμος, ο Διευθυντής έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία επιδιώκεται πρωταρχικά η εξυπηρέτηση και προαγωγή δημόσιου σκοπού και όχι η ρύθμιση ιδιωτικών δικαιωμάτων των εμπλεκομένων μερών. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη, σύμφωνα πάντα με το Δικαστήριο, ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού και η προβληθείσα ένσταση απορρίφθηκε.
Τη διαφωνία τους με την πιο πάνω απόφαση εξέφρασαν μεταγενέστερα άλλοι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου με μονομελή σύνθεση, οι οποίοι επιλήφθηκαν του ίδιου νομικού θέματος.
Στην Υπόθεση Αρ. 454/2002 Torgut Yashar v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 16.9.2004, ο Νικολάου, Δ., κατέληξε σε διαφορετικό αποτέλεσμα, με το ακόλουθο σκεπτικό:
". Καταλήγω ότι η περίπτωση εντάσσεται στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου. Η μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας ενδιαφέρει μόνο τα μέρη των οποίων τα αστικά δικαιώματα μεταβάλλονται και όχι το κοινό ευρύτερα. Αυτή η πραγματικότητα αντανακλάται στο άρθρο 51 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965 (Ν. 9/65 όπως τροποποιήθηκε) όπου, σε σχέση με διαταγή, γνωστοποίηση ή απόφαση του Διευθυντή, προβλέπεται δικαίωμα έφεσης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224, όπως τροποποιήθηκε. Η πρόνοια στην παράγραφο (γ) του άρθρου 14 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, με την οποία η διακριτική εξουσία του Διευθυντή να μην επιτρέπει την αποδοχή δήλωσης μεταβίβασης όπου «η σκοπούμενη μεταβίβασις ή υποθήκευσις θα αντέβαινεν ή αντέκειτο προς τας διατάξεις οιουδήποτε ετέρου εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου» δεν μεταβάλλει, κατά τη γνώμη μου, την αστική φυσιογνωμία της επί του θέματος απόφασης του Διευθυντή. Όπου, σε σχέση με την παράγραφο (γ) του άρθρου 14, προκύπτει ο,τιδήποτε το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη, το έργο του Διευθυντή δεν μπορεί παρά να είναι μόνο διαπιστωτικό. Δηλαδή, όπου προϋποτίθεται η λήψη απόφασης βάσει άλλου νόμου, η ευθύνη για τη λήψη της ανήκει στο όργανο στο οποίο ανήκει η εφαρμογή του άλλου νόμου, όχι στο Κτηματολόγιο κατά την άσκηση της εξουσίας για μεταβίβαση. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991 (Ν. 139/91). Εφόσον παρέχεται στον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών λόγος, η απόφαση αναφορικά με την εξέλιξη είναι δική του, όχι του Διευθυντή. Ας σημειωθεί δε ότι δεν διατυπώθηκε με αυτή την προσφυγή οποιαδήποτε αμφισβήτηση σε σχέση με τον εν λόγω νόμο. Δεν συμμερίζομαι λοιπόν την πρωτόδικη άποψη στην Northgate Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. Αρ. 440/93, ημερ. 26 Ιουλίου 1995, ότι τέτοιες περιπτώσεις εμπίπτουν στον τομέα του δημοσίου δικαίου.."
Στην απόφασή του στην Υπόθεση Αρ. 456/2002, Torgut Yashar v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 13.10.2004, ο Κρονίδης, Δ., υιοθέτησε πλήρως τα ως ανωτέρω λεχθέντα από το Νικολάου, Δ., σε υπόθεση με παρόμοια γεγονότα και αποδέχθηκε σχετική προδικαστική ένσταση της Δημοκρατίας. Την ίδια ακριβώς προσέγγιση υιοθέτησε και ο Ηλιάδης, Δ., στην συνδεόμενη με τις δύο προηγούμενες προσφυγές, Υπόθεση Αρ. 457/2002, Torgut Yashar ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.10.2004. Το ίδιο σκεπτικό και την ίδια απόληξη είχε προδικαστική ένσταση της οποίας επιλήφθηκε ο Κραμβής, Δ., στην Υπόθεση Αρ. 778/2005, MOLIVO LTD ν. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά., ημερομηνίας 27.11.2006.
Στην Υπόθεση Αρ. 851/2007, A & A Enterprises Ltd ν. Υπουργού Εσωτερικών, ημερομηνίας 6.2.2009, ο Νικολάτος, Δ., διαχώρισε την εκεί υπό εξέταση περίπτωση από την προαναφερθείσα σειρά υποθέσεων, με το σκεπτικό ότι στις προαναφερθείσες υποθέσεις δεν υπήρχε οποιαδήποτε αμφισβήτηση ως προς το κατά πόσο οι πωληθείσες περιουσίες ήταν Τουρκοκυπριακές και οι ιδιοκτήτες τους Τουρκοκύπριοι. Η αμφισβήτηση δε εκείνη έδιδε στο Ανώτατο Δικαστήριο δικαιοδοσία να επιληφθεί του επίδικου θέματος ως θέματος δημοσίου δικαίου.
Επανερχόμενος στα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, παραθέτω εδώ τους λόγους για τους οποίους ο Κηδεμόνας αρνήθηκε να παράσχει τη συγκατάθεσή του.
Όπως εμφαίνεται στην επιστολή ημερομηνίας 7.6.2008 που στάληκε εκ μέρους του Κηδεμόνα προς τον καθ΄ου η αίτηση αρ. 2 Διευθυντή Κτηματολογίου, αυτοί οι λόγοι συνοψίζονται στο ότι τα δεδομένα της περίπτωσης και κυρίως το γεγονός ότι η προς πώληση περιουσία ήταν σημαντικής έκτασης και αξίας με διαφορά μεταξύ τιμής πώλησης και αγοραίας αξίας, οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι δεν συνέτρεχαν οι ειδικές κατάλληλες προϋποθέσεις που είχαν καθοριστεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 15.9.2004.
Κατά την άποψή μου στην υπό εξέταση περίπτωση της παρούσας αιτήτριας, δεν συντρέχει κανένας λόγος διαφοροποίησης ή διαχωρισμού της από τις προαναφερθείσες αποφάσεις στις υποθέσεις Torgut Yashar (ανωτέρω), το σκεπτικό των οποίων με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο και το υιοθετώ. Ανεξάρτητα δε από τους συγκεκριμένους λόγους, οι οποίοι ώθησαν τον καθ΄ου η αίτηση αρ. 3 Κηδεμόνα όπως μη παράσχει τη συγκατάθεσή του και οι οποίοι λόγοι αφορούσαν τα περιστατικά και δεδομένα της υπό εξέταση δικαιοπραξίας, το γεγονός παραμένει ότι το θέμα της μεταβίβασης της ακίνητης περιουσίας ενδιαφέρει μόνο τα εμπλεκόμενα στη δικαιοπραξία μέρη και όχι το κοινό ευρύτερα. Η περίπτωση, επομένως, εντάσσεται στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου και όχι στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου.
Η προδικαστική ένσταση γίνεται αποδεκτή και, συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, εναντίον της αιτήτριας.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ